Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Θεολογικά θέματα

Φανέρωση του Θεού εν Χριστώ // Απορίες για τις υποστάσεις της Αγίας Τριάδος // Ο "Άγγελος Γιαχβέ" και η θέα του Θεού // Παράδεισος και Κόλαση στην Ορθόδοξη Παράδοση // Ο Θεός ως πυρ και φως

Θεογνωσία Μέρος 6ο

Εμφανίσεις του Θεού

κατά την Καινή Διαθήκη

 
Μιχάλης Μαυροφοράκης και Αγάπιος Ματσαγκούρας
 
 
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του.
 

 

Ομιλία Νο 60. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).

(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 14-5-1993).

Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο ΜΡ3

Σε προηγούμενη μελέτη, έχουμε προσπαθήσει να προσεγγίσουμε το μυστήριο του Θεού μέσα από τις αποκαλύψεις Του στους Αγίους της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή στους Αγίους της προ της του Χριστού σαρκώσεως εποχής. Στην παρούσα μελέτη, θα συνεχίσουμε με τις εμπειρίες των Αγίων της Εκκλησίας, της ιστορικής εποχής της Καινής Διαθήκης.

 

1. Πώς αποκαλύπτεται ο Θεός

Παρατηρώντας τις αποκαλύψεις του Θεού στο λαό Ισραήλ και νωρίτερα, διαπιστώνουμε κατ’ αρχήν μία ουσιώδη διαφορά στον τρόπο που αποκαλυπτόταν ο Θεός.

Ο Θεός, αποκαλύπτεται μέσω των ακτίστων ενεργειών Του. Η Ουσία του Θεού, παραμένει απρόσιτη και απροσπέλαστη, όχι μόνο σε οποιονδήποτε άνθρωπο, αλλά γενικά σε οποιοδήποτε κτίσμα. Από την άλλη μεριά, οι ενέργειες του Θεού όπως η Δόξα Του για παράδειγμα, όχι μόνο μπορούν να έρθουν σε κοινωνία και επαφή με το κτιστό και ιδιαίτερα τους ανθρώπους, έστω και στην κατάσταση πτώσεως που βρίσκονται, αλλά η μετοχή του ανθρώπου στις θείες αυτές ενέργειες και την θεία Δόξα αποτελεί και την πεμπτουσία της σωτηρίας του.

Η φανέρωση της Δόξας του Θεού, δεν είναι τίποτε άλλο παρά, αυτή καθεαυτή η Βασιλεία του Θεού, όπως περιγράφεται στα κείμενα της Αγίας Γραφής. Έτσι λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό το να είμαστε προσεκτικοί και ακριβείς γύρω από αυτό το ζήτημα ώστε, αφενός να παραμείνουμε προσκολλημένοι στην πορεία του αγιασμού που ακολούθησαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και όλοι οι Άγιοι της Καινής, έτσι ώστε να υπάρχει η μετοχή σ’ αυτή τη Βασιλεία και Δόξα και αφετέρου, να αποφύγουμε τα στοχαστικά και διανοητικά σχήματα που έχουν ανακαλύψει οι διάφοροι θεολόγοι της παπικής «εκκλησίας», ή των διαφόρων προτεσταντικών αποχρώσεων και ομολογιών και να μη ξεφύγουμε από τον πραγματικό στόχο. Σημειώνουμε ότι ο στόχος αυτός, δεν μετατίθεται για την μετά το θάνατο ζωή. Η Εκκλησία επαγγέλλεται τον αγιασμό και τη σωτηρία, δηλαδή με άλλα λόγια, τη μετοχή κατά χάρη του ανθρώπου στη Δόξα του Θεού, ήδη από αυτήν εδώ τη ζωή. Η ζωή των Αγίων είναι μία συνεχής και τρανή απόδειξη αυτού του γεγονότος σε όλη τη διάρκεια των αιώνων της Εκκλησίας.

Πράγματι, οι «καθαροί τη καρδία» βλέπουν το Θεό. Αυτό είναι η πολύ σημαντική αφετηρία την οποία υπέδειξε ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Η κάθαρση της καρδιάς, ο φωτισμός του νοός και η κοινωνία θείας φύσεως, δηλαδή η θέωση, δείχνουν την πορεία της σωτηρίας.

 

2. Η Θεοπτεία του Ησαϊα

Ο Θεός λοιπόν, αποκαλύπτεται στους ανθρώπους μέσω των ακτίστων ενεργειών Του, οι οποίες αλλιώς ονομάζονται Δόξα Του. Ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη σημασία των παραπάνω μελετώντας το Ησαΐας 6,1. Μας περιγράφονται εκεί τα εξής:

«Κατά το έτος εν ω απέθανεν Οζίας ο βασιλεύς είδον τον Γιαχβέ καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου και το κράσπεδον αυτού εγέμισε τον ναόν».

Ποιον είδε ο Ησαΐας εδώ; Είδε τον Γιαχβέ! Και συνεχίζει:

«άνωθεν αυτού ίσταντο Σεραφείμ ανά εξ πτέρυγας έχοντα έκαστον, με τας δύο εκάλυπτε το πρόσωπον αυτού και με τας δύο εκάλυπτε τους πόδας αυτού και με τας δύο επέτα. Και έκραζε το εν προς το άλλο και έλεγεν, Άγιος, άγιος, άγιος ο Κύριος των δυνάμεων [Γιαχβέ Σαβαώθ κατά το Εβραϊκό], πάσα η γη είναι πλήρης της δόξης αυτού».

Αινούν και δοξάζουν το Θεό τα Σεραφείμ αποδίδοντας σ’ Αυτόν λατρεία και τριπλή επανάληψη αναγνώρισης της αγιότητας Του. Και ομολογούν ότι η γη είναι πλήρης της Δόξας Του. Στο σημείο αυτό υπάρχει έμμεση αναφορά στο ότι, ο Θεός γνωρίζεται στα κτίσματά του, δια των ενεργειών Του. Και συνεχίζει ο Ησαΐας:

«Και οι παραστάται της θύρας εσείσθησαν εκ της φωνής του κράζοντος, και ο οίκος επλήσθη καπνού. Τότε είπα, Ω τάλας εγώ διότι εχάθην επειδή είμαι άνθρωπος ακαθάρτων χειλέων και κατοικώ εν μέσω λαού ακαθάρτων χειλέων, επειδή οι οφθαλμοί μου είδον τον Βασιλέα, τον Κύριον των δυνάμεων».

Βλέπουμε εδώ, ότι ο Ησαΐας γνωρίζει πολύ καλά τη μέθοδο της σωτηρίας της οποίας πρώτο στάδιο είναι η κάθαρση της καρδιάς. Καθώς τον πλησιάζει η Δόξα του Θεού, συναισθάνεται ότι δεν είναι καθαρός, γνωρίζει ότι η Δόξα του Θεού εδώ είναι ο Ίδιος ο Γιαχβέ των Δυνάμεων τον οποίο βλέπει και αισθάνεται ότι πραγματικά θα εξαλειφθεί, θα πεθάνει γιατί είναι ακάθαρτος. Γνωρίζει, ότι μόνο οι καθαροί μπορούν να δουν το Θεό και να συνεχίζουν να ζουν. Και συνεχίζει το κείμενο:

«Τότε επέτασε προς εμέ εν εκ των Σεραφείμ έχον εν τη χειρί αυτού άνθρακα πυρός, τον οποίον έλαβε διά της λαβίδος από του θυσιαστηρίου. Και ήγγισεν αυτόν εις το στόμα μου και είπεν, Ιδού, τούτο ήγγισε τα χείλη σου και η ανομία σου εξηλείφθη και η αμαρτία σου εκαθαρίσθη. Και ήκουσα την φωνήν του Κυρίου [του Γιαχβέ κατά το Εβραϊκό], λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει δι’ ημάς;»

Ο Ησαΐας αφού καθαρίζεται ακούει τη φωνή του Παντοδυνάμου Θεού, του Γιαχβέ των Δυνάμεων. Είναι γνωστό ότι και η αίσθηση της όρασης και η αίσθηση της ακοής, γίνονται με τον τρόπο του Θεού και είναι στην ουσία διάνοιξη και αγιασμός των αισθήσεων του όλου ανθρώπου. Παρακάτω θα φανεί ότι πρόκειται περί της Αγιοπνευματικής αίσθησης. Ακούει λοιπόν, τον Γιαχβέ να ρωτάει: «ποιόν θα αποστείλω και ποιος θα πάει για μας;». Στην περίπτωση αυτή, δεν πρόκειται για κάποιο «πληθυντικό μεγαλειότητας» όπως υποστηρίζουν οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» ή οι λεγόμενοι «ευαγγελιστές», γιατί κανονικά εδώ θα έπρεπε να λέγει: «ποιον θα αποστείλωμεν και ποιος θα πάει για μας» ενώ λέγει: «ποιόν θα στείλω και ποιος θα πάει για μας» σαν να είναι ένα πρόσωπο που στέλνει και στέλνει για χάρη, ή υπέρ, ή εις διακονία, ή εις υπηρεσία και κάποιων άλλων προσώπων.

Στο σημείο αυτό ο Ησαΐας προσφέρεται και λέγει: «τότε είπα, ιδού, εγώ, απόστειλόν με». Λέγει «απόστειλόν με», δεν λέγει «αποστείλατέ με». Ομιλεί με ένα πρόσωπο, το οποίο χαρακτηρίζει ως «Γιαχβέ των δυνάμεων», του οποίου τη δόξα βλέπει και αυτό το Πρόσωπο λέγει ότι κάποιος πρέπει να πάει και ρωτά «ποιος θέλει να πάει για αυτούς»! «για μας» λέγει! Ας συνεχίσουμε όμως να δούμε τι λέγει ο Ησαΐας παρακάτω:

«Και είπε: [Ποιος είπε; Ο Γιαχβέ των Δυνάμεων, ο Γιαχβέ Σαβαώθ] «Ύπαγε και ειπέ προς τούτον τον λαόν, με την ακοήν θέλετε ακούσει και δεν θέλετε εννοήσει και βλέποντες θέλετε ιδεί και δεν θέλετε καταλάβει, επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και έγειναν βαρέα τα ώτα αυτών, και έκλεισαν τους οφθαλμούς αυτών, διά να μη βλέπωσι με τους οφθαλμούς αυτών και ακούωσι με τα ώτα αυτών και νοήσωσι με την καρδίαν αυτών και επιστρέψωσι και θεραπευθώσι».

Αυτά όλα τα λόγια τα λέγει ο Γιαχβέ των Δυνάμεων στον Ησαΐα και του λέει: «Πήγαινε να τα πεις αυτά στο λαό». Κάνοντας μία παρένθεση ας πούμε πως εδώ, τονίζεται πολύ καθαρά ότι η πάχυνση της καρδιάς συνεπάγεται αδυναμία να εννοήσει κανείς, να επιστρέψει και να θεραπευθεί. Όπως δηλαδή ο παχύς άνθρωπος χαρακτηρίζεται από μία δυσπραγία, μια δυσκινησία, έτσι αντίστοιχα και το κέντρο της προσωπικότητας του ανθρώπου, όταν βαρύνει από πράγματα που δεν πρέπει να υπάρχουν μέσα του, χάνει τη δυνατότητα της αίσθησης. Έτσι, ούτε τα αυτιά ακούν, ούτε τα μάτια βλέπουν, ούτε η καρδιά αντιλαμβάνεται και συνεπώς δεν έχουμε ούτε την επιστροφή, αλλιώς την μετάνοια, ούτε τη θεοπτεία η οποία είναι και η σωτηρία.

Προηγουμένως αναφερθήκαμε στη θεοπτεία του προφήτη Ησαΐα που υπάρχει στο βιβλίο του. Θυμίζουμε ότι στον πρώτο στίχο λέγει ο Ησαΐας: «είδον τον Κύριον [Γιαχβέ] καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου και το κράσπεδον αυτού εγέμισε τον ναόν». Στη συνέχεια θυμίζουμε ότι άκουσε και τη φωνή του Κυρίου που χαρακτηριστικά ο ίδιος περιγράφει ως εξής στο στίχο 8: «και ήκουσα την φωνήν του Κυρίου, λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει διά ημάς;» Όπως τονίστηκε πιο πάνω ένας ομιλεί για λογαριασμό και κάποιων άλλων. Και στη συνέχεια όταν προσεφέρθη ο Ησαΐας να αποσταλεί ο ίδιος, χαρακτηριστικά ο Κύριος του είπε: «Και είπεν, Ύπαγε και ειπέ προς τούτον τον λαόν, με την ακοήν θέλετε ακούσει και δεν θέλετε εννοήσει και βλέποντες θέλετε ιδεί και δεν θέλετε καταλάβει επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και έγειναν βαρέα τα ώτα αυτών, και έκλεισαν τους οφθαλμούς αυτών, διά να μη βλέπωσι με τους οφθαλμούς αυτών και ακούωσι με τα ώτα αυτών και νοήσωσι με την καρδίαν αυτών και επιστρέψωσι και θεραπευθώσι».

 

3. Η αναφορά του Ιωάννη στη Θεοπτεία του Θεού Λόγου από τον Ησαϊα

Ας έρθουμε τώρα στην περίοδο της Καινής Διαθήκης και ας δούμε το Ιωάν.12,37κ.ε. Τα όσα αναφέρονται εδώ έχουν άμεση σχέση με τα όσα είδαμε να αναφέρονται στο βιβλίο του Ησαΐα. Η περικοπή μας μεταφέρει στο χρονικό διάστημα προ της Σταυρώσεως του Κυρίου και βλέπουμε τον ευαγγελιστή Ιωάννη γεμάτο παράπονο, να μας περιγράφει τα εξής για το λαό Ισραήλ:

«τοσαύτα δε αυτού σημεία πεποιηκότος έμπροσθεν αυτών ουκ επίστευον εις αυτόν [ενώ έκανε τόσα θαύματα μπροστά στα μάτια τους δεν πίστευαν σ’ Αυτόν], ίνα ο λόγος Ησαΐου του προφήτου πληρωθή ον είπεν [τον οποίο είπε] Κύριε τις επίστευσεν τη ακοή ημών και ο βραχίων Κυρίου τινι απεκαλύφθη· δια τούτο ουκ ηδύναντο πιστεύειν ότι πάλιν είπεν Ησαΐας [γι’ αυτό λέει δεν μπορούσαν να πιστεύσουν διότι πάλι είπε ο Ησαΐας σε άλλο σημείο]: τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν ίνα μη ίδωσιν τοις οφθαλμοίς και νοήσωσιν τη καρδία και στραφώσιν και ιάσομαι αυτούς».

Είναι ακριβώς το χωρίο που είδαμε στο έκτο κεφάλαιο του προφήτου! Ωστόσο, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης σχολιάζει για αυτό ακριβώς το σημείο τα εξής:

«ταύτα είπεν Ησαΐας ότε είδεν την δόξαν αυτού και ελάλησεν περί αυτού».

Ποιού «αυτού»; Σαφώς, προηγουμένως, ο μόνος που αναφέρεται είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός.

Συνοψίζοντας, ο Ησαΐας μας λέγει ότι είδε τον Κύριο, τον Γιαχβέ και τη Δόξα του Γιαχβέ να γεμίζει το ναό. Ταυτόχρονα, ο Απόστολος Ιωάννης, εφαρμόζοντας ακριβώς τα ίδια λόγια μας λέγει ότι, ο Ησαΐας είδε τη Δόξα του Υιού, τη Δόξα του Λόγου του Θεού. Συνεπώς, ο Ιησούς Χριστός και ο Γιαχβέ Σαβαώθ του οράματος του Ησαΐα ταυτίζονται. Και η Δόξα του ενός είναι η Δόξα του άλλου.

Συνεχίζει στο στίχο 42 και λέγει τα εξής:

«όμως μέντοι και εκ των αρχόντων πολλοί επίστευσαν εις αυτόν αλλά δια τους φαρισαίους ουχ ωμολόγουν ίνα μη αποσυνάγωγοι γένωνται ηγάπησαν γαρ την δόξαν των ανθρώπων μάλλον ήπερ την δόξαν του θεού». [Διότι αγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων περισσότερο παρά τη Δόξα του Θεού].

Είναι φανερό, πως η Δόξα του Γιαχβέ, είναι Δόξα τόσο του Πατρός όσο και Δόξα του Υιού, που Τον είδαμε ως Λόγο Θεού στην περίοδο προ της ενσαρκώσεώς Του, που Τον είδαμε ως άσαρκο και άκτιστο Άγγελο. Αυτόν που γνώριζαν και αναγνώριζαν ως Γιαχβέ οι άνθρωποι πριν από την Παλαιά Διαθήκη και στην Παλαιά Διαθήκη, Αυτόν που ο Ιωάννης ονομάζει Ιησού Χριστό, αυτό το Πρόσωπο είναι που φανερώνει στον Εαυτό Του όλη τη Δόξα του Θεού. Τίνος λοιπόν τη Δόξα είδε ο Ησαΐας; Τη Δόξα του Γιαχβέ των Δυνάμεων. Ποιον είχε δει ο Ησαΐας; Τον Γιαχβέ των Δυνάμεων. Ποιον μας λέει ο Απόστολος του Κυρίου Ιησού Χριστού Ιωάννης ότι είδε και αυτού τη Δόξα είδε και περί αυτού ελάλησε; Μας λέει, ότι είδε τη Δόξα του Ιησού κατά την προανθρώπινη ύπαρξή Του ως Λόγου. Μάλιστα, τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς ως άνθρωπος, φανέρωναν ακριβώς τη Δόξα τη δική Του, ως Δόξα Θεού. Και μολονότι τα έβλεπαν αυτά τα θαύματα οι φαρισαίοι, δεν είχαν τα μάτια της καθαρμένης κατά Θεόν καρδιάς, ώστε να εννοήσουν, δηλαδή τα πνευματικά μάτια ώστε να καταλάβουν ότι όλα αυτά γίνονται με τη Δόξα του Θεού, τη Δόξα που ο Ιησούς είχε, μολονότι άνθρωπος και συνέχιζε να φέρει ως Θεός. Διότι, «ηγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων μάλλον, παρά τη Δόξα του Θεού». Δηλαδή, δεν αγάπησαν αυτόν τούτον τον Ιησού, ο οποίος φανέρωνε εν εαυτώ και τη θεία Του φύση. Γι’ αυτό και ο Ιησούς έκραξε και είπε σύμφωνα με τον επόμενο στίχο τον 44:

«Ο πιστεύων εις εμέ δεν πιστεύει εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον πέμψαντά με. Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, διά να μη μείνη εν τω σκότει πας ο πιστεύων εις εμέ».

Δε λέει ότι εγώ στάλθηκα στον κόσμο, για να φανερώσω το φως άλλου. Λέγει εγώ ήλθα και είμαι το φως εις τον κόσμο. Δεν είναι δυνατό ένας απλός κτιστός άνθρωπος να είναι φως του κόσμου, αν δεν έχει ο ίδιος την Δόξα του Θεού, αν ο ίδιος ως εκ της φύσεώς του δεν φέρει εν εαυτώ τον Θεό και δεν είναι απαύγασμα του Θεού.

 

4. Η αναφορά του Παύλου στη Θεοπτεία του Αγίου Πνεύματος από τον Ησαϊα

Ας δούμε όμως τώρα την εφαρμογή που κάνει ο Απόστολος Παύλος προκειμένου για τα ίδια λόγια. Τα λόγια που ο Ησαΐας λέγει: «ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτών και σκλήρυνε την καρδιά τους» κλπ. Στο Πράξεις 28,25-27 υπάρχει μια αναφορά στα ίδια λόγια. Εδώ ο Απόστολος Παύλος ευρισκόμενος ως δέσμιος στη Ρώμη (την πρώτη φορά) συνομιλεί με τους Ιουδαίους που βρίσκονται εκεί. Χρησιμοποιώντας την Παλαιά Διαθήκη τους μιλάει για τη Βασιλεία του Θεού και τους «πείθει εις τα περί του Ιησού». Όπως λέγει στο στίχο 23: «από τε του νόμου Μωυσέως και των προφητών από πρωί έως εσπέρας».

Στο στίχο 24 λέγει: «άλλοι μεν επείθοντο εις τα λεγόμενα και άλλοι δε ηπίστουν [απιστούσαν]». Στο στίχο 25 λέγει: «σύμφωνοι δε όντες προς αλλήλους ανεχώρουν, αφού ο Παύλος είπεν ένα λόγον, ότι καλώς ελάλησε το Πνεύμα το Άγιον προς τους πατέρας ημών διά Ησαΐου του προφήτου, λέγον: ...»

Ποιος; Ποιος μιλούσε δια Ησαΐου του προφήτου; Λέγει ο Παύλος "το Πνεύμα το Άγιο". Και τι λέει το Πνεύμα το Άγιο;:

«Ύπαγε προς τον λαόν τούτον και ειπέ· Με την ακοήν θέλετε ακούσει και δεν θέλετε εννοήσει, και βλέποντες θέλετε ιδεί και δεν θέλετε καταλάβει· διότι επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και με τα ώτα βαρέως ήκουσαν και τους οφθαλμούς αυτών έκλεισαν, μήποτε ίδωσι με τους οφθαλμούς και ακούσωσι με τα ώτα και νοήσωσι με την καρδίαν και επιστρέψωσι, και ιατρεύσω αυτούς».

Ποιος να τους γιατρέψει; Το Πνεύμα το Άγιο! Άρα, τι γίνεται εδώ; Στον Ησαΐα διαβάζουμε ότι αυτός είδε τον Γιαχβέ Σαβαώθ, τον Γιαχβέ των Δυνάμεων και τη Δόξα Αυτού. Ο Ιωάννης μας λέγει ότι αυτή η Δόξα, είναι η Δόξα του Ιησού Χριστού κατά την προανθρώπινη ύπαρξή Του, τότε ως Ασάρκου Λόγου του Θεού, αλλά και ότι την αυτή δόξα φέρει ο Ιησούς Χριστός όταν τελεί τα θαύματα, ερχόμενος φως εις τον κόσμο. Τι λέει όμως εδώ ο Απόστολος Παύλος; Μας λέει ότι πρόκειται περί του Πνεύματος του Αγίου το οποίο μάλιστα καταλήγει να λέει ότι, όταν επιστρέψουν, εγώ, δηλαδή το Πνεύμα το Άγιο, θα τους γιατρέψω. Είναι σαφές, είναι φανερό, πως η Δόξα του Γιαχβέ είναι Δόξα τόσο του Πατρός, όσο και του Υιού, όσο και του Αγίου Πνεύματος. Είναι βέβαιο ότι το Πνεύμα το Άγιο ονομάζεται Γιαχβέ. «Λαλεί»! Δεν είναι μια απρόσωπη ενεργός δύναμη, όπως διατείνονται οι «ευαγγελιστές» και οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά», καθώς επίσης και ορισμένοι των ακολούθων της λεγομένης «Πεντηκοστής». Για το Πνεύμα το Άγιο όμως θα επανέλθουμε διεξοδικότερα παρακάτω.

 

5. Η Τριαδική ενότητα των προσώπων τη Θεότητος

Μέχρι εδώ διακρίνουμε και γιατί ο Γιαχβέ στην Παλαιά Διαθήκη στο βιβλίο του Ησαΐα περιγράφεται ως να ερωτά «τις θέλει υπάγει δι’ ημάς». «Ποιον θα στείλω και ποιος θα πάει για μας». Εννοούνται όλα τα θεία Πρόσωπα τα οποία είναι τρία. Ο Πατέρας, ο οποίος ως η Αρχή και Αιτία στη Θεότητα ονομάζεται σε ορισμένα εδάφια «ο Θεός», ο Υιός που γεννάται αιώνια από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα που εκπορεύεται αιώνια από τον Πατέρα και πέμπεται εν χρόνω από τον Υιό. Δεν πρόκειται για τρεις θεούς, αλλά για τρία Πρόσωπα, ή τρόπους ύπαρξης του Θεού. Για να το πούμε αλλιώς: επάνω στη γη έχουμε έναν άνθρωπο και μύρια πρόσωπα του αυτού ανθρώπου. Ένας ο άνθρωπος, πολλά τα πρόσωπα. Έτσι και για το Θεό, λέμε ένας ο Θεός αλλά τρία τα πρόσωπα. Αυτό όμως, δε σημαίνει ότι ο Θεός πότε μεταμορφώνεται σε Πατέρα, πότε σε Υιό και πότε σε Άγιο Πνεύμα. Όχι! Τα πρόσωπα της θεότητας, μολονότι ως εκ του γεγονότος ότι έχουν την ίδια φύση, έχουν τις ίδιες ιδιότητες, δηλαδή ένα θέλημα, μία βούληση, ωστόσο διακρίνονται το ένα από το άλλο, από τα διακεκριμένα ιδιώματα που φέρνει καθένα. Π.χ. Μόνο ο Υιός γεννάται από τον Πατέρα και μόνο το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα. Ο Πατέρας δεν γεννάται από τον Υιό, ούτε το Άγιο Πνεύμα γεννάται από τον Πατέρα. Ο Υιός κατέβηκε στη γη, όχι ο Πατέρας. Αυτό δείχνουν και οι Γραφές, μέσα στις οποίες αποκαλύπτεται, φανερώνεται και διατυπώνεται η εμπειρία της Δόξας του Θεού που είχαν όλοι οι Άγιοι ανά τους αιώνες. Πέρα από αυτά, δεν μας έχει δοθεί να εισέλθουμε στην Ουσία του απείρου Θεού, η οποία είναι απροσπέλαστη στα πεπερασμένα κτίσματα.

Με τα παραπάνω δεν πρέπει να συγχέεται το πρόσωπο με την κεφαλή. Δεν πρόκειται περί τρικεφάλου θεού που λένε μερικοί καγχάζοντας, αστειευόμενοι, ή υβρίζοντας. Ο Θεός είναι Πνεύμα. Δεν φέρει σώμα του οποίου να προσδιορίζεται σε μας η μορφή, ή το σχήμα. Ο Θεός Πατέρας, όπως και ο Υιός πριν σαρκωθεί, είναι Πρόσωπα έστω και αν δεν έχουν ανθρώπινες κεφαλές. Πρόσωπο ή προσωπικό ον στη σύγχρονη γλώσσα, ονομάζεται κάθε ον που μπορεί να χρησιμοποιεί το εγώ και το συ, που μπορεί να διαλέγεται. Διότι έτσι διακρίνεται από άλλα όμοια ή διαφορετικά όντα. Το ζώο έχει μεν κεφαλή, δεν είναι όμως πρόσωπο, προσωπικό όν, προσωπικότητα. Έτσι ο Θεός Πατέρας, μολονότι πνεύμα χωρίς κεφαλή, είναι όμως πρόσωπο. Όπως πρόσωπο είναι και ο Υιός, όπως πρόσωπο είναι και το Άγιο Πνεύμα, που είδαμε ότι λέγει ότι «θα τους γιατρέψει».

Αποδεικνύεται λοιπόν και σε συνάφεια με το Ησαΐας 6,1 ότι η Δόξα του Γιαχβέ ταυτίζεται με τη Δόξα του Πατρός, τη Δόξα του Υιού και τη Δόξα του Αγίου Πνεύματος. Είδαμε ότι υπάρχουν τρία πρόσωπα τα οποία είναι πρόσωπα του ενός Θεού. Υπάρχει δηλαδή μέσα στο Θεό πραγματική διαφοροποίηση αλλά και αληθινή ενότητα. Ο Θεός των χριστιανών δεν είναι μόνο μία μονάδα, αλλά είναι και μια ένωση. Όχι μόνο ενότητα αλλά και κοινότητα. Υπάρχει μέσα στο Θεό κάτι το ανάλογο με την κοινωνία. Δεν είναι ένα πρόσωπο μόνο του, που αγαπάει μόνο τον εαυτό Του. Δεν είναι μια μονάδα που αυτοπεριέχεται. Τρία ίσα πρόσωπα, που το καθένα κατοικεί μέσα στα άλλα δυο με τη δύναμη μιας αέναης κίνησης αμοιβαίας αγάπης. Και αν ο άνθρωπος είναι εικόνα Θεού και ο Θεός κοινωνία προσώπων τότε ο άνθρωπος καλείται να γίνει κοινωνία προσώπων. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζουμε ποιος είναι ο Θεός μας, ο Θεός στον οποίο πιστεύουμε. Γι’ αυτό έχει σημασία να γνωρίζουμε ότι ο Θεός μας είναι Τριαδικός. Ο Θεός των χριστιανών, ο Θεός της Εκκλησίας, δεν είναι κατασκεύασμα του ανθρώπου. Το ανθρώπινο μυαλό δεν θα μπορούσε να εφεύρει, να κατασκευάσει Τριαδικό Θεό. Ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του Θεού και αυτός ο Θεός, αποκαλύφθηκε εν χρόνω στο δημιούργημά του, τον άνθρωπο. Και από το Θεό που είναι πηγή και αιτία των πάντων, εμείς μαθαίνουμε τον τρόπο που πρέπει να λειτουργούμε ως όντα, κατά το πρότυπο σύμφωνα με το οποίο φτιαχτήκαμε. Αγαπώ γι’ αυτό υπάρχω. Είναι πολύ σημαντικό. Σ' αυτό ακριβώς έγκειται η ουσία της ύπαρξής μας. Ο τελικός σκοπός της πνευματικής οδού είναι εμείς οι άνθρωποι να γίνουμε μέρος αυτής της τριαδικής περιχώρησης. Δεν χάνουμε όμως την προσωπικότητά μας. Αυτό είναι που ζήτησε και ο Χριστός από τον Πατέρα Του τη νύχτα πριν τη Σταύρωσή Του κατά την αρχιερατική Του προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή: «ίνα πάντες εν ώσι», «να είναι όλοι ένα»: «καθώς συ Πάτερ εν εμοί, καγώ εν σοι». Όπως εσύ Πατέρα είσαι σε μένα και εγώ σε σένα, «ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν». Γιατί να πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι τρία πρόσωπα; Μερικοί λένε δεν είναι πιο εύκολο να πιστεύουμε απλά στη θεϊκή ενότητα όπως οι Εβραίοι και οι Μωαμεθανοί; Φαίνεται όντως ευκολότερο. Είναι αλήθεια ότι για πολλούς το τριαδικό δόγμα είναι πρόβλημα. Είναι ένας σταυρός στους τρόπους της ανθρώπινης σκέψης.

 

6. Προσωπικός Θεός και σχέση εν αγάπη

Συμπερασματικά πρέπει να τονίσουμε πως οι δύο τρόποι που μπορούν να μας βοηθήσουν πιο πολύ να μπούμε στο θείο μυστήριο, είναι να βεβαιωθούμε ότι ο Θεός είναι προσωπικός και ότι είναι αγάπη. Τώρα και οι δυο αυτές γνώσεις προϋποθέτουν συμμετοχή και αμοιβαιότητα. Πρώτα πρώτα ένα πρόσωπο δεν είναι καθόλου το ίδιο πράγμα με ένα άτομο. Άτομο είναι μια έννοια ανεξάρτητη. Κανείς από μας δεν είναι ένα αυθεντικό πρόσωπο, αλλά απλώς ένα άτομο. Είμαστε μια απλή μονάδα που καταγράφεται σε μία απογραφή. Ο εγωκεντρισμός είναι ο θάνατος της αληθινής προσωπικότητας. Ο καθένας γίνεται αληθινό πρόσωπο μόνο όταν σχετίζεται με άλλα πρόσωπα. Όταν ζει γι’ αυτά και μέσα σ’ αυτά. Αυτό μας μαθαίνει ο τριαδικός τρόπος υπάρξεως του Θεού. Ο συνδετικός μας κρίκος δεν είναι άλλος παρά η Δόξα του Θεού για την οποία μας μίλησε ο Χριστός. Η αγάπη δεν μπορεί να υπάρξει στην απομόνωση αλλά προϋποθέτει τον άλλο. Η αγάπη για τον εαυτό μας είναι άρνηση της αγάπης. Ο Θεός είναι πολύ καλύτερος από το καλύτερο που ξέρουμε για τον εαυτό μας. Αν το πιο πολύτιμο στοιχείο στη ζωή μας είναι η σχέση του «εγώ» και «εσύ» που γίνεται μετά η σχέση του «εμείς», τότε δεν μπορούμε παρά να αποδώσουμε αυτή την ίδια σχέση ως ένα σημείο, στην αιώνια ύπαρξη του ίδιου του Θεού, γιατί Εκείνος προηγείται από μας. Και αυτό ακριβώς σημαίνει το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Στο εσώτατο της θεϊκής ζωής, προαιώνια ο Θεός γνωρίζει τον εαυτό Του ως «εγώ» και «εσύ» με αποκεκρυμένο τρόπο και χαίρεται διαρκώς από αυτή τη γνώση. Όλα όσα εννοούνται από την περιορισμένη δυνατότητα κατανόησης του ανθρώπινου προσώπου και της ανθρώπινης αγάπης, αυτά τα βεβαιώνουμε επίσης και για τον Θεό Τριάδα, προσθέτοντας ότι σχετικά μ’ Αυτόν, αυτά τα πράγματα σημαίνουν άπειρα περισσότερα από όσα μπορούμε να φανταστούμε ποτέ. Επομένως, με το Τριαδικό Δόγμα η Εκκλησία μας διδάσκει ότι θα πρέπει να σκεφτόμαστε το Θεό με δυναμικό, παρά με στατικό τρόπο.

Ας κλείσουμε όμως τώρα αυτή την παρένθεση για τον Τριαδικό Θεό και ας επιστρέψουμε πάλι στο ζήτημα από το οποίο ξεκινήσαμε, δηλαδή στο ζήτημα της συμμετοχής των πιστών στην άκτιστη Δόξα του Θεού. Αυτή η εμπειρία, η οποία ονομάζεται και «θεωρία», ή «θεοπτεία», ή «δοξασμός», αναφέρεται με παρόμοια στοιχεία και χαρακτηριστικά από όλους τους αγίους της Εκκλησίας όλων των εποχών.

Κλείνοντας ας παραθέσουμε λίγα λόγια από την προσωπική εμπειρία του Αγίου του 11ου αιώνα, του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Γράφει χαρακτηριστικά για την εμπειρία της ένωσης με την άκτιστη Δόξα του Θεού, την ένωση με τον Κύριο Ιησού Χριστό και λέγει τα εξής:

«έλαμψες πάνω μου με εκτυφλωτική λαμπρότητα και έτσι φάνηκε. Μου παρουσιάστηκες μέσα στην ολότητά Σου, καθώς με όλο μου το είναι σε ατένιζα διάπλατα. Και όταν είπα: Κύριε ποιος είσαι; Τότε ευαρεστήθηκες να μιλήσεις για πρώτη φορά με εμένα τον άσωτο. Με τι απαλότητα μου μίλησες καθώς στεκόμουν έκπληκτος και γεμάτος τρόμο, καθώς στοχάστηκα για λίγο μέσα μου στον εαυτό μου και είπα: τι σημαίνει αυτή η Δόξα και αυτή η εκθαμβωτική λαμπρότητα; Πώς συμβαίνει να έχω διαλεχθεί εγώ για να δεχθώ τόσο μεγάλη ευλογία; "Είμαι ο Θεός", απάντησες, "που έγινα για χάρη σου άνθρωπος. Και επειδή με είχες αναζητήσει με όλη σου την καρδιά, από τώρα και πέρα θα είσαι ο αδελφός μου, ο συγκληρονόμος μου και ο φίλος μου"».

Απομαγνητοφώνηση: Ν. Τ.

Δημιουργία αρχείου: 12-8-2008.

Τελευταία ενημέρωση: 26-9-2016.

ΕΠΑΝΩ