Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Θρησκείες, Πεντηκοστιανοί, Ψυχοθεραπευτικά και Ασυνήθιστα

Ψήφισμα τής Ευρωπαϊκής Ένωσης // Έννοια και νόμοι περί Προσηλυτισμού // Επικίνδυνη Σέκτα η Σκοπιά κατά το Πρωτοδικείο των Παρισίων // Ο Δεκάλογος τών Απολυταρχικών αιρέσεων // Σέκτες, Παραθρησκείες και καταστροφικές λατρείες

Εμπειρίες σε αιρέσεις και σέκτες:

 ψυχολογική θεώρηση

 

Του π. Βασιλείου Θερμού

Παιδοψυχολόγου  παιδοψυχίατρου, διδάκτορα του

Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Ομιλία που δόθηκε στην 18η Συνδιάσκεψη, για τις αιρέσεις και την παραθρησκεία.

 

Σεβασμιώτατοι, σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί,

Το θέμα που είχα την τιμή να μου ανατεθεί παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες οι οποίες ενδεχομένως να μην προλάβουν να αντιμετωπισθούν στα περιορισμένα χρονικά πλαίσια. Οι δυσκολίες εντοπίζονται στην μεγάλη ποικιλομορφία των αιρέσεων και των σεκτών, γεγονός που ακολουθείται και από αντίστοιχη ποικιλία εμπειριών. Είναι τόσο «πλούσιος» ο χώρος ώστε, αν συνδυαστεί και με την απίστευτη ποικιλία των χαρακτήρων, προκύπτει μία περίπλοκη εικόνα. Πράγματι δεν είναι δυνατό να τελειώνει κάποιος με το ζήτημα της εμπειρίας μέσα από μια μονοσήμαντη απλουστευτική εξήγηση.

Από την άλλη πλευρά, έχουμε χρέος να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα το οποίο θεωρώ ιδιαίτερα κρίσιμο και σημαντικό. Όχι μόνο για την καλύτερη κατανόηση των ανθρώπων που έχουν πέσει θύματα αιρέσεων και σεκτών, αλλά και για αυτή καθ’ εαυτή την αυτοσυνειδησία ημών των χριστιανών. Με άλλα λόγια, όπως θα διαπιστώσετε στη συνέχεια, αναπόφευκτα τίθενται ερωτήματα όπως: «γιατί είναι αυτές οι εμπειρίες προβληματικές;» ή «τι κάνει αυτές τις εμπειρίες ταυτόχρονα ελκυστικές έτσι ώστε οι αιρέσεις και οι σέκτες να πολλαπλασιάζονται;» ή «γιατί καταστροφικοί χώροι όπως οι αιρέσεις και οι σέκτες μπορούν να παράγουν ευχάριστες εμπειρίες;» ή «τι είδους προσωπικότητες έλκονται από τις εμπειρίες αυτές;» και τέλος «αποτελούν οι εν λόγω εμπειρίες μονοπώλιο των αιρέσεων και των σεκτών;»

Εισαγωγικά, πάντως, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι το ζήτημα των θρησκευτικών εμπειριών είναι καίριο και μόνο από τον λόγο ότι στην εποχή μας οι άνθρωποι πρώτιστα αναζητούν την εμπειρία. Η εποχή μας θα μπορούσε άνετα να χαρακτηρισθή εποχή της ψυχοσωματικής εμπειρίας. (Ακόμη και στα λεγόμενα «ακραία αθλήματα» η απάντηση που λαμβάνουμε όταν ρωτούμε για το κίνητρο των συμμετεχόντων είναι «το έκανα για την εμπειρία»). Η εμπειρία καθ’ εαυτήν λειτουργεί ως πόλος έλξης, απογυμνωμένη από ιδεολογικά συμφραζόμενα.

Μέ απλά λόγια, ο άνθρωπος σήμερα όσο περισσότερο αποσυνδέεται από την Εκκλησία και την παράδοση (αλλά και γενικότερα από τις παραδοσιακές ιδεολογίες), τόσο περισσότερο εμφανίζεται επιρρεπής στην εμπειρία, την οποία έχει μετατρέψει σε αυτοσκοπό. Η πραγματικότητα αυτή αποτελεί παραπροϊόν της νεωτερικής έμφασης στα συναισθήματα, η οποία κατά τη γνώμη μου δεν συνιστά κακή εξέλιξη· πράγματι χρειαζόμασταν περισσότερη προσοχή στα συναισθήματα εν συγκρίσει με την παραδοσιακή κοινωνία. Όμως το νεωτερικό αυτό βήμα το παρέλαβε η μετανεωτερικότητα με τον άκρατο υποκειμενισμό της και το απολυτοποίησε. Η εμπειρία πλέον έχει γίνει η ιδεολογία του μεταμοντερνισμού. Στή συνέχεια η Νέα Εποχή μετέτρεψε την εμπειρία σε κύριο εργαλείο της. Έχει έτσι αναπτυχθή μία έμμονη επιδίωξη της εμπειρίας ως εγωκεντρικής αυτοαναφοράς, κυρίως δε της κορυφαίας (peak) εμπειρίας για την οποία θα μιλήσουμε στη συνέχεια.

Όπως επισημαίνει και ο θρησκειοψυχολόγος André Godin, «η κορυφαία θρησκευτική εμπειρία θεωρείται ως απόλυτο καθ’ εαυτήν: φέρει την δική της δικαίωση και είναι ολοκληρωτικά μη χρησιμοθηρική. Αποκαλύπτεται ως το τέρμα, έστω το προσωρινό, και όχι ως ένα μέσο προς κάποιο σκοπό».[1] Το σημείο αυτό ίσως μας βοηθά να κατανοήσουμε γιατί άνθρωποι με ικανοποιητική νοημοσύνη και κάποιοι με καλή μόρφωση καταντούν υποχείρια αιρέσεων και σεκτών, φθάνοντας στο σημείο να πιστεύουν και να αποδέχονται παιδαριώδεις ή αλλόκοτες αντιλήψεις και να υφίστανται απίστευτους εξευτελισμούς.

Τούτο συμβαίνει κατά τη γνώμη μου διότι ελάχιστοι άνθρωποι εισέρχονται σε αιρέσεις ή σέκτες επειδή θαύμασαν το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο. Γενικώς ο άνθρωπος δεν παραδίδει τη ζωή του σε κάποιον απλώς και μόνο επειδή τον έπεισε διανοητικά, παρ’ όλο που η διανοητική περιέργεια μπορεί για αρκετούς στην αρχή μόνο να αποτελέση κάποιο κίνητρο. Ο άνθρωπος όμως παραδίδεται σε οποιονδήποτε θα τον λυτρώση από τα δυσάρεστα συναισθήματά του εφοδιάζοντάς τον με άλλα ευπρόσδεκτα. Αυτό θεωρώ σκόπιμο να το κρατήσουμε κατά νουν διότι κάποιες φορές εμφανιζόμαστε μη συντονισμένοι με την πραγματική κατάσταση των ανθρώπων: αυτοί ζητούν συναισθηματικές αλλαγές και εμείς τους προσφέρουμε απολογητική πληροφόρηση για τη διάνοια.

Μια παλιά ταξινόμηση της θρησκευτικής εμπειρίας από τον Rodney Stark παραμένει κλασική και γι’ αυτό θα αρχίσω με αυτήν.[2] Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το κριτήριο της σχέσης με το θείο για να διαμορφώση μια κλιμάκωση των εμπειριών που ισχύει και για τις γνωστές θρησκείες. Έτσι λοιπόν αρχίζει με την επιβεβαιωτική εμπειρία, κατά την οποία το άτομο ξαφνικά αισθάνεται ή διαισθάνεται ότι «κάτι υπάρχει», ο Θεός ή μια ανώτερη δύναμη. Σε αμερικανική έρευνα το ποσοστό αυτών έφθανε το 50% των ερωτηθέντων προτεσταντών και ρωμαιοκαθολικών.

Στη συνέχεια η εμπειρία κλιμακώνεται ως αίσθηση ανταπόκρισης από τον Θεό. Το άτομο εδώ αισθάνεται Πως η επίγνωση είναι αμοιβαία, Πως το θείο λαμβάνει ειδική μέριμνα για την ύπαρξή του. Αυτό τα στάδιο διακρίνεται σε σωτηριολογικού χαρακτήρα (το άτομο αισθάνεται εκλεγμένο από τον Θεό και προορισμένο για τη σωτηρία· είναι η περίπτωση αρκετών αιφνιδίων μεταστροφών) και σε θαυματουργικού χαρακτήρα (το θείο έχει παρέμβει ενεργά στη ζωή του με κάποιου είδους θαυματουργική φροντίδα).

Περισσότερο έντονη από τις προηγούμενες είναι η εκστατική εμπειρία. Εδώ η εμπειρία λαμβάνει σχεδόν ερωτικό χαρακτήρα, ενώ γίνεται λόγος ακόμη και για το θεϊκό «άγγιγμα» το οποίο μπορεί να εκλύση ψυχοσωματικά ξεσπάσματα όπως στους πεντηκοστιανούς.

Τέλος στην κορυφή των εμπειριών βρίσκεται η αποκαλυπτική εμπειρία. Το άτομο όχι μόνο αισθάνεται αμοιβαία δεμένο με τον «Θεό» αλλά και έμπιστό του. Ο «Θεός» του αποκαλύπτει αλήθειες και σημάδια που κανένας άλλος δεν μπορεί να δει. Το άτομο στην περίπτωση αυτή, αν δεν παραφρονήση και αν διαθέτη κάποια χαρισματικότητα γίνεται αρχηγός σέκτας. Άλλοτε του συμβαίνουν και τα δύο.

Θα επιχειρήσω τώρα μία άλλη ταξινόμηση των εμπειριών, ανάλογα με την ψυχική κατάσταση που τις χαρακτηρίζει, με τη μορφή μιας κλιμάκωσης αρχίζοντας πάλι από τις πιο ήπιες και προχωρώντας στις πιο σύνθετες.

1) Ηρεμία και ασφάλεια. Σε μια εποχή άγχους και έντασης οι άνθρωποι αναζητούν ηρεμία και ασφάλεια. Σύμφωνα με αφηγήσεις πολλών που πέρασαν από αιρέσεις και σέκτες, ή που είναι ακόμη μέσα, υπήρχαν στιγμές που ο συγχρωτισμός τους με την ηγέτη της ομάδας τους ενέπνεε πλήρη εμπιστοσύνη και τους γέμιζε με βαθειά ηρεμία, κάνοντάς τους να ξεχνούν τα προβλήματα της ζωής. Αυτό συμβαίνει συχνότερα κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων κατά τις οποίες τον ακούν να τους μιλά με αυτοπεποίθηση ή εγγίζονται μεταξύ τους ή εφαρμόζουν τεχνικές χαλάρωσης. Για πολλούς ανθρώπους τα εν λόγω συναισθήματα αποτελούν και την παγίδα η οποία τους δεσμεύει και τους κρατά στον χώρο αυτό για πολλά χρόνια.

Βασικός ψυχολογικός μηχανισμός της εμπειρίας αυτής είναι η εξιδανίκευση του ηγέτη και η αυτοπαράδοση της ζωής σε αυτόν. Με ψυχολογικούς όρους θα λέγαμε ότι το εγώ, δηλαδή το ψυχικό όργανο,[3] παλινδρομεί σε προγενέστερα στάδια ανάπτυξης στα οποία η ευτυχία βρισκόταν στην απόλυτη εμπιστοσύνη προς τους γονείς. Σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται χαλάρωση των ορίων του εγώ υπό την έννοια μιας φαντασιακής σύντηξης με το εγώ του ηγέτη ή της ομάδας. Δηλαδή τότε το ψυχικό όργανο ζει παρασιτικά, στη σκιά του ψυχικού οργάνου κάποιου άλλου. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί προσχωρούν στη σέκτα επειδή ελπίζουν να βρούν τη μαγική λύση σε όλα τα προβλήματά τους. Σύμφωνα με τον Diet, η σέκτα υπόσχεται μαγική λύση στα άγχη και στα διλήμματα των ανθρώπων, τους οποίους γοητεύει με αυτή την αυταπάτη και τους παρασύρει στη παρανοϊκή λογική της και τις διεστραμμένες πρακτικές της, όπου ενυπάρχει η άρνηση κάθε νόμου και κάθε ορίου. [4]

2) Ένταση. Δεν πρόκειται για την δυσάρεστη ένταση της καθημερινότητας εδώ αλλά για ένα ευχάριστο αίσθημα αύξησης της αδρεναλίνης. Παρατηρείται σε αιρέσεις και σέκτες οι οποίες περιλαμβάνουν στιγμές έντονης δράσης, π.χ. χορό και μουσική, μέσα από την οποία το εγώ γεύεται το συναρπαστικό αίσθημα μιας ιδιότυπης ευχάριστης έντασης.

3) Χαρά και ευφορία. Τυπική περίπτωση οι πεντηκοστιανοί, οι οποίοι πανηγυρίζουν για τη σωτηρία και αναγέννηση τους που φανερώνεται με την δήθεν έλευση του Αγίου Πνεύματος. Βασικός μηχανισμός είναι η υποβολή, γι’ αυτό και συχνά συναντά κανείς σε αυτούς υστερικές προσωπικότητες οι οποίες έχουν το ιδίωμα να υποβάλλονται εύκολα. Ως υποβολή εννοούμε την ετοιμότητα κάποιων ανθρώπων να αισθανθούν ένα συγκεκριμένο συναίσθημα, αν αυτό το συναίσθημα αναμένει ή ζητά από αυτούς να το αισθανθούν ο ηγέτης ή η ομάδα. Η μετάδοση του συναισθήματος ή ακόμη και έξαλλων κινήσεων που συνδέονται με αυτό δεν ακολουθεί συνειδητή διαδικασία.[5]

Στούς κύκλους αυτούς ενυπάρχει μία αντίφαση. Ενώ το αίτημά τους είναι η ελεύθερη και αδιαμεσολάβητη από άλλους ανθρώπους έντονη εμπειρία του Θεού, στην πραγματικότητα πρόκειται «για προγραμματισμένο αυθορμητισμό που φανερά οφείλεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο ηγεσίας που ασκείται».[6] Ο Godin συνεχίζει παρατηρώντας Πως η φαινομενική ενότητά τους διατηρείται με το να κρατούνται απ’ έξω από τη συζήτηση θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους στην πραγματικότητα της ζωής τους. «Η τυποποιημένη ορολογία υπερίπταται των προβλημάτων αλλά δεν διεισδύει σε αυτά». Μερικοί δυσφορούν με αυτή την ανιστορική υπεραπλούστευση αλλά παραμένουν διότι η ενωτική ατμόσφαιρα είναι γι’ αυτούς ανεκτίμητο αγαθό.[7] Τέλος ο Godin, επικαλούμενος και σχετική παρατήρηση του Yves Congar, καταλήγει ότι «επικρατεί μια λανθάνουσα θεολογία ότι το Άγιο Πνεύμα είναι παρόν μόνο στην άμεση πρωτογενή απλότητα που ανακαλύπτεται ξανά μέσα στην αθωότητα προστατευμένη από τις περιπλοκές ή τις ασυνέπειες της σκέψης και δράσης των ενηλίκων».[8] Νομίζω ότι το ενδεχόμενο μιας τέτοιας νοοτροπίας μεταξύ των χριστιανών οφείλει να μας απασχολήση.

4)  Ενότητα. Παρ’ όλο που αυτό το συναίσθημα κατ’ εξοχήν διαθέτει θεολογική αναφορά και συναντάται ως συχνή εμπειρία των αγίων, όμως εδώ έχουμε ένα αμιγώς ψυχολογικό φαινόμενο το οποίο περιγράφεται ως μια αίσθηση βαθειάς ενότητας με τους ανθρώπους και με το σύμπαν ολόκληρο. Πρόκειται για μία συχνή ψυχολογική εμπειρία, χωρίς κατ’ ανάγκην θρησκευτική σημασία όπως μας δείχνει το περιστατικό κατά το οποίο ο Φρόϋντ αισθάνθηκε πάνω στην Ακρόπολη ένα «ωκεάνειο αίσθημα» που τον έβγαζε από τον εαυτό του. Λαμβάνει όμως θρησκευτική νοηματοδότηση όταν εμφανίζεται σε πιστό οποιασδήποτε θρησκείας, έγινε δε τυπικά χαρακτηριστική του ρεύματος της Νέας Εποχής. Μέ τα λόγια του Enriquez, στις σέκτες δημιουργείται «ένα συμπαγές «εμείς», ζεστό και προστατευτικό, που ξορκίζει τον φόβο της ελευθερίας».[9]

Θα ήθελα εδώ να επισημάνω ότι στον δυτικό κόσμο έχει φθάσει το βίωμα αυτό να θεωρήται το κατ’ εξοχήν θρησκευτικό βίωμα. Η νοοτροπία αυτή είναι υπεύθυνη και για τον διαχωρισμό που έχει εγκατασταθεί σήμερα στη Δύση μεταξύ θρησκευτικότητας και «πνευματικότητας». Πράγματι, η δεύτερη περιλαμβάνει κατ’ ουσίαν τις εμπειρίες οι οποίες δεν μπορούν να αποδοθούν στην κλασική θρησκευτικότητα του χριστιανισμού, γι’ αυτό και θεωρείται ανώτερης τάξης από τη θρησκευτικότητα και ότι ούτως ή άλλως δεν έχει ανάγκη τη θρησκευτικότητα. Η σημερινή βιβλιογραφία διεθνώς μιλά για αποθρησκειοποιημένη πνευματικότητα, ως αμιγώς ψυχολογική διαδικασία, ως έκπτυξη των δυνατοτήτων του ανθρωπίνου πνεύματος.

Στην κατάσταση αυτή της κορυφαίας εμπειρίας ενότητας «οι φόβοι καταπραύνονται, οι άμυνες και οι αναστολές ελαττώνονται, και εμφανίζεται μία διάθεση ανοχής και συγχώρησης».[10] Οι κορυφαίες εμπειρίες φέρνουν μαζί τους την λύση των ψυχικών εντάσεων τις οποίες προκάλεσαν το υπαρξιακό κενό, τα οικογενειακά προβλήματα, η ενοχή, η κρίση ταυτότητας κτλ. Έρχονται συνήθως απροσδόκητα, ως εργασία του ασυνειδήτου το οποίο όμως έχει συνεργαστεί με εξωτερικές πρακτικές που λαμβάνουν χώρα στη σέκτα. Συχνά δε συνοδεύονται από μόνιμη μεταστροφή και αλλαγή του τρόπου ζωής. Τα άτομα δεν μιλούν γι’ αυτές, όχι μόνο επειδή δεν βρίσκουν τα κατάλληλα λόγια ώστε να τις περιγράψουν, αλλά και επειδή ανησυχούν μήπως οι άλλοι τους εκλάβουν ως ψυχικά διαταραγμένους. Ίσως αυτός είναι και ένας λόγος που τους δένει ακόμη περισσότερο με τον χώρο στον οποίο βρίσκονται, δηλαδή το γεγονός ότι εκεί μπορούν να εκφρασθούν άνετα και να κατανοήσουν και οι άλλοι την εμπειρία τους.[11]

5) Διεύρυνση της συνειδητότητος.[12] Όπως ανέφερα προηγουμένως, η παράθεση των μορφών εμπειρίας βαίνει κλιμακωτά, από τα ηπιότερα στα σοβαρότερα στάδια διαταραχών του εγώ. Η διεύρυνση της συνειδητότητος περιλαμβάνει κάποιες ή και όλες τις προηγούμενες μορφές, με πρόσθετο στοιχείο τη γνώση. Το άτομο αισθάνεται ότι μαζί με την ειρήνη, τη χαρά, την ενότητα, του έχει δοθεί και μια γνώση ασυγκρίτως μεγαλύτερη από όση είχε αποκτήσει μέχρι τώρα, μία γνώση των ανθρώπων, της φύσης, του σύμπαντος, του «Θεού». Αυτό το χαρακτηριστικό καθιστά ιδιαίτερα δημοφιλή τη διεύρυνση της συνειδητότητος, αφού γνωρίζουμε Πως η γνώση των μυστικών του κόσμου ανέκαθεν μαγνήτιζε τον άνθρωπο.

Εντύπωση προκαλούν εδώ οι αριθμοί: το 43% των Αμερικανών και το 45% των Βρεττανών αναφέρουν μία ή περισσότερες «μυστικές» εμπειρίες.[13] Σε άλλη αμερικανική έρευνα, στην ερώτηση «Αισθανθήκατε ποτέ ότι βρισκόσασταν πολύ κοντά σε μια ισχυρή πνευματική δύναμη που φαινόταν ότι θα σάς έβγαζε έξω από τον εαυτό σας;» το 35% απάντησαν καταφατικά. [14] Σε άλλη βρεττανική έρευνα το 18% είχαν την εμπειρία της παρουσίας κάποιου που έχει πεθάνει, το 16% είχαν την αίσθηση μιας ιερής παρουσίας στη φύση, το 12% μιας παρουσίας του κακού, το 5% της ενότητας των πάντων.[15]

Τη διεύρυνση της συνειδητότητος θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και διεύρυνση του εγώ· έχει επικρατήσει ο πρώτος όρος επειδή αποδίδει την αυξημένη συνειδητοποίηση που αισθάνεται το άτομο, την αίσθηση ότι πολύ περισσότερα πράγματα εμπίπτουν τώρα στην εμβέλεια της αντιλήψεώς του.[16] Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη διεύρυνση της συνειδητότητος ως ένα από τα κύρια κίνητρα προσέλευσης των ανθρώπων σε αιρέσεις και σέκτες, καθώς και ως τον κύριο μηχανισμό άσκησης επιρροής από αυτές.

Η διεύρυνση της συνειδητότητος είναι και ο λόγος εκείνος που καθιστά τις αιρέσεις και τις σέκτες επικίνδυνες για την ψυχική υγεία. Διότι μέχρι ποιό σημείο το εγώ έχει τη δυνατότητα να εκτείνεται χωρίς να διαρραγή; Όταν το εγώ εμφανίσει ρήξη των ορίων του τότε ενδέχεται να ξεσπάσει η ψύχωση, με το παραλήρημα και τις ψευδαισθήσεις που τη συνοδεύουν, καθώς και η αυτοκτονία.

*

Σύμφωνα με έρευνες σε ασκούντες υπερβατικό διαλογισμό κατά το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα διαπιστώθηκαν ευρήματα χαλάρωσης των γνωστικών λειτουργιών του αριστερού ημισφαιρίου.[17] Άλλωστε άτομα που αναφέρουν εμπειρία που ονομάζουν «μυστική», παραθέτουν ταυτόχρονα και γνωρίσματά της που δείχνουν μια προς στιγμήν υπολειτουργία του αριστερού ημισφαιρίου (δεν βρίσκουν λόγια να την περιγράψουν, χάνουν τα όρια του εαυτού και του χώρου, ο χρόνος επιμηκύνεται κ.α.).[18]

Εκείνο που ακούγεται ενδιαφέρον στο σημείο αυτό είναι ότι παρόμοιες έντονες, σχεδόν «μυστικές» εμπειρίες, αναφέρουν ασθενείς με επιληψία του δεξιού κροταφικού λοβού όταν συνοδεύεται από ψυχική προειδοποιητική αύρα. Μια τέτοια ζωντανή περιγραφή μας έχει παραδώσει ο Ντοστογιέφσκυ προφανώς περιγράφοντας τη δική του πείρα. Μιλά για «ξαφνική φλόγα μέσα στο μυαλό, για πολλαπλασιασμό και ταχύτητα της αυτοσυνείδησης, για ένα ασυνήθιστο φως που καταπραύνει όλες τις ανησυχίες, για ειρήνη, διαφάνεια, αρμονική χαρά, ελπίδα, πληρότητα, παλλόμενη θρησκευτική ταύτιση με την πεμπτουσία της ζωής». Και καταλήγει ο ήρωάς του: «Τις τέτοιες στιγμές, δεν ξέρω πως, μα καταλαβαίνω κείνο τον παράξενο λόγο ότι χρόνος ουκέτι έσται». [19]

Επίσης διεύρυνση της συνειδητότητος παρατηρείται και με τη χρήση ορισμένων ουσιών, {όπως τα ψυχεδελικά  (LSD), για τα οποία αναφέρεται το βίωμα ότι ο χρήστης βρίσκεται «στον πυρήνα της ύπαρξής του», «ότι ποτέ πριν δεν ήταν με τόση πληρότητα ο εαυτός του».[20] Ήδη από το 1902 ο ψυχολόγος William James αναφέρει ότι το οξείδιο του αζώτου που εισέπνευσε του προκάλεσε «ένα ζωντανό αίσθημα συμφιλίωσης... ως εάν όλα τα αντίθετα του κόσμου που φέρνουν τις συγκρούσεις μας να έλυωσαν μέσα σε μια ενότητα».[21]} Συμπερασματικά, άτομα στα οποία για οποιονδήποτε λόγο υπερλειτουργούν οι δεξιές κροταφικές περιοχές και το μεταιχμιακό σύστημα, ενώ έχουν κάπως ανασταλεί οι αριστερές, εμφανίζουν μια ετοιμότητα για εντονότερες ψυχικές εμπειρίες.

Γιατί έκαμα αυτή τη μικρή βιολογική αναφορά; Γιά να δείξω ότι κάθε θρησκευτική εμπειρία διαμεσολαβείται από τον εγκέφαλο, γεγονός που καθιστά ορισμένους ανθρώπους περισσότερο επιρρεπείς στη διεύρυνση της συνειδητότητος.[22] Ταυτόχρονα όμως, και επειδή κάθε άνθρωπος αποτελεί μια μοναδική ψυχοσωματική ενότητα, η επιρρέπεια προς την έντονη εμπειρία και η αναζήτησή της καθορίζεται και από ψυχολογικούς παράγοντες όπως η προσωπικότητα, το ασυνείδητο, οι ενδοψυχικές συγκρούσεις, οι πρώιμες εμπειρίες. Έχουμε ποιμαντικούς λόγους να ενδιαφερόμαστε για τον ψυχισμό των ανθρώπων που διψούν και εμφανίζουν ετοιμότητα για έντονη εμπειρία.

Η ψυχιατρική διερεύνηση, λοιπόν, θα μας οδηγήσει στην σχιζότυπη προσωπικότητα, αλλά κυρίως στην μεθοριακή.[23] Η πρώτη χαρακτηρίζεται «από παράξενες και μαγικές αντιλήψεις σε δεισιδαιμονίες, τηλεπάθεια, διορατικότητα, από ασυνήθιστες αισθητηριακές εμπειρίες και σωματικές ψευδαισθήσεις, από ιδιόμορφες συμπεριφορές και λόγο, από τάση για απομόνωση».

Η μεθοριακή προσωπικότητα, για την οποία οφείλει να γνωρίζει κάποια πράγματα κάθε πνευματικός σήμερα, χαρακτηρίζεται από «έντονες αλλαγές στη διάθεση, αγωνιώδη προσπάθεια να αποφύγει πραγματική ή φανταστική εγκατάλειψη, έντονες και ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις κυμαινόμενες μεταξύ εξιδανικεύσεως και απορρίψεως, διαταραχή του αισθήματος ταυτότητος, παρορμητικότητα και αυτοκαταστροφικότητα, χρόνιο αίσθημα ψυχικού κενού».[24]

Οι μεθοριακοί χαρακτήρες πλήττουν πολύ εύκολα, αναζητούν διαρκώς το καινούργιο, γι’ αυτό και είναι επιρρεπείς σε μεταστροφή. Διψούν απεγνωσμένα για εμπειρίες διότι χωρίς αυτές αισθάνονται άδειοι, ακόμη και ψυχικά νεκροί. Μερικοί φθάνουν να αυτοτραυματίζωνται για να νοιώσουν ζωντανοί. Έτσι κατανοούμε γιατί και Πως φθάνουν να υφίστανται απίστευτες ταλαιπωρίες στα πλαίσια μιας σέκτας προκειμένου να λάβουν κάποια αυτοεκτίμηση και αγάπη.

Ο ψυχικός κόσμος του μεθοριακού χαρακτηρίζεται από αστάθεια του εσωτερικού αντικειμένου αγάπης. Η συμπεριφορά του ακολουθεί αυτή την αστάθεια εκτός εάν επιτύχει να οργανώσει τη ζωή του γύρω από κάποιο κέντρο, το οποίο πολύ συχνά είναι η θρησκευτικότητα, έστω μέσα σε αίρεση ή σέκτα. Επειδή η θρησκεία συνοδεύεται από αιώνια ισχύ και θεία αξιοπιστία, γίνεται το ασφαλέστερο καταφύγιο για να αγκυροβολήσει και επιτέλους να ησυχάσει, ειδικότερα δε οι αιρέσεις και οι σέκτες όπου αποτελούν χώρους με μεγάλη αυτοπεποίθηση. Επί πλέον, οι ηθικές απαιτήσεις που συναντούν εκεί μπορούν να «καναλιζάρουν» την διάχυτη ζωή του και να περιορίσουν τις οδυνηρές της περιπέτειες.

Ο μεθοριακός παρουσιάζει το φαινόμενο της κρίσης ταυτότητας (που συχνά μετατρέπεται σε υπαρξιακή κρίση) συχνότερα και εντονότερα από κάθε άλλο τύπο προσωπικότητας. Έρευνα στη Βρεττανία έδειξε ότι σε ποσοστό 25% την έντονη θρησκευτική εμπειρία την πυροδότησαν κατάθλιψη και απόγνωση.[25] Σε μεγάλη έρευνα μεταξύ αμερικανών ρωμαιοκαθολικών της «χαρισματικής αναγέννησης» το 1974, το 31% δήλωσε Πως πριν εισέλθουν στην κίνηση η ζωή τους δεν είχε νόημα και σκοπό, το 45% Πως ήταν αβέβαιοι ποιές αξίες να ακολουθήσουν, το 47% Πως είχαν περάσει μια προσωπική κρίση λίγο καιρό πριν. Μεταξύ εκείνων που εμφάνιζαν γλωσσολαλία το τελευταίο ποσοστό ανέβαινε στο 85%! Επίσης, ενώ το 96% δήλωναν προηγουμένως πίστη στις διδασκαλίες της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, το 1/3 πίστευε χωρίς να έχει πεισθεί και τα 2/3 χωρίς κάποια προσωπική εμπειρία.[26] Είναι φανερό το κίνητρο της αναζήτησης έντονων εμπειριών στην «χαρισματικότητα»: το να αποκτήσει η πίστη τους ζωντάνια και η ζωή τους χρώμα...

Συνεπώς καταλήγουμε σε κάποια διαβάθμιση των παραγόντων που προδιαθέτουν προς εμπειρίες στο πλαίσιο αιρέσεων και σεκτών. Αρχικά απαιτείται ένας ψυχοσωματικός οργανισμός επιρρεπής στην ψυχική εμπειρία περισσότερο από το συνηθισμένο. Στη συνέχεια χρειάζεται και μια προσωπικότητα (χαρακτήρας) που να αναζητά την εμπειρία και να την ερμηνεύει με τρόπο συμβατό με αιρέσεις και σέκτες. Τέλος, αν προκύψη και δυνατότητα προσβάσεως στους χώρους αυτούς ολοκληρώνεται η διαδικασία της παγιδεύσεως.

Συγχωρήστε με που εμάκρυνα το λόγο αλλά θεωρώ ότι το απαιτούσε το θέμα. Θα κλείσω με δύο ερωτήματα προς εαυτούς και αλλήλους:

1) Διαπιστώσαμε την αναξιοπιστία της θρησκευτικής εμπειρίας εφ’ όσον μπορεί να παραχθή και τεχνητά. Η θρησκευτική εμπειρία δεν σημαίνει πάντοτε αυτό το οποίο φαινομενικά κομίζει. Να γιατί δεν νοιαζόμαστε στην Εκκλησία για έκτακτες και έντονες εμπειρίες. Να γιατί οι Πατέρες συνιστούν να δυσπιστούμε προς οποιαδήποτε εμπειρία κατά την προσευχή. Προτιμούμε την σταθερή και αθόρυβη πνευματική εργασία βάθους η οποία είναι περισσότερο αξιόπιστη, έστω και αν δεν συνοδεύεται ποτέ από εμπειρίες. Προτιμούμε να έχουμε τις εμπειρίες στα έσχατα.

Όμως, έχουμε το δικαίωμα να αγνοήσουμε το εσωτερικό δράμα πολλών ανθρώπων των οποίων ο ψυχικός κόσμος δοκιμάζεται από πόνο, αναταραχή, ανία, νέκρωση, και οι οποίοι αναζητούν απεγνωσμένα εμπειρίες που θα τους χαροποιήσουν και θα τους δώσουν ελπίδα; Πως θα δραστηριοποιηθούμε ως Εκκλησία προκειμένου οι άνθρωποι να συναντούν σε αυτήν εφαρμοσμένη την Αλήθειά της, έτσι ώστε να μπορούν να μεταβάλουν την εσωτερική τους πραγματικότητα και να μην αναζητούν χαρά και αγάπη στα θολά νερά; Πως θα λειτουργήσει η ενορία και Πως θα οργανωθει μια τέτοια εκκλησιαστική ζωή που θα εμπνέει και θα κινητοποιήσει με κατάλληλες εμπειρίες τις ψυχές αυτών των πιστών αφού μόνο έτσι κάποιοι μπορούν να ξεκινήσουν την εκκλησιαστική τους πορεία; Μήπως, όπως γράφει και ο Godin, «ένας χριστιανισμός που κατά τα λόγια του Abraham Maslow θα είναι «όχι μόνο πιστευτός αλλά και συναισθηματικά ικανοποιητικός» τελικά συναντάται σήμερα στην χαρισματική κίνηση» μόνο;[27]

2) Πολλοί χριστιανοί, και μάλιστα αγωνιζόμενοι πιστοί, έχουν παρεξηγήσει το νόημα της πνευματικής ζωής και τη συνδέουν με συλλογή δήθεν πνευματικών και κατανυκτικών εμπειριών. Μέσα από την νοοτροπία αυτή έχουν δημιουργηθεί ακόμη και μοναχικές κλίσεις, οι οποίες φυσικά θα δοκιμαστούν σκληρά στο μέλλον. Η στάση αυτή προφανώς είναι εγωκεντρική και ευδαιμονιστική, έστω και με εξευγενισμένο περιεχόμενο. Πως θα πείσουμε ως Εκκλησία τα ίδια τα μέλη μας Πως η κοινωνία αγάπης είναι ανώτερη από κάθε είδους εμπειρία, Πως είναι η θεία πρόσκληση μας, αυτός καθ’ εαυτόν ο ορισμός της Εκκλησίας;

Σας ευχαριστώ.

 

Σημειώσεις:


[1] André Godin The psychological dynamics of religious experience. Religious Education Press, 1985, σ. 87.

[2]   Rodney Stark A taxonomy of religious experience. “The psychology of religion: theoretical approaches”, Bernard Spilka, Daniel McIntosh (eds.), Westview Press, 1997, σ. 209-221.

[3] Χρησιμοποιούμε τον όρο εγώ με την επιστημονική ψυχοδυναμική έννοια του συντονιστικού κέντρου του ψυχισμού, και όχι με την κοινόχρηστη ηθική έννοια του εγωισμού.

[4] Emmanuel Diet Pratiques sectaires et processus d’ alienation: emprise et manipulation. Debats de psychanalyse: “Sectes”, Presses Universitaires de France, 1999, σ. 51-62.

[5] Αρκετά περί των ψυχοσωματικών εκδηλώσεων των «χαρισματικών» έχει γράψει ο π. Σεραφείμ Ρόουζ στο βιβλίο του «Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος», εκδ. Εγρήγορση.

[6] Ό.π., σ. 101.

[7] Ό.π., σ. 106-108, 119.

[8] Ό.π., σ. 110.

[9] Eugène Enriquez Le refus du trouble ou vivre entre soi jusqu’à en mourir. Debats de psychanalyse: “Sectes”, Presses Universitaires de France, 1999, σ. 11- 33.

[10] André Godin ό.π., σ. 88.

[11] Peter Sanders Peak religious experiences and mystical experiences. “Pastoral Sciences”, v. 13, 1994, σ. 105-115. Ο συγγραφέας προβαίνει σε διάκριση μεταξύ των κορυφαίων εμπειριών και των μυστικών εμπειριών. Αποδίδει στις πρώτες το απροσδόκητο στοιχείο, θυμίζει ότι συνοδεύονται από ευφορία, και γράφει ότι το εγώ κατά τις εμπειρίες αυτές διατηρεί τη δράση του· αντίθετα θεωρεί τις δεύτερες ως καρπό ενός συστηματικού τρόπου ζωής, πιστεύει ότι συνοδεύονται από κάποιου βαθμού απώλεια του εγώ, ενώ συχνά έχουν αντιφατικό περιεχόμενο, π.χ. «φωτεινό σκοτάδι». Ο Richard Jones διακρίνει δύο είδη της «μυστικής» κατάστασης γνώσης, την φυσική κατά την οποία διατηρείται η λειτουργία των αισθήσεων και της διάνοιας και η γνώση αποκτάται κατά τη διάρκεια της εμπειρίας, και την του βάθους κατά την οποία η διάνοια παραμένει εντελώς άδεια ή ακίνητη και η γνώση έρχεται αφού τελειώσει η εμπειρία (Richard Jones Mysticism examined: philosophical inquiries into mysticism. State University of New York Press, 1993).

[12] Εσφαλμένα ονομάζεται και διεύρυνση της συνείδησης.

[13] R.K.C.Forman The innate capacity: mysticism, psychology, and philosophy. Oxford University Press, 1998, σ. 3.

[14] André Godin ό.π., σ. 99.

[15] David Fontana Ψυχολογία, θρησκεία, πνευματικότητα, εκδ. Σαββάλας, 2005, σ. 162. Βλ. και σ. 178-182.

[16] Στη διεύρυνση της συνειδητότητος θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις καταστάσεις τρανς-, την ύπνωση, τα διάμεσα (μέντιουμ), και τον σαμανισμό.

[17] C. Daniel Batson, Patricia Schoenrade, W. Larry Ventis Religion and the individual. Oxford University Press, 1993, σ. 133-141.

[18] Peter Fenwick The neurophysiology of religious experience. “Psychosis and spirituality: exploring the new frontier”, Isabel Clarke (ed.), Whurr publ., 2001, σ. 15-26.

[19] Ο ηλίθιος, τόμος α΄, εκδ. Γκοβόστη, σ. 339-341.

[20] André Godin ό.π., σ. 91.

[21] αυτόθι.

[22] Για μια διεξοδική συζήτηση των βιολογικών παραγόντων που χρωματίζουν την θρησκευτική εμπειρία βλ. David Fontana Ψυχολογία, θρησκεία, πνευματικότητα, εκδ. Σαββάλας, 2005, σ. 216-223.

[23] Quick Reference to the Diagnostic Criteria from DSM-IV. American Psychiatric Association, 1994, σ. 278.

[24] ό.π., σ. 280-281.

[25] David Fontana Ψυχολογία, θρησκεία, πνευματικότητα, εκδ. Σαββάλας, 2005, σ. 178.

[26] André Godin ό.π., σ. 102-104. Πρόκειται για την έρευνα του Mawn που δημοσιεύθηκε στο Pro Mundi Vita, τόμος 60, 1976, υπό τον τίτλο The Catholic Pentecostal Movement.

[27] André Godin ό.π., σ. 100.

Δημιουργία αρχείου: 2-11-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 11-11-2010.