Νεοπαγανιστικές απάτες

Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού

Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Ελληνικότητα, Ιστορικά θέματα και Ρωμανία

Λόγοι άρνησης Ελληνικότητας Ρωμαίων και Χριστιανών * Το όνομα Ρωμηός και η ιστορική του σημασία * Η Ελληνική καταγωγή τής Ρώμης * Η "Βυζαντινή" συνείδηση τών απελευθερωμένων Ελλήνων Η έννοια τής λέξης: "Έλληνας" στους αιώνες * Ρήγας, Φιλικοί, 1821 και εθνική ταυτότητα ή… ‘φούνταις σμερδαλέαις’. Μέρος 3o: οι Απάτες (β) * Η καταγωγή του Ευγένιου Βούλγαρη, η δήθεν «εφεύρεση» της Εικονομαχίας και άλλες … ‘φούνταις σμερδαλέαις’ * Δέκα μικροί μύθοι για το 1821: μια απάντηση σε όσους ταλαιπωρούν την ελληνική ιστορία * Η συμφωνία ‘ητικής’ και ‘ημικής’ αντίληψης ότι τα ‘ρωμαϊκά’ στοιχεία του Βυζαντίου έχουν γραικικά/ελληνικά χαρακτηριστικά

Ελληνική παιδεία και ελληνική ταυτότητα στο Βυζάντιο και οι ακροβασίες του Καλδέλλη και του Στουραΐτη

όχι άλλες… ‘φούνταις σμερδαλέαις

Μέρος 5o: οι Απάτες (δ)

Papyrus 52

 

Κείμενα για την ελληνικότητα τής Βυζαντινής εκπαίδευσης

 

 

1. Προλεγόμενα

Στο σημερινό άρθρο θα ασχοληθούμε με τρία κείμενα που έχει αναρτήσει ο διαδικτυακός χρήστης σμερδιάκωφ[1] με τίτλο «Ο μύθος του Ελληνικού Πολιτισμού στο Βυζάντιο». Σε αυτά τα κείμενα έχει ενσωματώσει όχι μόνο δικά του φανταστικά σενάρια, αλλά και κάποιες αβάσιμες απόψεις των Καλδέλλη και Στουραΐτη που και αυτοί λίγο-πολύ παρουσιάζουν μια δυσανεξία με την παρουσία του ελληνισμού στο Βυζάντιο.

Πριν προχωρήσουμε, κι επειδή το χρησιμοποιούν σαν επιχείρημα, θα πρέπει να πούμε ότι οι όροι «θύραθεν» ή «έξωθεν» που χρησιμοποιεί η εκκλησιαστική γραμματεία έχουν απλώς τη σημασία του «κοσμικός» / «μή εκκλησιαστικός» και έχουν χρησιμοποιηθεί όχι μόνο για την ελληνική παιδεία αλλά για όλους τους εξωεκκλησιαστικούς θεσμούς:

 

Πρόκειται λοιπόν για ένα εκκλησιαστικό λεξιλόγιο και παρόλο που οι Πατέρες της Εκκλησίας σέβονται την πολιτεία, τους άρχοντες και τους νόμους της, εντούτοις συχνά τα χαρακτηρίζουν όλα ως «έξωθεν».

 

Και προχωρούμε στις μηχανορραφίες που στήθηκαν, προκειμένου στη θέση του ελληνισμού στο Βυζάντιο να εφευρεθεί μια ανύπαρκτη «ρωμαϊκή εθνότητα άνευ ελληνισμού»…

 

2. Υπήρξε ποτέ… «λήθη» της ελληνικής παιδείας στο Βυζάντιο;!

Ξεκινάμε με το κωμικό σενάριο του σμερδιάκωφ, ότι δήθεν, υπήρξε περίοδος στο Βυζάντιο που είχαν… «ξεχαστεί» τα ελληνικά γράμματα!

Ο άνθρωπος αυτός, χρησιμοποιώντας ένα κακόζηλο λεξιλόγιο, έχει εφεύρει δικές του ιστορικές περιοδολογήσεις στις οποίες βάζει πομπώδεις τίτλους όπως, «προχασματική περίοδος», «μεταχασματική περίοδος» και άλλα τέτοια φαιδρά.

Δείτε παρακάτω συνοπτικά τους ισχυρισμούς του, και ως άσκηση, προσπαθήστε να μην γελάσετε…

 

Διαβάζοντας τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε ότι το μοναδικό χάσμα που πιθανόν να υπάρχει, βρίσκεται στη ροή της σκέψης του ανθρώπου αυτού… Καταρχάς, έχει καταφέρει να παρουσιάσει τρεις διαφορετικές εκδοχές για το ίδιο ακριβώς πράγμα.

Τελικά, η ελληνική παιδεία πότε «εξαφανίστηκε»:

- στον 7ο αιώνα (100 χρόνια);!

- από το 640 έως το 800 (160 χρόνια);!

- ή από το 550 έως το 780 (230 χρόνια);!

[στην τρίτη εκδοχή υπάρχει και μια μικρή... έκπτωση στη «λήθη» από το 800 στο 780, για άγνωστους λόγους…].

 

Τέλος πάντων, για να μην κουραζόμαστε, θα δούμε ότι σύμφωνα με τα ιστορικά τεκμήρια, ακριβώς στην περίοδο που το ανεδαφικό σενάριο εντοπίζει την δήθεν «εξαφάνιση» της ελληνικής παιδείας, έχουμε μερικούς από τους πιο μορφωμένους ελληνιστές Βυζαντινούς:

 

1) Ο Μάξιμος Ομολογητής αποκτά αξιοζήλευτη ελληνική παιδεία ακριβώς στην δήθεν «εποχή της λήθης», που επικράτησε υποτίθεται στο διάστημα 550-800 μ.Χ.: [οι πηγές αναγράφονται επάνω στα τεκμήρια]

 

2) Ο μοναχός Κοσμάς, κατέκτησε και αυτός ισχυρή ελληνική παιδεία στην δήθεν «εποχή της  λήθης»:

 

3) Ο Ιωάννης Δαμασκηνός απέκτησε ελληνική παιδεία επίσης στην δήθεν «εποχή της  λήθης»: (στην παρακάτω διήγηση του βίου του, ως μοναχός, υποτακτικός σε κάποιον γέροντα, παρίστανε από ταπείνωση τον αγράμματο):

 

4) Ο χρονογράφος Θεοφάνης, ήταν άλλος ένας που κατέκτησε την ελληνική παιδεία στην δήθεν «εποχή της λήθης»:

 

5) Ο Θεόδωρος Στουδίτης, αποκτά και αυτός ελληνική παιδεία στην δήθεν «εποχή της λήθης»:

 

6) Ο Νικηφόρος Ομολογητής ήταν επίσης κάτοχος της ελληνικής παιδείας στην δήθεν «εποχή της λήθης»:

 

Όπως βλέπουμε, μερικοί από τους πιο μορφωμένους αγίους και Πατέρες της Εκκλησίας, σπούδασαν Γραμματική, Ρητορική, Μαθηματικά, Γεωμετρία, Μουσική και Φιλοσοφία, ακριβώς στην περίοδο 550 - 800 μ.Χ. που δήθεν είχε «ξεχαστεί» η ελληνική παιδεία!

Είναι μάλιστα σημαντικό να θυμόμαστε ότι όλα αυτά καταγράφονται και σε Βίους Αγίων οι οποίοι αποτελούν τα κατεξοχήν λαϊκά κείμενα του Βυζαντίου. Οι άγιοι είναι οι ήρωες, τα πρότυπα των λαϊκών ανθρώπων, και ιδιαίτερα οι μεγάλοι άγιοι και Πατέρες της Εκκλησίας είναι εκείνοι με το μεγαλύτερο κύρος όλων στα μάτια των πιστών, και όπως βλέπουμε, όλοι τους ήταν εξέχοντες ελληνιστές (δεν χρειάζεται καν να σχολιάσουμε το μέγεθος της ελληνικής παιδείας του Μ. Βασιλείου, του Ιωάννη Χρυσοστόμου, του Γρηγορίου Θεολόγου και του Γρηγορίου Νύσσης).

 

Ελπίζουμε, οι ελάχιστοι αναγνώστες της απατηλής ιστοσελίδας να αντιλαμβάνονται ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος τους κοροϊδεύει χωρίς τον παραμικρό δισταγμό…

 

3. Οι «300 λόγιοι» και το 82,5% των αναλφάβητων βυζαντινών του Στουραΐτη!

Στο παιχνίδι κατά του ελληνισμού στο Βυζάντιο, ο σμερδιάκωφ επιστρατεύει και κάτι που έγραψε ο Ιωάννης Στουραΐτης για εξωφρενικά ποσοστά αναλφάβητων στο Βυζάντιο. Αν και οι πηγές είναι εξαιρετικά ασαφείς και δεν επιτρέπουν εύκολες απαντήσεις, ο Στουραΐτης βγάζει το συμπέρασμα ότι σε ολόκληρη την αυτοκρατορία μόνο 300 άνθρωποι μπορούσαν να διαβάσουν την αρχαία γραμματεία και από τον υπόλοιπο πληθυσμό, το 82,5% των βυζαντινών (κατά μέσο όρο) ήταν… αναλφάβητοι!

 

Εδώ χρειάζεται όμως ένα μικρό σχόλιο, διότι θα φτάσουμε να ξεχάσουμε τα αυτονόητα, όπως για παράδειγμα ποια είναι η αξία της φράσης, «μπορούσαν να διαβάσουν την αρχαία γραμματεία»! Αν θεωρούν κάποιοι ότι έτσι αποσυνδέουν τον ελληνισμό από το Βυζάντιο είναι γελασμένοι.

Διότι τη συνείδηση πως διδάσκεται κάτι που προέρχεται από τους αρχαίους Έλληνες θα την είχε ο Βυζαντινός μαθητής ακόμα κι αν άκουγε μια σύντομη αναφορά από τον δάσκαλό του για τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Οδυσσέα, τον Ηρακλή ή τον Αχιλλέα (στις βυζαντινές πηγές υπάρχουν αναφορές με συγκρίσεις αυτοκρατόρων με τον Μ. Αλέξανδρο ή τον Ηρακλή).

Στα νεώτερα χρόνια, ο αγράμματος Μακρυγιάννης ήταν υπερήφανος για την καταγωγή του, γνωρίζοντας όλα κι όλα 7-8 ονόματα αρχαίων και το επεισόδιο με τον Λεωνίδα και τους «τρακόσους». Οι αγράμματοι υπόδουλοι στους οποίους απευθυνόταν ο Ρήγας, οι Φιλικοί και οι Προεστοί της Επανάστασης του1821, ήξεραν ότι είναι Έλληνες χωρίς να έχουν καμία παιδεία. Οι αγράμματοι χωρικοί της συλλογής Κακριδή γνώριζαν ότι ήταν εν δυνάμει κληρονόμοι των χαρακτηριστικών των… γιγαντιαίων «παλαιών Ελλήνων».

 

Δεν μπορεί λοιπόν να θέλει ο Στουραΐτης να μας πει ότι η αίσθηση της σύνδεσης με τους αρχαίους ανήκει μόνο σε ελάχιστους… μερακλήδες φιλολόγους που διαβάζουν πλήρη και μόνο στο πρωτότυπο την αρχαία ελληνική γραμματεία!

Για τη μορφοποίηση του τμήματος της βυζαντινής ταυτότητας που αφορά τον ελληνισμό, δεν χρειάζεται καμία φιλολογική εμβάθυνση. Είχαμε αναφέρει στο αρχικό άρθρο μας ότι ακόμα και με στοιχειώδη εκπαίδευση, οι παράγοντες γλώσσα - έδαφος - αρχαία μνημεία, αποτελούν το κλειδί για την εδραίωση προνεωτερικής ελληνικής ταυτότητας, τουλάχιστον στα προαιώνια ελλαδικά εδάφη (Ελλάδα- Κύπρο-Μικρασία) όπως δείχνει η μαρτυρία για τον μικρασιατικό λαό του Θεοδώρου Κυζίκου τον 10ο αιώνα (θα τη δούμε παρακάτω).

 

 Επανερχόμενοι όμως στους ισχυρισμούς του Στουραΐτη, βλέπουμε ότι για να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματα του περί 82,5% αναλφάβητων στο Βυζάντιο, στη σελίδα 197 της μελέτης του με τίτλο «Roman identity in Byzantium, a critical approach» επικαλείται ως αντιπροσωπευτικό ένα τεκμήριο του 9ου αιώνα από τα «Τακτικά» του Λέοντα Σοφού (το ίδιο επικαλείται και ο σμερδιάκωφ) όπου ζητείται ως προσόν για τους υψηλόβαθμους στρατιωτικούς, «εάν είναι δυνατόν» να γνωρίζουν «γράμματα»:

 

[Dennis George (ed.), «The Taktika of Leo VI», CFHB 49, Dumbarton Oaks, Washington D.C. 2010,  σελ60]

 

Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά στις βυζαντινές πηγές και αυτό φαίνεται από ένα άλλο τεκμήριο της ίδιας περιόδου, από τον «Βίο Βασιλείου» του Συνεχιστή Θεοφάνη, που για τον 9ο αιώνα μας λέει με έμμεσο τρόπο το ακριβώς αντίθετο από τον Στουραΐτη, ότι στοιχειώδη ικανότητα ανάγνωσης είχαν και τα πιο φτωχά και χαμηλά κοινωνικά στρώματα (αγροίκοις-πένητας):

 

[Sevcenko Ihor, «... Theophanis continuati ... Vita Basilii Imperatoris amplectitur», CFHB 42, De Gruyter, Berlin, New York 2011,  σελ 124]

 

Ας δούμε πως εξηγεί το συγκεκριμένο τεκμήριο ο Guglielmo Cavallo:

 

[Cavallo Guglielmo, «Η ανάγνωση στο Βυζάντιο», εκδ. Άγρα, Αθήνα 2008,  σελ. 44-45]

 

Επιπλέον, ο Guglielmo Cavallo φαίνεται να τεκμηριώνει πολύ μεγαλύτερα ποσοστά εγγράμματων  από τον Στουραΐτη. Ας δούμε προσεκτικά τα παρακάτω:

 

[Cavallo Guglielmo, «Η ανάγνωση στο Βυζάντιο», εκδ. Άγρα, Αθήνα 2008,  σελ. 45-48]

 

Στα παραθέματα αυτά, σχολιάζεται ο αναλφαβητισμός που εντοπίζεται σε έγγραφα του Άθω και μια αστική περιοχή όπως η Σμύρνη.

Καταρχάς, στα όποια ποσοστά αναλφάβητων στο Βυζάντιο δεν θα πρέπει να προσμετρώνται οι γυναίκες διότι δυστυχώς, ο κανόνας για την εποχή ήταν να μην μορφώνονται[2]. Είναι χαρακτηριστικό ένα σημείο από τον Επιτάφιο Λόγο του Θεοδώρου Στουδίτη για τη μητέρα του όπου λέει:

«Γραμματίζει εαυτήν η σοφή […] ουκ εν ημέρα σχολάζουσα τη μελέτη, ως αν μη τον άνδρα παραλυπήση […] φωταγωγούσης κανδήλης κάμνουσα τόνω», δηλαδή, μάθαινε γράμματα μόνη της στο σπίτι, αλλά δεν μελετούσε την ημέρα για να μη στενοχωρεί τον άνδρα της, μόνο τη νύχτα, κοπιάζοντας με το φως της κανδήλας (PG 99,885B)!

 

Κατά συνέπεια, αν στα ποσοστά αναλφάβητων προσθέταμε τις γυναίκες, θα προέκυπταν στοιχεία πλασματικά, όπως π.χ. αν βγάζαμε συμπεράσματα για εκλογικά ποσοστά, προσμετρώντας και τις γυναίκες, σε μια εποχή που εκείνες δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

Τα ποσοστά εγγραμμάτων λοιπόν στο Βυζάντιο, θα πρέπει να αφορούν μόνο τους άνδρες:

1) Το μέγιστο ποσοστό ανδρών αναλφάβητων στον Άθω είναι της τάξης του 36%.

2) Στη Σμύρνη, αν αφαιρέσουμε τις 18 γυναίκες, οι άνδρες είναι 159 και από αυτούς οι 50 είναι αναλφάβητοι, δηλαδή το 32% περίπου.

Ας δούμε τώρα και τα ποσοστά σε ένα χωριό:

 

[Cavallo Guglielmo, «Η ανάγνωση στο Βυζάντιο», εκδ. Άγρα, Αθήνα 2008,  σελ. 48]

 

Στα Μάνταια, αν αφαιρέσουμε τις 43 γυναίκες μένουν 206 άνδρες και από αυτούς, οι 149 είναι αναλφάβητοι, δηλαδή το 72% περίπου.

Συνολικά λοιπόν, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι στις πόλεις έχουμε 30% αναλφάβητους και στα χωριά 70%, όμως ο Guglielmo Cavallo θεωρεί το 36% του Αγίου Όρους ως ποσοστό αντιπροσωπευτικό για το Βυζάντιο.

Σίγουρα λοιπόν τα συμπεράσματα είναι πολύπλοκα. Πάντως, ο μέσος όρος των τριών αριθμών μας δίνει ποσοστό ανδρικού αναλφαβητισμού της τάξης του 46%. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα ποσοστά του Στουραΐτη που δίνουν 82,5% αναλφάβητων, μοιάζουν εξωφρενικά.

 

Δεν θα πρέπει άλλωστε να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι το εκκλησιαστικό «Ευχολόγιο», που περιέχει ευχές για τις καθημερινές ανάγκες των πιστών, περιλαμβάνει ευχή για παιδί που μαθαίνει τα πρώτα του γράμματα, πράγμα που σημαίνει ότι πολλά αγόρια θα μάθαιναν στοιχειώδη γραφή και ανάγνωση:

 

[Μέγα Εύχολόγιον, σελ. 608-609]

 

Γενικά πάντως, μοιάζουν πιο λογικά τα χαμηλότερα ποσοστά αναλφάβητων διότι:

 

[Robert Browning, «Literacy in the Byzantine world», Byzantine and Modern Greek Studies 4 (1978), σελ. 42]

 

Σύμφωνα δηλαδή με τον Robert Browning, ένα σημαντικό επιχείρημα κατά του εκτεταμένου αναλφαβητισμού που προτείνει ο Στουραΐτης, προκύπτει από το πρότυπο του αγίου:

«Οι περισσότεροι Βυζαντινοί άγιοι γνώριζαν ανάγνωση και γραφή. Μερικές φορές μας δίνεται μια περιγραφή της μόρφωσης τους, άλλες φορές η δυνατότητα γραφής και ανάγνωσης εμφανίζεται παρεμπιπτόντως, όταν τους βρίσκουμε να γράφουν μια επιστολή ή να διαβάζουν ένα εποικοδομητικό βιβλίο. Μόνο για ελάχιστους τονίζεται επί τούτου πως ήταν αγράμματοι. Ο άγιος αντιπροσώπευε ένα από τα πρότυπα του Βυζαντινού τρόπου ζωής. Είναι απίθανο να παρουσιάζονταν οι άγιοι τόσο εγγράμματοι γενικά, αν η ανάγνωση και η γραφή ήταν ικανότητες απρόσιτες στον μέσο άνθρωπο, που έβλεπε τους αγίους ως πρότυπα».

 

Πράγματι, οι βίοι αγίων δείχνουν όχι μόνο στοιχειώδεις γνώσεις γραφής και ανάγνωσης αλλά και ενασχόληση με την ελληνική παιδεία:

 

 

 

Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι συλλέγοντας κείμενα μοναχών, ακόμα και αυστηρών ασκητών, οι γνώσεις τους επάνω στην ελληνική παιδεία είναι εμφανείς και μάλιστα, παρά το γεγονός ότι απεχθάνονται τα ειδωλολατρικά πιστεύω, χρησιμοποιούν παραδείγματα από την αρχαία γραμματεία, ρήσεις σοφών ή παραδείγματα από τον βίο τους για να διδάξουν τους Χριστιανούς, είτε λαϊκούς, είτε μοναχούς:

 

 

 

Πέρα λοιπόν από κάθε αμφισβήτηση, η ελληνική παιδεία στο Βυζάντιο εντοπίζεται όχι μόνο στους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας αλλά υπάρχει ενσωματωμένη ακόμα και στα πιο απίθανα σημεία ασκητικών έργων.

Το είχαμε τονίσει και πάλι: όταν βλέπουμε ισχυρισμούς περί απουσίας ελληνικής παιδείας στο Βυζάντιο, που κινούνται κόντρα στο σύνολο της βιβλιογραφίας, τότε μιλάμε για ιστορικά hoaxes.

Ο υγιής διαχωρισμός της ελληνικής παιδείας από την ειδωλολατρική θρησκεία κυριάρχησε στους Βυζαντινούς και ουδέποτε κατάφεραν οι ελάχιστες ακραίες θέσεις που διατυπώθηκαν να υπερισχύσουν είτε προς τη μία, είτε προς την άλλη κατεύθυνση.

Επ’ αυτού του διαχωρισμού ελληνικής παιδείας - ειδωλολατρικής θρησκείας θα αναφερθούμε στην επόμενη ενότητα.

 

4. Ο Αντώνης Καλδέλλης χαρακτηρίζει… «ντεκαφεϊνέ» ελληνιστές τον Πλάτωνα, τον Ξενοφάνη, τον Επίκουρο και τον Ηράκλειτο!

Στο διαδικτυακό -και όχι μόνο- παιχνίδι κατά του ελληνισμού στο Βυζάντιο, ο σμερδιάκωφ επιστρατεύει μία από τις πιο αποκρουστικές  ρήσεις που γράφτηκαν ποτέ ενάντια στα τεράστια αυτά μεγέθη της πολυμάθειας, τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Ο Αντώνης Καλδέλλης, με ένα κακόγουστο ευφυολόγημα που προσβάλει περισσότερο τον ίδιο ως επιστήμονα, χαρακτηρίζει τους Πατέρες της Εκκλησίας ως… «ντεκαφεϊνέ» ελληνιστές, δηλαδή, ρηχούς, επιφανειακούς αποδέκτες της ελληνικής παιδείας!

 

Πραγματικά, όσες φορές κι αν διαβάσει κάποιος τα παραπάνω σχόλια, απορεί για την έλλειψη σοβαρότητας… Από πότε η επιλεκτικότητα και η εκλεκτικότητα χαρακτηρίζουν κάποιον ως ρηχό ή επιφανειακό δέκτη; Η ίδια η Φιλοσοφία δεν προτρέπει στην κριτική εξέταση των πάντων ώστε να διαχωριστεί η ουσία από τα επουσιώδη; Ποιος κανόνας επιβάλλει ότι πρέπει να αποδεχόμαστε μόνο τα πάντα ή τίποτα;!

Ας δούμε όμως πρώτα ένα δείγμα από όσα γράφει αυτός ο… «ντεκαφεϊνέ» Μέγας Βασίλειος σχετικά με την αρχαία ελληνική γραμματεία:

 

[Βασίλειος ο Μέγας, «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» (μτφρ. Μπιλάλη Βασίλειου), 2η έκδ., Γρηγόρης, Αθήνα 1989 (c1966), σελ. 26-31]

 

Με βάση όσα διαβάζουμε, ο Μ. Βασίλειος αναφέρεται απλά στο αυτονόητο: Οι νέοι δηλαδή, για να δώσουν εφόδια στην ψυχή τους, καλούνται να δώσουν την προσοχή τους π.χ. στον Παπαδιαμάντη και όχι στον… Μέγα Ανατολικό! Που βρίσκει το περίεργο σ’ αυτό ο Καλδέλλης ώστε την κριτική αυτή επιλογή να την ονομάζει «ντεκαφεϊνέ» πρόσληψη του ελληνισμού;! Διότι ο Μέγας Βασίλειος, δεν κάνει τίποτα περισσότερο από τον ίδιο τον Πλάτωνα, ο οποίος εξετάζει κριτικά τα πράγματα προκειμένου να αποφασίσει ποια θα δεχτεί και ποια θα απορρίψει στην ιδανική του Πολιτεία!

Ας δούμε λοιπόν πόσο εκθέτει τον Καλδέλλη (και φυσικά τους διαδικτυακούς κομπογιαννίτες) αυτή η εξυπναδίστικη αντιμετώπιση των Πατέρων:

 

[Πλάτων, «Πολιτεία» (μτφρ. Γρυπάρης Ιωάννης), Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα [χ.χ.], σελ. 150 κ.ε.]

 

Όπως βλέπουμε, σύμφωνα με το σκεπτικό του Καλδέλλη, ο Πλάτωνας είναι ένας… «ντεκαφεϊνέ» ελληνιστής αφού χαρακτηρίζει όσα γράφουν οι Ησίοδος και Όμηρος για τους θεούς «επικίνδυνα»(!) και λογοκρίνει κατ’ επιλογήν τα κείμενα που θεωρεί ακατάλληλα!

Και όπως καταλαβαίνουμε, με τις ατυχείς τοποθετήσεις του Αντώνη Καλδέλλη, οι… «ντεκαφεϊνέ» αρχαίοι Έλληνες που θα μας προκύψουν είναι αρκετοί:

 

«Ντεκαφεϊνέ» ελληνιστής λοιπόν -κατά Καλδέλλη- και ο Ξενοφάνης, που «τόλμησε» να γράψει ότι από τους ποιητές της αρχαϊκής εποχής απορρίπτει ως «ντροπιαστικά» όσα γράφουν για τα πάθη των Θεών!

Και υπάρχουν κι άλλοι:

 

[Διογένης Λαέρτιος, 9,1 (Άπαντα 4, Κάκτος, 1994, σελ. 90-91]

 

Εδώ, ο «ντεκαφεϊνέ» Ηράκλειτος(!), όχι μόνο τάσσεται κατά της πολυμάθειας ως πανάκεια, όχι μόνο στέκεται επιφυλακτικός απέναντι και στον Πυθαγόρα ακόμη(!), αλλά κατηγορεί και αυτός τον Όμηρο ως άξιο να μαστιγωθεί! Ακόμα περισσότερο, βλέπουμε τον Ηράκλειτο να θεωρεί ως ουσία της Φιλοσοφίας αποκλειστικά και μόνο τη γνώση του Υπέρτατου Νου.

 

Κλείνοντας με τα αποτελέσματα της απαράδεκτης οπτικής γωνίας περί «ντεκαφεϊνέ» Πατέρων, ας δούμε ακόμα μία περίπτωση αρχαίου φιλοσόφου, που σύμφωνα με το σκεπτικό του Καλδέλλη θα πρέπει να ενταχθεί σε βαθμίδα αξιολόγησης χαμηλότερη και από έναν Πατέρα της Εκκλησίας:

 

[1) Διογένης Λαέρτιος, «Βίος Επίκουρου», Κάκτος ('Οι Έλληνες' αρ. 284), 1994, σελ. 38-39. 2) Dodds R. Ε., «Οι Έλληνες και το Παράλογο», Καρδαμίτσας, 1996, σελ. 301. 3) Βίος Μάξιμου Ομολογητή, PG 90,69CD]

 

Είναι φανερό πόσο προβληματικές είναι οι αξιολογικές κρίσεις του Καλδέλλη για τους Πατέρες της Εκκλησίας. Σύμφωνα με αυτές, ο Μάξιμος Ομολογητής εμφανίζεται ανώτερος ελληνιστής από τον... «ντεκαφεϊνέ» Επίκουρο!

Είναι κρίμα να βλέπουμε ικανούς μελετητές να παρασύρονται από τις ιδεολογικές τους εμμονές σε τέτοιες ατυχείς έως και κωμικές θεωρίες…

 

5. Ο Ψελλός και η δήθεν καταδίκη της ελληνικής παιδείας

Ας δούμε όμως τώρα ένα σημαντικό κομμάτι όλου αυτού του τεχνάσματος που έχει ως στόχο την απαξίωση της συμβολής του ελληνισμού στο Βυζαντινό πολιτισμό.

Διαβάστε όσα ψευδή επικαλείται ο σμερδιάκωφ:

 

Το πρώτο συστατικό στο ιστορικό μαγείρεμα που επιχειρείται, είναι ο Ψελλός. Έχουν τους λόγους τους που επιδιώκουν να τον εμφανίσουν ως δήθεν αποδομητή της Πατερικής εκλεκτικής γραμμής την οποία βάφτισαν «ντεκαφεϊνέ ελληνισμό». Ας δούμε όμως, τι λέει επ’ αυτού ο ίδιος ο Ψελλός;

 

Διαβάζοντας τα παραπάνω, διαπιστώνουμε πόσο αδίστακτος είναι ο σμερδιάκωφ

Ο Ψελλός λέει στους μαθητές του ότι «θα ήμουν τρελός» αν θεωρούσα ορθό ν’ αναμιγνύεται η ελληνική Φιλοσοφία με την χριστιανική δογματική, και ομολογεί ότι η προσέγγιση που υιοθέτησαν οι «μεγάλοι της Εκκλησίας φωστήρες» Βασίλειος και Γρηγόριος ήταν σωστή και την ακολουθεί και ο ίδιος. Και όμως, επιδιώκουν να παρουσιάσουν τον Ψελλό ως δήθεν πολέμιο της Πατερικής μεθόδου!

 

Είναι όμως ακατανόητο: για ποιον λόγο θεωρούν «σωστή» τη διδασκαλία της φιλοσοφίας, μόνο αν αυτή μετατρέπει τον χριστιανισμό σε… ειδωλολατρία;! Τι νοοτροπία είναι αυτή; Σήμερα, όταν μελετάμε φιλοσοφία, δεν μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε και να παραμείνουμε χριστιανοί;! Όποιος μελετά φιλοσοφία θα πρέπει να γίνει αναγκαστικά ειδωλολάτρης;

Δυστυχώς, δεν μπορούν να χωνέψουν ότι η μελέτη της Φιλοσοφίας παρέμεινε στα ίδια ακριβώς Πατερικά πλαίσια από την αρχή μέχρι το τέλος του Βυζαντίου. Απλώς, επειδή η Εκκλησία είχε την ευθύνη να διαφυλάξει την αρχαία περί Χριστού μαρτυρία εξέταζε τις τυχόν αυθαιρεσίες και κατόπιν όλα συνέχιζαν την πορεία τους. Έτσι έγινε και με τον Ιωάννη Ιταλό και μετά η φιλοσοφία συνέχισε να διδάσκεται και να χρησιμοποιείται όπως και στην εποχή του Μ. Βασιλείου. Τον Ευστράτιο Νικαίας -μαθητή του Ιωάννη Ιταλού- λίγα χρόνια μετά την καταδίκη του δασκάλου του, η Εκκλησία τον έκανε επίσκοπο και ο Ευστράτιος χωρίς ενδοιασμούς δημοσίευσε κείμενο όπου επεξεργάζεται το ζήτημα των δύο φύσεων του Χριστού και με φιλοσοφικούς όρους:

 

Άρα λοιπόν, ο αφορισμός του Ιταλού δεν άλλαξε τίποτα στη διδασκαλία της ελληνικής παιδείας.

Και είναι ακατανόητη η φόρτιση που υπάρχει για τον όρο «αφορισμός» που είναι απλά η γνωστοποίηση ότι κάποιος «διδάσκει του κεφαλιού του».

Οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων που δημιουργήθηκε με βάση ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο, αν βγει δημοσίως ένα μέλος της και λέει ακριβώς τα αντίθετα από όσα πρεσβεύουν οι υπόλοιποι, θα υποχρεωθούν να τον διαψεύσουν και αν το οδηγεί στα άκρα, ακόμα και να τον απομακρύνουν, για να μην χρεώνονται και οι υπόλοιποι τις ανοησίες που λέει. Πρόκειται για κοινή λογική.

Η Εκκλησία φυλάσσει από τον 1ο αιώνα μια μαρτυρία Χριστού. Η πρωτοχριστιανική Κοινότητα/Εκκλησία των αυτοπτών μαρτύρων γνώρισε τον Χριστό, τον είδε, τον ψηλάφησε, τον άκουσε να διδάσκει και κράτησε την μαρτυρία αυτή ανόθευτη και τη μετέδωσε στους επόμενους.

Είναι σαν να έχει κάποιος στα χέρια του γραπτά τεκμήρια και μαρτυρίες από την οικογένεια του για κάποιον πρόγονο του. Καθώς λοιπόν γνωρίζει το πρόσωπο αυτό καλύτερα από τον καθένα, αν τυχόν ακούσει γι’ αυτόν συκοφαντίες, δεν οφείλει να πει ότι είναι ψέματα;

Ποιος λόγος υπήρχε λοιπόν να κάθονται όλοι ν’ ακούνε τον Άρειο ή τον Σαβέλλιο ή τον Ιωάννη Ιταλό να παραχαράσσουν με αυθαιρεσίες την αρχαία μαρτυρία για τον Χριστό χωρίς να μιλάνε;

 

Τα παραμύθια όμως με τα οποία κοροϊδεύουν τον κόσμο δεν έχουν τέλος:

 

 

Δείτε πώς παρουσιάζουν τον Ξιφιλίνο, σαν να ήταν κάποιος πολέμιος της ελληνικής παιδείας, τη στιγμή που τους διαψεύδει ο ίδιος ο Ψελλός:

 

Όπως βλέπουμε ο Ξιφιλίνος ήταν αξιόλογος ελληνιστής και γνώστης της φιλοσοφίας, και ακολουθούσε τη μέθοδο των Πατέρων της Εκκλησίας να μην νοθεύει την εκκλησιαστική διδασκαλία με τα θρησκευτικά στοιχεία της ελληνικής φιλοσοφίας. Αυτή τη μέθοδο παραδεχόταν για τον εαυτό του και ο Ψελλός, άσχετα αν κάποιοι διαφωνούσαν ότι ξεπέρασε το όριο. Όμως, είδαμε καθαρά παραπάνω, ότι ο Ψελλός αυτό δεν το δεχόταν για τον εαυτό του και δήλωνε ότι δεν προχώρησε ούτε χιλιοστό πέρα από την μέθοδο που δίδαξαν οι Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος ο Θεολόγος.

 

Από εδώ και πέρα όμως, δυστυχώς με τη βοήθεια του Καλδέλλη, δίνουν ένα ρεσιτάλ παραποίησης της πραγματικότητας ως προς τον Ψελλό και την μέθοδο με την οποία φιλοσοφούσε.

Ας εξηγήσουμε όμως στους αναγνώστες ποια είναι η τακτική που κρύβεται εδώ:

Ο Καλδέλλης πασχίζει να πείσει για δήθεν «ελευθεριότητα» του Ψελλού, ότι σκόπιμα δηλ. δεν δίσταζε να εμπλέξει ή και να αντικαταστήσει την χριστιανική διδασκαλία με θρησκευτικά στοιχεία της αρχαίας φιλοσοφίας.

Γιατί όμως το κάνει αυτό ο Καλδέλλης παρά το γεγονός ότι ο Ψελλός ξεκάθαρα το αρνείται;

Διότι σκοπός του είναι να ισχυριστεί ότι η «ντεκαφεϊνέ» Πατερική μέθοδος εγκαταλείφθηκε τον 11ο αιώνα από τον Ψελλό, και μόνο τότε άρχισε να υπάρχει κάποια «γνήσια ελληνική παιδεία»! Θέλει δηλαδή να μειώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον παράγοντα «Ελληνισμός» από την διαμόρφωση του Βυζαντίου στους αιώνες που προηγήθηκαν!

 

Και εδώ αρχίζουμε να απορούμε αν ο Καλδέλλης έχει διαβάσει τα κείμενα του Ψελλού:

 

Μα είναι δυνατόν να εννοεί ο Ψελλός ότι δεν υπήρξε άλλος φιλόσοφος πριν από αυτόν;! Όσο σπουδαίος κι αν ήταν, αυτά που γράφει είναι υπερβολικά και αποτελούν ρητορικά σχήματα με τα οποία φυσικά περιαυτολογεί.

Διότι, ο ίδιος ο Ψελλός στην Χρονογραφία του διαψεύδει τον εαυτό του (και τον Καλδέλλη) και μας βεβαιώνει ότι ασφαλώς και υπήρξαν φιλόσοφοι και σπουδαστές της ελληνικής παιδείας, ακόμα και έναν αιώνα πριν τον ίδιο:

 

Άραγε ο Καλδέλλης διάβασε τα κείμενα του Ψελλού ή μήπως αποδέχεται χωρίς έρευνα οτιδήποτε εξυπηρετεί την θεωρία του; Διότι παρόμοια με τον Ψελλό γράφει και η Άννα Κομνηνή:

 

[1) CSHB, Anna Comnena (ed. Schopen), vol. 1 (Bonn, 1839), σελ. 264-265. 2) «Αλεξιάς» (μτφρ. Σιδέρη Αλόη), τόμ. Α΄, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1990, σελ. 210]

 

Αν εδώ αποδεχτούμε κατά γράμμα όσα λέει η Κομνηνή, τότε θα ήταν σαν να μην υπήρξε καν ο Ψελλός τον προηγούμενο αιώνα, ή σαν να ήταν ο Ψελλός μια ασήμαντη προσωπικότητα! Ο Καλδέλλης λοιπόν είναι έτοιμος να δεχτεί χωρίς έρευνα, τέτοια ρητορικά σχήματα ως αδιάψευστα τεκμήρια;

 

Και μια που αναφέραμε την Άννα Κομνηνή, ας δούμε και ένα από τα πιο γελοία επιχειρήματα που σκέφτηκε ο Σμερδιάκωφ: ότι υπήρξε τάχα τέτοια «εναντίωση» στην ελληνική παιδεία, που της Κομνηνής, της απαγορεύτηκε να σπουδάσει… πολύ:

 

 

Δείτε όμως τι ακριβώς είχε σπουδάσει η Άννα Κομνηνή:

 

\

[CSHB, Anna Comnena (ed. Schopen), vol. 1 (Bonn, 1839), σελ. 4]

 

1ον) Η Κομνηνή σπούδασε «το ελληνίζειν ες άκρον» και το αποτέλεσμα ήταν τόσο εντυπωσιακό ώστε να επισημαίνει ότι όσα γράφει δεν αποτελούν «περιαυτολογία»!

Είναι λοιπόν κωμικό να ισχυρίζεται κάποιος ότι «την σταμάτησε ο πατέρας της» διότι όπως φαίνεται, μάλλον... άργησε να την σταματήσει!

 

2ον) Δεν βλέπουμε κανένα πραγματικό ίχνος αυτής της «απαγόρευσης», αφού η Κομνηνή, αν και σεβόταν πολύ τον πατέρα της, δεν δείχνει το παραμικρό ίχνος ενοχής και γράφει πως για όσα σπούδασε, «ο Θεός άνωθεν επεβράβευσε»...

 

Απορεί κανείς τι άλλο τέχνασμα θα εφεύρουν οι άνθρωποι αυτοί για να υποτιμήσουν την παρουσία του ελληνισμού και της ελληνικής παιδείας στο Βυζάντιο….

Και προχωρούμε.

 

 

6. Η απάτη με την Ιουστινιάνεια νομοθεσία και τον Ακάθιστο Ύμνο

Είδαμε λοιπόν στην πρώτη ενότητα του άρθρου μας, ότι η γνώση και η ενασχόληση με την ελληνική παιδεία τεκμηριώνεται ακόμα και για τους λεγόμενους «σκοτεινούς αιώνες» του Βυζαντίου. Μερικοί από τους μεγαλύτερους πατέρες της Εκκλησίας, μορφώθηκαν την εποχή εκείνη.

Όμως ο σμερδιάκωφ, γράφοντας στην σελίδα του τα πράγματα όπως τον βολεύουν, νόμιζε ότι μπορούσε να τεκμηριώσει το αντίθετο. Και για να μας… πείσει έκανε δύο λαθροχειρίες, μία με τον Corpus Juris Civilis (Κώδικας Πολιτικού Δικαίου) του Ιουστινιανού και μία με τον Ακάθιστο Ύμνο.

Δείτε τι γράφει για την Ιουστινιάνεια νομοθεσία:

 

Όσοι αναγνώστες έχουν ασχοληθεί με τους νεοπαγανιστές, θα διαπιστώνουν ότι ο σμερδιάκωφ έχει ζηλέψει τη… «δόξα» της προπαγάνδας τους!

Είχαμε δείξει και σε παλαιότερο άρθρο, πόσο μεγάλη απάτη διαπράττουν οι νεοπαγανιστές, όταν γράφουν ότι η αντιπαγανιστική ρωμαϊκή νομοθεσία αναφέρεται σε εθνοτικά Έλληνες! Οι δίγλωσσες (ελληνικά - λατινικά) νομικές πηγές αποδεικνύουν ότι το «Έλλην» στα κείμενα αυτά σημαίνει τον ειδωλολάτρη ανεξαρτήτου εθνότητας.

Εδώ λοιπόν ο σμερδιάκωφ, έκανε την γκάφα και παρέθεσε μόνος του την λατινική ερμηνεία του «Ελλήνων» που είναι «Pagani», και παρόλα αυτά, απευθυνόμενος σε σημερινούς αναγνώστες αποδίδει το «Pagani» στα Νέα Ελληνικά ως αλιτήριοι «Έλληνες», αντί για «ειδωλολάτρες» ή «παγανιστές»!

Εκεί όμως που το παράκανε, είναι με το διάταγμα για την απαγόρευση της διδασκαλίας από τους παγανιστές. Με μια δική του οπτική, προσπαθεί να κοροϊδέψει τους αναγνώστες ότι το διάταγμα απαγορεύει δήθεν την ελληνική παιδεία επειδή είναι… «λάθος παιδεία»!

Ας δούμε όμως την πλήρη διατύπωση του νόμου:

 

[Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1978, σελ. 434α]

 

Όπως βλέπουμε, ο νόμος έχει την έννοια της απαγόρευσης της διδασκαλίας από τους ειδωλολάτρες, ώστε να μην διαφθείρουν τους νέους (προφανώς παρασύροντας τους στην ειδωλολατρία) με το πρόσχημα της διδασκαλίας.

Η απάτη του σμερδιάκωφ με την ερμηνεία του νόμου αποκαλύπτεται εύκολα: ο νόμος δεν έχει καμία σχέση με απαγόρευση κάποιας «λάθος παιδείας», αφού για το διάστημα από τα τέλη του 6ου έως και τις αρχές του 9ου αιώνα, είδαμε στην πρώτη ενότητα μοναχούς, αγίους και Πατέρες της Εκκλησίας να διδάσκονται Γραμματική, Ρητορική, Μαθηματικά, Γεωμετρία, Μουσική και Φιλοσοφία.

Αλλά και για το διάστημα της βασιλείας του Ιουστινιανού πάλι δεν έχει ελπίδες ο παραχαράκτης, αφού η ελληνική παιδεία εξακολουθούσε να διδάσκεται και επί Ιουστινιανού σε διάφορες σχολές:

 

[1) Chuvin Pierre, «Οι τελευταίοι εθνικοί. Ένα χρονικό της ήττας του παγανισμού», εκδ. Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 165. 2) J.A.S. Evans, «The Age of Justinian», London-New York, 1996, σελ. 282]

 

Και πάμε στο παραλήρημα του σμερδιάκωφ σχετικά με τον Ακάθιστο Ύμνο:

 

Νομίζουμε ότι εύκολα διαπιστώνουμε το κενό περιεχομένου επιχείρημα.

Το Βυζάντιο είναι γεμάτο με αγίους Πατέρες σπουδαγμένους στο έπακρο με την ελληνική παιδεία παρά το γεγονός ότι όλοι τους πολεμούν την ειδωλολατρία. Άρα, η ελληνική παιδεία νομιμοποιείται από τους ανθρώπους με το μεγαλύτερο κύρος στην Εκκλησία.

Τα λόγια ενός από τους τρεις ιεράρχες, του Γρηγορίου Θεολόγου που πολέμησε όσο λίγοι την ειδωλολατρία, είναι χαρακτηριστικά:

 

Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη τι είναι αυτό το οποίο κατακρίνεται στον Ακάθιστο Ύμνο: είναι αποκλειστικά και μόνο το κομμάτι της ειδωλολατρίας.

Άλλωστε, ο Ακάθιστος Ύμνος έχει καθαρά θεολογικό περιεχόμενο και είναι προφανές και στον πιο αφελή, ότι εκεί, οι σοφοί δεν μνημονεύονται για την ελληνική τους παιδεία αλλά επειδή ήταν ειδωλολάτρες και η ειδωλολατρία εξαρχής δεν αποδεχόταν τα θαυμαστά της ζωής του Χριστού:

 

Το ακατανόητο όμως είναι, γιατί μπερδεύουν την αγάπη για την ελληνική παιδεία με την υιοθέτηση της παγανιστικής θρησκείας; Άλλο πράγμα η ελληνική παιδεία και άλλο η πίστη στον Χριστό. Από πού κι ως που κάποιος που σπουδάζει την ελληνική παιδεία, θα πρέπει να είναι και… παγανιστής (αν θυμάστε αυτό απαντούσε ο Γρηγόριος Θεολόγος στο κωμικό επιχείρημα του Ιουλιανού τον 4ο αιώνα…);!

Είναι λοιπόν εκτός λογικής αυτό που λέει ο σμερδιάκωφ ότι για να αγαπούν οι βυζαντινοί την ελληνική παιδεία, θα έπρεπε αντί να προσεύχονται στον Χριστό, να κάνουν… ανάγνωση Πλάτωνα ή Ομήρου!

Γι’ αυτό μιλήσαμε για παραλήρημα.

Και βέβαια, επιστρέφοντας του το ατυχές εθνοτικής φύσεως επιχείρημα, να του θυμίσουμε ότι ο λαός του Βυζαντίου, σε μια τόσο σημαντική στιγμή ζωής και θανάτου, προσεύχεται στον Χριστό διά της Θεοτόκου και δεν αισθάνεται την παραμικρή ανάγκη ν’ αναφέρει ούτε μισή φορά στον Ακάθιστο Ύμνο το όνομα «Ρωμαίος»...

Αυτό, για όσους ονειρεύονται φαντασιακές «ρωμαϊκές εθνότητες άνευ ελληνισμού»…

 

7. Η υπερηφάνεια των βυζαντινών για την ελληνική παιδεία και η υπεράσπιση της

Μπαίνουμε λοιπόν στην προτελευταία ενότητα του άρθρου μας όπου θα δείξουμε πόσο υπερασπίστηκαν και πόσο υπερήφανοι ήταν οι Βυζαντινοί για την ελληνική τους παιδεία και κληρονομιά.

Θα λέγαμε ότι η σκέψη που διατύπωσε ο Σωκράτης Σχολαστικός τον 5ο αιώνα δείχνει τη θέση που συναντάμε από την αρχή μέχρι το τέλος του Βυζαντίου: κανείς δεν μπορεί να απαγορέψει την ελληνική παιδεία (οπότε οι ακραίοι μένουν στο περιθώριο με τις απόψεις τους) και μπορεί να την σπουδάσει όποιος το επιθυμεί:

 

Βλέποντας λοιπόν τις σπουδές που έκαναν οι μεγαλύτεροι πατέρες της Εκκλησίας, δεν χρειάζεται ν’ αναρωτηθούμε για την οριστική νίκη του ελληνισμού, ο οποίος επηρέαζε αδιάκοπά ολόκληρο το Βυζάντιο για πάνω από έντεκα αιώνες!

Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι απέναντι στους Έλληνες φιλοσόφους (π.χ. ο Χρυσόστομος), είχαν και κάτι καλό να πουν:

 

 

Και δεν χρειάζεται ν’ αναφέρουμε πόσο προστάτεψαν το δικαίωμα στην ελληνική παιδεία οι Πατέρες και η Εκκλησία, όπως ο Γρηγόριος ο Θεολόγος απέναντι στις απαγορεύσεις του Ιουλιανού:

 

Είναι εντυπωσιακό το πόσο αρνητικά έμεινε χαραγμένη στη συνείδηση των Βυζαντινών η αυθαιρεσία του Ιουλιανού, να απαγορεύσει την ελληνική παιδεία στους Χριστιανούς, ώστε μνημονεύεται στις αρχές του 9ου αιώνα ως σημαντικό ιστορικό γεγονός:

 

Η αγάπη των Βυζαντινών για την ελληνική παιδεία ήταν τόσο μεγάλη που ο Πλάτωνας είχε εμφανίσει χαρακτηριστικά αγίου, αποτρέποντας όσους στέκονταν επιφυλακτικοί απέναντι στους Έλληνες σοφούς:

 

 

Και φυσικά, η παραμικρή αμφιβολία που μπορεί να υπάρξει σήμερα για την λατρεία των Βυζαντινών προς την ελληνική παιδεία, μπαίνει οριστικά στο περιθώριο, από τη στιγμή που αυτή εισάγεται σε επίσημη δογματική απόφαση της Εκκλησίας:

 

 

Στο Συνοδικόν της Ορθοδοξίας η Εκκλησία επικυρώνει το αυτονόητο: άλλο πράγμα η ελληνική παιδεία, άλλο πράγμα ο παγανισμός. Μπορείς να σπουδάζεις τους Έλληνες σοφούς και να απορρίπτεις ταυτόχρονα την ειδωλολατρία, όπως γίνεται και σήμερα στα πανεπιστήμια όλου του κόσμου. Ουδείς σήμερα αντιλαμβάνεται ότι σπουδάζοντας την αρχαία ελληνική γραμματεία, έχει κάποια υποχρέωση να ασπάζεται και την θρησκευτική πίστη του Ομήρου, του Πλάτωνα ή του Επίκουρου!

 

Και βεβαίως, ένα μεγάλο κεφάλαιο στο ζήτημα ελληνισμός και Βυζάντιο είναι η αίσθηση υπερηφάνειας και ανωτερότητας που αντλούσαν οι Βυζαντινοί από την κληρονομιά της ελληνικής τους παιδείας. Είναι γνωστό το επεισόδιο όπου ο χαλίφης αλ-Μαμούν (813-833) προσφέροντας μεγάλα ανταλλάγματα, ζήτησε από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842) να επιτρέψει στον Λεόντα Μαθηματικό να διδάξει για κάποιο διάστημα στην Βαγδάτη και ο Θεόφιλος απάντησε:

«Θα ήταν παράλογο για εμάς, αν δίναμε στους άλλους τα δικά μας [πνευματικά] αγαθά και αν αφήναμε τις γνώσεις που έχουμε αποχτήσει να διαρρεύσουν μέσα στα άλλα έθνη. Και αυτό γιατί είναι ακριβώς αυτές οι γνώσεις που έχουν κάνει το γένος των Ρωμαίων [Βυζαντινών] να θαυμάζεται και να τιμάται από όλους».

 

[CSHB, Theophanes Continuatus, κ.ά., (ed. Bekker), Bonn, 1838, σελ. 190]

 

Ακόμα και το σχόλιο του Πορφυρογέννητου για ένα κείμενο παραμελημένο ως προς την έκφραση, στο οποίο εντοπίζει βαρβαρισμούς, σολοικισμούς και συντακτικά λάθη, είναι μια έμμεση δήλωση της δικής του υπερηφάνειας για το ότι μετέχει της ελληνικής παιδείας:

 

[CSHB, Constantine Porphyrogenitus (ed. Bekker), vol. 1, Bonn, 1829, σελ. 457]

 

8. Ελληνική ταυτότητα μέσω της γλώσσας, του εδάφους, των μνημείων και του πολιτισμού

Όμως, οι Βυζαντινοί δεν αισθάνονται μόνο υπερήφανοι μέτοχοι της ελληνικής παιδείας, αλλά δηλώνουν και γνήσιοι κληρονόμοι της, σε βαθμό που οι δηλώσεις αυτές αποκτούν σημασία εθνοτική, υπονοώντας σχέση προγονική με τους αρχαίους Έλληνες.

Στην παρακάτω  μαρτυρία του 9ου αιώνα, σε πηγή λαϊκοθρησκευτική και όχι λόγια, δηλώνεται πως η αρχαία ελληνική γνώση προήλθε από τους Βυζαντινούς (‘’εξ ημών’’), μαρτυρώντας έτσι συνείδηση προγονικής σύνδεσης:

 

[Αναστασίου Ιωάννης, «Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου», ΕΕΘΣΘ (τμήμα Θεολογίας), τόμ. 12 (1967), σελ. 126]

 

Αυτή η συνείδηση συνέχειας μαρτυρείται και στην εξαιρετική επιστολή του Θεοδώρου Κυζίκου, στην οποία βλέπουμε ότι μόλις τον 10ο αιώνα, ο μικρασιατικός λαός δηλώνει με υπερηφάνεια ότι είναι απόγονος των αρχαίων Ελλήνων!

[1) «Νέος Ελληνομνήμων» 19 (1925), σελ. 270. 2) [μετάφραση του αποσπάσματος:] Καλδέλλης Αντώνιος, «Ο βυζαντινός Παρθενώνας», Ψυχογιός, Αθήνα 2013, σελ. 302]

 

Εδώ βλέπουμε σαφέστατα την ισχύ που έχουν στα προαιώνια ελλαδικά εδάφη (Ελλάδα- Κύπρο-Μικρασία) οι παράγοντες γλώσσα - έδαφος - αρχαία μνημεία (‘λίθων μεγέθεσι και λίαν επίσημα’) παρά το γεγονός ότι ως προς την ελληνική παιδεία υπάρχουν μόνο «αμυδρά λείψανα»! Πρόκειται για τη μαρτυρία που όπως δείξαμε σε άλλο άρθρο, αναγκάζει ακόμα και τον Καλδέλλη να γράψει για την πίστη των Βυζαντινών Αθηναίων ότι κατάγονταν από τους αρχαίους Έλληνες!

Και φυσικά όπως είδαμε επίσης σε προηγούμενο άρθρο, η ταύτιση των Βυζαντινών με τους Έλληνες είναι ακόμα προγενέστερη από τη μαρτυρία του Θεοδώρου Κυζίκου όπως δείχνει η «Αποκάλυψη» του (ψευδο) Μεθοδίου με χρονολογικό πλαίσιο τον 7ο-8ο αιώνα! Μάλιστα, και η πηγή αυτή είναι λαϊκοθρησκευτική και όχι λόγια.

Στον 9ο αιώνα είδαμε επίσης ότι η ενσωμάτωση του πληθυσμού στον βυζαντινό πολιτισμό δηλώνεται με τον όρο «Γραικώσας» αντί για κάποιο παράγωγο του «ρωμαίος».

Και βεβαίως, για τον 10ο αιώνα  έχουμε και την εξαιρετική περιγραφή του Λιουτπράνδου που μας μεταφέρει τι πίστευαν οι Βυζαντινοί για το περιεχόμενο του ονόματος «ρωμαίος», το οποίο ενσωμάτωνε τη γλώσσα, την ενδυμασία και τα έθιμα των Γραικών, δηλαδή μια πλήρως γραικική και όχι «ρωμαϊκή» πολιτισμική ταυτότητα.

Προσθέτοντας σε αυτά τις μαρτυρίες ταύτισης Βυζαντινών/Γραικών και Βυζαντίου/Γραικίας του Θεοδώρου Στουδίτη, του Μεθοδίου Α΄ και του Λέοντα Χοιροσφάκτη, στον 8ο, 9ο, και 10ο αιώνα, συμπεραίνουμε εύκολα ότι ματαιοπονούν οι πολέμιοι της ελληνικής ταυτότητας του Βυζαντίου, υποστηρίζοντας ότι δήθεν, αυτή πρωτοεμφανίστηκε από το «πουθενά»(!) στον 13ο αιώνα…

Αντιθέτως, όλα τα τεκμήρια δείχνουν ότι η παρακάτω εθνοτικής φύσεως δήλωση του Μεσαρίτη, είναι προϊόν μιας μακράς προϊστορίας. Γι’ αυτό με τον πιο επίσημο τρόπο δηλώνεται εκ μέρους των Βυζαντινών ότι θεωρούν τον εαυτό τους κομμάτι εκείνων που πρόσφεραν την «γνώση των όντων» στον κόσμο, των αρχαίων Ελλήνων:

 

[Heisenberg August (ed.) «Neuen quellen...», τόμ. ΙΙ (Die Unionsverhandlungen ... 1206 Patriarchenwahl ... Nikaia 1208), Munchen 1923, σελ. 21]

 

            Αυτή η σχέση καταγωγής με τους αρχαίους Έλληνες οδηγεί σε μια εξαιρετικά σαφή επίσημη δήλωση εκ μέρους όλων των Βυζαντινών ότι το «Ρωμαίος» είναι απλά ένα παρωνύμιο το οποίο περιγράφει τους Βυζαντινούς που είναι «Έλληνες τω γένει»:

 

[Laurent V.-Darrouzes J., «Dossier grec de l'Union de Lyon (1273-1277)», Institut francais d' etudes byzantines, Paris 1976, σελ. 215]

 

Με τη συλλογική, εθνοτική αυτή δήλωση, αποκτά άλλη διάσταση η έκφραση αυτοσυνειδησίας του Θεόδωρου Μετοχίτη που δηλώνει «εμείς που έχουμε την ίδια καταγωγή και την ίδια γλώσσα [με τους Έλληνες] και είμαστε και διάδοχοι τους»:

 

[Ch. G. Muller-Th. Kiessling, «Theodori Metochitae, Miscellanea philosophica et historica», Leipzig 1821, σελ. 595]

 

Και ξέρουμε φυσικά πόσο πολλές είναι οι ανάλογες μαρτυρίες από τον 13ο αιώνα και μετά.

Κατά συνέπεια, οι παραπάνω ‘ημικές’ μαρτυρίες περί εθνοτικής/καταγωγικής σύνδεσης Βυζαντινών και αρχαίων Ελλήνων δένουν απόλυτα με τη γνώση του «Χρονικού του Μορέως» που μας βεβαιώνει ότι οι Βυζαντινοί φέρουν μεν το παρωνύμιο «ρωμαίοι», όμως όλοι γνωρίζουν ότι είναι Έλληνες στην καταγωγή και υπερήφανοι γι’ αυτό:

 

[Καλονάρος Πέτρος, «Το Χρονικόν του Μορέως», Αρχαίος Εκδοτικός Οίκος Δηκ. Δημητράκου ΑΕ, Αθήναι [χ.χ.], σελ. 36]

 

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οποιαδήποτε επίκληση του ονόματος «Ρωμαίος» από τους Βυζαντινούς είναι ένα παρωνύμιο που τα σημαινόμενά του δείχνουν Χριστιανούς, που αναγνωρίζουν ότι τους ανήκει η κληρονομιά της ρωμαϊκής αρχής ταυτόχρονα όμως, έχουν ουσιαστική σύνδεση πολιτισμικής κληρονομιάς ή/και καταγωγής με τους Γραικούς/Έλληνες. Από εκεί λοιπόν προέρχεται (και όχι από το πολύ… «διάβασμα») η ελληνική ταυτότητα που αναδύεται από τους βυζαντινούς όποτε υπάρχει κίνητρο.

Όπως έχουμε πει, θα αφιερώσουμε ένα ολόκληρο άρθρο με τις βασικές μαρτυρίες από τον 4ο έως τον 19ο αιώνα που συνδέουν το Βυζάντιο με τον ελληνισμό ακόμα και σε επίπεδο εθνοτικό.

 

9. Επίλογος και η απάτη με την δήθεν… «ρωμαϊκήν σοφίαν και παίδευσιν»! 

Μετά από τον καταιγισμό των τεκμηρίων που αποδεικνύουν την σύνδεση του ελληνισμού με το Βυζάντιο, νομίζουμε ότι τα τρία κείμενα του σμερδιάκωφ με τίτλο «Ο μύθος του Ελληνικού Πολιτισμού στο Βυζάντιο» έχουν πάει στα αζήτητα, ως φτηνή προπαγάνδα…

Κλείνοντας λοιπόν θα διαψεύσουμε άλλη μία λοβιτούρα του ανθρώπου αυτού, που προσπάθησε στηριγμένος σε ένα εδάφιο του Ατταλειάτη, να μας πει ότι στο Βυζάντιο υπήρξε δήθεν κάποια… «ρωμαϊκή κουλτούρα» εκτός ελληνισμού! Θαυμάστε:

 

Ιδού και το πλήρες εδάφιο του Ατταλειάτη:


 

Είναι απίστευτο πόσο αδίστακτος είναι ο σμερδιάκωφ και αυτό το βλέπουμε για πολλοστή φορά. Πάει με το ζόρι ν’ ανακαλύψει «ρωμαϊκό πολιτισμό άνευ ελληνισμού» στο Βυζάντιο που -πέρα από τον Χριστιανισμό- η πολιτισμική του κληρονομιά ήταν καθαρά ελληνική/γραικική!

Μόνο που ο σμερδιάκωφ υπολόγιζε χωρίς τον… ξενοδόχο και προσπάθησε να αποκρύψει ότι το εδάφιο του Ατταλειάτη έχει παράλληλο του στην πηγή που ονομάζεται «Συνεχιστής Ιωάννη Σκυλίτζη», η οποία μας εξηγεί σαφέστατα ότι καμία απολύτως… «ρωμαϊκή κουλτούρα» δεν υπάρχει στο Βυζάντιο! Αυτό που ο Ατταλειάτης ονομάζει «ρωμαϊκό» εξαιτίας της γνωστής παράδοσης του ονόματος, δεν είναι παρά ελληνικό:

 

Και για να μην μείνει η παραμικρή αμφιβολία για την απάτη που διέπραξε ο σμερδιάκωφ, εντοπίζουμε ακριβώς τα δύο παράλληλα εδάφια που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε ότι ο τίτλος «ρωμαϊκή σοφία και παίδευση» είναι απλώς ένα Βυζαντινό παρωνύμιο για την παιδεία των Ελλήνων:

Κάπου εδώ κλείνουμε το παρόν άρθρο.

Μην νομίσουν όμως οι αναγνώστες ότι τελειώσαμε με τον σμερδιάκωφ… Εξαιτίας και μόνο του προκλητικού θράσους του να κοροϊδεύει τον κόσμο κατά πρόσωπο χωρίς να διστάζει στην καταδολίευση των πηγών και της βιβλιογραφίας, θα συνεχίσουμε με κάθε άξια διάψευσης απάτη που υπάρχει στην ιστοσελίδα του και αφορά το Βυζάντιο.

Στο επόμενο άρθρο μας θα διαπιστώσουμε πόσα παραμύθια έχει γράψει για την δήθεν πάνω από… 150 χρόνια σλαβική «κατάκτηση» και «επικράτηση» των Σλάβων στα ελλαδικά εδάφη!


Σημειώσεις


[1] Όπως είπαμε στο εισαγωγικό μας άρθρο, η παραλλαγή που κάναμε στο παρωνύμιο του με την κατάληξη -ωφ ταιριάζει απόλυτα με τις φιλοσλαβικές και φιλοβουλγαρικές τάσεις που εμφανίζουν τα κείμενα του.

[2] «Οι γυναίκες, σχεδόν στο σύνολό τους, είναι αναλφάβητες» (Cavallo Guglielmo, «Η ανάγνωση στο Βυζάντιο», εκδ. Άγρα, Αθήνα 2008, σελ. 50).

Δημιουργία αρχείου: 8-7-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 8-7-2017.

ΕΠΑΝΩ