Ορθόδοξη
Ομάδα
Δογματικής Έρευνας Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο |
Τού Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΤΑ ΕΝΔΟΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΑ ΣΧΙΣΜΑΤΑ
Κεφάλαιο Α΄: Τα εσωτερικά σχίσματα τών Γ.Ο.Χ.
κδ΄. Το σχίσμα του Γρηγορίου (1995)
Το τρίτο ζηλωτικό σχίσμα του 1995 συνέβη στις τάξεις των Ματθαιικών. Συγκεκριμένα τον Μάιο του έτους αυτού199 πέντε από τους οκτώ αρχιερείς της Συνόδου του αρχιεπισκόπου Ανδρέου, με αρχηγό τον Μεσσηνίας Γρηγόριο, αποσχίσθηκαν και δημιούργησαν νέα, δική τους Σύνοδο. Πολύ σύντομα οι πέντε αρχιερείς «προέβησαν εις «καθαίρεσιν» των κανονικών Αρχιερέων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας, αλλά... και αυτών οι οποίοι εις το μέλλον θα χειροτονηθούν»200. τα επόμενα έτη δε αναθεμάτισαν τους Ανδρεϊκούς επισκόπους, μοναχούς και λαϊκούς, επειδή αποτελούσαν «Εκκλησιομάχον, θεομάχον, άθλιον, σκοτεινόν, ύπουλον, καταχθόνιον, σατανικόν μηχανισμόν, ο οποίος με σιωνιστικήν και εβραϊκήν τακτικήν ανεβίωσεν... την αίρεσιν της νεοεικονομαχίας»201.
Οι πέντε αρχιερείς πρόβαλλαν ως λόγο δημιουργίας του σχίσματός τους την απόρριψι από τους νεοεικονομάχους Ανδρεϊκούς ιερών εικόνων δυτικής (αναγεννησιακής) τεχνοτροπίας, όπως π.χ. «της συμβολικής εικόνος της αγίας Τριάδος με τον Άναρχον Πατέρα ως Παλαιόν των ημερών»202, «της εικόνος της Αναστάσεως του Χριστού από του Τάφου»203 και της Γεννήσεως του Χριστού χωρίς το λουτρόν και τις μαίες.
Κατά τους ισχυρισμούς των “εικονοφίλων” Ματθαιικών, οι «νεοεικονομάχοι» χαρακτήριζαν «ως αιρετικές τις εικόνες αυτές. Έφθασαν μάλιστα εις τα αδιάκριτα άκρα και τον φανατισμόν, ώστε την προσκύνησιν της συμβολικής εικόνος της Αγίας Τριάδος να την αποκαλούν «ειδωλολατρείαν»! την δε Παράδοσιν, σύμφωνα με την οποίαν προσκυνείται εδώ και χίλια έτη η εικόνα, την χαρακτηρίζουν ως αίρεσιν εις την εκκλησίαν και κατ' αυτούς πρέπει να πεταχθή!... Από την προσκύνησιν ή μη της εικόνος (της Αγίας Τριάδος) εξαρτάται κατ αυτούς η σωτηρία. Δηλαδή όσοι την προσκυνούν κολάζονται ως ειδωλολάτραι!»204.
Έτσι οι «νεοεικονομάχοι» έφθασαν στο σημείο να καίγουν, να καταστρέφουν ή να πετούν στην θάλασσα τις ανωτέρω εικόνες.
Οι Ανδρεϊκοί επίσκοποι αρνήθηκαν κατηγορηματικά τις κατηγορίες των πέντε αρχιερέων περί εικονομαχίας, τους οποίους χαρακτήρισαν ως «χειροτέρους πολεμίους» της Ορθοδοξίας, «αιρετικούς» και «βλασφήμους κατά της Αγίας Γραφής, κατά των Αγίων Πατέρων και κατά της ορθοδόξου παραδόσεως». Οι Ανδρεϊκοί ισχυρίσθηκαν ότι Εικονομάχοι είναι στην πραγματικότητα ο Γρηγόριος και οι ομόφρονές του, επειδή χαρακτηρίζουν ορισμένες εικόνες (π.χ. την φιλοξενία του Αβραάμ) ως «εβραϊκάς και αιρετικάς, εκείνους δε που δέχονται αυτάς ως ορθοδόξους, όπως απ' αρχής τας εδέχθη και τας παρέδωκεν η Εκκλησία του Χριστού, τους αναθεματίζουν ως “αιρετικούς” και “εικονομάχους”»205.
Κατά τους Ανδρεϊκούς, οι πέντε αρχιερείς αρνούνται επίσης την «ορθόδοξον παράδοσιν και υποστηρίζουν παπικάς θέσεις και απόψεις. Διότι την μεν ορθόδοξον Βυζαντινήν αγιογραφίαν προσβάλλουν και βλασφημούν υποστηρίζοντες ότι έχει εβραϊκάς, ειδωλολατρικάς και ασιατικάς ανατολικάς επιδράσεις και αποκαλούντες ωρισμένας εικόνας βυζαντινής τέχνης “αντίχριστα και γκατζουφικά κατασκευάσματα”, την δε τέχνην της αναγεννήσεως την θεωρούν ως την μοναδικήν και αυθεντικήν ορθόδοξον τέχνην, απειλούντες με αναθέματα, όσους τολμήσουν να δείξουν την εκτίμησίν των και την προσήλωσίν των εις την Βυζαντινήν αγιογραφικήν παράδοσιν και τέχνην»206.
Οι οπαδοί λοιπόν του Ανδρέου καταδίκασαν με σφοδρότητα «το αιρετικόν, αντίθεον και μεταστοιχειωτικόν της όλης Ορθοδοξίας “πιστεύω” των 5», τους οποίους χαρακτήρισαν «σχισματοαιρετικούς και Εκκλησιομάχους»207. Και τούτο «διότι η αντισυναγωγή των “πέντε” είναι μία διαρκής βλασφημία κατά της Εκκλησίας του Χριστού, του ιδίου του Χριστού, και του Παναγίου Πνεύματος, το Οποίον τα πάντα ενεργεί εν τη Εκκλησία. Τελικά το σχίσμα τούτο, αποτελεί την εσχάτην εκκλησιολογικήν και εκκλησιομαχικήν αίρεσιν, αλλά και βλασφημίαν κατά της Παναγίας Τριάδος, η οποία πληροί την Εκκλησίαν.
Με τας περί Εικονομαχίας πλάνας των υιοθέτησαν και εκήρυξαν αιρετικά φρονήματα, με τα οποία δεν κατέστησαν οι ίδιοι απλώς Εικονομάχοι, ανατρέψαντες ολόκληρον την Ζ΄ Αγίαν οικουμενικήν Σύνοδον, αλλ' έθιξαν και το Χριστολογικόν και Τριαδολογικόν δόγμα, ενώ δια τον σκοπόν της δήθεν “νεοεικονομαχίας”, περιέστρεψαν και παρερμήνευσαν Αγιογραφικάς Συνοδικάς και Πατερικάς δογματικάς διατυπώσεις»208.
Τέλος οι Ανδρεϊκοί υποστήριξαν, ότι οι πέντε αρχιερείς «εγκαταλειφθέντες υπό του Θεού και αλλοτριωθέντες εξήλθον της Εκκλησίας Του... Αυτοαπεβλήθησαν δε και απεκόπησαν εκ της Εκκλησίας ως νεκρά και σεσηπότα μέλη»209. Ως εκ τούτου τα μυστήριά τους, ως σχισματοαιρετικών, θα πρέπει να θεωρούνται άκυρα, άνευ δηλαδή της αγιαστικής Χάριτος210.
Αυτές είναι με λίγα λόγια οι θέσεις των δύο αντιπάλων, ματθαιικών παρατάξεων, μέσα από τις οποίες διαφαίνεται καθαρά το μεταξύ τους μίσος. Προκαλούν πράγματι μεγάλη εντύπωσι οι αφορμές που οι Γ.Ο.Χ αναζητούν προκειμένου να δημιουργήσουν σχίσματα, νέες Συνόδους και ιδίως νέους επισκόπους. Στην συγκεκριμένη περίπτωσι, όπως είδαμε, αφορμή του σχίσματος απετέλεσε η διαφωνία ως προς την εικονογραφία, την οποία οι Ματθαιικοί ωνόμασαν εσφαλμένα Εικονομαχία.
Οι Ματθαιικοί φυσικά δεν αγνοούν ότι τόσο η βυζαντινή όσο και η αναγεννησιακή τεχνοτροπία είναι σεβαστές στην Ορθόδοξο Εκκλησία, καθώς ιερές εικόνες και των δύο παραδόσεων κοσμούν επί αιώνας τους ναούς και τις μονές μας. Οι Ματθαιικοί γνωρίζουν επίσης ότι διαφωνίες ως προς το ζήτημα της εικονογραφίας υπήρχαν ανέκαθεν στην Εκκλησία. Δύο Τοπικές Σύνοδοι π.χ. Στην Μόσχα το 1554 και το 1666 εξέδωσαν εκ διαμέτρου αντίθετες αποφάσεις σχετικά με την εικονογράφησι του Ανάρχου Πατρός ως παλαιού των ημερών211.
Κατά τον ιη΄ αιώνα επίσης δύο μεγάλες μορφές της Ορθοδοξίας, οι άγιοι Μακάριος ο Πάτμιος και Νικόδημος ο Αγιορείτης εξέφραζαν εντελώς διαφορετικές γνώμες σχετικά με το ανωτέρω ζήτημα. Πράγματι, ο μεν πρώτος υποστήριζε ότι, σύμφωνα με την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, πρέπει «ο Χριστός να ζωγραφίζεται μόνον, και όχι ο Πατήρ, καθώς παραγγέλει και ο Δαμασκηνός»212. Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυριζόταν ότι από τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου «συμπεραίνεται ότι και ο άναρχος πατήρ πρέπει να ζωγραφίζεται καθώς εφάνη εις τον Προφήτην Δανιήλ ως παλαιός ημερών»213.
Παρά τις διαφορετικές τους απόψεις οι άγιοι Πατέρες δεν δημιούργησαν σχίσματα, δεν διαίρεσαν το σώμα της Εκκλησίας ούτε προσπάθησαν να χειροτονηθούν μητροπολίται ζηλωτικών ή ενισταμένων Συνόδων.
Αντιθέτως, με τις ανωτέρω ενέργειές τους οι Ματθαιικοί αποδεικνύουν περίτρανα ότι είναι ξένοι προς το πνεύμα της Ορθοδοξίας και των αγίων Πατέρων.
Θλιβερό, αλλά φυσικά αναμενόμενο, επακόλουθο αποτελεί η κατά το 2003 διάσπασις και των δύο ανωτέρω ματθαιικών παρατάξεων, με αποτέλεσμα οι Ματθαιικοί να είναι πλεόν χωρισμένοι σε τέσσερις ομάδες. Ο ηγέτης μάλιστα μιας από αυτές προέβη σε χειροτονίες αρχιερέων εντελώς μόνος του κατά το ανορθόδοξο πρότυπο του αποθανόντος αρχηγού τους Ματθαίου.
Στο άλλο σχίσμα214 πρωτοστατεί ο επίσκοπος Κήρυκος, ο οποίος κατηγορεί τον νέο αρχιεπίσκοπο Νικόλαο όχι ως «τυχαίο αιρετικό», αλλά ως «κατασκευάζοντα αιρέσεις» και κηρύσσοντα «πλείονα κακόδοξα φρονήματα»215. Ο Κήρυκος κατηγορεί επίσης τους επισκόπους της Συνόδου του Νικολάου για «Αντικανονικάς, Αντορθοδόξους, αδίκους και λοιπάς Ιεροσύλους ενεργείας»216, εξ αιτίας των οποίων οι εν λόγω επίσκοποι «συνεχώς αλλοτριώνονται και αποκόπτονται εκ του εκκλησιαστικού σώματος και τείνουν να παγιωθούν ως η χειροτέρα σχισματική παλαιοημερολογιτική παράταξις»217. Σύμφωνα δε με τελευταία κείμενα του γραμματέως του Κηρύκου, οι οπαδοί του Νικολάου χαρακτηρίζονται ως «η πλέον βλάσφημος και αιρετική - εκκλησιομάχος συμμορία υπό τον πρώτον βλάσφημον και αιρεσιάρχην ψευδαρχιεπίσκοπον Νικόλαον»218!
Κάθε ευσεβής πιστός είναι βέβαια φυσικό να αναρωτιέται: Πώς είναι δυνατόν να δεχθούμε ως Ορθοδόξους, αυτούς που χαρακτηρίζονται από τους ομόφρονάς τους ως «βλάσφημοι και αιρεσιάρχαι»;
Σημειώσεις:
199. Περιοδικό Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων, τεύχος 210, σελ. 140.
200. Περιοδικό Ορθόδοξος πνοή, τεύχος 130, σελ. 431-432.
201. Ένθ ανωτ. σελ. 437.
202. Χρυσοστόμου Κατουνακιώτου, Η σύγχρονη έριδα περί των ιερών εικόνων, σελ. 15.
203. Ένθ ανωτ. σελ. 147.
204. Ένθ ανωτ. σελ. 10-11.
205. Περιοδικό Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων, τεύχος 231, σελ. 93.
206. Ένθ ανωτ. σελ. 93-94.
207. Περιοδικό Ορθόδοξος πνοή, τεύχος 107, σελ. 125.
208. Ένθ ανωτ. Τεύχος 130, σελ. 433-434.
209. Περιοδικό Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων, τεύχος 231, σελ. 84.
210. Περιοδικό Ορθόδοξος πνοή, ένθ ανωτ.
211. Χρυσοστόμου Κατουνακιώτου, ένθ ανωτ. σελ. 85.
212. Ευαγγελική Σάλπιγξ, σελ. 324.
213. Πηδάλιον, σελ. 320.
214. Περιοδικό Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων, τεύχος 308, σελ. 63.
215. Περιοδικό Ορθόδοξος πνοή, τεύχος 147, σελ. 128.
216. Ένθ ανωτ. Τεύχος 142, σελ. 420.
217. Ένθ ανωτ. σελ. 427.
218. Ένθ ανωτ. Τεύχος 175, σελ. 176.
Δημιουργία αρχείου: 4-7-2013.
Τελευταία ενημέρωση: 10-7-2013.