Ο θεραπευτικός χαρακτήρας του δόγματος ως βάση του διαλόγου με άλλες ομολογίες * Δόγμα και εκκλησιαστική ζωή * Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με την σωτηρία του ανθρώπου;
Ο αντιαιρετικός και θεραπευτικός σκοπός του δόγματος Τα δόγματα είναι συνταγές σωτηρίας και όχι αυτοσκοπός τού π. Ι. Ρωμανίδη
Πηγή: Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη". Τόμος Α'. |
Προηγουμένως εντοπίσθηκε το γεγονός ότι τα δόγματα είναι διατύπωση της εμπειρίας των Αγίων και οδηγούν στην βίωση της αποκαλύψεως. Επομένως, είναι καταγραφή της εμπειρίας και οδηγός προς την εμπειρία. Αυτό δείχνει και τον σκοπό των δογμάτων που θα δούμε κατ' επέκταση στην ενότητα αυτή και δεν είναι άλλος από την αντιμετώπιση των αιρέσεων και την καθοδήγηση των πιστών. «Τα δόγματα της Εκκλησίας είναι τα αξιώματα που προέρχονται απ’ αυτήν την εμπειρία της καθάρσεως και του φωτισμού και της Θεώσεως. Επομένως τα δόγματα δεν είναι αποτελέσματα στοχασμών, όπως νομίζουν οι δυτικοί θεολόγοι, οι ιστορικοί των δογμάτων και οι ημέτεροι που τους ακολουθούν. Τα δόγματα δεν βγήκαν από στοχαστική προσπάθεια έξυπνων φιλοσοφούντων θεολόγων. Αλλά τα δόγματα είναι διατυπώσεις της διδασκαλίας της Εκκλησίας, τις οποίες έκαναν οι Πατέρες της Εκκλησίας για να την προφυλάξουν από αιρέσεις. Διότι κάθε φορά που έγινε διατύπωση δόγματος, η διατύπωση έγινε εναντίον μιας συγκεκριμένης αιρέσεως. Ουδέποτε η Εκκλησία συνήλθε για να διατύπωση δόγμα χάρη στην στοχαστική δεξιότητα των θεολόγων, οι οποίοι κάθονται στις έδρες των Πανεπιστημίων, για να στοχάζωνται φιλοσοφικώς, κοινωνιολογικώς κλπ. Ποτέ δεν έχει γίνει αυτό το πράγμα. Όλες οι Οικουμενικές και Τοπικές Σύνοδοι, οσάκις ασχολήθηκαν με διατύπωση δόγματος, ήσαν πάντοτε εναντίον μιας συγκεκριμένης αιρέσεως. Αυτή είναι η ιστορική ακρίβεια και πραγματικότητα. Εξ επόψεως πατερικής παραδόσεως η διατύπωση δόγματος εναντίον αιρέσεως ήταν έκφραση του μυστηριακού βιώματος της Εκκλησίας. Διότι η αίρεση ήταν εναντίον της ζωής της Εκκλησίας, δηλαδή ήταν κάτι αντίθετο προς την εμπειρία της Εκκλησίας. Δηλαδή αυτή η εμπειρία τι είναι; Είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Ό,τι συμφωνεί με αυτή την εμπειρία είναι η Ορθοδοξία». Οι Οικουμενικές Σύνοδοι συγκροτήθηκαν για να αντιμετωπίσουν την αίρεση και τους αιρετικούς, αλλά συγχρόνως και να κατηχήσουν τους πιστούς, για να προφυλαχθούν από την αίρεση, καθώς επίσης και για να θεραπεύσουν τους ανθρώπους, να αποκτήσουν αδιάλειπτη προσευχή και να φθάσουν στην θέωση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να δούμε την αξία των δογμάτων. «Το παράδοξο όμως είναι ότι εξ αιτίας της αρειανικής αιρέσεως -η αρειανική διδασκαλία ήταν τέτοια- που αναγκάστηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία να εισαγάγη νέα ορολογία στην δογματική διατύπωση, για να διατύπωση σωστά το δόγμα, ώστε να μη παρεκτρέπωνται οι Χριστιανοί σε αιρέσεις και διακινδυνεύη η σωτηρία τους». «Οι Άγιοι Πατέρες, εξ επόψεως θεραπείας, έψαχναν να βρούνε μία κοινή ορολογία. Ουσιαστικά, εξ επόψεως εσωτερικής δομής της Εκκλησίας, που σημαίνει κάθαρση, φωτισμός, θέωση, μυστηριακή ζωή κ.ο.κ., δεν χρειάζεται αυτή η διατύπωση, αλλά, η διατύπωση όμως χρειάζεται για κατηχητικούς λόγους, και για να φυλάσσωνται οι πιστοί από τους αιρετικούς, για να ξέρουν ποιοι είναι οι σωστοί διδάσκαλοι, για να μπορούν να τύχουν της θεραπείας, η οποία θεραπεία δεν υπήρχε στους αιρετικούς». Έτσι, φαίνεται ότι εκτός από την αντιμετώπιση των αιρετικών, η ορολογία συντελεί και στην θεραπεία των ανθρώπων -των πιστών- γι’ αυτό το «δόγμα είναι δογματική θεραπεία», δηλαδή έχει «θεραπευτική σημασία». Οπότε, τα κριτήρια της Ορθοδόξου θεολογίας «δεν είναι τυπικά δογματικά, αλλά θεραπευτικά». «Τώρα, το θεραπευτικό μέρος είναι το πιο σπουδαίο απ’ όλα, διότι εάν κανείς δεν περάση από την θεραπεία, το να δέχεται τα δόγματα, κατά τους Πατέρας, δεν έχει καμία σημασία. Διότι ο σκοπός των δογμάτων είναι να χρησιμοποιούνται ως φάρμακα για την θεραπεία του ανθρώπου. Λοιπόν, το δόγμα είναι ένα φάρμακο. Και το παράξενο είναι, όπως στην εμπειρία της Θεώσεως καταργείται ακόμα και η Αγία Γραφή μαζί με όλα τα νοήματα και τα ρήματα, έτσι και το δόγμα καταργείται στην εμπειρία της Θεώσεως. Το δόγμα τι είναι; Δεν είναι νόημα και ρήμα; Είναι ρήματα και νοήματα τα δόγματα. Δεν διαφέρουν από την Αγία Γραφή, και γενικά, από όλες τις σκέψεις που έχουμε περί Θεού. Και εδώ δημιουργείται ένα ολόκληρο θέμα, πώς τα δόγματα αναπτύχθηκαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία; Επειδή οι Πατέρες θέλουν να κατανοήσουν φιλοσοφικά την φύση ή τα δόγματα, αναπτύχθηκαν αρνητικά, εναντίον των αιρέσεων; Λοιπόν, αν πάρετε τα δόγματα και θα τα πάρουμε, εάν έχετε όρεξη να παρακολουθήσουμε όλο το θέμα από Σύνοδο σε Σύνοδο κλπ., θα δήτε ότι σε κάθε δογματοποίηση μιας διδασκαλίας της Εκκλησίας, η Εκκλησία το έκανε όχι προσπαθώντας να κατανόηση την πίστη, αλλά διώχνοντας από την Εκκλησία τους αιρετικούς, οι οποίοι παραποιούσαν την πίστη. Και το παράδοξο είναι ότι οι αιρετικοί ήταν εκείνοι που προσπαθούσαν φιλοσοφικά να κατανοήσουν την πίστη και όχι οι Πατέρες». Έπειτα, τα δόγματα προσανατολίζουν τον άνθρωπο σωστά προς την εμπειρία της Θεώσεως. «Μετά, πρέπει να ξέρη κανείς ποιος είναι ο σκοπός του δόγματος στην πατερική παράδοση. Είναι να βοηθήται ο άνθρωπος με τα νοήματα που έχει περί Θεού. Αυτά τα δογματικά νοήματα τον βοηθούν στην οδό της καθάρσεως και του φωτισμού. Και όταν φθάση στην θέωση, καταργείται βέβαια το δόγμα και έχει μπροστά του το μυστήριο της Αγίας Τριάδος». Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να δη το δόγμα έξω από την οδό προς τον φωτισμό και την θέωση. «Διατυπώνουμε δόγματα περί του Θεού, τα οποία δεν εκφράζουν τον Θεό, αλλά είναι οι δείκτες προς την φώτιση και θέωση. Οδηγός προς θέωση. Και αν βγουν τα δόγματα από τα πλαίσια της λατρείας και της ασκητικής είναι κουταμάρες. Βγάλτε το δόγμα της Αγίας Τριάδος από την λατρεία και την εμπειρία του φωτισμού και της Θεώσεως, εξ επόψεως λογικής, είναι μια μεγάλη κουταμάρα. Τίποτε δεν λέει. Φιλοσοφικώς δεν στέκεται καθόλου. Γιατί; Διότι οι Πατέρες δεν ξεκινούν από την σκέψη. Ξεκινούν από εκείνο το συγκεκριμένο Πρόσωπο, που ενεφανίσθη στους Προφήτες. Στην καιομένη βάτο εμφανίζεται ο Άγγελος, αυτός που λέγεται Θεός. Αυτός είναι ο Χριστός». Σε κάθε επιστήμη και σε κάθε κοινωνικό επίτευγμα πρέπει να εξετάζεται κατά πόσον έχει επιτυχία, κατά πόσον παράγει αποτελέσματα. Αυτό πρέπει να εξετάζεται και στα δόγματα της Εκκλησίας. Η επιτυχία των δογμάτων είναι να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. «Το κριτήριο της Ορθοδόξου θεολογίας τι είναι; Η επιτυχία. Τι να το κάνουμε το Ορθόδοξο δόγμα, όταν δεν οδηγή κανέναν στην κάθαρση και τον φωτισμό; Υπάρχουν ορισμένοι φανατισμένοι εδώ στην Ελλάδα, οι οποίοι ιδέα δεν έχουν για την κάθαρση και τον φωτισμό, οι οποίοι από το πρωί μέχρι το βράδυ γαβγίζουν σαν τα σκυλιά υπέρ του Ορθοδόξου δόγματος και κατά των αιρέσεων. Τι να τον κάνουμε αυτόν τον Ορθόδοξο; Είναι ένας στενοκέφαλος, ο οποίος δεν έχει ιδέα από θεραπεία. Οπότε, τι είναι το κριτήριο αυτού του ανθρώπου; Μπορώ να δεχθώ, ως κριτήριο απλώς μια τυφλή αφοσίωση στην Ορθοδοξία ή πρέπει να έχω ως κριτήριο την επιτυχία στην Ορθοδοξία; Και ποια είναι αυτή η επιτυχία, αν δεν είναι η κάθαρση κι ο φωτισμός;» Το ίδιο παρατηρείται όταν υπάρχουν άνθρωποι που είναι συντηρητικοί, δέχονται τα δόγματα, αλλά δεν τα θεωρούν ως θεραπευτικά μέσα, δεν βλέπουν την σχέση μεταξύ του δόγματος και της θεραπείας. Μάλιστα δε, κοινωνικοποιούν την αποκαλυπτική ζωή. «Έχουν εμφανισθή μερικοί σπουδαίοι θεολόγοι σήμερα στην Ελλάδα, επηρεασμένοι από τους ξένους, οι οποίοι προσπαθούν να μεταφράσουν το ευαγγελικό μήνυμα, τον Χριστιανισμό και την Ορθοδοξία ακόμα, σε κοινωνικό Χριστιανισμό, με κύρια μέριμνα την κοινωνική δράση. Μεταξύ αυτών των ανθρώπων υπάρχουν και τινές Ορθόδοξοι, οι οποίοι μένουν τυπικά στην παράδοση πιστοί. Δέχονται όλα τα δόγματα. Μερικές φορές είναι πάρα πολύ συντηρητικοί, αλλά τα δόγματα δεν τα βλέπουν πλέον ως θεραπευτικά μέσα, δεν έχουν πλέον καμιά σχέση τα δόγματα με την θεραπεία. Νομίζουν ότι τα δόγματα είναι να τα βάλλουμε σ' ένα ντουλάπι και να τα βγάζουμε κάποτε-κάποτε να τα προσκυνάμε, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, όταν εορτάζουμε καμιά Οικουμενική Σύνοδο ή κανέναν μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας. Τότε, βγάζουμε τα δόγματα, τα ξεσκονίζουμε, δηλαδή και τα εμφανίζουμε λειτουργικά. Η Εκκλησία έχει βέβαια ωραίες ακολουθίες και τα προσκυνάμε. Και μόλις τελειώσει η προσκύνηση, τότε τα ξαναβάζουμε πάλι στο ντουλάπι, για να μαζέψουν πάλι σκόνη, για να μπορούμε να τα ξαναβγάλουμε του χρόνου, να τα ξεσκονίσουμε πάλι, και πάλι να τα προσκυνήσουμε. Και δεν βλέπουν καμία σχέση μεταξύ δόγματος και θεραπείας, πού φθάσαμε μέχρι τέτοιου σημείου που κάποιος Αρχιεπίσκοπος, όχι της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε ένα συνέδριο, μάς είπε ότι ο Άρειος ήταν … άγιος άνθρωπος. Μείναμε με ανοικτό το στόμα. Είπε άγιος ήταν, αλλά είχε πέσει έξω στα δογματικά θέματα, αλλά ο ίδιος ήταν όμως άγιος. Και βέβαια, εταύτιζε την αγιότητα, με το ότι ήταν ενδεχομένως καλός άνθρωπος». Για να κατανοηθή ο σκοπός του δόγματος είναι αξιοπρόσεκτο το χωρίο του Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου «Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον». «Έχουμε τονίσει πολλές φορές, πως ο σκοπός των ρημάτων και νοημάτων στην Ορθόδοξη παράδοση, ουδέποτε είναι η λογική κατανόηση του δόγματος. Έχουμε τα ρήματα και νοήματα περί Θεού, περί Αγίας Τριάδος, ενσαρκώσεως κλπ. Ο σκοπός αυτών των ρημάτων δεν μπορεί να είναι η κατανόηση, εξ επόψεως λογικής κατανοήσεως. Δηλαδή τονίζουν οι Πατέρες ότι Θεόν νοήσαι αδυνατώτερον. Διότι, εφ’ όσον Θεόν νοήσαι αδυνατώτερον, τώρα το νόημα, δεν μπορεί να έχη σκοπόν την νόηση. Και φράσαι αδύνατον· οπότε, όταν δίνουμε έκφραση στον Θεό με τα ρήματα, δηλαδή αυτά τα ρήματα, είναι τα ρήματα τα οποία δεν μπορούν να φράσουν τον Θεόν. Οπότε Θεόν φράσαι αδύνατον, νοήσαι αδυνατώτερον. Εν όψει αυτού του ρητού του Γρηγορίου του Θεολόγου, τότε τι είναι ο σκοπός αυτών των ρημάτων και των νοημάτων; Γιατί νοήσαι και φράσαι; Νοήματα και ρήματα. Ο σκοπός δεν είναι η κατανόηση, εφ’ όσον ο Θεός υπερβαίνει την νόηση και την έκφραση των ανθρώπων. Αλλά ο σκοπός των ρημάτων και των νοημάτων είναι η ένωση με τον Θεό, ο Οποίος υπερβαίνει τα ρήματα και τα νοήματα. Η ίδια η ένωση». Αν ο άνθρωπος δεν βλέπη τα δόγματα μέσα από αυτήν την προοπτική, αν δεν αγωνίζεται να τα βιώση, τότε στην πραγματικότητα τα δόγματα δεν εκπληρώνουν τον σκοπό τους και γίνονται «αίρεση». «Πάντοτε η ορολογία πρέπει να φυλάττη την δυνατότητα καθάρσεως, φωτισμού κ.ο.κ. διότι χωρίς κάθαρση και φωτισμό, δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτή είναι η σωτηρία. Κάθαρση και φωτισμός. Τώρα νομίζουμε ότι σωτηρία είναι να πιστεύουμε τα Ορθόδοξα δόγματα. Και ομοιάζουμε με τους ειδωλολάτρες, που παίρνουμε τα δόγματα, τα βάζουμε στο ντουλάπι και καθόμαστε εκεί και κάνουμε μετάνοιες στα δόγματα, τα οποία δεν τα ζούμε. Το δόγμα δεν είναι να πιστευθή. Το δόγμα είναι να βιωθή. Γιατί το δόγμα, χωρίς βίωμα είναι αίρεση. Χειρότερη αίρεση είναι το να κάθωνται μερικοί στα γραφεία τους και να νομίζουν ότι μπορεί να κάνουν εμβάθυνση και να κάνουν σκέψεις μεγάλες γύρω από τα δογματικά θέματα. Αυτό είναι η πιο μεγάλη βλακεία. Μεθοδολογικά δεν στέκεται καθόλου. Μόνο ένας αφελής, ο οποίος δεν έχει ιδέα από επιστημονική μεθοδολογία, μπορεί να παραδέχεται τέτοια πράγματα». |
Δημιουργία αρχείου: 13-12-2014.
Τελευταία ενημέρωση: 2-10-2023.