Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Επιστροφή στην Κεντρική σελίδα

Πρακτικές Εκκλησίας

Ενορία και Ευχαριστία: Η Ορθόδοξη Εμπειρία στον Δυτικό Κόσμο // Η σχέση της ενοριακής προς την επισκοπική ευχαριστιακή ενότητα // Το γλυκό μυστήριο της Ενορίας // Η Ενορία ως εκκλησιαστική κοινότης

Εκκλησία και Ενορία

Αντιδράσεις στα σύγχρονα ενοριακά προβλήματα

Καθ. Ηλία Βουλγαράκη

 

Πηγή: "Ενορία προς μία νέα ανακάλυψή της" Εκδόσεις Ακρίτα. Σειρά: "Ορθόδοξη Μαρτυρία" Αρ. 37. Συλλογικός τόμος.

 

Όταν στην προηγούμενη παράγραφο κάνουμε λόγο για την ενορία και την εμπλοκή της στη διαδικασία των ραγδαίων εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών, από τα πράγματα μιλάμε για το πρόβλημα της συνάντησης κόσμου και Εκκλησίας, όπου με τη λέξη κόσμος νοείται περιληπτικά το γνωστό φαινόμενο της μεταλλαγής του. Κάτω από αυτή την προοπτική, η αντίδραση στο πρόβλημα που παρατηρείται, δεν περιορίζεται μόνο στο χώρο της ενορίας, αλλά ανάγεται περισσότερο σε επίπεδο Εκκλησίας

Η αντίδραση που εκδηλώθηκε από τα πρώτα κιόλας σκιρτήματα των διαφόρων νεολογισμών, τα οποία δημιουργούσαν προβλήματα αντικειμενικά και κυρίως υποκειμενικά στο χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας, διακρινόταν από μια στάση αρνητική απέναντι τους. Βλέποντας οι υπερασπιστές της Εκκλησίας τον κίνδυνο σε αυτόν τον ίδιο το νεωτερισμό ως τέτοιον και μη διερευνώντας τη γενεσιουργό αιτία που τον παρήγαγε, ώστε να εκτιμηθεί αξιολογικά το αποτέλεσμα, κατέφυγαν κατά κανόνα σε στείρα πολεμική. Έτσι από πολύ νωρίς καταγράφονται στο ενεργητικό των υπερασπιστών της Εκκλησίας απορρίψεις νεωτερισμών, άσχετα αν αργότερα πολλοί από αυτούς υιοθετήθηκαν. Θυμίζουμε πρόχειρα όσα κυρίως αφορούν τους ναούς και τους Ιερείς. Στη συνάφεια αυτή έχουμε την εισαγωγή του ηλεκτρικού φωτός στις Εκκλησίες, την οδήγηση αυτοκινήτων από Ιερείς, την από μέρους τους μείωση του μήκους της κόμης και του γενίου, τη μια κάποια ελευθεριότητα στην ενδυμασία τους. Την αλλαγή της εξωτερικής εμφάνισης των συζύγων των Πρεσβυτέρων, την ελευθεριότητα της ενδυμασιολογικής εμφάνισης του εκκλησιάσματος κ.λπ.

Η αρνητική αυτή στάση στους νεωτερισμούς οδήγησε πολλούς σε αναδίπλωση της κατηγορίας μιας ψυχολογικής κιβωτού, όπου, ενώπιον του κατά τη γνώμη τους επικείμενου κατακλυσμού, θα έβρισκαν προστασία.

Μια άλλη κατηγορία ευσεβών, ενώ βασικά διατηρούσαν μια κοσμόφοβη στάση, επιδίωξαν να δραστηριοποιηθούν ιεραποστολικά. Πιστεύοντας όμως ότι η επίσημη Εκκλησία δεν ανταποκρινόταν στο προφητικό τους ζώπυρο, προσπάθησαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να στηρίξουν πνευματικά το αποίμαντο ποίμνιο της Εκκλησίας. Οι πρωτοβουλίες τους αυτές, χωρίς να θελήσει κανείς να κρίνει προς οποιαδήποτε κατεύθυνση τις προθέσεις τους, οδήγησαν στη διαμόρφωση θρησκευτικών κέντρων έξω από τις κατά τόπους ενορίες. Άμεσο και συχνά μη συνειδητοποιημένο αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία κατά περίπτωση είδους κοινωνιολογικών ενοριών με το να τελούνται λειτουργίες για νέους, γονείς, εργαζόμενους, επιστήμονες κ.λπ. Οι νέες αυτές ενορίες συγκροτούνται από μέλη επίσημων ενοριών, με το να αγρεύονται από αυτές τα πιο συνειδητοποιημένα μέλη τους.

Ανάλογη στάση προς τους παρενοριακούς ζηλωτές τήρησε απέναντι στις ενορίες και η εκκλησιαστική Ιεραρχία. Οι περισσότεροι Επίσκοποι παραγνώριζαν την αλήθεια ότι η ενορία, το ζωτικό κύτταρο της Εκκλησίας, είναι αυτοτελές, και ως τέτοιο έχει τη δική του ζωή. Αποτέλεσμα της στάσης τους αυτής, ανεξάρτητα από συντρέχουσα κατά περίπτωση αγαθή σκοπιμότητα, ήταν η τακτική που εφάρμοσαν στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους με το να αναστείλουν τη λειτουργία δύο βασικών στοιχείων της οργάνωσης της ενορίας, που συνίστατο στο δικαίωμα της να εκλέγει τόσο τον Ιερέα της όσο και τα ενοριακά της συμβούλια. Η πράξη αυτή των Επισκόπων δεν έμεινε χωρίς συνέπειες για το πλήρωμα, εφόσον τούτο από νοικοκύρης στο σπίτι του μεταβλήθηκε, κατά τη γνώμη του σε επισκέπτη. Ο Ιερέας άρχισε να αντικρύζεται πια ως δημόσιος υπάλληλος και μάλιστα ιδιάζουσας μορφής, εφόσον με την έγκριση του κυκλοφορεί ο δίσκος και συγχρόνως διαπραγματεύεται ουσιαστικές υπηρεσίες που ανήκουν στα άμεσα καθήκοντα του, όπως και κυρίως την τέλεση των μυστηρίων.

Μια άλλη επέμβαση στην ενορία, που από την άποψη του ενεργούντος δεν είναι θελημένη, πολύ δε λιγότερο αναγκαστική, και που συγχρόνως τα αποτελέσματά της δεν έχουν εκτιμηθεί, προέρχεται από ζηλωτές Ιερείς ενοριών, οι οποίοι διακρίνονται από διάφορα χαρίσματα ένα από τα οποία μπορεί να είναι και το του πνευματικού καθοδηγητή. Οι Ιερείς αυτοί ασκούν καλοπροαίρετα μια πνευματικής μορφής παρ' ενορίαν επέμβασιν με το να συγκεντρώνουν στην ενορία τους περιστασιακά ή μόνιμα, μέλη άλλων ενοριών, που κατά κανόνα είναι τα πιο δυναμικά και συνειδητά, και τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στις δικές τους ενορίες, το λιγότερο για τη συγκράτηση μιας ενδεχόμενα σοβούσης διαδικασίας υποβάθμισής τους.

Όλα τούτα μαζί με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω επέτειναν την απροσωποποίηση τού ενορίτη και αποδυνάμωσαν τη σχέση του με την ενορία. Τα αποτελέσματα του γεγονότος αυτού ήσαν πολλαπλά και κατά περίπτωση διάφορα. Περιοριζόμαστε εδώ να αναφέρουμε τα κυριότερα. Ως πρώτο σημειώνουμε τη γενικότερη ποιοτική υποβάθμιση του εκκλησιάσματος. Ακολουθεί ως δεύτερο η μείωσή του. Ως τρίτο σημειώνουμε την αύξηση της ενδοτικότητάς του σε προτάσεις για σύνδεσή του με θρησκειακά ή αιρετικά κινήματα που λόγω του μικρού αριθμού οπαδών τους του δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι επανακτά το πρόσωπό του, το οποίο υποβαθμίστηκε στην πολυάριθμη και ανώνυμη ενορία του. Ως τέταρτο, που δεν μπορεί να θεωρηθεί σε τελική ανάλυση και σε όλες τις περιπτώσεις ως αρνητικό, είναι το να ενταχθεί ο απογοητευμένος ενορίτης σε Ορθόδοξα εξωενοριακά κινήματα ζηλωτών.

Δημιουργία αρχείου: 29-9-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 29-9-2014.