|
Η σταθερότητα τών Χριστιανικών δογμάτων και η αστάθεια τών αιρετικών διδασκαλιών * Η Ιερά Παράδοση και η Αποστολική Διαδοχή είναι εγγύηση τής ακεραιότητας τού Ευαγγελίου * Άλλαζαν οι απόστολοι το Ευαγγέλιο που κήρυτταν; * Η Ιερά Παράδοση ως πηγή πίστεως
Κατά Αιρέσεων Βιβλίο 5ο: Κεφ. 20. Η Εκκλησία ως στήριγμα τής αληθείας και οι αιρέσεις ως παράγοντας αστάθειας και πλάνης Αγίου Ειρηναίου τής Λυών (2ος - αρχές 3ου αιώνος).
Πηγή: "Έλεγχος και Ανατροπή τής Ψευδωνύμου Γνώσεως", βιβλίο 5ο, κεφάλαιο 20, σε μετάφραση αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη δ. Θ. Θεσσαλονίκη 1991. |
1. Όλοι αυτοί, λοιπόν, οι αιρετικοί είναι πολύ μεταγενέστεροι από τους επισκόπους, στους οποίους οι Απόστολοι παρέδωσαν τις Εκκλησίες. Και αυτό φροντίσαμε και το αποδείξαμε με κάθε ακρίβεια στο τρίτο βιβλίο.
Είναι, λοιπόν, αναγκασμένοι οι αιρετικοί, που είπαμε πριν, επειδή είναι τυφλοί έναντι της αληθείας, να παρεκκλίνουν και να βαδίζουν όλο και διαφορετική οδό. Και γι' αυτό σε όλα τα σημεία της διδασκαλίας τους είναι διασκορπισμένες ασυμφωνίες και ανακολουθίες. Η οδός όμως, των ανθρώπων της Εκκλησίας περιβάλλει όλο τον κόσμο, διότι έχει σίγουρη την Παράδοση από τους Αποστόλους. Μας δωρίζει, επίσης, το να βλέπουμε ότι μία και η αυτή είναι η πίστη όλων, διότι όλοι δέχονται εκ των προτέρων ένα και τον αυτό Θεό Πατέρα, πιστεύουν στην ίδια οικονομία της ενσαρκώσεως του Υιού του Θεού. Γνωρίζουν την ίδια δωρεά του Αγίου Πνεύματος, μελετούν τις ίδιες εντολές, διαφυλάσσουν το αυτό σχήμα της εκκλησιαστικής τάξεως, περιμένουν την ίδια έλευση του Κυρίου και προσδοκούν την ίδια σωτηρία όλου του ανθρώπου, δηλαδή, της ψυχής και του σώματος. Και της Εκκλησίας το κήρυγμα είναι αληθινό και σταθερό και σε αυτό φαίνεται ότι μία και η αυτή είναι η οδός της σωτηρίας για όλο τον κόσμο. Σε αυτήν εμπιστεύθηκε το φως του ο Θεός και γι' αυτό «η σοφία του Θεού», με την οποία σώζει όλους τους ανθρώπους, «εν εξόδοις υμνείται, εν δε πλατείαις παρρησίαν άγει· επ' άκρων τειχέων κηρύσσεται, επί δε πύλαις πόλεως θαρρούσα λέγει»1 Παντού η Εκκλησία κηρύσσει την αλήθεια. Και αυτή είναι η «επτάμυξος» λυχνία2 που φέρει το φως του Χριστού.
2. Όσοι, λοιπόν, εγκαταλείπουν το κήρυγμα της Εκκλησίας, κατηγορούν τους αγίους πρεσβυτέρους για απειρία, ενώ δεν βλέπουν πόσο ανώτερος είναι ο απλός θρησκευτικός άνθρωπος από τον βλάσφημο και αναιδή σοφιστή. Τέτοιοι είναι όλοι οι αιρετικοί και όσοι νομίζουν ότι βρίσκουν κάτι περισσότερο πέρα από την αλήθεια. Ακολουθούν αυτά που είπαμε πριν, με ποικίλους τρόπους και πολλές μορφές, και βαδίζουν εσφαλμένη οδό. Για τα ίδια πράγματα δεν έχουν πάντα τις ίδιες γνώμες και είναι σαν να οδηγούν οι τυφλοί τους τυφλούς. Δικαίως, λοιπόν, πέφτουν στον κρυμμένο λάκκο3 της αγνοίας, διότι πάντοτε ψάχνουν και ποτέ δεν βρίσκουν την αλήθεια4. Πρέπει, επομένως, να αποφεύγουμε τις ιδέες τους και να φυλαγόμαστε πιο πολύ, για να μη μας επηρεάζουν αυτοί, αλλά να καταφεύγουμε στην Εκκλησία και να ανατρεφόμαστε στον κόλπο της και να αυξάνουμε με τη Γραφή του Κυρίου. Διότι η Εκκλησία είναι ο παράδεισος που φυτεύθηκε σε αυτόν τον κόσμο. «Από παντός ξύλου του Παραδείσου βρώσει φαγή»5, λέγει το Πνεύμα του Θεού, δηλαδή, να τρώγετε από κάθε Γραφή του Κυρίου. Να μη τρώγετε, όμως, με επηρμένο φρόνημα ούτε να εγγίζετε τη διχογνωμία των αιρετικών. Οι ίδιοι ομολογούν ότι μόνοι τους έχουν γνώσι του καλού και του πονηρού6. Και επάνω από τον Θεό, που τους έκανε, υπερακοντίζουν τα δικά τους ασεβή φρονήματα. Φρονούν, λοιπόν, παραπάνω από ό,τι είναι το μέτρο της νοήσεως τους. Γι' αυτό και ο Απόστολος λέγει: «Μη υπερφρονείν παρά δει φρονείν, αλλά φρονείν εις το σωφρονείν»7- να μη φάγωμε, δηλαδή, τη γνώσι τους που φρονεί παραπάνω από ό,τι πρέπει, και έτσι πεταχθούμε από τον παράδεισο της ζωής, στον οποίο ο Κύριος εισάγει αυτούς που υπακούουν στην εντολή του «ανακεφαλαιώνων τα πάντα εν εαυτώ, τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης»8. Αλλά αυτά που είναι στον ουρανό είναι πνευματικά. Ενώ όσα είναι στη γη, απαρτίζουν την κατ' άνθρωπον οικονομία. Αυτά, λοιπόν, ανακεφαλαίωσε στον εαυτό του, ενώνοντας τον άνθρωπο με το πνεύμα και εγκαθιστώντας το Πνεύμα στον άνθρωπο. Ο ίδιος έγινε κεφαλή του Πνεύματος και έδωσε το πνεύμα για να είναι κεφαλή του ανθρώπου, διότι με εκείνο είδαμε και ακούσαμε και μιλήσαμε.
Σημειώσεις 1. Παροιμ. 1,20-21. 2. Έξοδος 25,31. 37· Ζαχ. 4,2. Τη φράση «επτάμυξος λυχνία» χρησιμοποιούν και οι: Δίδυμος Αλεξανδρεύς, De Trinitate, 2,14 (PG 39,7000), Επιφάνιος, Πανάριος, 75,6 (PG 42,509D) και ο Λεόντιος Βυζάντιος, Ομιλία εις την Μεσοπεντηκοστήν (PG 86,1992Α). 3. Ματθ. 15,14. 4. Β΄ Τιμόθ. 3,7. 5. Γένεσις 2,16. 6. Γένεσις 2,17. 7. Ρωμαίους 12,3. 8. Εφεσ. 1,10 |
Δημιουργία αρχείου: 20-2-2019.
Τελευταία μορφοποίηση: 20-2-2019.