Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας | Πατέρες και Ορθοδοξία |
Το Μυστήριο τού Χρίσματος: Σφραγίδα Πνεύματος Αγίου // Αναγέννηση εξ ύδατος και Πνεύματος // Το βάπτισμα τού Αγίου Πνεύματος στην Καινή Διαθήκη // Το Μυστήριο τού Χρίσματος: Το άγιο Μύρο και η ετοιμασία του
Περί τού Αγίου Πνεύματος δια Χρίσματος αγίου Μύρου Περί τής εν Χριστώ ζωής Λόγοι Επτά Αγίου Νικολάου Καβάσιλα Κείμενο - Μετάφραση
Αναδημοσίευση Αρχαίου κειμένου από: http://www.orthodoxfathers.com Πηγή Μετάφρασης: "Περί τής εν Χριστώ ζωής Λόγοι Επτά". Τού αγίου Νικολάου Καβάσιλα. Έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Α΄ Έκδοση. 1990. Απόσπασμα τού 3ου λόγου τού αγίου. |
Κείμενο PG 150: 569 B - 576 A |
Μετάφραση Λόγος 3ος: (σελ. 92-97): |
...Έπειτα και των ονομάτων κοινωνούσιν αλλήλοις, και χρίσμα μεν εκείνο, Πνεύματος δε κοινωνία τούτο· την τε γαρ των ιερέων χειροτονίαν οι θειότατοι των ιερέων χρίσιν καλούσι, και έμπαλιν ους το μυστήριον του μύρου τελούσι, κοινωνούς του Αγίου Πνεύματος είναι και εύχονται και πιστεύουσι. Και την τελετήν, ό τι ποτέ εστι, τοις τελουμένοις δεικνύντες πνευματικής δωρεάς Σφραγίδα καλούσι· τούτο γαρ επάδουσι χριομένοις. 3. Έτι δε και Χριστός αυτός ο Δεσπότης ου χεθέν τη κεφαλή δεξάμενος μύρον, αλλά δια το Πνεύμα το Άγιον, ότι της πνευματικής ενεργείας απάσης, της σαρκός ένεκα της αναληφθείσης, εγένετο θησαυρός. Και ου Χριστός μόνος, αλλά και χρίσμα· «Μύρον γαρ, φησίν, εκκενωθέν όνομά σοι», το μεν εξ αρχής, το δ’ ύστερον. Έως μεν γαρ ουκ ην, ω των αυτού μετέδωκεν αν ο Θεός, μύρον ην εφ’ εαυτού μένον· επεί δε η μακαρία συνέστη σαρξ η «της θεότητος άπαν το πλήρωμα» δεξαμένη, η φησίν Ιωάννης «ουκ εκ μέτρου δίδωσιν ο Θεός το Πνεύμα», πάντα δε τον φυσικόν ενέθηκε πλούτον, τηνικαύτα εις αυτήν εκκενωθέν ήδη το μύρον εικότως χρίσμα και εστι και λέγεται. Το γαρ μεταδοθήναι, τούτο ην αυτώ χρίσμά τε γενέσθαι και κενωθήναι. 4. Ου γαρ ήμειψε τόπον, ουδέ διείλε τείχος ουδ’ υπερέβη, αλλά το διείργον των ημετέρων αυτόν, όπερ αυτός αποδείξας, ουδέν αφήκε μέσον. Ανθρώπων γαρ ο Θεός ου τόπω διέφερεν, ό γε πάντα τόπον κατέχων, αλλά διαφορά διΐστατο, και η φύσις αυτήν αυτή του Θεού διείργε τω πάσιν οις είχε διαφέρειν, και προς αυτόν μηδέν κοινόν έχειν· ότι Θεός μεν αυτός μόνον, η δε φύσις άνθρωπος μόνον. 5. Επεί δε σαρξ εθεώθη, και φύσις ανθρώπων υπόστασιν αυτόν έλαχε τον Θεόν, το τειχίον μύρον υπήρξεν ήδη· και η διαφορά εκείνη χώραν ουκ έχει, της μιας υποστάσεως τούτο μεν ούσης, εκείνο δε γενομένης, η την διάστασιν της θεότητος και της ανθρωπότητος αναιρεί, κοινός όρος εκατέρας φύσεως ούσα, επεί των διεστώτων ουκ αν γένοιτο κοινός όρος. Καθάπερ τοίνυν, ει το αλάβαστρον μηχανή τινι γένοιτο μύρον και προς αυτό μετασταίη, ακοινώνητον ουκέτι τοις έξω το μύρον, ουδ’ ένδον ουδ’ εφ’ εαυτού μένον· τον ίσον τρόπον της ημετέρας φύσεως επί του σωτηρίου σώματος θεωθείσης, το διείργον από του Θεού το των ανθρώπων γένος ουδέν, όθεν και των αυτού μετέχειν χαρίτων εμποδών ημίν ουδέν ην πλήν της αμαρτίας. 6. Επεί δε διττόν ην το τείχος, το μεν της φύσεως, το δε της γνώμης πονηρία διαφθαρείσης, το μεν ανείλε σαρκωθείς ο Σωτήρ, το δε σταυρωθείς· την γαρ αμαρτίαν ο σταυρός έλυσε. Δια τούτο μετά το βάπτισμα τα του σταυρού δυνάμενον εκείνου και του θανάτου, επί το μύρον χωρούμεν την του Πνεύματος κοινωνίαν. Των γαρ κωλυμάτων αμφοτέρων ανηρημένων, το επισχήσον ουδέν «χεθήναι επί πάσαν σάρκα» το Πνεύμα το Άγιον· λέγω δε όσον επί του παρόντος έξεστι βίου. Προς γαρ την άμεσον μετά Θεού συναυλίαν και τρίτον ο θάνατος κώλυμα, και τους θνητόν φέροντας έτι σώμα «το αίνιγμα και το έσοπτρον» υπερβαίνειν ου συγχωρεί. 7. Ώστε τριχώς του Θεού τους ανθρώπους διϊσταμένους, δια την φύσιν, δια την αμαρτίαν, δια τον θάνατον, καθαρώς τυχείν και αμέσως αυτώ συνελθείν εποίησεν ο Σωτήρ, α προσίστατο πάντα εφεξής ανελών· τούτο μεν ανθρωπότητος μετασχών, εκείνο δε νεκρωθείς επί του σταυρού, το δε τελευταίον τείχος, την του θανάτου τυραννίδα, παντάπασι της φύσεως εξέβαλεν αναστάς. Δια τούτο Παύλος· «Έσχατος εχθρός, φησί, καταργείται ο θάνατος», ουχ αν εχθρόν αυτόν προσειπών, ει μη προς την αληθινήν ημίν ευδαιμονίαν εμποδών ην. Τους γαρ του αθανάτου Θεού κληρονόμους ανάγκη δη φθοράς απηλλάχθαι. «Ου γαρ η φθορά, φησί, την αφθαρσίαν κληρονομεί». Μετά γαρ την κοινήν των ανθρώπων ανάστασιν, ης αίτιον η του Σωτήρος ανάστασις, το μεν έσοπτρον υποχωρεί και το αίνιγμα, όψονται δε «πρόσωπον προς πρόσωπον» τον Θεόν οι γε «την καρδίαν κεκαθαρμένοι». 8. Το μεν ουν της τελετής έργον των ενεργειών του αγαθού Πνεύματος μεταδούναι· το μύρον δε αυτόν εισάγει τον Κύριον Ιησούν, εν ω πάσα μεν ανθρώποις η σωτηρία, πάσα δε ελπίς αγαθών, και όθεν μεν ημίν η του Αγίου Πνεύματος μετουσία, δι’ ου δε η προς τον Πατέρα προσαγωγή. Της γαρ των ανθρώπων αναπλάσεως κοινή μεν η Τριάς τεχνίτης, αυτουργός δε μόνος ο Λόγος, ουχ ότε διατριβών ανθρώποις εκοινώνησε μόνον και «προσηνέχθη, φησί Παύλος, εις το πολλών ανενεγκείν αμαρτίας», αλλ’ εξ εκείνου μέχρι παντός, έως την φύσιν έτι φέρει την ημετέραν, δι’ ην παράκλητον αυτόν έχομεν προς τον Θεόν· δι’ εαυτού μεν «καθαρίζει την συνείδησιν ημών από νεκρών έργων», δι’ εαυτού δε το Πνεύμα δίδωσι. 9. Τούτο το μυστήριον επί μεν των προτέρων χρόνων χαρίσματα ιαμάτων και προφητείας και γλωσσών και τοιαύτα τοις βαπτιζομένοις παρείχεν, α της υπερφυούς του Χριστού δυνάμεως ανθρώποις άπασιν απόδειξιν είχε προφανή· τούτων γαρ έδει τηνικαύτα, του χριστιανισμού πηγνυμένου και της ευσεβείας έτι καθισταμένης. Νυν δε και τοιαύτα μεν ενίοις εκείθεν υπήρξε, και εφ’ ημών, και επί των ολίγω προτέρων· και περί των μελλόντων είπον, και δαίμονας εξέβαλον και νόσων απήλλαξαν ευξάμενοι μόνον, και ου περιόντες έτι τω βίω μόνον, αλλ’ ήδη και τάφοι το ίσον εδυνήθησαν, της πνευματικής ενεργείας ουδέ νεκρών αφισταμένης των μακαρίων. 10. Α δε χριστιανοίς εκάστοτε προμνάται το μύρον, και ων καιρός άπας ο χρόνος, χάρισμα ευσεβείας και ευχής και αγάπης και σωφρονισμού και των άλλων, α τοις δεχομένοις αυτοίς εστίν εν καιρώ. Ει και τους πολλούς των χριστιανών ταυτί διαφεύγει, και όση τις εστίν η του μυστηρίου δύναμις λέληθε, και κατά το εν ταις Πράξεσιν ειρημένον· «ουδ’ ότι Πνεύμα Άγιόν εστιν έγνωσαν»- παρ’ αυτό μεν το τελείσθαι τω προ της ηλικίας του μυστηρίου τυγχάνειν των δώρων αναισθήτως διατεθέντες, επί δε της ηλικίας, εφ’ α μη δει τετραμμένοι και τον της ψυχής αποτυφλώσαντες οφθαλμόν -ως το γε αληθές το Πνεύμα κοινωνεί τοις τελουμένοις των εαυτού, «διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται»· και ουκ επέλιπεν ημάς ο Δεσπότης ευεργετών, οις επηγγείλατο συνείναι μέχρι παντός. 11. Ου γαρ η τελετή μάτην, αλλά καθάπερ άφεσιν αμαρτιών από του θεσπεσίου λουτρού, και της ιεράς τραπέζης Χριστού κομιζόμεθα σώμα, και ουκ αν παύσαιτο ταύτα μέχρις αν αυτός φανερώς η τούτων υπόθεσις επιστή· τον ίσον τρόπον και του θειοτάτου μύρου χριστιανούς απολαύειν α προσήκε και των δωρεών του Αγίου Πνεύματος μετέχειν πάσα ανάγκη. Που γαρ ακόλουθον, των ιερών τελετών τας μεν ενεργούς είναι, της δε μηδέν όφελος είναι, και περί μεν εκείνων κατά Παύλον ηγείσθαι «τον επαγγειλάμενον είναι πιστόν», περί δε ταύτης αμφιγνοείν; Δέον η μηδεμιάς η και των άλλων τα ίσα καταψηφίζεσθαι, της αυτής δυνάμεως δια πασών ενεργούσης και μιας σφαγής ενός αμνού και ταυτού θανάτου και αίματος την τελείωσιν απάσαις παρεχομένων. 12. Δίδοται τοίνυν αληθώς το Πνεύμα το Άγιον, τοις μεν ίνα τους άλλους ευ ποιήσαι δυνηθώσι και, η φησί Παύλος, «Εκκλησίαν οικοδομήσαι», περί του μέλλοντος ειπόντες, η μυστήρια διδάξαντες, η νόσων απαλλάξαντες λόγω· τοις δε όπως αυτοί γένωνται βελτίους, ευσεβεία λάμψαντες ή σωφροσύνης ή αγάπης ή ταπεινοφροσύνης υπερβολή...
|
...Χρίση ονομάζεται η χειροτονία και κοινωνία Πνεύματος, το Χρίσμα. Οι αγιώτατοι δηλαδή Ιερείς και τη χειροτονία των Ιερέων ονομάζουν χρίση, και αντίστροφα, γι' αυτούς που μυούν στο Μυστήριο του Μύρου εύχονται να είναι και πιστεύουν ότι είναι κοινωνοί του Αγίου Πνεύματος. Και δείχνοντας τι ακριβώς είναι για τους χρισμένους η τελετή, την ονομάζουν «σφραγίδα δωρεάς Πνεύματος Αγίου». Αυτό μάλιστα ψάλλουν κατά τη χρίση. Αλλά και ο ίδιος ο Δεσπότης είναι Χριστός, όχι επειδή δέχθηκε μύρο που χύθηκε στην κεφαλή, αλλά για το Άγιο Πνεύμα. Γιατί έγινε ταμείο όλης της πνευματικής ενεργείας με τη σάρκα που προσέλαβε. Και δεν είναι μόνο Χριστός, αλλά και Χρίσμα. «Μύρον εκκενωθέν», λέει η Γραφή, «όνομά σοι»1. Μύρο ήταν εξαρχής. Κενώθηκε αργότερα. Έως ότου δηλαδή δεν υπήρχε εκείνο στο οποίο θα μετέδιδε ο Θεός από τον εαυτό Του, ήταν Μύρο περιορισμένο. Όταν όμως συστήθηκε η μακάρια σάρκα που δέχθηκε όλο το πλήρωμα της θεότητος2 — στην οποία, όπως λέει ο Ιωάννης3, δεν έδωσε με μέτρο ο Θεός το Πνεύμα, αλλά μετάγγισε όλο τον πλούτο της φύσεώς Του — τότε, αφού το Μύρο κενώθηκε πια σ' αυτή, δίκαια και είναι και ονομάζεται Χρίσμα. Η μετάδοση σήμαινε γι' Αυτόν πως έγινε και Χρίσμα και κενώθηκε. Δεν άλλαξε τόπο ούτε διέσχισε ή υπερπήδησε τείχος, αλλά το τείχος που Τον χώριζε από μάς και που ο Ίδιος είχε συστήσει, το κατήργησε τελείως. Ο Θεός δεν διέφερε από τους ανθρώπους κατά τον τόπο, αφού κατέχει κάθε τόπο, αλλά εξαιτίας της αντιθέσεως που υπήρχε. Η ίδια η φύση μας έμενε χωρισμένη από τον Θεό, επειδή διέφερε κατά πάντα από Αυτόν και δεν είχε τίποτε κοινό μαζί Του, αφού Αυτός ήταν μόνο Θεός και η φύση μας μόνο άνθρωπος. Αλλά όταν η σάρκα θεώθηκε και η ανθρώπινη φύση έλαβε ως υπόσταση τον Ίδιο τον Θεό, το τείχος έγινε πλέον μύρο. Και η αντίθεση εκείνη δεν έχει θέση, αφού η μία υπόσταση, που ήταν μόνο το ένα, έγινε και το άλλο. Αυτή καταργεί το διαχωρισμό της θεότητος και ανθρωπότητος ως κοινός όρος των δύο φύσεων, γιατί σε πράγματα που διίστανται κοινός όρος δεν μπορεί να υπάρξει. Όπως, αν ένα αλαβάστρινο μυροδοχείο μεταβαλλόταν με κάποιο τρόπο σε μύρο, δεν θα μπορούσε να μη μεταδοθεί έξω το μύρο ούτε να μείνει μέσα και περιορισμένο, έτσι και αφότου θεώθηκε η φύση μας στο σωτήριο σώμα, τίποτε δεν χωρίζει το ανθρώπινο γένος από τον Θεό. Γι' αυτό τίποτε δεν μας εμπόδιζε εκτός από την αμαρτία να συμμετέχουμε στα χαρίσματά Του. Αλλά, επειδή το τείχος ήταν διπλό, η διαφορετική φύση και η διεφθαρμένη από την κακία θέληση, ο Σωτήρας κατήργησε το ένα με τη σάρκωσή Του και το άλλο με τη σταύρωσή Του. Γιατί ο Σταυρός κατέλυσε την αμαρτία. Γι' αυτό μετά το Βάπτισμα, που έχει τη δύναμη εκείνου του Σταυρού και του θανάτου, προχωρούμε προς το Μύρο, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Όταν αρθούν και τα δύο εμπόδια, τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει το Άγιο Πνεύμα να χυθεί «επί πάσαν σάρκα»4, εννοώ βέβαια όσο είναι δυνατό σε τούτη τη ζωή. Γιατί για την άμεση κοινωνία με τον Θεό υπάρχει και τρίτο εμπόδιο, ο θάνατος. Αυτός δεν επιτρέπει, όσο φέρουμε ακόμη θνητό σώμα, να υπερβούμε το «αίνιγμα» και το «έσοπτρο»5. Στους ανθρώπους λοιπόν που ήταν για τρεις αιτίες χωρισμένοι από τον Θεό, για τη φύση, την αμαρτία και το θάνατο, ο Σωτήρας έδωσε τη δυνατότητα να Τον συναντήσουν άμεσα και να ενωθούν τέλεια μαζί Του, καταργώντας διαδοχικά όλα τα εμπόδια. Το ένα με την ενανθρώπηση Του, το άλλο με το θάνατό Του στο Σταυρό και το τελευταίο εμπόδιο, την τυραννία του θανάτου, απέβαλε τελείως από τη φύση με την ανάστασή Του. Γι' αυτό λέει ο Παύλος: «Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος»6. Δεν θα τον ονόμαζε εχθρό, αν δεν μας εμπόδιζε από την αληθινή μακαριότητα. Οι κληρονόμοι του αθανάτου Θεού είναι ανάγκη να έχουν απαλλαγή από τη φθορά. «Η φθορά», λέει, «δεν κληρονομεί την αφθαρσία»7. Μετά την κοινή ανάσταση των ανθρώπων, που αίτιό της είναι η ανάσταση του Σωτήρος, θα υποχώρηση το «έσοπτρο» και το «αίνιγμα» και θα δουν τον Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο «οι καθαροί τη καρδία»8. Έργο λοιπόν του Μυστηρίου αυτού είναι η μετάδοση των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος. Το Μύρο εισάγει τον ίδιο τον Κύριο Ιησού, στον οποίο εναπόκειται όλη η σωτηρία των ανθρώπων και κάθε ελπίδα αγαθών, από τον οποίο έχουμε την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και με τον οποίο οδηγούμαστε στον Πατέρα9. Γιατί, ενώ από κοινού η αγία Τριάς πραγματοποιεί την ανάπλαση των ανθρώπων, αυτουργός είναι μόνος ο Λόγος. Όχι μόνο όταν συμμετείχε στη ζωή των ανθρώπων και «προσφέρθηκε να σηκώσει», καθώς λέει ο Παύλος, «τις αμαρτίες των πολλών»10, αλλά από τότε και μέχρι της συντέλειας, εφόσον πάντοτε φέρει τη φύση μας, εξαιτίας της οποίας Τον έχουμε Μεσίτη προς τον Θεό. Αυτός «καθαρίζει την συνείδησιν ημών από νεκρών έργων»11 και Αυτός παρέχει το Άγιο Πνεύμα. Αυτό το Μυστήριο κατά τα πρώτα χρόνια χορηγούσε στους βαπτιζομένους χαρίσματα ιαμάτων, προφητείας, γλωσσολαλιάς και άλλα, που ήταν για όλους τους ανθρώπους καταφανής απόδειξη της υπερφυούς δυνάμεως του Χριστού. Γιατί αυτά ήταν αναγκαία τότε που ο Χριστιανισμός θεμελιωνόταν και η πίστη καταρτιζόταν. Και τώρα δόθηκαν από το Μυστήριο αυτό σε μερικούς τέτοια χαρίσματα, και στην εποχή μας και λίγο παλαιότερα, και προφήτευσαν για τα μέλλοντα και έδιωξαν δαιμόνια και θεράπευσαν ασθένειες μόνο με την προσευχή τους. Όχι μόνο όταν βρίσκονταν ακόμη στη ζωή, αλλά και οι τάφοι τους είχαν την ίδια δύναμη. Γιατί η πνευματική ενέργεια δεν απομακρύνεται από τους μακάριους ούτε όταν πεθάνουν. Αυτά όμως που χορηγεί στους Χριστιανούς πάντοτε το Χρίσμα και για τα οποία είναι κατάλληλη κάθε εποχή, είναι το χάρισμα της πίστεως, της προσευχής, της αγάπης, της σωφροσύνης και τα άλλα που προσφέρονται πάντοτε σε όσους τα δέχονται. Ωστόσο και αυτά διαφεύγουν τους περισσοτέρους Χριστιανούς, ώστε αγνοούν πόση είναι η δύναμη του Μυστηρίου. Έτσι, όπως αναφέρεται στις Πράξεις, «ουδ' ότι Πνεύμα Άγιόν εστίν έγνωσαν»12. Από τη μια, γιατί μετείχαν στην τέλεση του Μυστηρίου κατά τη νηπιακή ηλικία και δεν είχαν επίγνωση των χαρισμάτων. Από την άλλη, γιατί όταν μεγάλωσαν, στράφηκαν σε ανεπίτρεπτα και αποτύφλωσαν τα μάτια της ψυχής. Στην πραγματικότητα όμως το Άγιο Πνεύμα μεταδίδει τα χαρίσματά Του στους χρισμένους, «διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται»13, και ο Δεσπότης δεν έπαυσε να μας ευεργετεί, αφού υποσχέθηκε ότι θα είναι για πάντα μαζί μας. Η τελετή λοιπόν δεν είναι μάταιη, αλλά όπως από το θείο λουτρό λαμβάνουμε άφεση αμαρτιών και από την ιερή Τράπεζα Σώμα Χριστού, και δεν θα εκλείψουν αυτά μέχρι να παρουσιασθεί φανερά Αυτός που είναι ο θεμελιωτής τους, έτσι και από το πανάγιο Μύρο είναι απαραίτητο να λαμβάνουν οι Χριστιανοί όσα προσφέρει και να μετέχουν στις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Γιατί, πώς είναι λογικό από τα ιερά Μυστήρια άλλα να ενεργούν και αυτό να μην παρέχη καμιά ωφέλεια; ή για τ' άλλα να θεωρήται «πιστός ο επαγγειλάμενος»14, κατά τον Παύλο, και γι' αυτό ν' αμφισβητείται; Πρέπει ή για κανένα να μη δεχθούμε αυτό ή για όλα να παραδεχθούμε το ίδιο, αφού η ίδια δύναμη ενεργεί μέσα απ' όλα, και η μία σφαγή του ενός αμνού, ο αυτός θάνατος, το αυτό αίμα παρέχουν σε όλα την τελείωση. Μεταδίδεται λοιπόν πραγματικά το Άγιο Πνεύμα. Σε ορισμένους, για να μπορέσουν να ωφελήσουν τους άλλους και να οικοδομήσουν, όπως λέει ο Παύλος15, την Εκκλησία προφητεύοντας για τα μέλλοντα ή διδάσκοντας τα μυστήρια του Θεού ή θεραπεύοντας ασθένειες με το λόγο τους. Σε άλλους, για να γίνουν οι ίδιοι καλύτεροι διαλάμποντας με την πίστη ή με πλούτο σωφροσύνης ή αγάπης ή ταπεινοφροσύνης... |
Σημειώσεις: 1. Άσμα 1,3. 2. Κολοσσαείς 1,19. 3. Ιωάννης 3,34. 4. Πράξεις 2,17. 5. Α' Κορινθίους 13,12. 6. Α' Κορινθίους 15,26. 7. Α' Κορινθίους 15,50. |
8. Ματθαίος 5,8. 9. Παράβαλλε Ρωμαίους 5,2. 10. Βλέπε Εβραίους 9,28. 11. Εβραίους 9,14. 12. Πράξεις 19,2. 13. Α' Κορινθίους 12,11. 14. Βλέπε Εβραίους 10,23. 11,11. 15. Βλέπε Α' Κορινθίους 14,5. |
Δημιουργία αρχείου: 12-12-2012.
Τελευταία ενημέρωση: 12-12-2012.