Απάντηση στις συκοφαντίες τού Νεοπαγανισμού |
Αγία Γραφή (Αντιπαγανιστικά), Αγία Γραφή (ΟΟΔΕ) |
Σπίτι από την εποχή του Ιησού ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στη Ναζαρέτ * Εξωχριστινικές μαρτυρίες για τον Χριστό * Η ιστορική μαρτυρία τού Τάκιτου για τον Χριστό, από τον Β΄ μ.Χ. αιώνα * Η ερμηνεία τής Αγίας Γραφής * Η αξιοπιστία τής Αγίας Γραφής * Αξιοπιστία Αποστολικών μαρτυριών * Η αμφισβήτηση των αφηγήσεων στην Καινή Διαθήκη * Η ιστορική μαρτυρία τού Απουλήιου για τον Χριστό, από τον Β΄ μ.Χ. αιώνα * Μπορεί να αμφισβητηθεί πλέον η ιστορικότητα του Ιησού;
Υπήρξε η Ναζαρέτ ή πρόκειται για εφεύρεση των ευαγγελιστών; Επιμέλεια Θ. Ι. Ρηγινιώτης |
Ένα ζήτημα που θέτουν εδώ και κάμποσα χρόνια ορισμένοι ερευνητές, ζητώντας απάντηση από τους χριστιανούς, είναι η ιστορικότητα της Ναζαρέτ, της πόλης στην οποία, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά, συνέβη ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και όπου, ως γνωστόν, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ανατράφηκε ο Ιησούς Χριστός.
Το ζήτημα προκλήθηκε από την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς των αρχαίων συγγραφέων στη Ναζαρέτ, εκτός από τους ευαγγελιστές (στα τέσσερα Ευαγγέλια και στις Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. 10, στ. 38). Έτσι, οι ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι η Ναζαρέτ δεν υπήρξε, αλλά είναι εφεύρημα των ευαγγελιστών, ενώ ο χαρακτηρισμός του Ιησού Χριστού ως «Ναζωραίου» δεν παραπέμπει στον τόπο καταγωγής Του αλλά σημαίνει ότι ανήκε στη θρησκευτική τάξη των ναζιραίων, δηλαδή Εβραίων αφιερωμένων στο Θεό. Βλ. π.χ. στην Παλαιά Διαθήκη, Κριταί, 13, 5, «ότι ναζίρ Θεού έσται το παιδάριον από της κοιλίας» (εννοεί το Σαμψών), όπου αναλύεται διεξοδικά ο τρόπος της αφιέρωσης των ναζιραίων. Βλ. επίσης Θρήνοι Ιερεμίου, κεφ. 4, στ. 7-8: «Εκαθαριώθησαν Ναζιραίοι αυτής υπέρ χιόνα, έλαμψαν υπέρ γάλα, επυρώθησαν υπέρ λίθους σαπφείρου το απόσπασμα αυτών. Εσκότασεν υπέρ ασβόλην το είδος αυτών, ουκ επεγνώσθησαν εν ταις εξόδοις· επάγη δέρμα αυτών επί τα οστέα αυτών, εξηράνθησαν, εγενήθησαν ώσπερ ξύλον». Επίσης, Α΄ Μακκαβαίων 3, 49: «και ήνεγκαν τα ιμάτια της ιερωσύνης και τα πρωτογενήματα και τας δεκάτας και ήγειραν τους ναζιραίους, οί επλήρωσαν τας ημέρας». Οι ευαγγελιστές – ισχυρίζονται οι ενδιαφερόμενοι – αγνοούσαν την έννοια της λέξης ναζιραίος και υπέθεσαν ότι είναι προσδιορισμός καταγωγής, οπότε επινόησαν μια φανταστική πόλη με το όνομα Ναζαρέτ για να τον δικαιολογήσουν. Ο Γεώργιος Γρατσέας γράφει περί του θέματος(1): «Φρονούν τινές, εν οις και ο Bultmann (Jesus, Berlin 1926, σ. 27) ότι ο Ιησούς εκλήθη Ναζωραίος λόγω προελεύσεως εξ ομωνύμου ιουδαϊκής “αιρέσεως” και ουχί λόγω καταγωγής, διότι, δήθεν, πόλις υπό το όνομα Ναζαρέτ δεν υπήρχεν εν Παλαιστίνη μέχρι της ενάρξεως της δράσεώς του. Εις επιστήριξιν της υποθέσεως ταύτης προσάγεται ως επιχείρημα ότι η Ναζαρέτ δεν αναφέρεται ούτε εις την Παλαιάν Διαθήκην, ούτε εις τα έργα του Ιωσήπου. Το ως άνω επιχείρημα δεν φαίνεται σοβαρόν, διότι, κατ’ αντιστοιχίαν, και άλλαι πόλεις της Παλαιστίνης δεν θα έπρεπε να θεωρηθούν υπάρχουσαι έως τότε. Το επιχείρημα δεν ευσταθεί και διά τον λόγον ότι ούτε η Π. Διαθήκη, ούτε ο Ιώσηπος αναφέρουν όλας τας μέχρις ημών γνωστάς πόλεις της Παλαιστίνης. Επί πλέον πολλαί εξ αυτών, μνημονευόμεναι υφ’ ενός μόνον συγγραφέως, δεν είναι άλλως γνωσταί εις ημάς. Ως ευστόχως παρατηρεί ο M. Goguel, εκ των 220 περίπου πόλεων και χωρίων των υπό του Ιωσήπου αναφερομένων μικρόν μόνον αριθμόν γνωρίζομεν (Jean – Baptiste, Au seui de l’ Evangile, Paris 1928, σ. 237)». Πριν εξετάσουμε διεξοδικότερα το θέμα, πρέπει να πούμε ότι προφανώς εκείνοι που υποστηρίζουν την ανυπαρξία της Ναζαρέτ κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης έχουν ξεπεράσει το άλλο «πρόβλημα», αυτό της ιστορικότητας του ίδιου του Ιησού Χριστού, εφόσον, για να πιστεύουν ότι προϋπήρχε γι’ Αυτόν ο χαρακτηρισμός ναζιραίος και στη συνέχεια οι ευαγγελιστές προσπάθησαν ανεπιτυχώς να τον ερμηνεύσουν, προφανώς αποδέχονται ότι ο Ιησούς είναι ιστορικό πρόσωπο.
1. Ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν ναζιραίος Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε όλες τις πλευρές του θέματος. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των ναζιραίων ήταν ότι δεν έκοβαν τα μαλλιά τους και δεν έπιναν οίνο, ούτε καν έτρωγαν σταφύλια ή σταφίδες, είτε για ορισμένο χρονικό διάστημα είτε εφ’ όρου ζωής(2). Ο Κύριος είναι φανερό ότι δεν έκοβε τα μαλλιά του (το βλέπουμε στις ορθόδοξες απεικονίσεις Του), όμως δεν απείχε του οίνου, γι’ αυτό και, όπως ο Ίδιος είπε, οι αντίπαλοί Του διέδιδαν γι’ Αυτόν ότι είναι «φάγος και οινοπότης»: «ήλθεν ο υιός του ανθρώπου εσθίων και πίνων, και λέγουσιν· ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης, τελωνών φίλος και αμαρτωλών» (Ματθ. 11, 19). Σχετική με το θέμα είναι και η τέλεση της θείας κοινωνίας με άρτο και οίνο, τόσο στο μυστικό δείπνο από τον Ίδιο τον Κύριο, όσο και από όλες τις χριστιανικές κοινότητες στη συνέχεια. Συνεπώς, ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν ναζιραίος. Χριστιανοί που έφεραν χαρακτηριστικά ναζιραίων υπήρχαν, με γνωστότερο όλων τον άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο(3), ενώ βλ. και την περίπτωση του αγίου Ακύλα, συνεργάτη του αποστόλου Παύλου, στις Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. 18, στ. 18 (αναφέρεται ότι έκοψε τα μαλλιά του, έχοντας σχετική ευχή, πράγμα που αρμόζει στους ναζιραίους – βλ. Κοντογόνης, στην παραπάνω σημ. 2). Πλην όμως πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις Ιουδαίων χριστιανών, που διατηρούσαν αυτό το έθιμο, και δεν έχουμε καμία απολύτως ένδειξη ότι «όλοι οι χριστιανοί» ή έστω η πλειοψηφία τους ήταν ή συμπεριφέρονταν ως ναζιραίοι. Το ζήτημα όμως είναι ότι ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν ναζιραίος, άρα δεν υπάρχει περίπτωση να χαρακτηριζόταν έτσι και μάλιστα αυτός ο χαρακτηρισμός να έλαβε τόσο μεγάλες διαστάσεις.
2. Ναζαρέτ και αρχαιολογία Δεν είναι ακριβές ότι οι μόνες αναφορές που έχουμε για τη Ναζαρέτ προέρχονται από τα Ευαγγέλια. Είναι αρκετά γνωστό πλέον ότι στην Καισάρεια της Παλαιστίνης (Caesaria Maritima) ανακαλύφθηκε επιγραφή του 1ου αιώνα μ.Χ., που αφορά στην εγκατάσταση μιας εβραϊκής ιερατικής οικογένειας στη Ναζαρέτ(4). Όμως, εκτός από αυτό, στην περιοχή της σημερινής Ναζαρέτ εδώ και χρόνια έχουν εντοπιστεί «αρκετοί τάφοι» της ρωμαϊκής εποχής (δηλ. της εποχής του Χριστού), ενώ το 2009 η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως και ένα σπίτι, που χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ. Βρέθηκαν επίσης αποθηκευτικοί χώροι και δεξαμενές. Ιδίως η εύρεση «αρκετών τάφων» μαρτυρεί και την ύπαρξη αρκετών οικογενειών στην περιοχή από την εποχή του Ιησού Χριστού(5). Όλα αυτά τεκμηριώνουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η περιοχή ήταν κατοικημένη την εποχή που μας ενδιαφέρει. Μια αντίρρηση της «απέναντι όχθης» είναι ότι στην περιοχή της σημερινής Ναζαρέτ (η οποία αναμφίβολα εκατοικείτο στα χρόνια του Χριστού και ερημώθηκε αργότερα, ίσως κατά τον Ιουδαϊκό Πόλεμο το 70 μ.Χ.) δεν υπάρχει γκρεμός, παρά μόνο σε απόσταση 2,5 χλμ. από το σημείο όπου τοποθετείται η εβραϊκή συναγωγή, ενώ το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφ. 4, στ. 16-30, γράφει ότι οι Ναζαρηνοί, έξαλλοι με την εξήγηση της προφητείας του προφ. Ησαΐα, κεφ. 61, 1-2, από τον Ιησού Χριστό (ο οποίος την ερμήνευσε ως αναφερόμενη στον εαυτό Του) και κυρίως από την άρνησή Του να θαυματουργήσει μπροστά τους, Τον έβγαλαν έξω από την πόλη και προσπάθησαν να Τον θανατώσουν γκρεμίζοντάς Τον από «την οφρύν του όρους», στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη τους. Άρα, λένε, η σημερινή Ναζαρέτ δεν ταυτίζεται με την πόλη που εννοούν τα Ευαγγέλια. Όμως πρέπει να πούμε ότι τα 2,5 χλμ. δεν είναι απαγορευτική απόσταση για το επεισόδιο αυτό, τις λεπτομέρειες του οποίου αγνοούμε (π.χ. «πάντες» οι κάτοικοι της Ναζαρέτ εξοργίστηκαν, αλλά όλοι συμμετείχαν στην απόπειρα φόνου ή μόνον ορισμένοι «εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως»; μήπως ήθελαν να Τον πετάξουν εκεί για να μη βρεθεί αμέσως ή να μην είναι ορατή η πράξη τους και κατηγορηθούν για φόνο; μήπως είχε κάποια ιδιαίτερη σημασία εκείνος ο γκρεμός γι’ αυτούς και ήθελαν να Τον πετάξουν ειδικά εκεί; μήπως ήταν κάποια πλαγιά όπου συνήθιζαν να γκρεμίζουν γέρικα υποζύγια π.χ. και έτσι θα εξομοίωναν το Χριστό μ’ αυτά;), είναι δε γνωστό ότι «όρη» στην Αγία Γραφή χαρακτηρίζονται και τα απλά υψώματα, δεδομένου ότι τα κανονικά όρη είναι κάτι σπάνιο στην Παλαιστίνη.
3. Πρώιμες χριστιανικές αναφορές στη Ναζαρέτ – Η μαρτυρία του αγίου Κόνωνος Τα παρακάτω, αφού τα επαληθεύσαμε στην Patrologia Greaca, τ. 20, τα παραθέτουμε όπως αναφέρονται στη σχετική μελέτη του Ανώνυμου Απολογητή (βλ. σημείωση 3 του παρόντος): «Ακόμη και ο Ιουδαιο-χριστιανός ιστορικός Ηγήσιππος (τέλος του 2ου αιώνα) μαρτυρεί αυτούς τους πλησίον εις τους συγγενείς του Κυρίου όταν μιλά για ένα διωγμό των Χριστιανών από τον αυτοκράτορα Δομητιανό (81 - 96 μ.Χ.) και αυτά τα γραπτά σημειώνονται από τον Ευσέβιο (4ος αιώνας μ.Χ.) στην εκκλησιαστική του Ιστορία (ΙΙΙ, 19.20, 1-6). Ο Ιούλιος ο Αφρικανός (250 μ.Χ.) αναφέρει πως οι ακόλουθοι του Ιησού ήταν ζηλωτές στο να κρατούν ζωντανή την μνήμη των πατέρων τους (ένα εδάφιο σημειωμένο από τον Ευσέβιο εις την εκκλησιαστική ιστορία του Ι,7, 13-14). Κατά την διάρκεια του διωγμού της Μικράς Ασίας του αυτοκράτορα Δεκίου (249 - 251) ένας χριστιανός μάρτυρας, ο Κώνων, οδηγήθηκε σε δίκη και διαμαρτύρεται εις τον δικαστή: «Είμαι από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, είμαι ακόλουθος του Ιησού εις τον οποίο δίδω λατρεία από την εποχή των προπατόρων μου». Τα απόκρυφα γραπτά επίσης μεγαλύνουν αυτή την άποψη του πλησίον εις τους συγγενείς του Κυρίου. Συγκεντρώνουν τις προφορικές παραδόσεις της πρώτης Εκκλησίας, για την οικογένεια του Ιησού, ιδίως για τα παιδικά του χρόνια, την καθημερινή ζωή της Μαρίας και του Ιωσήφ με τον Ιησού ανάμεσά τους. Εξαιτίας της Ναζαρέτ «ο Χριστός ονομάσθηκε Ναζωραίος και από τον οποίο, εμείς που σήμερα ονομαζόμαστε Χριστιανοί, άλλοτε μας ονόμασαν Ναζωραίους» (Ευσέβιος της Καισαρείας, αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ.)». Ο Ευσέβιος, στην Εκκλησιαστική Ιστορία Ι, 7, συγκεκριμένα γράφει για τη διάσωση των γενεαλογικών καταλόγων της οικογένειας του Ιησού από τους κατά σάρκα συγγενείς του: «Από τε Ναζάρων και Κωχαβά, κωμών Ιουδαϊκών, τη λοιπή γη επιφοιτήσαντες, και την προειρημένην γενεαλογίαν εκ μνήμης εκ τε της βίβλου των Ημερών εις όσον εξικνούντο, εξηγησάμενοι» (PG 20, 97 – ολόκληρο το έργο του Ευσεβίου βλ. στη σημείωση 6).
4. Ναζαρέτ και λογική Εκτός από τα παραπάνω, καλό είναι να αναλογιστούμε και τα επόμενα: Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης είναι γραμμένα τον 1ο αιώνα μ.Χ. και όχι… τον 4ο αιώνα, όπως διατείνονται ορισμένοι, προφανώς μπερδεμένοι από τη Σύνοδο της Λαοδίκειας και την επιστολή 39 του Μ. Αθανασίου, που περιέχουν δύο από τους πρώτους πλήρεις καταλόγους (κανόνες) των βιβλίων της Αγίας Γραφής (εδώ). Η χρονολόγησή τους στον 1ο αιώνα είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς τεκμηριώνεται από τις αναφορές των συγγραφέων του 2ου αι. μ.Χ. σε αυτά (μάλιστα η αρχαιότερη χριστιανική λίστα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης ανήκει στον άγιο Ειρηναίο της Λυών και συντάχθηκε γύρω στο 170 μ.Χ., ως απάντηση στον ελλιπή κανόνα της Καινής Διαθήκης, που είχε ήδη συντάξει ο αιρετικός Μαρκίων, που απέρριπτε την ανθρώπινη φύση του Χριστού), ενώ από τον 3ο αιώνα μ.Χ. έχουμε πλέον πάμπολλες αναφορές και παραθέματα από την Καινή Διαθήκη. Επίσης, έχουμε πολλά τεμάχια παπύρων, που φτάνουν ως και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. με κομμάτια βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Λεπτομέρειες, εδώ. Τα Ευαγγέλια κατά Μάρκον, Ματθαίον και Λουκάν μάλιστα είναι φανερό ότι είχαν γραφτεί μέχρι περίπου το 60 μ.Χ., όπως φανερώνουν οι Πράξεις των Αποστόλων. Οι Πράξεις, που είναι ακριβής συνέχεια του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, σταματούν απότομα να διηγούνται τις περιπέτειες των πρώτων χριστιανών την περίοδο που ο απόστολος Παύλος είναι αιχμάλωτος στη Ρώμη και περιμένει να δικαστεί. Δεν αναφέρουν ούτε την έκβαση της δίκης, ούτε βέβαια και τα συγκλονιστικά γεγονότα που ακολούθησαν με το διωγμό του Νέρωνα, περί το 65 μ.Χ., το μαρτύριο του αγίου Ιάκωβου του Αδελφόθεου (62 μ.Χ.) και των αποστόλων Πέτρου, Παύλου και Ανδρέα, ούτε και την άλωση της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Συνεπώς, οι Πράξεις γράφτηκαν γύρω στο 60 μ.Χ. Άρα τα τρία «συνοπτικά Ευαγγέλια» είχαν γραφτεί νωρίτερα, αφού το κατά Μάρκον και το κατά Ματθαίον είναι πηγές για το κατά Λουκάν. Δε μιλάμε λοιπόν για κείμενα που απέχουν αιώνες, αλλά μόνον ελάχιστες δεκαετίες, από τα γεγονότα που αφηγούνται. Συνεπώς: Οι ευαγγελιστές δεν είναι δυνατόν να αγνοούσαν την ύπαρξη των ναζιραίων και να μπερδεύτηκαν με τη σημασία της λέξης Ναζωραίος. Ιδιαίτερα ο ευαγγελιστής Ματθαίος, που συνέταξε το «πιο ιουδαϊκό ευαγγέλιο» (αρχικά σε «εβραϊκή διάλεκτο», όπως γράφει ο Παπίας Ιεραπόλεως το 2ο αι. μ.Χ.) απευθυνόμενος στους ίδιους τους ομοεθνείς του Ιουδαίους, δεν θα διέπραττε ποτέ τέτοιο σφάλμα. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι αγνοούσαν τη σημασία της λέξης ναζιραίος (πράγμα αδύνατον, όπως είπαμε, αφού ήταν άνθρωποι της ίδιας εποχής – ή μήπως ούτε την… Παλαιά Διαθήκη δεν είχαν διαβάσει, αποσπάσματα της οποίας παραθέτουν τόσες φορές;), δεν είναι λογικό να μη φρόντισαν να πληροφορηθούν τη σημασία της, ρωτώντας έστω έναν… περαστικό, αλλά να προτίμησαν να… επινοήσουν μια φανταστική πόλη, με την κοινωνία και τη γεωγραφία της, να αφηγηθούν και φανταστικά επεισόδια μέσα σ’ αυτήν και να εφεύρουν ακόμη και προφητεία και παροιμία που να την αναφέρει (Ματθ. 2, 23, Ιω. 1, 47)! Μια τέτοια επινόηση δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή από τους αναγνώστες τους. Αντίθετα, θα είχε αντιμετωπιστεί με καταιγισμό χλευασμών! Εξίσου αδύνατον είναι να αγνοούσαν οι ευαγγελιστές τον πραγματικό τόπο καταγωγής και ανατροφής του Ιησού Χριστού. Κατ’ αρχάς, ο ευαγγελιστής Ματθαίος ήταν μαθητής του Χριστού, ενώ ο Ιωάννης, εκτός από μαθητής Του, ήταν και γιος της αγίας Σαλώμης της μυροφόρου, που, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν μία από τις αδελφές του Χριστού – δηλαδή από τα παιδιά του αγίου Ιωσήφ του Μνήστορος, με την πρώτη σύζυγό του, ονόματι επίσης Σαλώμη (όνομα σύνηθες στον εβραϊκό λαό, το οποίο σημαίνει Ειρήνη), η οποία είχε πεθάνει πριν νυμφευθεί (κατά το νόμο) τη Θεοτόκο(7). Επίσης, ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και οι λοιποί αδελφοί του Κυρίου ζούσαν ακόμη και ήταν δραστήριοι όταν γράφτηκαν τα Ευαγγέλια, ο δε άγιος Σίμων ο Αδελφόθεος, ο μακροβιότερος όλων, έζησε καθ’ όλο το μήκος του 1ου αιώνα μ.Χ. Αυτοί οι άνθρωποι, γνωστοί σε όλους την εποχή εκείνη (ο Ιάκωβος χαρακτηριζόταν «ο Δίκαιος» και λιθοβολήθηκε από τον εβραϊκό όχλο το 62 μ.Χ., όπως είπαμε – αναφέρεται σε αυτόν ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος και από αυτόν αντλεί ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος), προφανώς είχαν τον ίδιο τόπο καταγωγής με το Χριστό. Δεν υπήρχε λοιπόν κάποιο μυστήριο γύρω από την καταγωγή Του, ώστε να χρειάζεται (ή να μπορεί να σταθεί στην κοινωνία) η επινόηση μιας καταγωγής από ανύπαρκτη πόλη. Σημειωτέον ότι όλες οι άλλες περιοχές που αναφέρονται στα Ευαγγέλια είναι με βεβαιότητα ιστορικές. Το ίδιο αποδεικνύονται και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη (αρχιερείς, στρατιωτικοί διοικητές, κυβερνήτες κ.λ.π.), καθώς και τα λοιπά ιστορικά γεγονότα, όπως η περίφημη απογραφή, εξαιτίας της οποίας ο άγιος Ιωσήφ με τη Θεοτόκο κατέβηκαν από τη Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ(8). Πώς οι τόσο ακριβείς στις πληροφορίες τους ευαγγελιστές θα διέπρατταν τόσο μεγάλο ατόπημα για τον τόπο καταγωγής και ανατροφής του Ιησού Χριστού και, αντί να γράψουν απλά την πραγματική Του πόλη, θα επινοούσαν μια φανταστική ασήμαντη πόλη, με κακή φήμη, κατοικημένη από άπιστους, εχθρικούς και επιθετικούς ανθρώπους, για να την παρουσιάσουν ως τόπο καταγωγής της Θεοτόκου και ανατροφής του Ιησού; Εξάλλου, αν ο Ιησούς Χριστός δεν είχε μεγαλώσει στη Ναζαρέτ, τότε προφανώς είχε μεγαλώσει κάπου αλλού. Πώς και δεν καταγράφεται ούτε μία περίπτωση όπου κάποιος να παρουσίασε τον πραγματικό τόπο καταγωγής Του (κάποιος πραγματικός συμπολίτης ή συγχωριανός Του π.χ.);
5. Ναζαρέτ και αρχαίοι συγγραφείς Τέλος, θα πρέπει να λάβουμε πολύ σοβαρά υπ' όψιν ότι κανείς αρχαίος συγγραφέας, από τους αντιπάλους του χριστιανισμού, δεν έθεσε στα αρχαία χρόνια θέμα ιστορικότητας της Ναζαρέτ. Αν η Ναζαρέτ αποτελούσε εφεύρημα των ευαγγελιστών, πώς και δεν το αναφέρει κανείς από εκείνους που προσπάθησαν να αναιρέσουν το χριστιανισμό τους πρώτους αιώνες μ.Χ., όταν ήταν πολύ γνωστή η πραγματικότητα, ιδίως στους Ιουδαίους και σ’ εκείνους που είχαν κάποια επαφή με το ιουδαϊκό στοιχείο; Πώς και δε γράφει τίποτε το εβραϊκό Ταλμούδ, που αναφέρει τον Ιησού Χριστό και Τον κατηγορεί ως κοινό απατεώνα (εδώ); Πώς και δε γράφουν τίποτε ο Κέλσος, ο νεοπλατωνικός Πορφύριος ή ο σατιρικός Λουκιανός, στα έργα τους εναντίον των χριστιανών; Πώς δεν γράφουν τίποτε οι Αποστολικές Διαταγές, που αναλύουν διεξοδικά (ιδίως στο Βιβλίο 6, Περί Σχισμάτων) τα σφάλματα και την απιστία των Ιουδαίων; Ο Κέλσος – όπως και οι λοιποί – γνωρίζει τα Ευαγγέλια (βλ. Ωριγένους Κατά Κέλσου, PG 11, 725ΑΒ: «παραθέμενον αυτόν πολλά από του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου…». Βλ. και PG 11, 832, για το κατά Ιωάννην κ.ο.κ.), όμως, συσσωρεύοντας λοιδορίες κατά του Ιησού, «ονειδίζει δ’ αυτώ και επί τω εκ κώμης αυτόν γεγονέναι Ιουδαϊκής, και από γυναικός εγχωρίου και πενιχράς και χερνήτιδος» (Ωριγένης, στο ίδιο, PG 11, 713Β), επιχειρεί ανασκευή των ευαγγελικών διηγήσεων, αλλά τίποτα δεν λέει περί πλαστής Ναζαρέτ, διότι ο Ωριγένης θα το αντέκρουε, όπως όλα τα επιχειρήματά του. Το βιβλίο του Κέλσου "Αληθής Λόγος" ήταν σε χρήση την εποχή εκείνη, γι’ αυτό ο Ωριγένης αναλαμβάνει την αντίκρουση, όχι από μόνος του, αλλά μετά από αίτημα κάποιου Αμβρόσιου, προς τον οποίο απευθύνεται το έργο, όπως φαίνεται στο προοίμιο (PG 11, 644A). Άρα το περιεχόμενό του ήταν γνωστό στο σύνολό του. Αλλά περί Ναζαρέτ ουδείς λόγος. Πώς και δεν αναφέρει τίποτε ο άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυρας στο εξαντλητικό έργο του Διάλογος προς Τρύφωνα Ιουδαίον, όπως θα έπρεπε να κάνει αν οποιοσδήποτε Ιουδαίος είχε θέσει θέμα ανυπαρξίας της Ναζαρέτ; Μάλιστα ο άγιος Ιουστίνος αναφέρει τη Ναζαρέτ ως αρχικό τόπο κατοικίας του αγίου Ιωσήφ και της Θεοτόκου, από τον οποίο μετακινήθηκαν στη Βηθλεέμ για την απογραφή, αναφέρει και την προσκύνηση των Μάγων και τη σφαγή των νηπίων (παράγραφος 78 του Διαλόγου), και ο Τρύφων, που προβάλλει έντονα επιχειρήματα και αντιρρήσεις σε κάθε βήμα, ειδικά σε αυτά τίποτε δε λέει. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ο διάλογος είναι φανταστικός, αν οι Ιουδαίοι είχαν θέσει θέμα, ο άγιος Ιουστίνος θα το αντιμετώπιζε. Πώς και δεν έγραψαν τίποτε οι σχισματικοί Ιουδαιοχριστιανοί και οι ιουδαΐζοντες γνωστικοί, που είχαν δικές τους ιερές γραφές, γνώριζαν (ιδίως οι πρώτοι) πολύ καλά τι ήταν οι ναζιραίοι, και, αν είχαν θέσει θέμα στα κείμενά τους, θα το είχαν αντιμετωπίσει οι χριστιανοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το γνωστικισμό και τις αρχαίες αιρέσεις, όπως ο άγιος Ειρηναίος της Λυών, ο άγιος Ιππόλυτος, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο άγιος Επιφάνιος Σαλαμίνος της Κύπρου κ.ά.; Οι Ιουδαιοχριστιανοί είχαν έναν επιπλέον λόγο να ενδιαφέρονται για το ζήτημα: αναγνώριζαν ως πνευματικό τους ηγέτη τον άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, ο οποίος μάλιστα, όπως αναφέραμε, περιγράφεται ως ναζιραίος. Πώς λοιπόν δεν ενδιαφέρθηκαν να υπερασπιστούν την αληθινή καταγωγή του «αρχηγού» τους και να εξηγήσουν το όποιο υποτιθέμενο μπέρδεμα με την ιδιότητά του ως αφιερωμένου στο Θεό; Πώς ο ίδιος ο άγιος Ιάκωβος δεν αντέδρασε σχετικά με τον αληθινό τόπο καταγωγής του; Και, αν εκείνοι αντέδρασαν, πώς δεν βλέπουμε ούτε μία γραμμή σε κανένα αρχαίο συγγραφέα που να διασώζει το γεγονός; Πώς και δε γράφει τίποτε κανείς απολογητής ή άλλος συγγραφέας του 2ου και 3ου αι. μ.Χ., όπως π.χ. ο Τερτυλλιανός, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (που προαναφέραμε) ή ο Ωριγένης, που θα είχαν απαντήσει αν κάποιος είχε θέσει το σχετικό ζήτημα; Ο Ωριγένης αναφέρεται στη Ναζαρέτ (ως Νάζαρα) στα ερμηνευτικά του στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, σχολιάζει τη σχετική αναφορά του κατά Λουκάν (PG 17, 317-318), ομοίως και ο Ευσέβιος (PG 20, 97), όπως ήδη είπαμε, ωστόσο, παρά τον απολογητικό χαρακτήρα των συγγραφών τους, και οι δύο δεν αναφέρουν πουθενά ότι αμφισβητήθηκε από κανένα η ύπαρξη της Ναζαρέτ. Πώς και δε γράφει τίποτε ο Σαμαρείτης Θαλλός (εδώ), που προσπάθησε να αποδείξει ότι το σκότος κατά τη σταύρωση του Ιησού ήταν κοινή έκλειψη Ηλίου και στον οποίο απαντά ο Σέξτος Ιούλιος Αφρικανός, χωρίς όμως να γράφει τίποτε περί Ναζαρέτ; Πώς και δεν άκουσε τίποτε ούτε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, που αποκαλούσε τους χριστιανούς Ναζωραίους (όπως τους αποκάλεσε και ο Εβραίος αρχιερέας Ανανίας, καταφερόμενος κατά του αποστόλου Παύλου, τον οποίο χαρακτηρίζει «πρωτοστάτην τε της των Ναζωραίων αιρέσεως», Πράξ. 24, 5 – εννοεί τους χριστιανούς, διότι οι ναζιραίοι σε καμία περίπτωση δεν αποτελούσαν αίρεση και υπήρχαν ακόμη εκείνη την εποχή, ο δε αρχιερέας ασφαλώς μπορούσε να τους ξεχωρίζει); Ο Ιουλιανός είχε σχέση με το ιουδαϊκό στοιχείο και θα έπρεπε να το γνωρίζει, αν είχε τεθεί ζήτημα από τους Εβραίους για την υποτιθέμενη «ανυπαρξία» της Ναζαρέτ. Πώς και δεν άκουσε τίποτε ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, που θα το ανέφερε οπωσδήποτε, αν είχε τεθεί θέμα, στις διάσημες ομιλίες του Κατά Ιουδαίων; Όλα αυτά σημαίνουν ότι κανείς πολέμιος του χριστιανισμού στην αρχαιότητα δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητα της πόλης, όπου σύμφωνα με τα Ευαγγέλια μεγάλωσε ο Χριστός.
Σημειώσεις 1. Γεωργ. Γρατσέας, «Ναζαρέτ», λήμμα στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, έκδ. Αθαν. Μαρτίνου, Αθήναι 1966, τόμ. 9, στήλη 291. 2. Λεπτομέρειες για τον τρόπο ζωής και τη θρησκευτικότητα των ναζιραίων μπορείτε να διαβάσετε στο Εγχειρίδιον Εβραϊκής Αρχαιολογίας του καθηγητή Κωνσταντίνου Κοντογόνη, εν Αθήναις 1844, σελ. 144-146, τις οποίες μπορείτε να δείτε εδώ. 3. Για τον άγιο Ιάκωβο ο Ευσέβιος γράφει, με πηγή τον Ηγήσσιπο: «ούτος δε εκ κοιλίας μητρός αυτού άγιος ην, οίνον και σίκερα ουκ έπιεν ουδε έμψυχον έφαγεν, ξυρόν επί την κεφαλήν αυτού ουκ ανέβη, έλαιον ουκ ηλείψατο, και βαλανείω ουκ εχρήσατο» (βλ. Εκκλ. Ιστορία, ΙΙ, ΚΓ΄, 4-18). Βλ. το κείμενο στην παραπομπή 5 του παρόντος. 4. «Παρά τον εξελληνισμό γενικά της περιοχής και την πιθανότητα το ότι τα ελληνικά ήταν γνωστά σε πολλούς ανθρώπους, είναι πιθανό το ότι η Ναζαρέτ έμεινε μια συντηρητική Ιουδαϊκή πόλη. Μετά τον πόλεμο των Ιουδαίων με τους Ρωμαίους το 66-70 μ.Χ. ήταν απαραίτητος ο επαναποικισμός με Ιουδαίους Ιερείς και οικογένειες. Τέτοιες ομάδες θα εγκαθίσταντο σε μη αναμιγμένες πόλεις, δηλαδή σε πόλεις χωρίς Εθνικούς. Σύμφωνα με μια επιγραφή που βρέθηκε το 1962 στην Καισάρεια Maritima οι ιερείς της τάξης του Elkalir έθεσαν ως σπίτι τους την Ναζαρέτ. Αυτή, είναι η μόνη γνωστή αναφορά της αρχαιότητας στην Ναζαρέτ, εκτός των αναφορών των Χριστιανικών πηγών... Μερικοί μελετητές έφτασαν στο σημείο να πιστεύουν ότι η Ναζαρέτ ήταν μια φανταστική επινόηση των πρωτοχριστιανών· η επιγραφή όμως από την Καισάρεια Maritima αποδεικνύει το αντίθετο» (Πηγή: Paul Barnett, Behind the Scenes of the New Testament, IVP:1990, σελ. 42). Το παράθεμα από εδώ. Στην επιγραφή αυτή αναφέρεται και το άρθρο «Did Nazareth exist during the life of Jesus?», που δημοσιεύεται εδώ. Η Καισάρεια Maritima είναι η Καισάρεια της Παλαιστίνης. 5. Σχετικό ρεπορτάζ εδώ, αλλά και, λιγότερο λεπτομερές, εδώ. 6. Ολόκληρη την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ. 7. Βλ. Patrologia Graeca, τόμος 1, σχόλια στο βιβλίο 3, κεφ. ς΄, των Αποστολικών Διαταγών, με παραθέματα από: αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Υπομνήματα, Κοσμά Βεστίτωρος, Εγκώμιον εις τους δικαίους Ιωακείμ και Άνναν, και Hippolytus Thebanus, Chronico opere. 8. Βλ. αναλυτικά στην εξαιρετική μελέτη του αείμνηστου Νικολάου Βασιλειάδη Αρχαιολογία και Αγία Γραφή, εκδ. «Ο Σωτήρ», στα σχετικά κεφάλαια. |
Δημιουργία αρχείου: 10-2-2018.
Τελευταία μορφοποίηση: 12-2-2018.