Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία

 
ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: ε΄ // Περιεχόμενα // ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: ζ'
 
ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ ΖΗΛΩΤΙΚΟΥ
ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΥ

Τού Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη

 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ:  ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΤΩΝ ΖΗΛΩΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ


 Κεφάλαιο Β΄: Η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας κατά τους αγίους Πατέρας

στ΄. Η Πρωτοδευτέρα (ΑΒ΄) Σύνοδος του αγίου Φωτίου (861)

Η νέα αυτή διάστασις που επήλθε στο σώμα της Εκκλησίας, ανάγκασε τον ιερό Φώτιο να συγκαλέση στην Κωνσταντινούπολι την λεγομένη Πρωτοδευτέρα (ΑΒ΄) Σύνοδο το 861, στην οποία συμμετείχαν και αντιπρόσωποι του πάπα της Ρώμης. Η Σύνοδος δικαίωσε τον άγιο Φώτιο και συνέταξε δεκαεπτά ιερούς κανόνας για την ρύθμισι διαφόρων εκκλησιαστικών ζητημάτων. Ειδικώτερα δια των κανόνων ιγ΄- ιε΄ γινόταν προσπάθεια να δοθή ένα τέλος στα σχίσματα, που συνετάραξαν την Εκκλησία κατά τον η΄ και τον θ΄ αιώνα.

Είναι χαρακτηριστική η αρχή του α΄ (ιγ΄) κανόνος της Συνόδου: «Τας των αιρετικών ζιζανίων επισποράς εν τη του Χριστού Εκκλησία ο παμπόνηρος καταβαλών, και ταύτας ορών τη μαχαίρα του Πνεύματος τεμνομένας προρίζους, εφ ετέραν ήλθε μεθοδείας οδόν τη των σχισματικών μανία το του Χριστού σώμα μερίζειν επιχειρών· αλλά και ταύτην αυτού την επιβουλήν η αγία σύνοδος αναστέλλουσα» απαγορεύει αυστηρά από εδώ και στο εξής στους κληρικούς επί ποινή καθαιρέσεως την διακοπή της μνημονεύσεως του ονόματος του εκκλησιαστικώς προϊσταμένου τους «εν ταις ιεραίς των λειτουργιών ευχαίς», δηλαδή την διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας μαζί του (σχίσμα) «προ συνοδικής διαγνώσεως, και εξετάσεως, και της επ αυτώ (τω επισκόπω) τελείας κατακρίσεως»62.

Για να μη εννοηθή όμως, ότι δια των κανόνων αυτών αφαιρείται το (βάσει του λα΄ αποστολικού κανόνος) δικαίωμα των Ορθοδόξων να διακόπτουν προ συνοδικής κρίσεως την εκκλησιαστική κοινωνία με τους επισκόπους τους, όταν αυτοί κηρύττουν φανερά αιρετικές διδασκαλίες, και ταυτόχρονα καταδικάζονται παλαιότερες, παρόμοιες αποσχίσεις Ορθοδόξων για λόγους πίστεως, οι σοφοί Πατέρες έθεσαν στο τέλος του ιε΄ κανόνος την εξής επεξήγησι: Οι απαγορεύσεις μας ισχύουν, για όσους αποσχίζονται από τον επίσκοπό τους προ «συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως... προφάσει τινών εγκλημάτων», τα οποία κατά τον ιερό Βαλσαμώνα είναι η «πορνεία, ιεροσυλία και των κανόνων αθέτησις»63. Όσοι όμως αποσχίζονται προ συνοδικής κρίσεως από τον επίσκοπό τους, επειδή κηρύττει φανερά «αίρεσίν τινα παρά των συνόδων η Πατέρων κατεγνωσμένην», όχι μόνο δεν υπόκεινται στα επιτίμια των κανόνων, αλλά αντιθέτως είναι αξιέπαινοι. «Ου γαρ επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων διδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίσματι την ένωσιν της Εκκλησίας απέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι»64.

Πράγματι, στην Ιστορία της Εκκλησίας υπήρξαν περιπτώσεις, κατά τις οποίες κληρικοί διέκοψαν προ συνοδικής κρίσεως την κοινωνία με τους επισκόπους τους, επειδή εκήρυτταν αιρετικές διδασκαλίες. Κάτι τέτοιο έγινε π.χ. στην περίπτωσι του Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ο οποίος εκήρυξε Χριστολογική αίρεσι: «Ει τις λέγει Θεοτόκον την Μαρίαν, ανάθεμα έστω»65.

Ο Νεστόριος δηλαδή φρονούσε τα του «Αρείου»66, δεν θεωρούσε Θεό «τον γενόμενον διμηνιαίον και τριμηνιαίον»67 Ιησού, αλλά «ψιλόν άνθρωπον»68 και δια Συνόδου (429) αναθεμάτισε τους αντιφρονούντας69. Λόγω των αιρετικών φρονημάτων του Νεστορίου πολλοί Ορθόδοξοι διέκοψαν αμέσως την κοινωνία μαζί του, δηλαδή προ της κρίσεως και κατακρίσεώς του από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο70.

Οι Ορθόδοξοι διέκοψαν επίσης την εκκλησιαστική κοινωνία με τον άγιο Μακεδόνιο Κωνσταντινουπόλεως, όταν αυτός υπέκυψε προς στιγμήν στις πιέσεις του αυτοκράτορος Αναστασίου και υπέγραψε τον παραμερισμό της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου (511). Η αποκατάστασις της κοινωνίας πραγματοποιήθηκε μόνο κατόπιν δημοσίας ομολογίας του πατριάρχου, ότι αποδέχεται την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο71.

Η εκκλησιαστική κοινωνία διακόπηκε και με τον διάδοχο του αγίου Μακεδονίου Τιμόθεο, ο οποίος πιεζόμενος από τον ίδιο αυτοκράτορα αναθεμάτιζε, όσους αποδέχονταν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο72. Ο λαός μάλιστα της Κωνσταντινουπόλεως προτιμούσε να μένη «ακοινώνητος»73 για πολλά έτη, παρά να κοινωνήση με τον αιρετικό πατριάρχη Τιμόθεο.

Διακοπή κοινωνίας συνέβη και επί του πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου Καλέκα74 (1334-1347), ο οποίος έπειτα από τις Συνόδους του 1341 κατά των αιρετικών Βαρλαάμ, Ακινδύνου και των ομοφρόνων τους, δέχθηκε σε κοινωνία και εισήγαγε στην Εκκλησία «αντί του Χριστού τον Αντίχριστον, τον αποστάτην και πολέμιον της αληθείας Ακίνδυνον»75. Σε απόσχισι από τον αιρετικό πατριάρχη προέτρεπε τόσο ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς76 όσο και οι ομόφρονές του, όπως π.χ. ο ιερός Ιωσήφ Καλόθετος, ο οποίος συνιστούσε: «Αποκοπτέον ημάς της εκείνου κοινωνίας»77.

Η ΑΒ΄ Σύνοδος λοιπόν κατώρθωσε δια των ιγ΄- ιε΄ κανόνων της να εκφράση την έως τότε διδασκαλία και πράξι των αγίων Πατέρων και συγκεκριμένα τα εξής πολύ σημαντικά:

1. Να καταδικάση τα άνευ δογματικών λόγων σχίσματα, που είχαν συμβεί στους κόλπους της Εκκλησίας κατά τον θ΄ αιώνα.

2. Να απαγορεύση επί ποινή καθαιρέσεως την προ συνοδικής κρίσεως διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας των κληρικών με τους εκκλησιαστικώς προϊσταμένους τους, εφόσον δεν υφίστανται λόγοι πίστεως, δηλαδή την δημιουργία νέων σχισμάτων.

3. Να διαλύση την ασάφεια του λα΄ αποστολικού κανόνος διορίζοντας, ότι η φανερή,  «δημοσία» και «γυμνή τη κεφαλή» («αντί του, ανυποστόλως και μετά παρρησίας»78) διακήρυξις «αιρέσεώς τινος παρά των συνόδων η Πατέρων κατεγνωσμένης» από κάποιο επίσκοπο αποτελεί την μοναδική, εύλογη αιτία («έγκλημα»), η οποία δίνει το δικαίωμα στους κληρικούς του να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, πριν η υπόθεσίς του εξετασθή από αρμόδια Σύνοδο.

4. Να επικυρώση τις σύμφωνες με τον λα΄ αποστολικό κανόνα παλαιότερες αποσχίσεις των Ορθοδόξων από τους ποιμένας τους για λόγους πίστεως.

5. Τέλος θα πρέπει να επισημάνουμε την διακριτική διατύπωσι του ιε΄ κανόνος, ο οποίος ούτε απαγόρευε την προ συνοδικής κρίσεως διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας για λόγους πίστεως, ούτε όμως την θεωρούσε υποχρεωτική· απλά την επέτρεπε και την επαινούσε. Αυτό συνέβη διότι, όπως δεν θα ήταν σωστο να κατηγορηθούν, όσοι είχαν παλαιότερα διακόψει την κοινωνία με τους αιρετικούς ποιμένας τους προ της συνοδικής κρίσεώς τους, κατά τον ίδιο τρόπο δεν θα ήταν επίσης σωστο να κατηγορηθούν, ούτε όσοι παλαιότερα είχαν εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς ποιμένας τους έως της συνοδικής κρίσεώς τους είτε για λόγους οικονομίας είτε λόγω αγνοίας.

Άλλωστε, κανείς ιερός κανών η άγιος Πατήρ δεν είχε ποτέ επιβάλλει την διακοπή της κοινωνίας, με όσους εκήρυτταν κάποια αίρεσι προ της συνοδικής κρίσεώς τους. Κανείς επίσης κληρικός δεν είχε ποτέ τιμωρηθή γι αυτό, σε αντίθεσι βέβαια με όσους συνέχιζαν να κοινωνούν με τους ποιμένας τους έπειτα από την συνοδική καταδίκη τους.

Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε, ότι αφορμή για την θεσμοθέτησι των κανόνων ιγ΄- ιε΄ ήταν τα αδικαιολόγητα, εκκλησιαστικά σχίσματα και στόχος της Συνόδου ήταν η παύσις τους και όχι φυσικά η προτροπή για δημιουργία νέων σχισμάτων, έστω δικαιολογημένων. Εάν η Σύνοδος είχε σκοπό να επιβάλλη την προ συνοδικής κρίσεως διακοπή της κοινωνίας με τους αιρετικούς, θα έλεγε στην αρχή του πρώτου (ιγ΄) κανόνος: “ Όποιος δεν αποσχίζεται αμέσως από τον αιρετικό ποιμένα του θα επιτιμάται”.

Με τον τρόπο όμως αυτό θα κατέκρινε τις παλαιότερες περιπτώσεις των αγίων Πατέρων, που προαναφέραμε, οι οποίοι δεν διέκοψαν αμέσως την εκκλησιαστική κοινωνία με τους επισκόπους, που εκήρυτταν κάποια αίρεσι, αλλά εφήρμοσαν την εκκλησιαστική Οικονομία έως την συνοδική καταδίκη τους. Κατά την περίοδο αυτή προσπάθησαν δηλαδή να τους οδηγήσουν σε μετάνοια είτε με διακριτική σιωπή και ανοχή είτε με επιστολές και άλλους ειρηνικούς τρόπους.

Ας δούμε όμως με συντομία μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις.

 

Σημειώσεις:


62. P.G.137, 1061B-1064A.

63. P.G.137, 1069A.

64. P.G.137, 1068AC.

65. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Επιστολή ιδ΄, P.G.77, 97A.

66. Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ομιλία δ΄, P.G.77, 996A.

67. Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος ιδ΄, κεφ. λδ΄, P.G.146, 1172A.

68. Οσίου Θεοφάνους, Χρονογραφία, έτος 5923, P.G.108, 236B.

69. Φ. Βαφείδου, ένθ ανωτ. § 72, 2, σελ. 234.

70. P.G.91, 1473B.

71. Οσίου Θεοφάνους, ένθ ανωτ. έτος 6004, P.G.108, 364BC.

72. Μ. Γεδεών, ένθ ανωτ. σελ. 140.

73. Σ. Μήλια, των ιερών Συνόδων... Συλλογή, τόμος α΄, σελ. 303β.

74. P.G.150, 863C-864A.

75. Αγίου Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος εις τον εν αγίοις πατέρα ημών Γρηγόριον αρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης, κεφ. 67, παρά Δ. Τσάμη, Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως του Κοκκίνου αγιολογικά έργα, σελ. 501.

76. Αναίρεσις εξηγήσεως τόμου Καλέκα, 29, Ε.Π.Ε. Τόμος 3, σελ. 692.

77. Επιστολή 2, κεφ. 9, παρά Δ. Τσάμη, Ιωσήφ Καλοθέτου συγγράμματα, σελ. 374.

78. Ιωάννου Ζωναρά, Ερμηνεία στον ιε΄ κανόνα της ΑΒ΄ Συνόδου, P.G.137, 1069D.

 


 
ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: ε΄ // Περιεχόμενα // ΜΕΡΟΣ 1 - Κεφάλαιο Β: ζ'

Δημιουργία αρχείου: 3-9-2012.

Τελευταία ενημέρωση: 5-9-2012.

Πάνω