Ορθόδοξη
Ομάδα
Δογματικής Έρευνας Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο |
Τού Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΤΑ ΕΝΔΟΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΑ ΣΧΙΣΜΑΤΑ
Κεφάλαιο Α΄: Τα εσωτερικά σχίσματα τών Γ.Ο.Χ.
ιη΄. Οι κακόδοξες, εκκλησιολογικές απόψεις των Ενισταμένων
Οι Ενιστάμενοι του Κυπριανού διεκήρυξαν το 1984 τις εκκλησιολογικές τους θέσεις, δια των οποίων εξέφραζαν την αντίθεσί τους προς τις απόψεις των υπολοίπων Γ.Ο.Χ. επισκόπων και δικαιολογούσαν την απόσχισί τους από αυτούς. Συγκεκριμένα οι Ενιστάμενοι υποστήριξαν, ότι οι επίσκοποι που κηρύττουν αιρετικές διδασκαλίες, δεν τίθενται αυτόματα εκτός Εκκλησίας, αλλά μόνο έπειτα από απόφασι Οικουμενικής ή μεγάλης Τοπικής Συνόδου. Κατά συνέπεια τα Μυστήρια των ακρίτων αιρετικών, τους οποίους οι Ενιστάμενοι αποκαλούν «νοσούντα μέλη»138 της Εκκλησίας, είναι έγκυρα έως την στιγμή της καταδικαστικής αποφάσεως της Συνόδου και της ταυτόχρονης αποκοπής τους από το σώμα της Εκκλησίας139.
Τις ανωτέρω, αναμφίβολα ορθές, εκκλησιολογικές θέσεις τους, τις οποίες οι αντίπαλοι Γ.Ο.Χ. χαρακτήρισαν ως «αιρετική και συγχρόνως διαβολική εκκλησιολογία»140, οι Ενιστάμενοι τις θεμελίωσαν με αρκετές αναφορές από την διδασκαλία των αγίων Πατέρων. Παρά ταύτα δεν κατάφεραν να διαφύγουν και ορισμένα σημαντικά σφάλματα. Συγκεκριμένα οι Ενιστάμενοι ισχυρίσθηκαν ότι η άποψίς τους, πως οι άκριτοι αιρετικοί είναι οπωσδήποτε μέλη της Εκκλησίας και τελούν έγκυρα Μυστήρια, αποδεικνύεται και από το γεγονός της αποδοχής από την Εκκλησία μυστηρίων που είχαν τελέσει αιρετικοί, χωρίς να τα επαναλάβη. Σε ορισμένες δηλαδή περιπτώσεις ενώσεως μετανοούντων αιρετικών κληρικών ή λαϊκών με την Εκκλησία, οι άγιοι Πατέρες δεν επαναλάμβαναν τα μυστήρια που οι αιρετικοί είχαν δεχθή, ενόσω βρίσκονταν στην αίρεσι.
Το γεγονός αυτό σήμαινε, κατά τους Ενισταμένους, ότι η Εκκλησία δεχόταν τα εν λόγω Μυστήρια ως έγκυρα, είχαν δηλαδή τελεσθή οπωσδήποτε από ακρίτους αιρετικούς, οι οποίοι βρίσκονταν ακόμη στο σώμα της Εκκλησίας και τελούσαν «ισχυρά» μυστήρια. «Επειδή είναι ισχυρά τα παρά ακρίτων εισέτι αιρετικών τελούμενα Μυστήρια... (η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος) δεν εχειροτόνησεν ή εβάπτισεν, αλλ' εδέχθη τους εξ αιρέσεων προσελθόντας ακρίτους Επισκόπους ως βεβαπτισμένους και κεχειροτονημένους»141.
Οι ανωτέρω απόψεις των Ενισταμένων είναι εσφαλμένες. Η αποδοχή από την Εκκλησία μυστηρίων που είχαν τελεσθή από αιρετικούς, δεν σήμαινε ότι αυτοί ήταν οπωσδήποτε άκριτοι αιρετικοί και συνεπώς μέλη της Εκκλησίας. Αντιθέτως, η Εκκλησία αποδέχθηκε αρκετές φορές κατ' οικονομία -χωρίς δηλαδή να τα επαναλάβη- μυστήρια τα οποία είχαν τελεσθή όχι μόνο από ακρίτους (περιπτώσεις Νεστορίου και Διοσκόρου), αλλά ακόμη και από καταδικασμένους και εκτός Εκκλησίας ευρισκομένους αιρετικούς142. Κατά τον μέγα Βασίλειο, δια της πράξεώς της αυτής η Εκκλησία προσπαθούσε να διευκολύνη την προσέλευσι των αιρετικών στο σώμα της143.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σχετική απόφασις της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σύμφωνα με την οποία, οι επί αιώνας καταδικασμένοι και εκτός Εκκλησίας ευρισκόμενοι Νεστοριανοί και Μονοφυσίται γίνονταν δεκτοί με απλή μετάνοια και Ορθόδοξο ομολογία, χωρίς δηλαδή να επαναληφθούν (αναβαπτισμός, αναμύρωσις) τα αδιαμφισβήτητα άκυρα μυστήρια, που είχαν δεχθή μέσα στην αίρεσι144.
Σημειώσεις:
138. Περιοδικό Ορθόδοξος ένστασις και μαρτυρία, τεύχος 1, 2000, σελ. 26.
139. Περιοδικό Άγιος Κυπριανός, τεύχος 191, σελ. 386.
140. Εφημερίς Ορθόδοξος Χριστιανικός αγών, φύλλο 10, σελ. 4.
141. Α. Δ. Δελήμπαση, Πάσχα Κυρίου, σελ. 800-801.
142. Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου, Επιστολή μ΄, βιβλίο α΄, P.G.99, 1052C.
143. Κανών α΄, P.G.138, 579B.
144. Κανών 95ος, P.G.137, 841C.
Δημιουργία αρχείου: 25-5-2013.
Τελευταία ενημέρωση: 31-5-2013.