Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Έρευνα για το κτιστό και το Άκτιστο

Βιβλία και Δόγματα

Κεφάλαιο 2A // Περιεχόμενα // Κεφάλαιο 2Γ

Η Πανορθόδοξος Σύνοδος τής Μόσχας (1666-7)

(Ορθόδοξη ή Ληστρική;)

Νικολάου Μάννη

Δασκάλου

 

2. Το αδιαμφισβήτητο κύρος τής Συνόδου

(Κατάρριψη έωλων επιχειρημάτων και παράθεση αψευδών τεκμηρίων).


 

B. Περί τού Παϊσίου Λιγαρίδου

Ο Παΐσιος Λιγαρίδης[1] (κατά κόσμον Παντολέων[2]) γεννήθηκε στην Χίο το 1609 περίπου, από γονείς ορθοδόξους. Δεκατεσσάρων ετών εστάλη στην Ρώμη και συγκεκριμένα στο ελληνικό κολέγιο του Αγίου Αθανασίου - την γνωστή ουνιτική Σχολή - στο οποίο αρίστευσε και από το οποίο έλαβε το δίπλωμά του το 1636. Στη Ρώμη έγινε παπικός και το 1639 χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας από τους Λατίνους. Συνέγραψε και εξέδωσε κακόδοξα παπικά έργα, όπως το «Περί καθαρτηρίου πυρός» του Πέτρου Αρκουδίου και το «Ερμηνεία της θείας λειτουργίας».

Το 1641 του ανατέθηκε η αποστολή να πάει στην πατρίδα του για να τους μεταστρέψει στον παπισμό. Ο Λιγαρίδης μετά από σύντομο πέρασμα στη Χίο, πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου έδρασε για λίγα χρόνια (1643-1647) ως ιεροκήρυξ του Πατριαρχείου, αμειβόμενος συγχρόνως και υπό της παπικής αυλής. Το 1647, με συστατικά γράμματα του Κωνσταντινουπόλεως Ιωαννικίου, πηγαίνει στην Ρουμανία ως ορθόδοξος ιεροκήρυκας και διδάσκαλος.

Εκεί γνωρίζει τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Παΐσιο, τον οποίο ακολουθεί στα Ιεροσόλυμα και κείρεται υπ’ αυτού μοναχός λαμβάνοντας το όνομά του. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1652 χειροτονείται Αρχιεπίσκοπος Γάζης. Στην χειροτονία του ανέγνωσε ορθόδοξη ομολογία και καταπάτησε τρις μια εικόνα της Ρώμης, προκαλώντας την ταραχή των παπικών της πόλης. Συνέγραψε «Ιστορικόν των εν Ιεροσολύμοις πατριαρχευσάντων»[3], του οποίου το περιεχόμενο γινόμενο γνωστό αργότερα καταδικάσθηκε  - ετεροχρονισμένα - και αυτό και ο συγγραφέας του[4].

Το 1654 επέστρεψε στην Ρουμανία και ενεπλάκη σε πολιτικά και εκκλησιαστικά ζητήματα, συγγράφοντας, παράλληλα, έργα κατά των προτεσταντών. Δεν ξέρουμε πότε ακριβώς επέστρεψε στην Ορθοδοξία, γεγονός βέβαιο, όπως θα φανεί, αλλά οι εχθροί που δημιούργησε, βασιζόμενοι στο παρελθόν του, πάντοτε τον κατηγορούσαν ως λατινόφρονα[5].

Το 1662, όπως είδαμε, κλήθηκε στη Ρωσία, ως ο πλέον φημισμένος σοφός Ιεράρχης της εποχής του, για να συνεισφέρει στην λύση της κρίσεως που είχε περιέλθει η τοπική Εκκλησία, και έμεινε εκεί δέκα έτη. Το 1670 αναιρέθηκε η καταδίκη του από τον Δοσίθεο Ιεροσολύμων, ο οποίος όμως, το επόμενο κιόλας έτος, μετά από καταγγελία των εν Μόσχα εχθρών του Λιγαρίδη, προέβη στην δεύτερη καθαίρεσή του και έτσι ο Παΐσιος κατεδικάσθη ως «λατινόφρων»[6].

Το 1672 πήγε στο Κίεβο, όπου κοιμήθηκε στις 24 Αυγούστου του 1678 και τάφηκε στο Μοναστήρι της Αδελφότητας των Θεοφανείων[7], στο οποίο παραδόθηκαν και τα υπάρχοντά του. Αυτός που αποκατέστησε τη μνήμη του υπήρξε ο ανιψιός του Δοσιθέου, επίσης Πατριάρχης Ιεροσολύμων, Χρύσανθος Νοταράς, ο εκδότης της Δωδεκαβίβλου. Σε αυτήν (σελ. 1181) γράφει τα παρακάτω διαφωτιστικά:

 

 

Την κρίση αυτή του Χρυσάνθου Ιεροσολύμων δέχτηκαν όλοι σχεδόν οι νεότεροι Έλληνες, όπως ο Προκοπίου, ο Μελέτιος Αθηνών, ο Ζαβίρας, ο Σαθάς, ο Βρετός, ο Δημητρακόπουλος κ. α.

Αντιθέτως μερικοί Λατίνοι υποστήριξαν ότι πέθανε λατινόφρων. Υπάρχουν όμως και μαρτυρίες Λατίνων ότι όντως «ο Λιγαρίδης ήτο λατίνος σπουδάσας εις Ρώμην αλλ’  εις την Ανατολήν μεταβάς απεστάτησεν από του λατινισμού»[8].

Και ο συγγραφέας της παρούσης εργασίας συμφωνεί με τον Χρύσανθο Ιεροσολύμων (ότι αποκήρυξε τον παπισμό και επανήλθε στην Ορθοδοξία) και για τους εξής τρεις λόγους επιπλέον:

α. οι παπικοί συγγραφείς όταν αναφέρονται σε αυτόν γράφουν συνήθως με μένος, χρησιμοποιώντας εμπαθείς χαρακτηρισμούς εναντίον του[9]

β. κόμισε επιστολές του Μεγάλου Φωτίου (μερικές ανέκδοτες, που ανακάλυψε το 1663 στη Μόσχα) στον πρεσβευτή του Βελγίου στη Μόσχα Heinsius[10], οι οποίες εκδόθηκαν κάνοντας γνωστό το όνομα του Παΐσίου στην Δύση[11]. Αν ήταν ακόμη λατινόφρων δεν υπήρχε περίπτωση να προβάλλει το έργο του Μεγάλου Φωτίου, τον οποίο, ως γνωστόν, οι παπικοί τον έχουν «όπως ο διάβολος το λιβάνι», κατά την λαϊκή έκφραση  και

γ. το 1662 του εμφανίστηκε σε όραμα ο, προ οκτώ ετών κοιμηθείς, Άγιος Αθανάσιος Πατελάρος[12] και τον πρόσταξε να ανοίξει τον τάφο του. «Ο Παΐσιος Λιγαρίδης επισκεπτόταν τυχαία την μονή της Μεταμορφώσεως. Πληροφόρησε αμέσως τον τότε ηγούμενο Βίκτωρα για το παράξενο όραμά του και την εμφάνιση του Αθανασίου. Τότε όλη η αδελφότητα της Μονής ύστερα από πολύωρες παρακλήσεις και αγρυπνία, με την ευλογία του τότε μητροπολίτη Κιέβου Ιωσήφ, ανοίξανε τον τάφο του Αθανάσιου, για να βρεθούν μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. Ο άγιος Αθανάσιος βρέθηκε καθιστός πάνω στο θρόνο του, όπως τάφηκε, με το σώμα του άφθορο και σε στάση δεήσεως και προσευχής»[13]. Θα εμφανιζόταν σε λατινόφρονα ο Άγιος, ο οποίος μάλιστα υπήρξε σφόδρα αντιπαπικός; Αν το έκανε, μόνο για έναν λόγο θα μπορούσε να συμβεί αυτό: για να τον μεταστρέψει.

Επομένως, κατά την ταπεινή μας γνώμη, ο Παΐσιος επέστρεψε στην θρησκεία των Πατέρων και κοιμήθηκε ορθόδοξος και εν μετανοία, όπως μαρτυρεί και ο Χρύσανθος Ιεροσολύμων.

Το αδιάφθορο λείψανο του Αγίου Αθανασίου του Πατελάρου στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, όπου βρίσκεται σήμερα

 

Πιστεύω μάλιστα πως η καλύτερη πράξη αποκαταστάσεως της μνήμης του Παϊσίου Λιγαρίδου, και το καλύτερο μνημόσυνο συνάμα, θα ήταν η έκδοση των ορθοδόξων συγγραμμάτων, που αναφέρει ο Χρύσανθος, δηλαδή των α) Κατά της αρχής του Πάπα και β) Περί του Αγίου Πνεύματος, ότι εκ μόνου του Πατρός εκπορεύεται[14].

Κλείνοντας, να αναφέρουμε επί του θέματος, ότι η παρουσία του στην εν Μόσχα Πανορθόδοξη Σύνοδο, ακόμη και αν υποτίθεται ότι δεν είχε αποπτύσει ακόμη τα λατινικά του φρονήματα, καθόλου δεν μειώνει το κύρος της Συνόδου αυτής, από την στιγμή που παρέστη σε αυτήν ως ορθόδοξος επίσκοπος, άνευ διαμαρτυρίας περί του αντιθέτου, κανενός των υπολοίπων ορθοδόξων επισκόπων, και μάλιστα των Πατριαρχών Αλεξανδρείας και Αντιοχείας.

Ο Γάζης Παΐσιος Λιγαρίδης

 

Σημειώσεις:


[1] Περί του βίου του γενικώς βλέπε «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια» (τόμ. 9, σελ. 1060-1061) και Παπαδοπούλου (σελ. 88 κ. εξ.).

[2] Ταυτόσημο όνομα με το Παντελεήμων.

[3] Το οποίο απετέλεσε σημαντικό βοήθημα και πρώτη ύλη για το σχεδόν ομότιτλο έργο του Δοσιθέου Ιεροσολύμων, κατά την ομολογία του ιδίου (Ιστορία περί των εν Ιεροσολύμοις πατριαρχευσάντων (Δωδεκάβιβλος), Δοσιθέου Ιεροσολύμων, Βουκουρέστι, 1715, σελ. 1180), και ο οποίος το αποκάθηρε από μερικές υπέρ των Λατίνων θέσεις του. 

[4] Κατά τη μαρτυρία του Δοσιθέου, από τους Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Μεθόδιο και Ιεροσολύμων Νεκτάριο το 1668. Ο Λιγαρίδης όμως τότε είχε ήδη αποκηρύξει τον παπισμό και εργαζόταν από ετών υπέρ της Ορθοδοξίας.

[5] Βλέπε προηγούμενη υποσημείωση.

[6] Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί και η παρατήρηση πως ίσως στην καθαίρεση αυτή να έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ο Δοσίθεος με τον Παΐσιο είχαν προσωπική έχθρα. Ο Παΐσιος είχε στείλει ένα γράμμα στον Ιωάννη Καρυοφύλλη (λόγιος και οφφικιάλιος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως), όταν έμαθε την εκλογή για την θέση του Πατριάρχου Ιεροσολύμων του 28ετούς τότε Δοσιθέου Νοταρά, σχολιάζοντας το γεγονός αυτό με την εξής φράση «διά το μη είναι άνδρα εν Ιεροσολύμοις εβασίλευσε Δεββώρα». Η φράση αυτή εξόργισε τον Δοσίθεο και όταν αναγκάστηκε το 1679, όπως είδαμε, τη παρακλήσει του Τσάρου Αλεξίου, να άρει την πρώτη καθαίρεση του Παϊσίου, του έστειλε γράμμα στο οποίο έγραφε: «Αν δεν μεσολαβούσε ο άγιος τσάρος θα έβλεπε, Λιγαρίδη, η αγιοσύνη σου τι θα πει Δεββώρα» (Ο Αρσένιος ο Γραικός και η Μόσχα, Χρίστου Λασκαρίδου, Ιωάννινα, 1988, σελ. 246).

[8] Παπαδοπούλου, σελ. 174.

[9] Bibliographie hellenique, Emile Legrand, tome 4, Paris, 1896, σελ. 8-61 .

[10] Nikolaas Heinsius the Elder (1620 – 1681).

[11] Παπαδοπούλου (σελ. 174-175) και «Bulletin de la classe historico-philologique de l'Académie impériale des sciences de St.-Pétersbourg», St. Petersburg, 1848, σελ. 374.

[12] Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (+5-4-1654).

[14] «Νεοελληνική Φιλολογία: Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων», Κωνσταντίνου Σάθα, Αθήνα, 1868, σελ. 316 και «Oρθόδοξος Eλλάς, ήτοι περί Eλλήνων των γραψάντων κατά Λατίνων και περί των συγγραμμάτων αυτών», Ανδρονίκου Κ. Δημητρακοπούλου, Λειψία, 1872, σελ. 162.

 


Κεφάλαιο 2A // Περιεχόμενα // Κεφάλαιο 2Γ


Δημιουργία αρχείου: 26-11-2014.

Τελευταία ενημέρωση: 23-12-2014.

Πάνω