Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Δογματικά και Επιστημονικά

Λογική και νοερά ενέργεια * Τι είναι Προαίρεση, Θέληση, Βουλή, Βούληση, Γνώμη και Φρόνηση. Αγίου Μαξίμου Ομολογητού * Πώς κινείται η ψυχή και πόσες είναι οι κινήσεις της * Διαίρεση και δυνάμεις τής ψυχής * Λόγος και νους * Κβαντική Φυσική και Ελεύθερη Βούληση * Τι είναι η ψυχή * Λογική και λογισμοί * Διαίρεση και δυνάμεις τής ψυχής * "Καρδιά", "ψυχή", "νους" και "διάνοια" * Θεολογία και Τεχνητή Νοημοσύνη

Τεχνητή νοημοσύνη: πρόβλημα ορολογίας

Η ιστορία τής σημασίας τής λέξης "νοημοσύνη"

Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Πηγή: Περιοδικό: "Εκκλησιαστική Παρέμβαση".

Αναδημοσίευση από: https://www.parembasis.gr

Ευχαριστώ για την δυνατότητα να ομιλήσω στο Συνέδριο αυτό για την «Τεχνητή Νοημοσύνη» και την θεολογία τής Εκκλησίας.

Θα ήθελα να αναφερθώ στον όρο «Τεχνητή Νοημοσύνη» και να εκθέσω τον προβληματισμό μου για τον όρο αυτόν σε σχέση με την ορθόδοξη ανθρωπολογία, την ορθόδοξη θεολογία και την επιστήμη.

Σήμερα η «Τεχνητή Νοημοσύνη» αποδίδεται στην ελληνική γλώσσα από την αγγλική «Artificial Intelligence». Θα πρέπει να εξετασθή τι ακριβώς δηλώνει η αγγλική ορολογία Artificial Intelligence και εάν ορθώς αποδόθηκε στην ελληνική γλώσσα με τον όρο «Τεχνητή Νοημοσύνη». Και αυτό είναι σημαντικό, διότι έχει σχέση με την διάκριση μεταξύ νου και λογικής και βεβαίως μεταξύ θεολογίας και επιστήμης.

 

1. Νους και νόηση

Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία γίνεται ευρύτατος λόγος για τον νου, την νόηση, το νοητό, το οποίο δεν ταυτίζεται με το λογικό τού ανθρώπου.

Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι προσπαθούσαν να προσδιορίσουν την αρχή και την αιτία τών όντων. Ο Παρμενίδης είναι ο φιλόσοφος που ασχολήθηκε με το είναι και το νοείν και μάλιστα ταυτίζει το νοείν με το είναι, γράφοντας: «Το γαρ αυτό νοείν εστίν και είναι». Κάνει λόγο για την αποκάλυψη ότι υπάρχουν τρεις δρόμοι γνώσεως, ο πρώτος δρόμος οδηγεί στο ον με την νόηση, ο άλλος δρόμος οδηγεί στο ψεύδος, στο μη ον, το μηδέν, και ο τρίτος δρόμος είναι τής δόξας, που οδηγεί στην φαινομενικότητα, και σύγκειται από αυθαίρετες δοξασίες τών ανθρώπων.

Ο νους κατά τον Παρμενίδη βλέπει και ακούει, ενώ τα άλλα είναι τυφλά και κουφά. «Νους ορά και νους ακούει». Ομιλεί για το «Είναι» και το «νοείν και λέγειν».

Κατά τις απόψεις του φαίνεται ότι το «νοείν» δεν σημαίνει «σκέπτομαι», αλλά «αντιλαμβάνομαι», «εννοώ», «κατανοώ». Το «νοείν» είναι «ένα ενορατικό ενέργημα, κατά το οποίο κανείς "παρατηρεί", "διαβλέπει" πέρα από τον αισθητό κόσμο και "συλλαμβάνει" την αληθινή πραγματικότητα» Έπειτα, «το "νοείν" συντελείται και εκφράζεται αποκλειστικά δια τού "λέγειν"». Αφού το "νοείν" και το "είναι" είναι "το αυτό", τότε (ο λόγος) πρέπει να είναι εκείνο το οποίο είναι δυνατόν να λεχθεί και να νοηθή». Στην αρχαία ελληνική σκέψη το «λέγειν» σημαίνει «κατ’ αρχήν "συλλέγω" = "συναθροίζω" = "απαριθμώ" = "ανιστορώ" = "διηγούμαι" = "λέγω" (ομιλώ)».

Ο Αναξαγόρας, ακολουθώντας τον Ξενοφάνη, προσδιόρισε τον Θεό ως νου που είναι η αρχική δύναμη που προκάλεσε την πρώτη μίξη για την ανακύκληση και τον διαχωρισμό τών στοιχείων τού σύμπαντος.

Ο Πλάτων κάνει λόγο για τον νου στις ανθρώπινες ψυχές, αλλά, επίσης, υπάρχει και ο κοσμικός νους που ονομάζεται «δημιουργούν» και «ποιούν», και με αυτήν την έννοια είναι μια ουσιαστική και απαραίτητη ιδιότητα τού Θεού την οποία έχουν λίγοι άνθρωποι. Αυτός ο θείος νους κυβερνά και διακοσμεί τον κόσμο. Έτσι, υπάρχει ο κοσμικός νους που είναι «ο νους τής Ψυχής τού παντός» και ο νους που υπάρχει στην ψυχή.

Κατά τον Αριστοτέλη η μεταφυσική αρχή είναι το «κινούν ακίνητον» που ταυτίζεται με «μια νοητική αρχή, τον νου», που διαφέρει από τις ενέργειες που περιγράφονται στο σύγγραμμά του «περί ψυχής». Ο Θεός, κατά τον Αριστοτέλη «νοεί τον εαυτό του», «αυτόν άρα νοεί, είπερ εστι το κράτιστον, και έστιν η νόησις νοήσεως νόησις». Και, μάλιστα, αυτή η ενέργεια τής νοήσεως συγκρούεται με άλλες ενέργειες τής νοήσεως, όπως είναι η επιστήμη, η αίσθηση, η δόξα, η διάνοια. Επίσης, κατά τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και νοητή ψυχή, και η νόησή του είναι περιοδική και κουραστική, «επειδή εμπεριέχει μια μετάβαση από το δυνάμει στο ενεργεία». Βέβαια, αυτό πρέπει να το δούμε μέσα από την διάκριση που κάνει ο Αριστοτέλης μεταξύ τού «ποιητικού νου» και τού «παθητικού νου», που είναι υλικός, φθαρτός.

Ακόμη, και η Επικούρεια φιλοσοφία έκανε λόγο για τον νου ως γνωστική ιδιότητα που διακρίνεται από την αίσθηση και ανήκει σε ένα υλιστικό σύστημα, ενώ, κατά την Στωική φιλοσοφία, ο ανθρώπινος νους, που είναι το ηγεμονικό, είναι φανέρωση, μια σπίθα, τού κοσμικού νου που κυβερνά το σύμπαν.

Ο Πλωτίνος, εκφραστής τού νεοπλατωνισμού, διέκρινε τον κόσμο σε τέσσερα επίπεδα. Είναι η «πρώτη ύλη που είναι το συστατικό από το οποίο διαμορφώθηκε ο αισθητός κόσμος τής φύσης, η ψυχή που αποτελεί την αιτία τής μεταμορφώσεως τής ύλης από μια άμορφη και απροσδιόριστη οντότητα σε αισθητό κόσμο· ο νους που συνιστά την άυλη αιτία από την οποία προέρχεται η ψυχή· το έν, που ταυτίζεται με την έσχατη αιτία τού κόσμου». Αυτό σημαίνει ότι στην διαδοχική κλίμακα τών όντων προηγείται το έν, ακολουθεί ο νους, η ψυχή και η πρώτη ύλη.

Είναι εμφανές ότι ο νους, το νοητό, κατά την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, είναι κυρίως το θείο ον που κατασκευάζει τον κόσμο, και ο νους στην ψυχή τού ανθρώπου είναι ο σπινθήρας, η αντανάκλαση τού ποιητικού νου, ενώ ο λόγος είναι εκείνος που εκφράζει τον νου. Αυτή η διάκριση γίνεται κατά την αρχαία ελληνική φιλοσοφία.

 

2. Νους και λογική στην γλώσσα τής Καινής Διαθήκης και τών Πατέρων

Ο Χριστιανισμός γεννήθηκε στην Παλαιστίνη την ημέρα τής Πεντηκοστής, και όπως ήταν επόμενο προσελκύσθηκαν κατ’ αρχάς οι Εβραίοι στον Χριστιανισμό, και γι’ αυτό η ορολογία προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη, την παράδοση τών Προφητών τής Παλαιάς Διαθήκης.

Στην παράδοση αυτήν γίνεται λόγος για άνθρωπο που έχει το κατ’ εικόνα και το καθ’ ομοίωση, έχει καρδιά και νου. Το κέντρο τού ανθρώπου είναι ο νους και η καρδιά, σε αντίθεση με τον ελληνιστικό κόσμο στον οποίο επικρατεί η δυαδική αντίληψη ψυχής και σώματος και ότι η ψυχή είναι εκ φύσεως αθάνατη. Κατά τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη «η ιδέα ότι υπάρχει μια άυλη ψυχή που είναι από τη φύση της λογική και αθάνατη είναι άγνωστη στην εβραϊκή παράδοση. Η διανοητική δραστηριότητα τού ανθρώπου δεν μπορεί να εντοπισθή σε μια άυλη ψυχή, αλλά μάλλον στο σώμα. Έτσι, στην Παλαιά Διαθήκη, όπως και στα Ευαγγέλια, η καρδιά είναι το κέντρο τής ανθρώπινης νοημοσύνης».

Θα αναφέρω μερικά ενδεικτικά χωρία από τις Επιστολές τού Αποστόλου Παύλου.

«Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου ή τις σύμβουλος αυτού εγένετο;» (Ρωμ. ια΄, 34).

«Συνήδομαι γαρ τω νόμω τού Θεού κατά τον έσω άνθρωπον, βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον τω νόμω τού νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με εν τω νόμω τής αμαρτίας τω όντι εν τοις μέλεσί μου. Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! τις με ρύσεται εκ τού σώματος τού θανάτου τούτου;» (Ρωμ. ζ΄, 22-24).

«Και μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω, αλλά μεταμορφούσθαι τη ανακαινώσει τού νοός υμών, εις το δοκιμάζειν υμάς τι το θέλημα τού Θεού, το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄, 2).

Στα χωρία αυτά γίνεται λόγος για τον νου Θεού και τον νου τού ανθρώπου που ανακαινίζεται.

Επίσης, από τον Απόστολο Παύλο γίνεται λόγος για καρδία που είναι το κέντρο τής υπάρξεως τού ανθρώπου και δεν νοείται με αυτό το σωματικό όργανο τής καρδίας. Γράφει:

Ο Θεός «ο και σφραγισάμενος ημάς και δους τον αρραβώνα τού Πνεύματος εν ταις καρδίαις ημών» (Β΄ Κορ. α΄, 22)· «ο Θεός ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι, ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν τής γνώσεως τής δόξης τού Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού» (Β΄ Κορ. δ΄, 6).

Είναι προφανές ότι γίνεται λόγος για νου και καρδιά, ως κέντρο τής πνευματικής ζωής τού ανθρώπου, ο οποίος δέχεται την Χάρη τού Θεού. Επίσης, γίνεται λόγος και για λογική λατρεία τού ανθρώπου που πρέπει να προσφέρη στον Θεό (Ρωμ. ιβ΄, 1).

Στον Απόστολο Παύλο είναι ενωμένα ο «νους», η «καρδιά» και ο «έσω άνθρωπος». Αργότερα, όταν ο Χριστιανισμός επεκτάθηκε στον ελληνικό κόσμο, έκανε λόγο για ψυχή και σώμα, χωρίς να αποδεσμευθή από τον νου και την καρδιά. Έτσι, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ορίζοντας την ψυχή κάνει λόγο για «λογική και νοερά», ο νους είναι «μέρος αυτής το καθαρότατον» και «ώσπερ γαρ οφθαλμός εν σώματι, ούτως εν ψυχή νους».

Επίσης, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ακολουθώντας προφανώς τον Αριστοτέλη, όπως είδαμε πιο πάνω, κάνει λόγο για την διαίρεση τής ψυχής και γράφει ότι ο άνθρωπος έχει νου και αίσθηση και μεταξύ αυτών τών δύο είναι η φαντασία, η δόξα και η διάνοια. Προσδιορίζοντας τι είναι η διάνοια γράφει: «Διάνοια δε λογική μεν εστιν αιεί, διεξοδικώς δε πρόεισιν εις την μετά λόγου δόξαν αποτελευτώσα». Για τον νου γράφει: «Νου δε όργανον ουδέν εστιν, αλλ’ αυτοτελής εστιν ουσία και καθ’ εαυτήν ούσα ενεργητική, ει και προς την κατά διάνοιαν ψυχικήν τε και ανελιγμένην ζωήν υποκαταβιβάζει εαυτόν».

Ο νους είναι εικών τού Θεού και γνωρίζει τον Θεόν και γίνεται κατά Χάριν θεός.

«Πόσον ουρανού κρείττων νους ος εικών τε εστι Θεού και Θεόν οίδε και μόνος τών εγκοσμίων Θεός, ει βούλεται, και γίνεται, συναναφέρων το σώμα τής ταπεινώσεως».

Γι’ αυτό ο νους που είναι ενέργεια τής ψυχής διαφορετική από την λογική, όταν απομακρύνεται από τον Θεό γίνεται ή δαιμονιώδης ή κτηνώδης. «Νους γαρ αποστάς τού Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης».

Την διάκριση μεταξύ νου, λογικής, καρδίας την συναντάμε σε όλη την Πατερική παράδοση. Στο βιβλίο με τίτλο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», και υπότιτλο «πατερική θεραπευτική αγωγή» επιχειρώ ευρύτατη ανάλυση για την σχέση μεταξύ ψυχής, νου, καρδιάς και διάνοιας-λογικής, καθώς επίσης για την φυσική ζωή τού νου, την ασθένεια και την θεραπεία του. Για τους Πατέρες τής Εκκλησίας και τους λεγομένους νηπτικούς-ησυχαστές ο νους είναι «ο οφθαλμός τής ψυχής», «το καθαρότατον μέρος τής ψυχής», «η λεπτοτάτη προσοχή» και ο νους ενώνεται με τον Πρώτο Νου, τον Θεό, γίνεται αγαθός και σοφός. Η ασθένεια τού νου χαρακτηρίζεται «ο σκοτασμός τού νου».

 

3. Intellect και reason

Η διάκριση και η διαφορά μεταξύ νου και λογικής πέρασε στην λατινική γλώσσα. Ο νους αποδόθηκε με το intellectus και η διάνοια αποδόθηκε με το ratio, οπότε υφίσταται διαφορά μεταξύ intellectus και ratio.

Όταν, όμως, ο όρος intellectus μεταφράστηκε από τα λατινικά στην αγγλική γλώσσα ως intellect και ο όρος intelligentia ως intelligence, στην αρχή αυτές οι λέξεις είχαν την ίδια σημασία με τις λέξεις νους και νοημοσύνη αντιστοίχως. Σήμερα, όμως, στην καθημερινή αγγλική γλώσσα (το intellectus) δεν ταυτίζεται με τον νου και την νοερά ενέργεια, αλλά και το intelligence και το intellect ταυτίζονται με cleverness και smartness (ευφυία-εξυπνάδα). Και το λατινικό ratio (διάνοια-λογική) μεταφέρεται στην αγγλική γλώσσα ως reason, rational faculty.

Επομένως, στην αρχαία λατινική παράδοση η διάκριση μεταξύ νου και λογικής διατηρήθηκε επειδή μεταφράσθηκαν ως intellectus και ratio αντιστοίχως, και αυτή η διάκριση κρατήθηκε στην αρχαία αγγλική μετάφραση τών όρων. Στην σύγχρονη αγγλική γλώσσα, όμως, ταυτίσθηκαν αυτοί οι όροι, οπότε η λέξη intelligence, αντί να ταυτίζεται με intelligentia-νοημοσύνη, ταυτίζεται τώρα με την σημασία τών λέξεων cleverness και smartness ως ευφυία, αλλά και με την σημασία τών λέξεων reason και rational faculty ως λογική.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης για να ομιλήση για τον νου που διαφέρει από την λογική χρησιμοποίησε στην αγγλική γλώσσα το noetic faculty, ή το nous. Αυτό χρησιμοποιούν και οι μεταφραστές τών έργων μου στην αγγλική γλώσσα.

Πάντως, αυτή η σύγχυση τών δύο λέξεων φαίνεται στην χρήση τών όρων σήμερα για την «Τεχνητή Νοημοσύνη». Σίγουρα νοείται αυτός ο όρος ως τεχνητή ευφυία και όχι ως τεχνητή νοημοσύνη με την αρχαία φιλοσοφική και πατερική έννοια.

Ο όρος «Τεχνητή Νοημοσύνη» αναφέρεται στις «σκεπτόμενες μηχανές» που προσπαθούν να μιμηθούν τον ανθρώπινο εγκέφαλο που σκέφτεται και αναλύει τα δεδομένα που έχει. Μάλλον αυτές οι μηχανές δεν σκέφτονται, αλλά «αναλύουν στη στιγμή δεδομένα βάσει τών μοντέλων τής μάθησής τους, αλλά αυτή η ψευδαίσθηση είναι αρκετή για να μάς κάνει να πιστεύουμε ότι η ώρα που μια μηχανή θα ξεπεράσει την ανθρώπινη ευφυία είναι κοντά».

Όσοι μιλούν για τεχνητή νοημοσύνη εννοούν τον εγκέφαλο τού ανθρώπου.

Γράφεται χαρακτηριστικά: «Στην πραγματικότητα, η νοημοσύνη δεν μπορεί να οριστεί με ακρίβεια, όσο διεπιστημονική και αν γίνει η προσέγγισή μας. Το μεγάλο σύνορο που δεν έχουμε ακόμη διαβεί ονομάζεται ανθρώπινος εγκέφαλος. Μπορεί να έχουμε κατορθώσει την αποκωδικοποίηση τού ανθρωπίνου γονιδιώματος, αλλά ο εγκέφαλός μας είναι ακόμα σχεδόν ένας άγνωστος». «Συχνά, ταυτίζουμε την νοημοσύνη με την εξυπνάδα, χωρίς βέβαια να είναι το ίδιο πράγμα. Μερικά αποτελέσματα τής Τ Ν έχουν σοφά χαρακτηριστεί αποτελέσματα "τεχνητής ανοησίας"».

Έτσι, η «Τεχνητή Νοημοσύνη» είναι ένας «ηλεκτρονικός εγκέφαλος», ο οποίος «μιμείται αυτό που συμβαίνει στον βιολογικό μας εγκέφαλο».

Αυτό το γνωρίζουν οι επιστήμονες που ασχολούνται με την τεχνολογία, γι’ αυτό γράφουν ότι ο ορισμός τής τεχνητής νοημοσύνης «αλλάζει και διαφοροποιείται». «Υπάρχουν ορισμοί επιστημόνων, ινστιτούτων ή διεθνών οργανισμών, όπως για παράδειγμα αυτοί τής Ι Ε Ε Ε (Institute of Electrical and Electronics Engineers) που χρησιμοποιεί τον όρο «αυτόνομα και ευφυή συστήματα».

Επίσης, άλλοι ορισμοί που δόθηκαν είναι «συστήματα λογισμικού» ή «τεχνολογία τών τεχνητά ευφυών συστημάτων», «συστήματα που σκέφτονται σαν τους ανθρώπους, συστήματα που δρουν σαν άνθρωποι, συστήματα που σκέφτονται ορθολογικά, συστήματα που λειτουργούν ορθολογικά».

 

4. Οι παράλληλοι ορισμοί τής νοημοσύνης

Είδαμε προηγουμένως ότι ο όρος νους, νοερό, νοητό στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία δηλώνει τον νοερό κόσμο, τον θείο νου, τον Θεό, αλλά και το ευγενέστερο μέρος τής ψυχής τού ανθρώπου.

Στην ορθόδοξη ορολογία, όπως το είδαμε και στην φιλοσοφία, ο νους διαφέρει από τον λόγο-λογική, αφού κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «νους μεν καθαρός ορθά βλέπει τα πράγματα, λόγος δε γεγυμνασμένος, υπ’ όψιν άγει τα οραθέντα», και κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, το κατ’ εικόνα τού ανθρώπου χαρακτηρίζεται ως «νοερόν και αυτεξούσιον», που είναι διαφορετικό από την λογική-λόγο. Άλλωστε, νοερά πνεύματα είναι οι άγγελοι, και ο νους τού ανθρώπου ως κατ’ εικόνα Θεού είναι «εικών τής αρρήτου δόξης» τού Θεού.

Έπειτα, και κατά την σύγχρονη ψυχολογία η νοημοσύνη ορίζεται διαφορετικά που δεν μπορεί ο όρος αυτός να ταυτισθή με το μηχάνημα, το οποίο προσπαθεί να μιμηθή τον ανθρώπινο εγκέφαλο και τα νευρωνικά κύτταρά του. Έτσι, κατά μια ψυχολογική ανάλυση, η νοημοσύνη χαρακτηρίζεται στον καθημερινό λόγο ως «η εξυπνάδα, ή η ευφυία». «Σύμφωνα με τον λειτουργικό ορισμό της, θεωρείται ότι είναι η επίδοση σε μια σειρά δοκιμασιών που μετρούν ικανότητες σχετικές με τη γλώσσα και το λεξιλόγιο, τους αριθμούς, τις αφηρημένες έννοιες, τη λύση τών προβλημάτων κ.α. Ο ορισμός αυτός δεν είναι ικανοποιητικός, αφού προσδιορίζει ότι νοημοσύνη είναι αυτό που μετρούν οι κλίμακες νοημοσύνης. Αν και δεν υπάρχει γενική συμφωνία ανάμεσα στους ψυχολόγους, οι περισσότεροι ορίζουν ως "νοημοσύνη" την ικανότητα τού ατόμου α) να επωφελείται από τις εμπειρίες του· β) να αποκτά νέες γνώσεις και γ) να προσαρμόζεται σε νέες καταστάσεις. Η νοημοσύνη θεωρείται μια πολυδιάστατη ικανότητα που εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους κατά τη διάρκεια τής ζωής τού ατόμου. Η έννοια έχει μελετηθεί από πολλούς ψυχολόγους...».

Είναι χαρακτηριστικός ο όρος «συναισθηματική νοημοσύνη», από το σχετικό βιβλίο τού Daniel Goleman, που αποτελεί ένα «ορόσημο στη σύγχρονη ψυχολογία», «επειδή επιτυγχάνει μια αξιοθαύμαστη σύνθεση τών νευροεπιστημονικών επιτευγμάτων που αφορούν αυτά που γνωρίζουμε σήμερα για τις δομές τού εγκεφάλου σε σχέση με τα συναισθήματα, τών πειραματικών δεδομένων από άψογες, από μεθοδολογικής πλευράς, μελέτες που αφορούν την ανθρώπινη συναισθηματική αλληλεπίδραση και στη συναισθηματική ανάπτυξη και ωρίμανση τού παιδιού, καθώς και τών εύστοχων κλινικών παραδειγμάτων, αφ’ ενός μεν ατόμων με διάφορες συναισθηματικές διαταραχές, αφ’ ετέρου δε ατόμων με πολύ υψηλό δείκτη "συναισθηματικής νοημοσύνης"».

Κατά τον Daniel Goleman «η ίδια ονομασία Homo Sapiens, το σκεπτόμενο είδος, είναι παραπλανητική υπό το φως τής νέας εκτίμησης και θεώρησης -από μέρους τής σύγχρονης επιστήμης- τής θέσης που κατέχουν τα συναισθήματα στην ζωή μας». Επισημαίνει ότι «το παρακάναμε πια με την έμφαση και τη βαρύτητα που δώσαμε στο τι είναι απόλυτα λογικό, τι μπορεί να μετρηθεί από τους Δείκτες Νοημοσύνης (I Q) στην ανθρώπινη ζωή. Είτε μάς αρέσει είτε όχι, η ευφυία δεν μπορεί να οδηγήσει σε τίποτα όταν τα συναισθήματα έχουν κλονιστεί».

Σύμφωνα με τον Goleman, «με μια πολύ πραγματική έννοια, έχουμε δύο μυαλά: ένα που σκέφτεται και ένα που αισθάνεται... Ο συγκινησιακός/λογικός διχασμός προσεγγίζει τη λαϊκή διάκριση μεταξύ "καρδιάς" και "μυαλού"... Υπάρχει μια σταθερή αναλογία όσον αφορά τον έλεγχο τού συναισθήματος και τής λογικής στο μυαλό». «Αυτά τα δυο μυαλά, το συγκινησιακό και το λογικό, λειτουργούν ως επί το πλείστον σε αγαστή συνεργασία, ταιριάζοντας τους τόσο διαφορετικούς τρόπους γνώσης που κατέχουν, για να καθοδηγούν τα βήματά μας στον κόσμο».

 

5 . Οι συνέπειες τής ταύτισης τής νοημοσύνης με την λογική

Ύστερα από όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, όταν ταυτίζονται οι όροι νους-νοημοσύνη και λογική, τότε δημιουργούνται πολλά προβλήματα στην ορθόδοξη θεολογία και στην σχέση της με την επιστήμη.

Επειδή στην ορθόδοξη θεολογία γίνεται διάκριση μεταξύ τού νου και τής λογικής και κατ’ επέκταση τής νοημοσύνης και τής λογιοσύνης, γι’ αυτό δεν συγκρούεται η θεολογία με την επιστήμη. Γνωρίζουμε από όλη την ορθόδοξη παράδοση ότι ο άνθρωπος με τον νου-νοερά ενέργεια τής ψυχής που καθαίρεται και φωτίζεται έρχεται σε γνώση τού Θεού, μετέχει τής ακτίστου δόξης τού Θεού, ενώ με τον λόγο-λογική ενέργεια έρχεται σε σχέση με την κτίση, διερευνά την κτίση και αποκτά γνώση τού επιστητού κόσμου και έτσι αναπτύσσεται η επιστήμη. Άρα δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ θεολογίας και επιστήμης, αφού κάθε μια χρησιμοποιεί διαφορετική μεθοδολογία.

Αντίθετα, η σχολαστική θεολογία τής Δύσεως (11ος -13ος αιώνας) ταύτισε τον νου με τον λόγο, έχει ενιαία μεθοδολογία γνώσης και γι’ αυτό έφθασε στην σύγκρουση μεταξύ μεταφυσικής και επιστήμης, κατά την περίοδο τού διαφωτισμού.

Με αυτήν την έννοια είναι απαραίτητο σήμερα να γίνεται διάκριση μεταξύ νοημοσύνης και ευφυίας-λογικής, ώστε ούτε να αγνοούμε τον τρόπο επικοινωνίας με τον Θεό ούτε να διακρινόμαστε για μια «μονοδιάστατη» ανθρώπινη και κοινωνική ζωή. Ο άνθρωπος ζη σε έναν αισθητό κόσμο, χρησιμοποιεί τα στοιχεία τού κόσμου, αλλά έχει ανάγκη να ικανοποιή και την νοερά ενέργειά του για να έχη επικοινωνία με τον Θεό. Έτσι, δεν είναι «μονοδιάστατος άνθρωπος», δεν γίνεται δούλος τών πραγμάτων, αλλά τα αξιοποιεί όλα ως άρχοντας επί τής γης και όχι ως δούλος και αρχόμενος, και ακόμη αποκτά δια τού νου την γνώση τού Θεού.

Είναι φανερόν ότι η φυσική και η τεχνητή νοημοσύνη έχουν διάφορες έννοιες και σημασίες, ακόμη και στην σύγχρονη επιστήμη, οπότε πρέπει να γίνονται διασαφήσεις, αφού άλλο είναι η λογική νοημοσύνη, άλλο είναι η συναισθηματική νοημοσύνη και άλλο είναι η τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να συγχέουμε τους όρους, αλλά να γίνεται διασάφηση, οπότε, αυτό που επικράτησε «τεχνητή νοημοσύνη» να το προσδιορίζουμε ως «τεχνητή ευφυία».

Αυτή, κατά την γνώμη μου, πρέπει να είναι μια βασική πρόταση τού παρόντος Θεολογικού Συνεδρίου που στηρίζεται από την Μονή Βατοπαιδίου, στην οποία Μονή τού Αγίου Όρους γίνεται λόγος για φωτισμό τού νου, ο οποίος αποκτά γνώση τού Θεού και είναι διαφορετικό από την λογική.

Επειδή, όμως, επικράτησε να κάνουμε λόγο για τεχνητή νοημοσύνη αντί τεχνητή ευφυΐα, γι’ αυτό πρέπει τουλάχιστον εμείς οι θεολόγοι να θέτουμε τον όρο «τεχνητή νοημοσύνη» σε εισαγωγικά και να ερμηνεύουμε ότι προσδιορίζεται ως τεχνητή ευφυΐα, και να χρησιμοποιούμε παράλληλα τον όρο τεχνητή ευφυΐα, για να διαχωρίζεται από την «πνευματική-ψυχική νοημοσύνη».

Νοέμβριος 2024.

Δημιουργία αρχείου: 30-11-2024.

Τελευταία μορφοποίηση: 30-11-2024.

ΕΠΑΝΩ