Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Βιβλία, Θεολογικά, Πατερικά και Δογματικά

Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο

Η ιστορία τού Δόγματος από τής εποχής τών Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ.

Μέρος Δεύτερον

Τού Ανδρέα Θεοδώρου

Τακτικού Καθηγητού τού Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Α΄ Κεφάλαιο

Η θεολογία των Απολογητών ως απαρχή θεμελιώσεως της επιστημονικής θεολογίας της Εκκλησίας

Το δόγμα υπό το πρίσμα των επ' αυτού επιδράσεων της Ελληνικής φιλοσοφίας

γ) Η περί Λόγου διδασκαλία

1) Αι περί Λόγου αντιλήψεις του Ιουστίνου

β. H γέννησις του Λόγου

1. Το γεγονός ότι ο Λόγος αποτελεί Θεόν αριθμώ έτερον του ποιήσαντος τα πάντα Πατρός, δεν σημαίνει, ότι η ενότης του Θεού — η πραγματική μονοθεΐα — φθείρεται και διασπάται.

Κατά τον Ιουστίνον ο Θεός είναι είς, αλήθεια την οποίαν πολυειδώς εξαίρει και αντιβάλλει κατά του ψεύδους της πολυθεΐας και του δυϊσμού της θεολογίας του Μαρκίωνος.156

Γεννάται όμως το ερώτημα: Πώς συμβιβάζεται η πίστις εις τον ένα αληθινόν Θεόν προς το δόγμα της θεότητος του Λόγου ή πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο συγχρόνως θεότητες εν μια και τη αυτή θεία ουσία;

Το δυσχερές τούτο πρόβλημα ο Ιουστίνος αντιμετωπίζει ευθαρσώς, οικονομεί δε αυτό δια της εκ του Θεού Πατρός αδιατμήτου γεννήσεως του Λόγου.157 Η γέννησις δηλαδή του Λόγου δεν επιφέρει μείωσιν της Θείας Ουσίας ούτε δε και καταλύει την ενότητα της μιας και μόνης θεότητος.

Προς διασάφησιν του πράγματος προσάγει και παραδείγματα εκ του κύκλου της φυσικής εμπειρίας ειλημμένα, τον προφερόμενον ανθρώπινον λόγον και το πυρ, εκ του οποίου ανάπτονται και άλλα πυρά: «αλλ' ου τοιούτον οποίον και εφ' ημών γινόμενον ορώμεν; λόγον γαρ τινα προβάλλοντες, λόγον γεννώμεν, ου κατά αποτομήν, ως ελαττωθήναι τον εν ημίν λόγον, προβαλλόμενοι, και οποίον επί πυρός ορώμεν άλλο γινόμενον, ουκ ελαττουμένου εκείνου εξ ου η άναψις γέγονεν, αλλά του αυτού μένοντος, και το εξ αυτού αναφθέν και αυτό αν φαίνεται, ουκ ελαττώσαν εκείνο εξ ου ανήφθη ».158

Όπως δηλαδή ο λόγος ημών προφερόμενος δεν ελαττώνει τον εν ημίν ενδιάθετον λόγον, ούτε δε και το αρχικόν πυρ μειούται δια της εξ αυτού ανάψεως και άλλων πυρών, τοιουτοτρόπως και η Θεία Ουσία, μεταδίδουσα την θεότητα εις τον υπό του Πατρός γεννώμενον Λόγον, δεν υφίσταται διάσπασιν ή μείωσιν εν τη μεταδόσει: Η γέννησις του Λόγου, δεν γίνεται κατ' αποτομήν, ως να εμερίζετο και να κατετέμνετο η θεότης, αλλ' είναι γέννησις αδιαίρετος και αδιάτρητος. Δια της γεννήσεως η Θεία Ουσία παραμένει μία, το δε πρόσωπον του Λόγου διάφορον και διακεκριμένον του Πατρός.

 

2. Ο όρος γέννησις δια του οποίου χαρακτηρίζεται η εκ του Θεού Πατρός προέλευσις του Λόγου δεν φέρει παρ' Ιουστίνω σταθερόν και ενιαίαν σημασίαν, εφαρμοζόμενος υπ' αυτού και εις τα υπό του Θεού δημιουργηθέντα πράγματα.

Ως γεννήματα, λόγου χάριν, χαρακτηρίζονται υπό του Ιουστίνου και όλα τα άλλα ζωα,159 ο δε Θεός χαρακτηρίζεται ως Πατήρ ολοκλήρου του φυσικού κόσμου.160

Προς την γενικήν όμως ταύτην πατρότητα του Θεού, αντιδιαστέλλεται οξύτατα υπό του Μάρτυρος το ίδιον της γεννήσεως του Λόγου. Τούτο έγκειται κυρίως εις την αμεσότητα της γεννήσεως αυτής. Ενώ δηλαδή τα υπόλοιπα δημιουργήματα εμμέσως προήλθον παρά του Θεού, ενώ η άμεσος πηγή των είναι η άμορφος ύλη,161 ο Λόγος προέρχεται αμέσως παρά του Πατρός.162

Τα υπόλοιπα όντα δεν είναι παρά απλά ποιήματα163 και κτίσματα164 του Θεού, ενώ ο Λόγος είναι το πρώτον γέννημα του Θεού165, τέκνον Θεού166, μονογενής τω Πατρί των όλων.167

Περαιτέρω, την αυτήν ιδιαιτερότητα της γεννήσεως του Λόγου χαρακτηρίζουν και άλλα ονόματα, ως πρωτότοκος,168 πρόβλημα ή προβολή,169 προέλευσις,170 προπήδησις,171 τα οποία ουδεμίαν αναφοράν έχουν εις τα υλικά δημιουργήματα.

 

3. Πότε όμως συνετελέσθη η εκ του Θεού Πατρός γέννησις του Λόγου; Ο Λόγος προϋπήρχεν αϊδίως παρά τω Πατρί ή εγεννήθη εξ αυτού εν χρόνω; Αν δε εγεννήθη εν χρόνω, ποία είναι η χρονική στιγμή της γεννήσεως αυτής;

Η απάντησις εις τα ερωτήματα ταύτα συνθέτει ίσως τα καιριώτερον σημείον και την κρισιμωτέραν στιγμήν ολοκλήρου της θεολογίας του Μάρτυρος.

Σχετικώς ο Ιουστίνος μας παρέχει δύο σαφείς μεν, πλην γενικάς διαβεβαιώσεις, ήτοι:

α) προ των ποιημάτων πάντων, εν αρχή, η προβολή του Λόγου ήτο ήδη τετελεσμένη172 — τα δύο, δηλαδή, πρόσωπα ήσαν διακεκριμένα αλλήλων — και β) ότι, εκτός της πραγματικής τούτης προβολής υπάρχει και άλλη κατάστασις, η οποία δύναται να χαρακτηρισθή ως κστάστασις εσωτέρας σχέσεως του Λόγου μετά του Θεού Πατρός.

 

4. Το περιμάχητον, αλλά και μοναδικόν χωρίον της εν προκειμένω σκέψεως του Ιουστίνου είναι το της Β΄ Απολογίας (6,3. Β.Ε.Π. 3, 203):

«Ο δε Υιός Εκείνου, ο μόνος λεγόμενος κυρίως Υιός, ο Λόγος προ των ποιημάτων και συνών και γεννώμενος, ότε την αρχήν δι' αυτού πάντα έκτισε και εκόσμησε».173

Εκείνο το οποίον επισύρει αμέσως την προσοχήν του μελετητού είναι αι δύο μετοχαί συνών και γεννώμενος, ακολουθούμεναι υπό του χρονικού προσδιορισμού «ότε την αρχήν δι' αυτού πάντα έκτισε και εκόσμησε». Μεταξύ των κριτικών δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την ακριβή συσχέτισιν του προσδιορισμού, αν δηλαδή αναφέρεται ούτος εις την μετοχήν «γεννώμενος», ή και εις τας δύο μετοχάς «συνών και γεννώμενος».

Ο τρόπος της συνδέσεως του προσδιορισμού έχει ιδιαιτέραν σημασίαν, διότι οδηγεί αναλόγως εις διάφορα συμπεράσματα.174

Τοιουτοτρόπως, όσοι συνδέουν απ' ευθείας τας δύο μετοχάς — προς τας οποίας συσχετίζουν και τον χρονικόν προσδιορισμόν — εκδέχονται την γέννησιν του Λόγου ως αιωνίαν. Δηλαδή ο Λόγος και υπήρχε και εγεννάτο πάντοτε παρά του Πατρός, ασχέτως των εξωτερικών προς τον κόσμον σχέσεων αυτού. Μεταξύ των δύο τούτων στιγμών δεν εμεσολάβησε χρονική στιγμή.

Η ερμηνεία όμως αυτή προσκρούει αδυσωπήτως εις την συντακτικήν του χωρίου υφήν. Αν, δηλαδή, ενωθούν απ' ευθείας αι μετοχαί, ο προσδιορισμός «ότε την αρχήν δι' αυτού πάντα έκτισε και εκόσμησε» παραμένει εννοιολογικώς ακάλυπτος και μετέωρος. Δεν θα ήτο δε βάσιμον να υποθέσωμεν, ότι εις χωρίον τόσον σπουδαίον και σημαντικόν, όπου μοναδικώς και ex professo ασχολείται ο Ιουστίνος περί την γέννησιν του Λόγου, θα διετύπωνε φράσιν τόσον μετέωρον και περιττήν.

Οι χωρίζοντες αφ' ετέρου τας μετοχάς και συνάπτοντες τον χρονικόν προσδιορισμόν προς την μετοχήν «γεννώμενος» — πράγμα συντακτικώς και εννοιολογικώς ορθόν — παρεισάγουν εις την θεολογίαν του Ιουστίνου την επισφαλή θεωρίαν περί της διττής καταστάσεως του Λόγου. Ο Λόγος, δηλαδή, ευρίσκετο μεν πάντοτε παρά τω Πατρί, ως η Ενδιάθετος Λογική δύναμις αυτού· ως πρόσωπον όμως συγκεκριμένον, ως υπόστασις αυτοτελής και ιδία, τότε μόνον συνέστη, όταν προήλθε παρά του Πατρός προς δημιουργίαν του εξωτερικού τούτου κόσμου. Με άλλας λέξεις, έχομεν εδώ διαγραφομένην την περίφημον θεωρίαν περί Ενδιαθέτου και προφορικού Λόγου, την οποίαν — ως θα ίδωμεν — θα διατυπώσουν επί το τελειότερον άλλοι Απολογηταί.

Ορθοτέρα μάλλον πρέπει να θεωρηθή η δευτέρα ερμηνεία, η οποία την γέννησιν του Λόγου συνάπτει στενότατα προς την δημιουργίαν. Εις το σημείον τούτο έχομεν πλέον εμφανή την επί του Ιουστίνου επίδρασιν των κοσμογονικών αντιλήψεων της Πλατωνικής φιλοσοφίας. Όπως, δηλαδή, παρά Πλάτωνι ο δημιουργός προκειμένου να διαμορφώση την ασχημάτιστον ύλην προβαίνει εις την δημιουργίαν της ψυχής του κόσμου, εν τη οποίω τοποθετεί τον λογικόν νουν, ώστε η διαμόρφωσις του σύμπαντος να καταστή κατά το δυνατόν αρμονικωτέρα και τελειότερα (Τιμ. 30b), τοιουτοτρόπως και ο Ιουστίνος την εκ Πατρός γέννησιν του Λόγου αποδέχεται εν όψει της υλικής του κόσμου δημιουργίας.

Προς ορθοτέραν όμως κατανόησιν του πράγματος είναι απαραίτητον να γίνουν αι ακόλουθοι διασαφήσεις:

Η ψυχή του κόσμου παρά Πλάτωνι είναι δύναμις απρόσωπος διακεχυμένη εις τον υλικόν κόσμον, διακρατούσα και διαμορφώνουσα αυτόν. Το κυριώτερον δε, είναι δημιούργημα του Πλατωνικού Θεού. Η ιδέα αυτή έρχεται εις οξυτάτην αντίθεσιν προς τας περί θεότητας του Λόγου αντιλήψεις του Ιουστίνου. Ούτος την θεότητα του Λόγου προσπαθεί να κατοχυρώση δι' όλων των μέσων, τα οποία έχει εις την διάθεσίν του. Εν όψει μάλιστα της δημιουργίας δεν διστάζει να προσφύγη και εις το κοσμογονικόν επιχείρημα, το οποίον ήτο γνωστόν εις τους Εθνικούς αναγνώστας του.

Η απολογητική επομένως σκοπιμότης πρέπει και εδώ να σταθμισθή δεόντως. Ως προς το βάθος του πράγματος νομίζομεν, ότι ο Ιουστίνος και κατενόησεν ορθώς και απέφυγεν επιτυχώς όλας τας ατελείας της Πλατωνικής διδασκαλίας.

 

5. Περιττόν να σημειωθή, ότι η ανωτέρω διδασκαλία του Ιουστίνου είναι εις άκρον επισφαλής και επικίνδυνος. Τοιουτοτρόπως, αποδεχόμενος ούτος την εν όψει της δημιουργίας γέννησιν του Λόγου, θέτει εις προφανή κίνδυνον τόσον την αναγκαιότητα όσον και το αιώνιον της γεννήσεως αυτής.

Αν η γέννησις του Λόγου σχετίζεται αμέσως προς την δημιουργίαν την πεπερασμένην και έγχρονον, υπάρχει κίνδυνος να είναι και αύτη η γέννησις συμβατική και σχετική, εξωτερικώς προσδιοριζομένη. Η είσοδος εις τον Αρειανισμόν επομένως δεν χρειάζεται παρά έν περαιτέρω βήμα.

Βεβαίως ο κίνδυνος ούτος ουδέποτε επραγματοποιήθη παρ' Ιουστίνω. Παρ' όλον ότι ουδέποτε εδίδαξεν ούτος το αιώνιον της γεννήσεως του Λόγου — αν και είχεν αρκετάς προς τούτο αφορμάς — δεν δυνάμεθα εν τούτοις βασίμως να ισχυρισθώμεν, ότι δεν ανέρχεται χρονικώς και πέραν της εν όψει της δημιουργίας γεννήσεως του Λόγου. Ίσως εν προκειμένω να είναι ικανοποιητική η άποψις του Tixeront, ο οποίος τον χρόνον προ της δημιουργίας χαρακτηρίζει ως αιωνιότητα πρακτικήν.175

 

Σημειώσεις


156. «Αυτώ τω Κυρίω ουκ αν επείσθην άλλον Θεόν καταγγέλλοντι παρά τον δημιουργόν » ( Ειρηναίος περί Ιουστίνου, παρ' Ευσεβίω, Εκκλ. Ιστ., Δ, 18, 9. Β.Ε.Π. 19, 302 ).

157. Διάλ., 61. 2. Β.Ε.Π. 3, 265.

158. Διατί άράγε να προτιμούν οι Απολογηταί τον όρον «γέννησις», δια να εκφράσουν την σχέσιν του Λόγου μετά του Θεού Πατρός; Ο J. Tixeront (μν. έργ., σελ. 251-252) παρατηρεί σχετικώς: «Reste cependant I' objection qui vient de I' emploi du mot génération. Si la prolation du Verbe pour la création ne touche pas, pour ainsi dire, a son être intime et ne constitue qu' une relation extérieure nouvelle, pourquoi saint Justin et Théophile la représentent-ils comme une génération, ou plutôt comme la génération du Verbe? On en pent donner plusieurs reisons. D' abord, parce que ces auteurs trouvent une ressemblance entre I' ecte par lequel le Verbe est extériorisé en quelque sorte et manifesté au dehors, et celui par lequel I' enfant est proprement mis au monde. Ensuite, parce que la mission créatrice du Fils est pour eux comme, un prolongement et une suite de se génération, comme un aspect particulier de cet acte. Et enfin, parce que les apologistes voient surtout, sinon exclusivement, dans le Verbe I' organe de la création et de la révélation, et ne I' envisagent par conséquent, lul et tout ce qui la concerne, que dans ses rapports avec le mond créé. C' est pour cela qu' ils rapportent à la création même se génération éternelle, comme si le Verbe n' avait été engendré que pour être créateur».

159. Διάλ., 84, 2. Β.Ε.Π. 3, 288.

160. Παράβαλλε και Τίμ. 37d, 69c.

161. Απολ. A'., 2. Β.Ε.Π. 3, 166.

162. Διάλ., 61, 1. Β.Ε.Π. 3, 265.

163. Απολ. Β΄, 6. 3. Διάλ., 62,4, 100,4. Β.Ε.Π. 3, 203, 267, 302.

164. Διάλ. 61,1, 100,2. 129,4. 125, 3. Β.Ε.Π. 3. 265, 301, 328, 324.

165. Απαλ,. Α, 21,1. Διάλ. 62,4 129, 4. Β.Ε.Π. 3. 172, 266, 32Β.

166. Διάλ., 125, 3. Β.Ε.Π. 3, 324.

167. Διάλ., 105, 1. Β.Ε.Π. 3, 306.

168. Μετά ή και άνευ προσδιορισμού: «πρωτότοκος πόσης κτίσεως» (Διάλ. 85,2, 138. 2. Β.Ε.Π. 3, 289, 335). «πρωτότοκος πάντων κτισμάτων» (Διάλ. 84, 2. Β.Ε.Π. 3, 2Β8), «πρωτότοκος μεν του Θεού και προ πάντων κτισμάτων» (Διάλ. 100. 2. Β.Ε.Π. 3, 301).

169. Διάλ., 62. 4. Β.Ε.Π. 3. 266.

170. Διάλ., 100, 4. Β.Ε.Π. 3, 302.

171. Διάλ., 128, 3. Β.Ε.Π. 3, 327.

172. «Τον προ και ποιήσεως κόσμου όντα Θεόν» (Διάλ,. 56, 10. Β.Ε.Π. 3, 258).

173. Αφορμήν εις την διατύπωσιν της διδασκαλίας τούτης έδωσεν εις τον Ιουστίνον η επιθυμία του να αντιβάλη την γέννησιν του Λόγου προς την εφάμαρτον και εν φθορά γέννησιν των δαιμόνων της μυθολογίας. Η γέννησις του Λόγου είναι γέννησις πνευματική, καθαρά, ανάλογος προς την πνευματικότητα και την λογικήν φύσιν του γεννήσαντος αυτόν Θεού. Είναι δε γέννησις αντίθετος και προς την εφάμαρτον γέννησιν των υιών του Διός της μυθολογίας, αι οποίοι κατά το πρότυπον των δαιμόνων, ήσαν τέκνα του Διός εκ της εν επιθυμία μίξεως αυτού μετά γυναικών ανθρώπων.

174. Λεπτομερείας βλέπε: Α. Θεοδώρου, μν. έργ., σελ. 85 και εξής.

175. J. Tixeront, μν. έργ., σελ. 235: «Le saint docteur remonte jusqu' avant la création... il ne va pas au dela: c' est pour lui l' éternité pratique».

 


Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο


Δημιουργία αρχείου: 5-9-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 11-9-2017.

ΕΠΑΝΩ