Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Εναλλακτικές Θεραπείες

Εναλλακτικές 'θεραπείες': Επιστήμη ή Μεσαίωνας; // Η Ομοιοπαθητική ασυμβίβαστη με την Ορθόδοξη πίστη // Η Ομοιοπαθητική και άλλες εναλλακτικές θεραπείες δεν έχουν αποτέλεσμα // Ψυχολογική θεώρηση εναλλακτικών θεραπειών και Ομοιοπαθητικής // Ομοιοπαθητικοί «θέτουν σε κίνδυνο ζωές» προτείνοντας φάρμακα ελονοσίας // Περί Ομοιοπαθητικής // Η Ομοιοπαθητική είναι χειρότερη από μαγεία // Κριτική στην Ομοιοπαθητική // Μάστερ Ομοιοπαθητικής από... μηχανικούς // Οι «εναλλακτικές θεραπείες» δεν είναι αβλαβείς // Ομοιοπαθητική: Η υπέρτατη απάτη

Ένσταση ομάδας Επιστημόνων

για την προσπάθεια επίσημης αναγνώρισης τής Ομοιοπαθητικής ως Ιατρικής πράξης

 

Αναδημοσίευση από: http://www.imglyfadas.gr

 

Με έκπληξη, χωρίς να οφείλει το κράτος να προβεί σε μία τέτοια ενέργεια, πληροφορηθήκαμε την από 18 Μαΐου 2016 προσπάθεια του Υπουργείου Υγείας να αναγνωριστεί επίσημα η ομοιοπαθητική από το Ελληνικό κράτος. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε ενδεκαμελής επιτροπή, η οποία θα συντάξει την σχετική προς το Υπουργείο πρόταση στην οποία θα καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η απαιτούμενη εκπαίδευση στην ημεδαπή και αλλοδαπή για τη λήψη της ειδικεύσεως στην ομοιοπαθητική. Σημειωτέον ότι τα μέλη της ως άνω επιτροπής αποτελούνται από ιατρούς και ένα φαρμακοποιό, οι οποίοι προέρχονται από τον χώρο της ομοιοπαθητικής[1].

Προκαλεί εντύπωση το πρωτάκουστο αυτό γεγονός, ότι δηλαδή όλα τα μέλη της ορισθείσης εισηγητικής επιτροπής, για την επίσημη αναγνώριση της "Ομοιοπαθητικής", ασχολούνται με την "εναλλακτική" αυτή μέθοδο. Δεδομένου ότι η "Ομοιοπαθητική" είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενη μέθοδος, η κοινή λογική επιβάλει να ορισθούν θεσμικοί φορείς, κυρίως από τις Ιατρικές Σχολές της χώρας, αλλά και από εκπροσώπους του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, προκειμένου η εισήγησή τους να είναι αντικειμενική.

Ως γνωστόν, η ομοιοπαθητική αμφισβητείται διεθνώς ως προς την επιστημονική της υπόσταση, ενώ σύμφωνα με όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, διέπεται και από μεταφυσικά μη Ορθόδοξα στοιχεία, γεγονός που την κατατάσσει, σύμφωνα με τους ειδικούς πανορθοδόξως, στο χώρο των αιρέσεων[2].

Οι βασικές αρχές της ομοιοπαθητικής περιγράφονται από τον Σαμουήλ Χάνεμαν και εφαρμόζονται έως τις ημέρες μας. Η τελευταία έκδοση του σχετικού εγχειριδίου πραγματοποιήθηκε το 1833[3].

Οι κύριες αρχές της είναι ο ονομαζόμενος νόμος των ομοίων «Similia Similibus Curentur», δηλαδή «τα όμοια θεραπεύονται με τα όμοια» και ο νόμος της απειροελαχιστότητας ή ελαχίστων δόσεων[4]. Και οι δύο νόμοι αμφισβητούνται από την επιστημονική κοινότητα. Αυτός ο νόμος των ομοίων στηρίχτηκε σημαντικά στην παρατήρηση του Χάνεμαν ότι η λήψη αφεψήματος από τον φλοιό της κιγχόνης προκαλεί πυρετό και τα ευρύτερα συμπτώματα της ελονοσίας. Αυτός ο νόμος αποκαλείται από τον καθηγητή Φαρμακολογίας Ιωακείμογλου ως αυταπάτη του Χάνεμαν, δεδομένου του ότι εκατομμύρια άνθρωποι έχουν λάβει το ανωτέρω εκχύλισμα καθώς και την βασική ουσία η οποία εμπεριέχεται σε αυτό, δηλαδή την κινίνη, χωρίς να πάθουν πυρετό ή άλλο σύμπτωμα της ελονοσίας[5, 6]. Σύμφωνα με το νόμο της απειροελαχιστότητας, το φάρμακο υπόκειται σε διαδοχικές αραιώσεις με κρούσεις (τεχνική της δυναμοποιήσεως) σε σημείο ώστε πρακτικά να μην είναι χημικά ανιχνεύσιμο. Αυτό σημαίνει ότι πρακτικά δεν υπάρχει η δραστική ουσία του φαρμάκου μέσα στο τελικό σκεύασμα, παρά μόνο το αδρανές έκδοχο, δηλαδή το νερό, ή το υδατοαλκοολικό διάλυμα ή το γαλακτοσάκχαρο, δηλαδή τα υλικά με τα οποία γίνονται κατά κανόνα οι αραιώσεις στην ομοιοπαθητική. Ο νόμος της απειροελαχιστότητας αντιβαίνει στις αρχές της Φαρμακολογίας όπου η δόση είναι κλειδί για την εμφάνιση δράσεως – τοξικότητας μίας φαρμακευτικής ουσίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν μπορεί να δικαιολογήσει σε καμία περίπτωση πραγματική δράση[7, 8, 9, 10].

Ο ισχυρισμός ότι το ομοιοπαθητικό σκεύασμα δρα ενεργειακά δεν ευσταθεί με βάση τις αρχές της Φυσικής επιστήμης. Το ομοιοπαθητικό σκεύασμα, δεδομένου μάλιστα ότι δεν χρησιμοποιείται αμέσως μετά την παρασκευή του αλλά αποθηκεύεται, μεταφέρεται, αφήνεται στο ράφι πριν να καταναλωθεί, δεν είναι απομονωμένο από το περιβάλλον σύστημα και πρέπει, σύμφωνα με τη Φυσική, να αποδώσει στο περιβάλλον το «περίσσευμα» της ενέργειας την οποία έχει προσλάβει με τη δυναμοποίηση. Ο Χάνεμαν υποστηρίζει ότι το ομοιοπαθητικό σκεύασμα μένει σταθερό έως δύο έτη σε σκιερό μέρος.

Πολλά άλλα είναι ακόμη τα επιστημονικώς ανεξήγητα τα οποία προτείνονται από την ομοιοπαθητική, όπως αυτά των ονομαζομένων μιασμάτων ή των άνευ αποδείξεως ασυμβατοτήτων των ομοιοπαθητικών σκευασμάτων με το μαύρο τσάι, το σέλινο, τη μαύρη σοκολάτα, τη μέντα, τον καφέ ή τη χρήση εκκριμάτων στη θεραπεία όπως τα ούρα, το πύον, οι ρινικές βλέννες[3, 11].

Τα έγκυρα στο χώρο της ιατρικής επιστήμης, περιοδικό Lancet και η Mayo Clinic κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η δράση της ομοιοπαθητικής είναι αυτή του εικονικού φαρμάκου ενώ λείπουν έγκυρες διπλές τυφλές μελέτες[12, 13, 14, 15]. Το γεγονός ότι λείπουν σχετικές αξιόπιστες μελέτες αποδείξεως δράσεως είναι ότι τόσον η ΕΜΑ (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων) όσο και ο FDA (Αμερικανικός Οργανισμός Φαρμάκων) δεν επιτρέπουν την αναγραφή θεραπευτικών ενδείξεων στα ομοιοπαθητικά σκευάσματα[17].

Η ομοιοπαθητική θεωρεί ότι μπορεί να επεμβαίνει σε πολλές ασθένειες, οξείες και χρόνιες[16]. Ενώ τα φάρμακά της δεν έχουν τοξικότητα, λόγω πρακτικά ελλείψεως δραστικής ουσίας, εν τούτοις, η ομοιοπαθητική είναι δυνατόν να αποδειχθεί επικίνδυνη στις περιπτώσεις όπου συνιστάται με πολύ δυσάρεστα αποτελέσματα. Να σημειωθεί ότι σημαντικό ποσοστό των ομοιοπαθητικών είναι ενάντιοι στον παιδικό εμβολιασμό, γεγονός το οποίο ανάγκασε το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Αμερικής να έχει εκδώσει σχετική οδηγία προσοχής στον πληθυσμό[9, 17].

Ως προς την επιστημονική της υπόσταση, η θεραπεία υποστηρίζεται από τον Χάνεμαν ότι είναι ενεργειακή και προέρχεται από τη «ζωτική δύναμη». Η φαρμακευτική ουσία με τις δυναμοποιήσεις τις οποίες υφίσταται μεταβάλλεται πλήρως σε «πνευματοειδή φαρμακευτική δύναμη» (dematerialized spiritual force). Η θεραπευτική επίδραση στο άρρωστο σώμα επιτυγχάνεται μέσω της «αόρατης αυτής δύναμης»[3]. Τα ανωτέρω αποδέχονται και διδάσκουν και στην Ελλάδα. Ότι δηλαδή εκτός των γνωστών ενεργειών, όπως ηλεκτρικής, θερμικής και ηλεκτρομαγνητικής, υπάρχουν και άλλοι τύποι λεπτών ενεργειών μη ερευνημένων, οι οποίες σχετίζονται με το διανοητικό, συναισθηματικό επίπεδο του ανθρώπου. Ακόμη, ότι ο τρόπος ανταλλαγής πληροφοριών για την επιτέλεση ζωτικών λειτουργιών σε ενεργειακό επίπεδο παραμένει ακόμη αδιερεύνητος[18]. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά της φιλικά προσκείμενης στην ομοιοπαθητική ομάδας του Benveniste περί «μνήμης του νερού», η οποία εθεώρησε μετά από σχετικό πείραμα ότι οι ουσίες αφήνουν ένα αποτύπωμα στο νερό, έκδοχο ευρύτατα χρησιμοποιούμενο στις αραιώσεις των φαρμάκων στην ομοιοπαθητική. Αυτό απεδείχθη ανακριβές όταν το ίδιο πείραμα πραγματοποιήθηκε με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια τυχαιοποιώντας τα δείγματα[19, 20]. Ένας εκ των ελεγκτών του πειράματος της ομάδας του Benveniste, ο Ράντι, έχει προσφέρει 1.000.000 δολάρια σε όποιον μπορέσει να αποδείξει τυχόν ενέργειες από παραφυσικά φαινόμενα. Όπως είναι φυσικό, η ανωτέρω προσφορά δεν έχει δοθεί έως σήμερα σε κανέναν[21].

Άξιον αναφοράς είναι ότι η ομοιοπαθητική όχι μόνον δεν αποδέχεται την προσφορά της ιατρικής επιστήμης αλλά την θεωρεί ως επικίνδυνη υπερτονίζοντας τις δυνητικές παρενέργειες των χημικών φαρμάκων και αγνοώντας τη μέγιστη θεραπευτική προσφορά αυτών, ιδιαίτερα σε ορισμένες σοβαρές λοιμώξεις[18].

Ήδη από την δεκαετία του 1990, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών διαπιστώνοντας την σημαντική αύξηση καταφυγής του πληθυσμού σε εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας συνέστησε επιτροπή η οποία εξέτασε και την επιστημονική – θεραπευτική βάση της ομοιοπαθητικής. Ο Ιατρικός Σύλλογος, αποδεχόμενος τότε την εισήγηση της επιτροπής των ειδικών την οποία ο ίδιος όρισε, κατέταξε και την ομοιοπαθητική στις ονομασθείσες τότε «Ανορθόδοξες Θεραπευτικές Μεθόδους – ΑΝΘΕΜ». Το πόρισμα της επιτροπής ως προς την ομοιοπαθητική αναφέρει σαφώς ότι η λαμβανόμενη δράση είναι αυτή του εικονικού φαρμάκου (placebo), τονίζει ότι όλες οι ΑΝΘΕΜ έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό την επίκληση μυστηριακών, ενεργειακών ή αποκρυφιστικών δυνάμεων και επισημαίνει ότι η επαγγελματική εκμετάλλευση του φαινομένου placebo είναι κοινωνικά μη δεκτή[22].

Άξιον αναφοράς είναι ότι πέρυσι (2015) το Υπουργείο Υγείας της Αυστραλίας έκρινε επισήμως την ομοιοπαθητική λαμβάνοντας υπόψιν όλη την υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία. Το συμπέρασμα ήταν σαφές: Η ομοιοπαθητική δεν είναι αποτελεσματική σε καμία ασθένεια. Στην ίδια μελέτη επισημάνθηκε και η χαμηλή, σε σχέση με τα επιστημονικά κριτήρια, ποιότητα των μελετών οι οποίες διενεργούνται στο χώρο της ομοιοπαθητικής[23].

Συμπερασματικά, η ομοιοπαθητική φαίνεται να κινείται εκτός των ορίων της σύγχρονης επιστήμης, σε άλλες εποχές, κοντά στην εποχή του ιδρυτού της, στηριζόμενη ουσιαστικά στα αναφερόμενα από τον Χάνεμαν το 1820. Εξελίξεις όπως μοριακή, γενετική βιολογία, μοριακή - γενετική φαρμακολογία, επιγενετική ή άλλες πρόοδοι της επιστήμης φαίνονται ούτε να την επηρεάζουν ούτε να της χρησιμεύουν. Οι μελέτες της δεν πληρούν τα διεθνώς επιστημονικά παραδεδεγμένα κριτήρια και την μεθοδολογία. Η ομοιοπαθητική φαίνεται να βασίζεται σε μεταφυσικά μάλλον, παρά σε φυσικά φαινόμενα, ενώ οι ενέργειες τις οποίες επικαλείται δεν μπορούν να προσδιοριστούν – μετρηθούν.

Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη. Στηρίζεται στην παρατήρηση – πείραμα – συμπέρασμα και όχι σε κάποια άγνωστη ενέργεια που θα προσδιοριστεί στο μέλλον. Αν προσδιοριστεί. Μέχρι τότε δεν είναι δυνατόν να εντάσσεται στον επιστημονικό χώρο της Ιατρικής – Φαρμακευτικής και μάλιστα να ζητά και επίσημη αναγνώριση! Τι άλλαξε στο χώρο της Ιατρικής από το 1997 που η ομοιοπαθητική είχε χαρακτηριστεί ως ΑΝΘΕΜ ώστε σήμερα να αναγνωριστεί; Όταν η ίδια η ομοιοπαθητική θεωρεί ότι η επιστημονική ιατρική ή η φαρμακευτική ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία, είναι δυνατόν να αναγνωριστεί ως ειδικότητα αυτού του επιστημονικού χώρου τον οποίον αμφισβητεί; Δεν αποτελεί αυτό αντίφαση;

Η ιατρική είναι ενιαία επιστήμη. Η ενεργειακή θεραπευτική της ομοιοπαθητικής, μέχρι τουλάχιστον να βρεθούν αποδείξεις, δεν είναι δυνατόν να αναγνωριστεί επισήμως στο χώρο της επιστήμης. Επιστημονική ιατρική και ομοιοπαθητική δεν στέκουν μαζί, γιατί η βάση τους είναι εντελώς διαφορετική και εντελώς διαφορετικά αυτά που πρεσβεύουν. Δεν είναι δυνατόν αδρανείς διαλύτες όπως το νερό να θεραπεύουν πάσα νόσο.

 

 

Βιβλιογραφία

[1]. Ελληνική Δημοκρατία, Υπουργείο Υγείας, Γενική Διεύθυνση Ανθρωπίνων Πόρων και Διοικητικής Υποστήριξης, Τμήμα Οργάνωσης Συλλογικών Οργάνων, Απόφαση – Θέμα: «Συγκρότηση και ορισμός μελών της ομάδας εργασίας για την διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την επίσημη αναγνώριση της ομοιοπαθητικής στο πλαίσιο άσκησης της ιατρικής πράξης», Α1β/Γ.Π. οικ.35304, ΑΔΑ: ΩΑΤΛ465ΦΥΟ-ΝΗΜ, Αθήνα, 18/5/2016

[2]. ΚΕ΄ Πανορθόδοξος Συνδιάσκεψη δια Θέματα Αιρέσεων και Παραθρησκείας: «Το πρόβλημα της ασθένειας, αιρετικές και αποκρυφιστικές προσεγγίσεις», 4-6 Νοεμβρίου, 2013

[3]. Χάνεμανν Σ., «Όργανον της Θεραπευτικής Τέχνης», Μετάφραση Γεώργιος Παπαφιλίππου, Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, Αθήνα, σελ. 1-306, 1989.

[4]. Βαρθολομαίος Τ.Α., «Εγχειρίδιο Συμπληρωματικής και Εναλλακτικής Θεραπευτικής», Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, σελ. 46-96 (2005)

[5]. Φωκάς Γ.Κ., «Ειδική Φαρμακογνωσία», Εκδόσεις Α.Π.Θ., σελ. 642-653 (1979)

[6]. U.K. Skeptics, “Homeopathy”, www.skeptics.org.uk, pp.1-53 (2009)

[7]. Barrett S., “Homeopathy the Ultimate Fake”, in Quackwatch your guide to quackery, health fraud and intelligent decisions, www.quackwatch.com, pp.1-10 (2008)

[8]. Jonas W.B., Kaptchuk T.J., Linde K., “A critical overview of homeopathy”, Ann. Intern. Med., 138 (5), σελ. 393-9 (2003)

[9]. Αβραμίδης Α.Β., «Η ομοιοπαθητική τι είναι», Ιατρικό Βήμα, 53, σελ. 40-50 (1997)

[10]. Rang H.P., Dale M.M. Ritter J.M., Moore P.K., «Φαρμακολογία», εκδόσεις Παρισιάνου, 5η έκδοση, «Αρχές εναλλακτικής θεραπείας», σελ. 3-4 (2007)

[11]. Χαρβάλα Α., «Ομοιοπαθητική Φυτοθεραπευτική», εκδόσεις ΕΚΠΑ, Αθήνα, σελ. 1-192 (1992)

[12]. Ιεραπετράκης Γ.Μ., «Φαινόμενο placebo», Εκδόσεις Πασχαλίδη, Αθήνα, σελ. 62-71 (2001)

[13]. Shang A., Huwiler- Muntener K., Nartey L., Juni P., Dorig S., Sterne J.A., Pewsner D., Egger M., “Are the clinical effects of homeopathy placebo effects? Comparative study of placebo-controlled trials of homeopathy and allopathy”, Lancet, Aug27-Sep2: 366(9487), 726-732(2005)

[14]. Linde K., Clausius N., Ramire G., Meichart D., Eitel F., Hedges L.V., Jonas W.B. « Are the clinical effects of homeopathy placebo effects? A meta-analysis of placebo-controlled trials”, Lancet Sep20:350 (908), 834-843 (1997)

[15]. Altunc U., Pittler M.H., Ernst E., “Homeopathy for childhood and adolescence ailments: systematic review of randomized clinical trials”, Mayo Clinic Proceedings 81 (1), 69-75 (2007)

[16]. Βυθούλκας Γ., «Ομοιοπαθητική», Εκδόσεις Κέντρου Ομοιοπαθητικής Ιατρικής, Μαρούσι, σελ. 68 (1983)

[17]. National Center for Complementary and Integrative Health: www.nccih.nih.gov/health/homeopathy

[18]. Βυθούλκας Γ., «Ομοιοπαθητική: Η νέα διάσταση στην ιατρική», Εκδόσεις Πατάκη, σελ. 15-25,59, 88 (2015)

[19]. Davenas E., Beauvais F., Aridra J., Oberbaulti M., Babirizon B., Miadonnidi A., Tedeschi A., Pomerdi B., Fortner P., Belon P., Schlinte- Laudy J., Poitevin B., Benveniste j., « Human basophil degranulation triggered by very dilute antiserum against IgE », Nature, 333, 816-818 (1988)

[20]. Maddox J., Randi J., Stewart W.W., “High dilution experiments in delusion” Nature, 334, 287-290 (1988)

[21]. Singh S., Ernst E., «Θεραπεία ή Απάτη; Η εναλλακτική ιατρική υπό δοκιμή», Εκδόσεις Τραυλός, Αθήνα, σελ. 1-524 (2016)

[22]. «Εισηγητική έκθεση της Επιτροπής Μελετών του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών για τις ενεργειακές θεραπευτικές μεθόδους», Αθήνα 1997

[23]. Baggoley C., “Review of the Australian Government Rebate on Natural Therapies for Private Health Insurance”, Australian Government, Department of Health, Apr. 2015.

 

Οι υπογράφοντες:

Παναγιώτης Κουρουνάκης, Ομότιμος Καθηγητής Φαρμακευτικής ΑΠΘ,

Γεώργιος Παπαϊωάννου, Ομότιμος Καθηγητής Φαρμακευτικής, ΕΚΠΑ,

Παναγιώτης Μαχαίρας, Ομότιμος Καθηγητής Φαρμακευτικής ΕΚΠΑ,

Κωνσταντίνος Καρακατσάνης, Ομότιμος Καθηγητής Πυρηνικής Ιατρικής, Ιατρικής Σχολής, ΑΠΘ,

Ιωάννης Μπασούκας, Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων,

Θωμάς Μαυρομούστακος,  Καθηγητής Τμήματος Χημείας, ΕΚΠΑ,

Νικόλαος Τεντολούρης, Αναπληρωτής Καθηγητής Ιατρικής Σχολής, ΕΚΠΑ,

Αντώνιος Κολοκούρης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήματος Φαρμακευτικής ΕΚΠΑ,

Αθανάσιος Γκιμήσης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Χημείας, ΕΚΠΑ,

Μιχαήλ Ράλλης, Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Φαρμακευτικής ΕΚΠΑ,

Π. Χριστόδουλος Χατζηθανάσης, Οφθαλμίατρος,

Ελευθέριος Πρωτόπαπας,  Χειρουργός θώρακος, καρδιάς και μεγάλων αγγείων,

Δέσποινα Κουλέντη, Παθολόγος- Εντατικολόγος,

Χρήστος Πρέβεζας,  Δερματολόγος,

Παναγιώτης Ζωγράφος, Χειρουργός θώρακος, καρδιάς και μεγάλων αγγείων»,

Μιχαήλ Αποστολάκης, Ειδικός καρδιολόγος,

Βασιλική Σταθοπούλου, Επιμελήτρια Β' Γενικής Ιατρικής,

Κωνσταντίνα Λαλιώτη, Βιοπαθολόγος,

Παναγιώτης Κίκιλης, Νεφρολόγος, 

Νικόλαος Χακίμ, Χειρουργός θώρακος, καρδιάς και μεγάλων αγγείων,

Χρήστός Καραζέρης, Παθολόγος,

Γεώργιος Χατζηθανάσης, Οφθαλμίατρος,

Νικολέτα Σπερδούλη, Βιοπαθολόγος,

Χρυσούλα Γουρνά,  Βιοπαθολόγος,

Άννα Κώστα-Μπουσδέκη,  Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος,

Διονύσιος Βάκρος,   Οφθαλμίατρος,

Λένα Κυρίκου, Βιοπαθολόγος, 

Αθανάσιος Ποζιός,   καρδιολόγος, Δ/ντής Νοσοκομείου ΚΑΤ,

Ανδρέας Βίτσος, Φαρμακοποιός, MSc,

Ευθυμία Ποζιού, ειδικευόμενη Γενικής Ιατρικής,

Μαρία Παλιάκη, ειδικευόμενη Γενικής Ιατρικής

Δημιουργία αρχείου: 7-6-2016.

Τελευταία μορφοποίηση: 7-6-2016.

ΕΠΑΝΩ