Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο
Η ιστορία τού Δόγματος από τής εποχής τών Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ. Μέρος Δεύτερον Τού Ανδρέα Θεοδώρου Τακτικού Καθηγητού τού Πανεπιστημίου Αθηνών
Γ΄ Κεφάλαιο Η θεολογία των Aντιγνωστικών Πατέρων |
α) Η θεολογία του Ειρηναίου, Επισκόπου Λουγδούνων και Μάρτυρος 3. Η θεία περί τον άνθρωπον οικονομία: 3. Τα εκκλησιαστικά μυστήρια γ) Η Θεία Ευχαριστία Η περί Θείας Ευχαριστίας διδασκαλία του Ειρηναίου (τα δώρα της Θ. Ευχαριστίας = σώμα και αίμα Χριστού) κινείται επί των αυτών γραμμών της αντιστοίχου διδασκαλίας του Ιγνατίου Αντιοχείας και του Ιουστίνου.
Ταύτην κατευθύνουν δύο ιδέαι βασικαί: α) Η δια της λήψεως της Θείας Ευχαριστίας αφθαρτοποίησις της σαρκός και β) η δι' αυτής κατάδειξις της ταυτότητος μεταξύ του Δημιουργού Θεού και του Πατρός του ενσάρκου Λόγου του Θεού. Την ταυτότητα αυτήν ηρνούντο, ως γνωστόν, οι Γνωστικοί. Εναντίον αυτών ο Ειρηναίος χρησιμοποιεί την Θείαν Ευχαριστίαν ως επιχείρημα (οχυρόν. Κατ’ αυτόν οι Γνωστικοί δεν πρέπει να χαρακτηρίζουν τον άρτον και τον οίνον της Ευχαριστίας ως σώμα και αίμα Χριστού (ως τούτο έπραττον), διότι κατά την θεωρίαν των τα στοιχεία ταύτα προέρχονται εκ του Δημιουργού (κατωτέρου Θεού) και ως τοιαύτα πρέπει να είναι απόβλητα: «Quomodo autem constabit eis, eum panem, in quo gratiae actae sint, corpus esse domini sui et calicem sanguinem ejus, si non ipsum fabricatoris mundi filium dicant, id est verbum ejus, per quod lignum fructificat… et terra est plenum triticum in spica?»590 Κατά τον Ειρηναίον ο άρτος και ο οίνος της Ευχαριστίας δεν είναι απλά στοιχεία φυσικά, αλλ' εις αυτά υπάρχουν δύο τινά, έν επίγειον και έν ουράνιον, δυνάμει των οποίων (του δευτέρου βεβαίως) τα κοινωνούντα τούτων σώματα αποτινάσσουν την φθοράν, έχοντα την ελπίδα της εκ νεκρών αναστάσεως: «Ως γαρ από γης άρτος προσλαβόμενος την έκκλησιν (ορθ. επίκλησιν) του Θεού, ουκέτι κοινός άρτος εστίν, αλλ' ευχαριστία, εκ δύο πραγμάτων συνεστηκυΐα, επιγείου τε και ουρανίου, ούτω και τα σώματα ημών μεταλαμβάνοντα της Ευχαριστίας, μηκέτι είναι φθαρτά, την ελπίδα της εις αιώνας αναστάσεως έχοντα».591 Υπό το φως της αληθείας ταύτης κρινομένη η συμπεριφορά των Γνωστικών κρίνεται ως άκρως αντιφατική. Εφ' όσον, κατ' αυτούς, τα υλικά σώματα διαλύονται εν τη φθορά και δεν ανίστανται, δύναται τούτο να ισχύση και περί της σαρκός, η οποία τρέφεται εκ του σώματος και του αίματος του Χριστού; Ή, λοιπόν, πρέπει να αλλάξουν γνώμην, ή αν επιμένουν εις τας δοξασίας των, να παύσουν να προσφέρουν τα δώρα της Ευχαριστίας.592 Εάν η σαρξ δεν είναι δεκτική αφθαρσίας «neque calix eucharistiae communicatio sanguinis eius est, neque panis quem frangimus communicatio corporis ejus est (Χριστού)».593 Κατά τον Ειρηναίον, λοιπόν, ο άρτος και ο οίνος της Ευχαριστίας είναι αληθώς σώμα και αίμα Χριστού. Επομένως δεν νομίζομεν, ότι δύναται βασίμως να αμφισβητηθή ο εν τη Θεία Ευχαριστία πραγματισμός του Αγίου Επισκόπου της Λυώνος. Τα φυσικά στοιχεία της Ευχαριστίας λαμβάνουν μίαν νέαν ποιότητα έν νέον είναι. Εν αυτή συνδέονται δύο στοιχεία, έν επίγειον και έν ουράνιον, ουχί εν τη εννοία της συνουσιώσεως (consubstantiatio του Λουθήρου), αλλ' είτε εv τη εννοία της εξωτερικής εμφανείας και της εσωτερικής πραγματικότητος, είτε καλύτερον εν τούτω, ότι η Θ. Ευχαριστία περιλαμβάνει τόσον την ανθρωπότητα όσον και την θεότητα του Σωτήρος.594 Το νέον τούτο είναι τα στοιχεία της Θ. Ευχαριστίας λαμβάνουν δια της επικλήσεως:595 «Οπότε ουν και το κεκραμένον ποτήριον, και ο γεγονώς άρτος επιδέχεται τον λόγον του Θεού, και γίνεται η ευχαριστία σώμα Χριστού, εκ τούτων δε αύξει και συνίσταται η της σαρκός ημών υπόστασις».596 Τέλος, παραλλήλως προς τον μυστηριακόν, ο Ειρηναίος εξαίρει και τον θυτήριον χαρακτήρα της Ευχαριστίας. Περί τούτου ο Ιερός Πατήρ είναι διεξοδικός: «hoc est corpus meum, et calicem similiter qui est ex ea creatura, quae est secundum nos, suum sanguinem confessus est, et novi testamenti novam docuit oblationem, quarn ecclesia ab apostolis accipiens in universo mundo offert deo».597 Πρόκειται περί της νέας θυσίας, περί της οποίας προεφήτευσεν ο Μαλαχίας (1,11): «et in omni loco incensa offertur nomini meo et sacrificium purum» incensa autem Joannes in Apocalypsi «orationes» esse ait «sanctorum»598 (θυσία βεβαίως προσευχής και Ευχαριστίας). «Et hanc oblationem ecclesia sola puram offert fabricatori offerens ei cum gratiarum actione ex creatura ejus. Judaei autem non offerunt, manus enim eorum sanguine plenae sunt, non enim receperunt Verbum quod offertur deo».599
Σημειώσεις 590. C.H. IV, 18, 4. Βλέπε και IV, 33,2: «quomodo autem juste dominus, si alterius patris existit, huius conditionis, quae est secundum nos, accipiens panam, suum corpus essa confitebatur et temperamentum calicis suum sanguinem confirmavit?» 591. C.H. IV, 18, 5. Anóon. 49. Β.Ε.Π. 5. 153. 592. C.H. IV, 18, 5. 593. C.H. V, 2,2. 594. J. Tixeront, μν. έργ., σελ. 273. 595. Ασφαλώς δεν πρόκειται περί της λειτουργικής επικλήσεως αλλά γενικώς περί προσευχής. 596. C.H. V, 2, 3. Απόσπ. 71. Β.Ε.Π. 5, 160. 597. C.H. IV. 17,5. 598. C.H. IV, 17. 6. 599. C.H. IV, 18, 4. Παράβαλλε Ιουστίνου, Διάλ. 41. 117. Β.Ε.Π. 3, 244,316. |
Προηγούμενο // Περιεχόμενα // Επόμενο
Δημιουργία αρχείου: 26-10-2018.
Τελευταία μορφοποίηση: 1-11-2018.