Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ιεραποστολή - Χριστιανική Επέκταση

Το πολιτικό και πνευματικό κλίμα στην Ιαπωνία κατά την άφιξη τού π. Νικολάου Κασάτκιν * Οι ανά τον κόσμο Ορθόδοξοι * Παγκόσμιος χάρτης Ορθοδόξων * Πρώτες Ορθόδοξες Ιεραποστολικές διεισδύσεις στην Κίνα * Η Ιστορία τής Ορθοδοξίας στην Κορέα

8ο Μέρος

Συμπερασματικά σχόλια για τη Θεολογία της Ιεραποστολής

με βάση την Ιεραποστολή στην Ιαπωνία

Tού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου

 

Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο τού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου τής γης" σελ. 260-266 270.

Προηγούμενη δημοσίευση: Ο όρθρος της Ορθοδοξίας εις την Ιαπωνίαν, Πορευθέντες, Αθήνα 1971 (αυτοτελής έκδοση στην καθαρεύουσα).

Προηγούμενο * Επόμενο

Από την εξιστόρηση της πρώτης αυτής δεκαετίας αναδύονται ορισμένα στοιχεία γενικότερης θεωρητικής σημασίας, τα οποία ενδείκνυται να υπογραμμισθούν υπό μορφή συμπερασματικών σχολίων.

1. Βασικός παράγοντας της επιτυχίας της Ορθόδοξης μαρτυρίας στον ιαπωνικό λαό υπήρξε αναμφισβήτητα η προσωπικότητα του Ορθόδοξου Ιεραποστόλου. Ο π. Νικόλαος Κασάτκιν συνδύαζε ρεαλισμό, υπομονή και νηφάλια πίστη, η οποία τον όπλιζε με αισιοδοξία απέναντι και στις πιο δυσμενείς συνθήκες. Διέθετε διορατικό χάρισμα, το οποίο του επέτρεπε να κατανοεί σε μία ευρύτερη προοπτική τα «σημεία των καιρών», να διαβλέπει αυτό που ερχόταν και με έγκαιρη προετοιμασία να προπαρασκευάζει την ορθή αντιμετώπισή του.

Χαρακτηριστικά δείγματα αυτής του της ικανότητος αποτελούν η συστηματική προσπάθειά του για τη σπουδή της ιαπωνικής γλώσσας και ιστορίας, σε εποχή που η άμεση ιεραποστολική δράση φαινόταν αδύνατη, η έγκαιρη κινητοποίηση των μετόπισθεν ήδη από το έτος 1870, προ της άρσεως των διωγμών, η μετακίνηση του κέντρου δράσεως από το Χακοντάτε στο Τόκιο στον κατάλληλο χρόνο. Η ριζική μεταστροφή ανθρώπων, οι οποίοι πλησίαζαν τον Ορθόδοξο ιερομόναχο με τις πλέον δυσμενείς προκαταλήψεις και προθέσεις και η μεταβολή τους σε ηρωικούς Αποστόλους (όπως ο Σαβάμπε, οι διάφοροι πράκτορες της αστυνομίας στο Τόκιο κ.ά.), μαρτυρούν ότι ο π. Νικόλαος ήταν σε θέση να επηρεάζει βαθύτατα και τους δυσκολότερους ανθρώπινους χαρακτήρες. Στις φήμες που διαδίδονταν, ιδίως στο Τόκιο, ότι ήταν μέλος της Ρωσικής αυτοκρατορικής οικογένειας, μπορούμε να διακρίνουμε ίχνη του γενικότερου θαυμασμού που ενέπνεε η όλη συμπεριφορά του.

2. Ο π. Νικόλαος πρόσεξε ιδιαιτέρως την ωρίμανση της πίστεως στην ψυχή των κατηχουμένων. Δεν βιαζόταν να βαπτίσει. Ο σπόρος για να αναπτυχθεί θέλει τον χρόνο του. Για την ομάδα των πρώτων έκρινε φρόνιμο να αναμείνει πολύ καιρό. Εντούτοις δεν φαίνεται να δεσμεύθηκε με πολλές θεωρητικές αρχές. Η διάκριση παρέμεινε πάντοτε ο ρυθμιστής της φρονήσεως. Ενώ στον πρώτο πυρήνα του Χακοντάτε παρέτεινε τόσο πολύ τον χρόνο της μαθητείας, στο Τόκιο αργότερα τον βλέπουμε να παρέχει το βάπτισμα στους κατηχουμένους μέσα σε λίγους μήνες. Υπήρξε ιδιαίτερα προσεκτικός στον πρώτο πυρήνα, αν και, όπως φάνηκε από την αφήγηση των περιστατικών της εποχής εκείνης, ο Σαβάμπε και μετά τη βάπτισή του είχε άγνοια σε αρκετά ζητήματα.

Ως εντελώς απαραίτητα για το βάπτισμα, όπως είδαμε στους πρώτους κανόνες που έγραψε, θεωρήθηκαν κυρίως η ολόψυχη αποδοχή των Δέκα Εντολών, του Πιστεύω, της Κυριακής προσευχής και γενικότερα ο πόθος για τη γνώση της αλήθειας, η απόφαση συμμορφώσεως προς το θέλημα του Θεού. Μία από τις βασικότερες αρχές που έθεσε ήταν η δυναμική αντίληψη, ότι εκείνος που βαπτίσθηκε αφενός συνεχίζει να είναι μαθητής και πρέπει αδιάκοπα να καταρτίζεται στον πλούτο των Χριστιανικών αληθειών, αφετέρου όμως γίνεται ταυτόχρονα Απόστολος και οφείλει να προσκαλεί και άλλους στην Εκκλησία. Ιδέες, όπως η ενεργός συμμετοχή των λαϊκών στο ιεραποστολικό έργο, οι οποίες θεωρούνται σήμερα «νέες ιδέες» στις οικουμενικές συζητήσεις, αποτέλεσαν για την Ορθόδοξη Ιεραποστολή της Ιαπωνίας αυτονόητες αφετηριακές αρχές.

3. Ο π. Νικόλαος απευθυνόταν σε όλες τις ηλικίες και τάξεις των ανθρώπων, ιδιαιτέρως όμως ενδιαφερόταν για τους νέους. Σ’ αυτό έπαιξε ασφαλώς ρόλο και το σχολείο της ρωσικής γλώσσας, που υπήρξε το πρώτο ορμητήριο των προσπαθειών του. Γενικά είναι αξιοπρόσεκτο το μεγάλο ποσοστό νέων και παιδιών στους πρώτους Ορθόδοξους πυρήνες στη Σεντάι, το Χακοντάτε και το Τόκιο. Κατά τον διωγμό στη Σεντάι που αναφέρθηκε, οι ανακριτές θαύμασαν το πλήθος των Ορθοδόξων παιδιών, τα οποία με σταθερότητα τους τόνιζαν ότι ήσαν έτοιμα να υποστούν τα πάντα για τον Χριστό. Η παιδική και νεανική ψυχή διαθέτει πάντοτε τις καλύτερες κεραίες για τη λήψη και εκπομπή των Χριστιανικών κυμάτων αγάπης και πίστεως.

4. Οι πρώτοι μαθητές του Κασάτκιν ήσαν δύσκολοι, ιδιότυποι, αλλά και ισχυροί χαρακτήρες (Σαβάμπε, Σακάι, Καγκέτα). Η ένταση της αντιστάσεώς τους μετατράπηκε αργότερα., μετά την ένταξή τους στην Εκκλησία, σε πιστότητα, ζήλο, αποφασιστικότητα απαράμιλλη. Ο ορμητικός χαρακτήρας των πρώτων σαμουράι έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της ιαπωνικής Ορθοδοξίας. Το ηρωικό στοιχείο της νέας θρησκείας, η ζωή των απαιτήσεων και της θυσίας άγγιξε βαθύτατες μυστικές χορδές των Ιαπώνων αυτών ιπποτών.

Χαρακτηριστική επίσης υπήρξε η εξέλιξη του ιατρού Σακάι, του εκπροσώπου της μέσης μορφωμένης τάξεως, ο οποίος, παρά τις σχετικές πρώτες δυσκολίες και ιδιοτυπίες του, έδειξε αξιοζήλευτη καρτερία και ασκητικότητα. Ο π. Νικόλαος κατόρθωσε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των δυναμικών και δυσκόλων αυτών ανθρώπων και να τους παιδαγωγήσει κατάλληλα. Μ’ αυτό τον τρόπο δημιούργησε έναν πυρήνα συνεργατών, οι οποίοι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη διάδοση της Ορθοδοξίας. Οι λεγόμενοι «δύσκολοι» και απαιτητικοί τύποι παρουσιάζουν βεβαίως ζητήματα στους πνευματικούς τους οδηγούς, όταν όμως συνδεθούν με την Εκκλησία, διαθέτουν μεγαλύτερη θέρμη και αντοχή. Η αναζήτηση και η προσεκτική πνευματική τους καλλιέργεια θα παρέχει πάντοτε στέρεο θεμέλιο στην οικοδομή της τοπικής Ορθόδοξης κοινότητος.

5. Δεν ήταν όμως μόνο το θέμα των χαρακτηρολογιών δυσκολιών ορισμένων, αλλά και οι συγκεχυμένες προθέσεις άλλων. Την πρώτη ώθηση, λ.χ., στην ομάδα των σαμουράι από τη Σεντάι έδωσαν περισσότερο πολιτικά παρά θρησκευτικά κίνητρα. Αυτά όμως τα ενδιαφέροντα, ο πόνος για το μέλλον της πατρίδας, ο πόθος της δημιουργίας ενός δυναμικού έθνους αποτέλεσαν αφετηρία για την προσέγγιση και αφομοίωση του Χριστιανικού μηνύματος.

Η επιφύλαξη, η οποία συχνά διατυπώνεται., σχετικά με τα κίνητρα πολλών αυτοχθόνων που συνδέονται κατά καιρούς με την Ορθόδοξη Εκκλησία (παράβαλλε στην εποχή μας περιπτώσεις στην Αφρική), αν και δικαιολογημένη, δεν είναι εντούτοις τόσο ανησυχαστική. Δεν αποκλείεται κάποιες διαθέσεις ή προσδοκίες, που έχουν λανθασμένο προσανατολισμό και είναι εκ πρώτης όψεως ξένες προς τα πνευματικά ενδιαφέροντα, να αποτελέσουν αφετηρία για ουσιαστική θρησκευτική αναζήτηση. Το πρόβλημα είναι πώς θα γίνει κατάλληλη καθοδήγηση και εξαγνισμός τών προθέσεων. Ο πλάγιος άνεμος, αν χρησιμοποιηθεί καταλλήλως, βοηθεί το Ιστιοφόρο στην ορθή πορεία του. Άλλωστε, πόσες αρχικά αμφισβητούμενες διαθέσεις πολλών Χριστιανών δεν έχουν δια της χάριτος του Θεού εντός της Εκκλησίας μεταμορφωθεί και αγιασθεί;

6. Μερικοί από τους σαμουράι της Σεντάι, οι οποίοι αποτέλεσαν την ιδιότυπη ομάδα αυτοκατηχήσεως στο Χακοντάτε κατά την απουσία του π. Νικολάου, είχαν την πρώτη επαφή τους με την πίστη μέσω ενός ανεπαρκούς κατηχητή, του Σαβάμπε, και μισού αντιτύπου της Καινής Διαθήκης σε κινεζική μετάφραση. Για μια ακόμη φορά γίνεται φανερή η άμεση δύναμη του λόγου του Θεού και η μυστική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, η οποία φέρνει τα αποτελέσματά της και στις πιο ελλιπείς εξωτερικές συνθήκες. Πρωτοβουλίες των αυτοχθόνων Χριστιανών σε όλα τα σημεία της γης, όσο και αν εξωτερικώς παρουσιάζονται πολύ ανεπαρκείς, έχουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία στην εξέλιξη της τοπικής Εκκλησίας.

7. Στην Ορθόδοξη Ιεραποστολή της Ιαπωνίας δόθηκε από την αρχή κεντρική θέση και σημασία στην αγιογραφική μελέτη. Η πνευματική οικοδομή και η περαιτέρω θεολογική κατάρτιση των πιστών στηρίχθηκε σε αυτή. Στους πρώτους Ορθόδόξους Ιάπωνες δόθηκαν ονόματα Αποστόλων, επιβεβαιώνοντας έτσι τον δεσμό τους με την πρώτη Εκκλησία. Όπως είδαμε στην περίπτωση του ανακρινόμενου σαμουράι Παύλου Τσούντα, πολλοί συνήθιζαν να έχουν μαζί τους αντίγραφα της Καινής Διαθήκης. Η μελέτη της Αγίας Γραφής αποτελούσε και θα αποτελεί πάντοτε αναντικατάστατο θεμέλιο κάθε Ορθόδοξης ιεραποστολικής προσπάθειας, και θα ήταν ένοχο και αφελές να δοθεί λιγότερη έμφαση σ' αυτήν τη μελέτη διότι, τάχα, είναι γνώρισμα των «Προτεσταντών».

8. Παράλληλα, βλέπουμε να παίζουν από την πρώτη στιγμή μεγάλο ρόλο στη ζωή των Ορθοδόξων Ιαπώνων οι άγιες εικόνες (κατά τη σύλληψη του Σαβάμπε στη Σεντάι οι αστυνομικοί καταπάτησαν πολλές από αυτές), ο σταυρός (ο Σακάι κατασκεύασε ειδικό σταυρό από απλά τοπικά χόρτα) και άλλα σύμβολα και στοιχεία της Ορθόδοξης παραδοσιακής πνευματικότητος. Η σπουδή του φυλακισμένου Σακάι στο Χακοντάτε να φτιάξει «κομποσχοίνι» από βρασμένο ρύζι δείχνει τη σημασία που έδινε σ’ αυτό για την προσευχή. Όλα τα στοιχεία της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής, ως μία ολότητα, πρέπει να προσφέρονται στους νεοφώτιστους και να καταβάλλεται φροντίδα ώστε να τα οικειοποιούνται και να αφομοιώνουν το πνευματικό τους νόημα.

9. Κύρια προσπάθεια του π. Νικολάου υπήρξε η καλλιέργεια, η κατάρτιση, η διορατική καθοδήγηση στελεχών από τους ίδιους τους Ιάπωνες. Δεν εμπλέκεται σε ό, τι μπορούν να κάνουν οι άλλοι. Παραμένει ο εμψυχωτής, εκτελεστές όμως είναι οι αυτόχθονες. Τους οργανώνει βάσει συγκεκριμένου σχεδίου καθορίζοντας διάφορους κύκλους συναντήσεων και επιβλέποντας τον ρυθμό της λειτουργίας τους. Οι κήρυκες αποστέλλονται ανά τρεις για να αλληλοενισχύονται. Οι ομάδες αυτές συγκροτούνται συνήθως κατόπιν εκλογής από την τοπική κοινότητα. Σαφήνεια υπάρχει και στον οικονομικό τομέα. Το κέντρο του βάρους στην περίπτωση αυτή τίθεται σε ιαπωνικές πηγές, ώστε η κοινότητα να αισθάνεται αυτοδύναμη.

10. Η Ιεραποστολική προσπάθεια συνίστατο κυρίως στη μεθοδική ατομική επαφή, σε επισκέψεις οικογενειακού χαρακτήρα. Η κεντρική σημασία του προσώπου ως φορέα και δέκτη του ευαγγελικού μηνύματος ήταν βασική αρχή στους πρώτους ήδη κανόνες του Νικολάι και συνεχίσθηκε στη μεταγενέστερη εποχή, όταν παραχωρήθηκε στην Ιαπωνία η θρησκευτική ελευθερία. Μέσα σε μια φιλική ατμόσφαιρα η συζήτηση αποκτά μεγαλύτερη θερμότητα, η προσωπική συνάντηση γίνεται πιο αυθεντική και φυσική. Αυτό το στοιχείο της «ιαπωνοποιήσεως» και της καλλιέργειας οικογενειακής ατμόσφαιρας παρέμεινε κύριο γνώρισμα της ιαπωνικής Ορθοδοξίας.

11. Εκτός από τις πολλές δυσκολίες -τη δυσμένεια του ιαπωνικού κράτους έναντι του Χριστιανισμού, τον φανατισμό του λαού, την εγκοσμιοκρατική τάση της ιαπωνικής ψυχής,- ο π. Νικόλαος είχε ακόμη να αντιμετωπίσει τη δυσπιστία και την ενδόμυχη αντιπάθεια των σοβινιστών Ιαπώνων απέναντι στους Ρώσους, τους όποιους έβλεπαν ως αντιπάλους στις βλέψεις τους στην περιοχή της Ασίας.

Ο Κασάτκιν, ως Ιερομόναχος, προσέβλεπε αρχικά περισσότερο στην υποστήριξη της Ρωσίας (παράβαλλε την ιδέα αποστολής Ιαπώνων στη Ρωσία για σπουδές, χειροτονία κ.λπ.), ενώ η ιδιότητά του ως Ρώσου πολίτη του παρείχε τη δυνατότητα να κινηθεί με φυσικότερο τρόπο κατά τα πρώτα έτη (διδασκαλία της Ρωσικής γλώσσας, εξεύρεση τόπου διαμονής επ’ ονόματι της Ρωσικής Πρεσβείας στο Τόκιο κ.λπ.). Χρησιμοποίησε όλες τις θετικές εκείνες πλευρές της καταγωγής του και των εθνικών δεσμών στο έργο του Χριστού. Αργότερα όμως άρχισε να προσανατολίζεται περισσότερο προς την ανάπτυξη εντελώς αυτοδύναμης τοπικής Εκκλησίας. Ο σοφός τρόπος με τον οποίο κατόρθωσε να οδηγήσει την προσπάθεια του και να υπερνικήσει τις πολιτικές οξύτητες, οι οποίες στις αρχές του 20ού αιώνα οδήγησαν σε πολεμική σύγκρουση, αποτελεί μία ακόμη μαρτυρία, ότι και οι δυσμενέστεροι εξωτερικοί παράγοντες εξουδετερώνονται όταν ο Ιεραπόστολος προχωρεί με σύνεση και αποκλειστικό πόθο τη διάδοση του ευαγγελίου, χωρίς άλλες λανθάνουσες σκοπιμότητες.

12. Ο Κασάτκιν κινήθηκε με μεγάλη ακρίβεια, καρτερία και προφητική έμπνευση στον ιαπωνικό χώρο. Όλη όμως αυτή η επιτυχία δεν ήταν ανεξάρτητη από το ευρύτερο πλαίσιο της ιεραποστολικής Ορθόδοξης παραδόσεως. Ο Κασάτκιν αποτελεί, νομίζουμε, τον καρπό μιας γενικότερης ανθήσεως τού Ιεραποστολικού φρονήματος της Ρωσικής Εκκλησίας κατά τον 19ο αιώνα. Με Ιεραποστολικούς οραματισμούς από τη νεανική του ηλικία, θα είχε ασφαλώς εντρυφήσει στις σελίδες της Ιστορίας της Ορθόδοξης Ιεραποστολής στο εσωτερικό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και στην Κίνα.

Επίσης φαίνεται ότι επηρεάσθηκε πολύ από τον μεγάλο Ιεραπόστολο Ιννοκέντιο Βενιαμίνωφ, ο οποίος είχε δράσει κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στην Αλάσκα και την Κμτσάτκα και τον οποίο ο Νικολάι είχε συναντήσει κατά τη μετάβασή του στην Ιαπωνία (πρβλ. την προτροπή τού Ιννοκεντίου να ασχοληθεί ο ΝΙκολάι συστηματικά με την Ιαπωνική γλώσσα). Ασφαλώς δε η μεταγενέστερη ανάρρηση του Ιννοκεντίου στον μητροπολιτικό θρόνο τής Μόσχας και η ίδρυση τής Ρωσικής Ιεραποστολικής Εταιρείας, σνετέλεσαν στην ταχύτερη αποδοχή τών σχεδίων τού Κασάτκιν και την υποβοήθησή τους. Εντός τού σώματος τής Εκκλησίας υπάρχει ενεργός αλληλεπίδραση τών ζωντανών κυττάρων και η δράση ή η παρουσία ενός αγίου σε μια εποχή έχουν πολυμερείς επιπτώσεις.

***

Όλη αυτή η πείρα δεν αποτελεί τόσο σχέδιο για αντιγραφή στη σημερινή ιεραποστολική πραγματικότητα, αλλά κυρίως στάση, ρυθμό σκέψεως, "θεολογική βάση" για επέκταση και προσαρμογή στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται.

Προηγούμενο * Επόμενο

 

Βιβλιογραφία:


Α) Για την υπό μελέτη περίοδο της Ορθοδοξίας η εγκυρότερη πηγή των γεγονότων της υπό εξέτασιν περιόδου είναι το ιαπωνικό βιβλίο Nihon Seikyo Dendo Shi, το οποίο γράφηκε σε εποχή κατά την οποία ζούσαν οι πρωταγωνιστές της δεκαετίας που μελετούμε (βλέπε Σημ. 11).

Άλλες πηγές:

  • Behr, Ν., «Missionary Work of the Russian Church», The Christian East, 11 (1930), σ. 36-40.

  • Bolschakoff, S., The Foreign Missions of the Russian Orthodox Church, London 1943.

  • «Les missions étrangères dans l’Église orthodoxe russe», Irénikon, 28 (1955), σ. 159-175.

  • Fabrègues, G., L’Église russe au Japon», Échos d’Orient, Paris, 7 (1904), σ. 171-175.

  • Florovsky, G., «Russian Missions. A historical sketch», The Christian East, 14 (1933), σ. 30-41.

  • Glazik, J., Die Russisch-orthodoxe Heidenmission seit Peter dem Grossen, Münster 1954.

  • Gorodetzky, Nad., «The Missionary Expansion of the Russian Orthodox Church», International Review of Missions, London, 31(1942).

  • Latourette, K. S., A History of the Expansion of Chnstianity, τόμ. VI (The Great Century in Northern Africa and Asia, A. D. 1800-1914), London 1944.

  • Lübeck, K., Die russischen Missionen, Abhandl. aus Missionskunde und Missiongeschichte, Aachen 1922, σ. 16-23.

  • Mc Coy, R. D., «The Greek Catholic Church in Japan», Japanese Chtistian Year Book, Tokyo 1938, σ. 163-167.

  • «The Greek Orthodox Church in Japan», Japanese Christian Year Book, 1940, σ. 187-188.

  • Meyendorff, J., L’Église Orthodoxe hier et aujourd’hui, Paris (Seuil) 1960.

  • Piovesana, G. K., «La mission russe au Japon», Église Vivante, 12 (1960), σ. 422-427.

  • Raeder; F., «Die Missionstätigkeit der russischen orthodoxen Kirche», Allgemeine Missions-Zeitschrift, Berlin, 32 (1905), σ. 549-552.

  • Sayama, Ρ., «The Orthodox Church in Japan», Holy Cross, Boston 1959.

  • «Lettre de l’Archeveque du Japon Serge» και «Missions Orthodoxes du Japon et de Perse», Irenikon, 8 (1931), σ. 17-21.

  • Smirnov, E., A Short Account of the Historical Development and Present Position of Russian Orthodox Missions, London 1903.

  • Struve, N., «Orthodox Missions, Past and Present», Sf. Vladimir’s Seminary Quarterly, New York 1963.

  • Witte, J., «Japan», Religion in Geschichte und Gegenwart, έκδ. 2η, τόμ. III, στ. 542.

  • (Yannoulatos, A.), «Orthodoxy in the Land of the Rising Sun», Orthodoxy 1964. A Pan-Orthodox Symposium, Αθήναι 1964, σ. 300-319, 438-440.

Αποσπασματικές πληροφορίες δημοσιεύθηκαν σε Ελληνικά περιοδικά, κυρίως των Πατριαρχείων: «Εκκλησία εν τη διασπορά», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 10 (1890), σ. 36· 9 (1888-89), σ. 267. Φ. X., «Ο Αρχιεπίσκοπος της Ιαπωνίας Νικόλαος», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 32 (1912), σ. 98 και εξής. «Η εν Ιαπωνία Ορθόδοξος Εκκλησία», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 18 (1898), σ. 235. «Οι εν Ιαπωνία Χριστιανοί Ιεραπόστολοι και αι σχετικαί αυτών πρόοδοι», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 2 (1881-82), σ. 671. «Επιθεώρησις Τύπου», Εκκλησιαστικός Φάρος, 1 (1908), τ. 2, σ. 167. Λ. Π., «Ορθόδοξοι Ρωσικαί Ιεραποστολαί», Νέα Σιών, 1 (1904), σ. 382. «Η Ορθόδοξος Εκκλησία εν Ιαπωνία», Θρησκευτική Φωνή, 1 (1880), σ. 82. «Διάφορα», Θρησκευτική Φωνή, 1 (1880), σ. 216. «Ο Χριστιανισμός εν Ιαπωνία», Νέα Σιών, 1 (1904), σ. 299. «Ορθόδοξος Εκκλησία και Ιαπωνία», Νέα Σιών, 1 (1904), σ. 525. «Κατάστασις της Ορθοδόξου Ιεραποστολής εν Ιαπωνία κατά τας αρχάς του 1910», Νέα Σιών, 7 (1910), τόμ. 10, σ. 290. «Η Ορθόδοξος Ιαπωνική Εκκλησία κατά το τέλος του έτους 1908», Πάνταινος, 1 (1908-9), σ. 488, «Η Ορθόδοξος Ιαπωνική Εκκλησία κατά το 1912», Πάνταινος, 5 (1913), σ. 317. «Σύνοδος των Ιερέων της εν Ιαπωνία Ορθοδόξου Εκκλησίας», Πάνταινος, 6 (1914), σ. 591. «Ορθόδοξος Χριστιανική εν Ρωσία κίνησις», Ανάπλασις, 2 (1889), σ. 253. «Η Ορθοδοξία εν Ιαπωνία», Ανάπλασις, 6 (1893), σ. 1695, και 16 (1903), φύλ. 300, σ. 1. «Η θρησκευτική κατάστασις εν τη σημερινή Ιαπωνία», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 23 (1903), σ. 418. «Εκκλησιαστική Επιθεώρησις, Ρωσία», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 20 (1900), σ. 316. Περισσότερες λεπτομέρειες για τις ελληνικές πηγές βλέπε Η. Βουλγαράκη, Η Ιεραποστολή κατά τα Ελληνικά κείμενα από του 1821 μέχρι του 1917, Αθήναι

Β) Για τα θρησκεύματα της Ιαπωνίας (κατ επιλογήν)

  • Anesaki, Μ., History of Japanese Religion. With special reference to the social and moral life of the nation, Rutland, Vt. 1963.

  • Bandô Shôjun κ, α., A Bibliography on Japanese Buddhism, Tokyo 1958.

  • Bellah, R. N., Tokugawa Religion. The Value of Pre-industrial Japan, Glencoe, III, 1957.

  • Eliot, C., Sir. Japanese Buddhism, London 1935, 21959.

  • Florenz, K., «Die Japaner», Lehrbuch der Religionsgeschichte, hrsg., Chantepie de la Saussaye, Tübingen 41925.

  • Glasenapp, H., Der Buddhismus in Indien und im femen Osten, Berlin-Ζürich 1936.

  • Gundert, W, Japanische Religionsgeschichte. Die Religionen der Japaner und Koreaner, Stuttgart 1943.

  • Kato, G., Reitz, K., Schiffer, W., A Bibliography of Shinto in Western Languages from the Oldest Times till 1952, Tokyo 1953.

  • Kishimoto, H., ed., translated and adapted by J. Howes, Japanese Religion in the Meiji Era, Tokyo 1956.

  • Kishita, H., Buddhismus und Schintoismus in Japan und mein Weg zu Christus, μετάφραση υπό D. Mundinger, Bad Salzuflen 1966.

  • Kitagawa, J. M., Religion in Japanese History, New York 1966 — Lectures on the History of Religions, N. S. Nr. 7.

  • Martin, J. M., Le Shintoisme, 2 vol., Paris 1924.

  • Morioka, K., and Newell, W. H., eds, The Sociology of Japanese Religion, Leiden 1968.

  • Schiller, E., Shinto, die Volkreligion Japans, Berlin-Shöneberg 1911.

  • Underwood, A. C., Shintoism, The indigenous Religion of Japan, London 1934.

Γ) Για το ευρύτερο πλαίσιο τών Χριστιανικών Ιεραποστολών

  • Boxer, C. R., The Christian Century in Japan 1549-1650, London 1951.

  • Cary, Ο., A History of Christianity in Japan, 2 vols, New York 1903.

  • Haas, H., Geschichte des Christentums in Japan, Tokyo 1902, 1904.

  • Hecken, J. L. (van), The Catholic Church in Japan since 1859. Transl. and rev. By J. Van Heydonck, Tokyo 1963.

  • Iglehart, C. W., A Century of Protestant Christianity in Japan, Rutland κ.ά. 1960.

  • Jennes, J., History of the Catholic Church in Japan; from the beginnings to the early Meiji period (1549-1873). A short handbook, Tokyo 1959.

  • Laures, J., Takayama Ukon und die Anfänge der Kirche in Japan, Münster 1954.

  • Geschichte der Katholischen Kirche in Japan, Kaldenkirchen 1956.

  • Kirishitan Bunko, A manual of books and documents on the early Christian mission in Japan, Tokyo 1957.

  • Marnas, Fr., La «religion de Jesus» (Iaso-ja-kyô). Ressuscitée au Japon dans la seconde moitié du XIX siécle, Τόμ. I-II, Paris-Lyon 1896.

  • Ohm, Th., Kulturen, Religionen und Missionen in Japan, Augsburg 1929.

  • Ritter, H., Dreissig Jahre protestantischer Mission in Japan, Berlin 1890.

  • Thomas, W. T., Protestant Beginnings in Japan. The first 3 Decades 1859-1889, Tokyo 1959.

  • Tucker, S. G., The History of the Episcopal Church in Japan, New York-London 1938.

Δημιουργία αρχείου: 7-12-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 16-12-2017.

ΕΠΑΝΩ