Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας

Κεντρική Σελίδα

Ιεραποστολή - Χριστιανική Επέκταση

Οι τέσσερις ιεραποστολικές περίοδοι τής Ρωσικής Εκκλησίας * Ο εκχριστιανισμός των Ρώσων * Η Ιεραποστολή τής Ρωσικής Εκκλησίας στην Κίνα μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο * Η Χριστιανική επέκταση εν μέσω διωγμών * Η περίοδος ακμής τής Ιεραποστολής στην Κίνα υπό τον Ιννοκέντιο Φιγκουρόφσκυ στο ξεκίνημα τού 20ού αιώνα * H Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία τετραπλασίασε τις ενορίες της κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες * Οι διωγμοί τών Χριστιανών στην Κίνα κατά τον 18ο αιώνα * Πρώτες Ορθόδοξες Ιεραποστολικές διεισδύσεις στην Κίνα * Αναζωπύρωση της Ρωσικής Ιεραποστολής στο δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα

Ιεραποστολές τής Ρωσικής Εκκλησίας

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Η Ορθόδοξη Κινεζική Εκκλησία γίνεται αυτόνομη

Tού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου

 

Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο τού Μακ. Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου τής γης" σελ. 207-210.

 

Τον Δεκέμβριο του 1945 ο Αρχιεπίσκοπος Πεκίνου αναγνώρισε τον Πατριάρχη Μόσχας. Ο βοηθός Επίσκοπος όμως Ιωάννης Μαξίμοβιτς, αντέδρασε στην πράξη αυτή του προϊσταμένου του και παρέμεινε υπό τη δυτική εξαρχία, έδωσε δε εντολή να συλλάβουν τον Βίκτωρα όταν αυτός επισκέφθηκε την περιοχή της Σαγκάης[55].

Το 1946 η Ορθόδοξη Εκκλησία της Κίνας περιήλθε στη δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Καμτσάτκας.

Μετά την επικράτηση του Μάο -Τσε-Τουνγκ στην Κίνα το 1949, οι Ρώσοι Ορθόδοξοι αναγκάσθηκαν να απομακρυνθούν από το κινεζικό έδαφος. Κατόπιν τούτου, η Αρχιεπισκοπή του Χαρμπίν από 70 ενορίες, 200 Ιερείς και 100.000 πιστούς, τους όποιους είχε πριν από την εγκατάσταση του νέου καθεστώτος, απέμεινε το 1955 με 30 Ιερείς και άγνωστο αριθμό πιστών. Πολλοί κληρικοί που δεν επιθυμούσαν να επιστρέψουν στη Σοβιετική Ένωση πήγαν στην Ιαπωνία.

Στο κινεζικό Τουρκεστάν υπολογίζεται (1960) ότι υπήρχαν 80.000 Ορθόδοξοι, ενώ η Επισκοπή της Σαγκάης πριν από το 1949 είχε 70.000. Ο Επίσκοπος Ιωάννης Μαξίμοβιτς κατέφυγε στις Φιλιππίνες και ο Αρχιεπίσκοπος Βίκτωρ, αφού εγκατέλειψε το Πεκίνο, κατευθύνθηκε με όλο τον ρωσικό κλήρο στην Αυστραλία[56].

Για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση που δημιουργήθηκε, στις 30 Ιουλίου 1950 χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Μόσχας ο πρώτος Κινέζος Ορθόδοξος Επίσκοπος Συμεών Ντου. Αρχικά προοριζόταν για το Τιέν-Τσιν, τελικά όμως ανέλαβε την επισκοπή της Σαγκάης[57].

Μετά από μια επταετία έγινε το αποφασιστικό βήμα για την αυτονομία της Ορθόδοξης Κινεζικής Εκκλησίας. Όταν τον Μάιο του 1957 επισκέφθηκε τη Μόσχα, επικεφαλής επιτροπής της Εκκλησίας της Κίνας, ο Κινέζος αρχιμανδρίτης και διευθυντής της Κατηχητικής Σχολής Πεκίνου Βασίλειος Γιό-Φου-Αν, η Ι. Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας ανακήρυξε αυτόνομη την Ορθόδοξη Κινεζική Εκκλησία και προήγαγε τον Βασίλειο σε αρχιεπίσκοπο Πεκίνου. Ο Κινέζος αρχιμανδρίτης, ο οποίος παλαιότερα, το 1951, είχε αποποιηθεί λόγω ταπεινοφροσύνης την επισκοπική έδρα του Τιέν-Τσιν, δέχθηκε και χειροτονήθηκε στον ναό της Μεταμορφώσεως της Μόσχας στις 30 Μαΐου 1957, εορτή της αναλήψεως. Μετά πενταετή όμως αρχιερατική δράση απεβίωσε στις 3 Ιανουαρίου 1962 σε ηλικία 74 ετών[58].

Το 1960 η Ορθόδοξη Κινεζική Εκκλησία αποτελειτο από 20.000 πιστούς[59]. Στο Πεκίνο υπάρχουν δύο Ορθόδοξα μοναστήρια και μία Κατηχητική Σχολή[60]. Με την αυτονομία που απέκτησε, μετά από τόσες περιπέτειες τριών αιώνων, δεν εξαρτάται πλέον από τις πολιτικές σχέσεις Ρωσίας και Κίνας, μολονότι βρίσκεται υπό την πνευματική κηδεμονία του Πατριαρχείου Μόσχας. Θα μπορούσε δε να παίξει σημαντικό ίσως ρόλο στην ιστορία του σύγχρονου Χριστιανισμού στην Κίνα, εάν αξιοποιήσει κατάλληλα την οριακή θέση που κατέχει μεταξύ των ρωμαιοκαθολικών και των προτεσταντών, τη σοφή φιλολογική εργασία που έχουν πραγματοποιήσει τόσοι προηγηθέντες Ιεραπόστολοι και ακόμη τη δημοκρατική σύστασή της, η οποία τόσο εύκολα προσαρμόζεται στις πνευματικές συνθήκες της σύγχρονης κινεζικής κοινωνίας.

Είναι γνωστό ότι ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ρωμαιοκαθολικοί της Κίνας, είναι η άμεση εξάρτησή τους από τη Ρώμη[61], πράγμα που διευκολύνει την κομμουνιστική προπαγάνδα να παρουσιάζει τον Χριστιανισμό ως όργανό πνευματικής επιρροής των Δυτικών. Βέβαια οι συνθήκες είναι πολύ ομιχλώδεις για να κάνει κανείς οποιαδήποτε πρόβλεψη για το μέλλον. Ελπίζουμε όμως ότι οι Ορθόδοξοι της Κίνας, με την κατάλληλη βοήθεια από τον υπόλοιπο Ορθόδοξο κόσμο, θα μπορούσαν, παρά τον μικρό αριθμό τους, να αποτελέσουν σημαντικούς δείκτες πορείας για τον κινεζικό λαό, ο οποίος βρίσκεται σήμερα σε τόσο αποφασιστική καμπή της Ιστορίας του.

 

Σημειώσεις:


55. J. GlaziJk, μν. έργ., σ. 177,

56. Bilan du Monde, μν. έργ., σ. 195.

57. J. Meyendorff, μν. έργ., σ. 157.

58. Ζούρνηι Μοσκόβσκοϊ Πατριάρχηι (Εφημερίς τού Πατριαρχείου Μόσχας), Μάρτιος 1962, σ. 16-18. Ο Βασίλειος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο τού 1888. Μετά το τέλος τών σπουδών του στο Σεμινάριο τής Ρωσικής Ιεραποστολής, χειροτονήθηκε Διάκονος το 1915. Το 1948 χειροτονήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Βίκτωρα Ιερομόναχος, το 1950 έγινε Αρχιμανδρίτης, διευθυντής τής Κατηχητικής Σχολής και μέλος τής Διοικήσεως τών Ανατολικών Εξαρχιών τής Ρωσικής Εκκλησίας και τέλος αρχιερατικός επίτροπος Πεκίνου. Στη χειροτονία του στη Μόσχα έλαβε μέρος και ο Αρχιεπίσκοπος Βίκτωρ και ο τότε διευθυντής Εξωτερικών Υπηρεσιών τού Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Νικόλαος, ο οποίος, κατά την παράδοση τής Επισκοπικής ράβδου, παρότρυνε τον Κινέζο Επίσκοπο να φροντίζει ώστε η Κινεζική Ορθόδοξη Εκκλησία να μείνει συνειδητή θυγατέρα τής Ρωσικής. (Herder Korrespandenz, Freiburg in Breisgau, Μάρτιος 1958, σ. 273).

59. Ν. Zernov, μν. έργ., σ. 226. Στην ανταπόκριση του Herder Korrespandenz αναφέρεται ότι είναι «30-40 χιλιάδες, από τους όποιους τουλάχιστον οι μισοί είναι κινεζικής καταγωγής».

60. J. Meyendorff, μν. έργ., σ. 157.

61. Ενδεικτική για τις υπάρχουσες τάσεις μεταξύ των Κινέζων ρωμαιοκαθολικών είναι η συνδιάσκεψη που έγινε το καλοκαίρι του 1957 στο Πεκίνο, για την ίδρυση Πατριωτικής Καθολικής ενώσεως -στην οποία έλαβαν μέρος 12 Επίσκοποι, 70 Ιερείς και 159 λαϊκοί-, καθώς επίσης και οι δύο πρώτες χειροτονίες Επισκόπων χωρίς άδεια του Βατικανού, οι οποίες έγιναν στις 13/4/1958 στον καθεδρικό ναό του Χανκόφ (Δελτίο Καθολικού Πρακτορείου Fides, Ρώμη 17/9/58).

Δημιουργία αρχείου: 2-9-2017.

Τελευταία μορφοποίηση: 3-9-2017.

ΕΠΑΝΩ