Η ενότητα της Εκκλησίας "εν τη Θεία Ευχαριστία και τω Επισκόπω" κατά τους τρεις πρώτους αιώνες
Η αξιοπιστία των επιστολών του Αγίου Ιγνατίου τού Θεοφόρου Επιστολές γραμμένες μεταξύ 98 και 107 μ.Χ.!!! |
|
Μερικοί Προτεστάντες, ακόμα αμφισβητούν
τις 7 Γνήσιες Συνοπτικές επιστολές του αγίου Ιγνατίου, γιατί καταλαβαίνουν ότι
από μόνες τους είναι ικανές να γκρεμίσουν συθέμελα όλες τις Προτεσταντικές
αιρέσεις, οι οποίες αρνούνται τον Επισκοπικό θεσμό και τη θέση του Επισκόπου
στην Εκκλησία. Γι' αυτό στο παρόν άρθρο θα παρουσιάσουμε όλα εκείνα που δεν
θέλουν να γνωρίσουν, και όσα αρνούνται πεισματικά να δεχθούν, από εμμονή στην
Προτεσταντική αίρεση.
1. Τι γνωρίζουμε για τη ζωή του Ο Άγιος Ιγνάτιος είναι ο δεύτερος κατά σειρά επίσκοπος Αντιοχείας, διάδοχος του Ευοδίου πρώτου επισκόπου της, και η επισκοπεία του άρχισε το 70 μ.Χ. Άκμασε κατά τα τέλη του πρώτου αιώνα, με αρχές δευτέρου (Ευσεβίου Εκκλ. Ιστ. 3. 22 κ.ά.). Σύμφωνα με μεταγενέστερες πηγές ο Ιγνάτιος διετέλεσε μαθητής του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου, κάτι που είναι σίγουρο. (Ιερωνύμου Χρονικ. έ. 2116 και μαρτύριον κολβερτ. 1, 1). Το περιβάλλον που γεννήθηκε και μορφώθηκε, ήταν μάλλον Ελληνικό, όπως μαρτυρεί το αναπτυγμένο γλωσσικό αισθητήριο των επιστολών του. Στις επιστολές του αυτοαποκαλείται "Ιγνάτιος ο και Θεοφόρος". Και κατά το μαρτύριό του ονομάζεται έτσι, ως "τον Χριστόν έχων εν στέρνοις", επειδή ήταν αφοσιωμένος σ' Αυτόν. Αλλά κατά τον Συμεώνα τον μεταφραστή, συγγραφέα του 10ου αιώνα και άλλους μεταγενέστερους, ονομάσθηκε έτσι γιατί αυτός ήταν δήθεν το παιδί που βάστασε ο Ιησούς και έστησε μπροστά στους αποστόλους: "Και προσκαλεσάμενος ο Ιησούς παιδίον έστησεν αυτό εν μέσω αυτών και είπεν: αμήν λέγω υμίν, εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών" (Ματθαίος 18/ιη: 2,3). Κατά τον διωγμό του Τραϊανού (98-117 μ.Χ.), μεταφέρθηκε από στρατιωτική συνοδεία από την Αντιόχεια στη Ρώμη (Ιγνατίου προς Ρωμ. 5: 1: "Δεδεμένος δέκα λεοπάρδοις, ό εστι στρατιωτικόν σώμα". Ονομάζει τους στρατιώτες που τον συνόδευαν "λεοπάρδους", για τη σκληρότητά τους). Εκεί μαρτύρησε ριγμένος στα θηρία. Αυτό το μαρτυρούν ο Ειρηναίος, (Έλεγχος 5, 28), ο Ωριγένης (Ομ. 6 εις Λουκάν), και ο Ευσέβιος (Εκκλ. Ιστ. 3, 36). Αυτό που γράφει ο χρονογράφος Ιωάννης Μαλάλας, κατά τον 6ο αιώνα, ότι ο Ιγνάτιος μαρτύρησε στην Αντιόχεια, είναι εντελώς αστήρικτο (Χρονικογρ. 11, Migne Ε. Π. 97, 417). Σύμφωνα με το (μεταγενέστερο) μαρτυρολόγιό του, δηλαδή το "Μαρτυρολόγιο του Ιγνατίου", (7: 1), ο Ιγνάτιος μαρτύρησε την 20ή Δεκεμβρίου του 107. Γι' αυτό και η Εκκλησία μας τελεί τη μνήμη του σε αυτή την ημερομηνία, ενώ η Λατινική την 1η Φεβρουαρίου.
2. Πώς και γιατί γράφθηκαν οι Επιστολές του αγίου Ιγνατίου Από τον άγιο Ιγνάτιο, διασώζονται 7 Γνήσιες Συνοπτικές Επιστολές, αλλά υπάρχουν οι ίδιες αυτές επιστολές και σε μια πιο μακροσκελή ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ μορφή, που πλαστογραφήθηκε κατά το 2ο ήμισυ του 4ου αιώνα, από τον Νεοαρειανό Ιουλιανό, ο οποίος είναι υπεύθυνος και για την πλαστογράφηση πολλών άλλων πρωτοχριστιανικών κειμένων, αλλά και για κάποιες άλλες, επί πλέον, νόθες επιστολές του Ιγνατίου που κυκλοφόρησαν από τότε στο όνομα του αγίου Ιγνατίου. Οι συνθήκες υπό τις οποίες γράφτηκαν οι Γνήσιες επιστολές του αγίου, όπως εξάγεται από τα ίδια τα λεγόμενά τους, αλλά και από τον ιστορικό Ευσέβιο, είναι οι εξής: Αφού συνελήφθη στην Αντιόχεια ο Ιγνάτιος, μεταφέρθηκε στη Σμύρνη, όπου συναντήθηκε με τον επίσκοπο Σμύρνης Πολύκαρπο και αντιπροσώπους διαφόρων Χριστιανικών κοινοτήτων, που ήρθαν εκεί γι' αυτόν. Μεταξύ αυτών, από τις Εκκλησίες της Εφέσου, της Μαγνησίας και των Τράλλεων. Φεύγοντας από τη Σμύρνη, έδωσε στους απεσταλμένους αυτών των Εκκλησιών, επιστολές για τις κοινότητές τους, τις οποίες αντιπροσώπευαν. Από τη Σμύρνη ο Ιγνάτιος μεταφέρθηκε στην Τρωάδα, όπου τον πληροφόρησε κάποιος απεσταλμένος από την Εκκλησία της Αντίοχείας, ότι εκεί έληξε ο διωγμός. Έτσι, από την Τρωάδα έστειλε ο Ιγνάτιος τρεις ακόμα επιστολές, προς τους Χριστιανούς της Φιλαδελφείας και της Σμύρνης, αλλά και προσωπικά προς τον Επίσκοπο Σμύρνης Πολύκαρπο, ευχαριστώντας και νουθετώντας. Τέλος, από την Τρωάδα οδηγήθηκε στη Νεάπολη της Μακεδονίας, και διασχίζοντας πεζός τη Μακεδονία και Ιλλυρία, μεταφέρθηκε από το Δυρράχιο πιθανότατα, δια θαλάσσης, στο Βρινδήσιο, και από εκεί πεζός ως τη Ρώμη, όπου και Μαρτύρησε. Έτσι λοιπόν, ο Ιγνάτιος έγραψε 7 ΓΝΗΣΙΕΣ επιστολές, τις εξής: 1. Προς Εφεσίους 5. Προς Φιλαδελφιείς
Οι 6 από τις 7 Γνήσιες αυτές επιστολές του Ιγνατίου, έχουν όλες τον ίδιο σκοπό και τις ίδιες κεντρικές ιδέες, που είναι: α. Η ομόνοια. ["Χρήσιμον ουν εστιν υμάς εν αμώμω ενότητι είναι, ίνα και Θεού πάντοτε μετέχετε" (Προς Εφεσ. 4, 1), κλπ] β. Η υποταγή στον Επίσκοπο, ως το κέντρο της Εκκλησιαστικής εν Χριστώ ζωής, και ενότητας της Εκκλησίας, χωρίς τη γνώμη του οποίου τίποτα δεν πρέπει να γίνεται στην Επισκοπή του, και τον σεβασμό στο Πρεσβυτέριο και τους Διακόνους. γ. Αποφυγή των ετεροδοξιών, και δ. Εμμονή στην αρετή και την πίστη. Επί πλέον, η προς Ρωμαίους επιστολή γράφτηκε με αποκλειστικό σκοπό να πείσει τους Χριστιανούς της Ρώμης να μη αποπειραθούν να προβούν σε ενέργειες για τη διάσωσή του από το μαρτύριο, επειδή επιθυμούσε το ταχύτερο, να επιτύχει δια του μαρτυρικού θανάτου του, την τελείωση. Λόγω του διαφορετικού αυτού θέματος, και το ύφος της προς Ρωμαίους Επιστολής του, είναι διαφορετικό από το ύφος των άλλων 6 επιστολών του, λόγω και των ειδικών συγκινησιακών και λοιπών συνθηκών κάτω από τις οποίες γράφτηκε. Η προς Ρωμαίους ανευρέθηκε στον κώδικα Paris. gr. 1475 τού 10ου αιώνα. Η σημασία των επιστολών αυτών είναι μεγάλη, κυρίως επειδή μέσω αυτών έχουμε την πρώτη και αρχαιότερη σαφή μαρτυρία για τους 3 διακεκριμένους ιερατικούς βαθμούς της Ιεροσύνης, και τη διαρρύθμιση του Εκκλησιαστικού πολιτεύματος, με κέντρο το Επισκοπικό λειτούργημα. Είναι επίσης σημαντικές επειδή συγκρινόμενες με άλλα αρχαιότερα πρωτοχριστιανικά συγγράμματα, μας δείχνουν περίπου το χρονικό σημείο, στο οποίο ολοκληρώθηκε η μετάβαση από την ηγεσία των Αποστόλων και Προφητών, προς τους Επισκόπους, μια και λίγα μόλις χρόνια ενωρίτερα, όπως εξάγεται από το πρωτοχριστιανικό Σύγγραμμα της "Διδαχής των 12 Αποστόλων", λειτουργούσε ακόμα σε εκτεταμένη έκταση ο θεσμός των Προφητών, που ήταν και οι άμεσοι διάδοχοι των Αποστόλων.
3. Η αξιοπιστία των Συνοπτικών Επιστολών του Ιγνατίου Επειδή οι 7 γνήσιες Συνοπτικές επιστολές του Ιγνατίου, από μόνες τους κατεδαφίζουν συνθέμελα όλες τις Προτεσταντικές αιρέσεις, (μια και οι Προτεστάντες αρνούνται τον Επισκοπικό θεσμό, που αποδεικνύεται ιστορικά και περίτρανα στις Επιστολές του αγίου Ιγνατίου), οι Προτεστάντες, έσπευσαν από την πρώτη στιγμή να αμφισβητήσουν την αξιοπιστία τους. Αυτό προσπάθησαν να το στηρίξουν στο γεγονός ότι υπάρχουν και οι νοθευμένες μορφές τους, αλλά και οι ψευδεπίγραφες επιστολές. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θίξει την αξιοπιστία των 7 γνησίων Συνοπτικών επιστολών του αγίου Ιγνατίου. Έτσι, μετά από 2 αιώνων συζητήσεις, που ακολούθησαν τη δημοσίευση των επιστολών του Ιγνατίου, σήμερα κανένας σοβαρός ερμηνευτής δεν τις αμφισβητεί, ούτε ακόμα και από τον Προτεσταντικό χώρο, και οι μόνες φωνές αμφισβήτησης, προέρχονται από εντελώς αστοιχείωτους αρνητές των αποδείξεων αυτών που παρουσιάζει ο Ιγνάτιος για την Πρωτοχριστιανική προέλευση του Επισκοπικού θεσμού. Επειδή εκτός από τις γνήσιες 7 Συνοπτικές επιστολές του Ιγνατίου, υπάρχει και η Βραχεία Παραλλαγή, αλλά και η Λατινική παραλλαγή των εκτενών επιστολών, μαζί με μερικές ακόμα πλαστές, ορισμένοι Προτεστάντες βρήκαν ευκαιρία να αμφισβητήσουν μαζί με τις νοθευμένες και με τις πλαστές, ακόμα και τις γνήσιες επιστολές! Η Βραχεία παραλλαγή, περιλαμβάνει στη Συριακή τρεις μόνο επιστολές, και μάλιστα σε επιτομή, τις: Προς Εφεσίους, Προς Ρωμαίους και Προς Πολύκαρπον. Επίσης η Προς Ρωμαίους υπάρχει και με άλλη μορφή, στην Αραβική. Η Λατινική παραλλαγή περιλαμβάνει τέσσερεις άλλες επιστολές: Θεοτόκου Προς Ιγνάτιον, Ιγνατίου Προς Θεοτόκον και Προς Ιωάννην Α' και Β', μαζί με τις 12 της μικτής παραλλαγής, πλην της Προς Φιλιππησίους. Βεβαίως η αναίρεση των αμφισβητήσεων ορισμένων Προτεσταντών, δεν γίνεται αυθαίρετα, αλλά από πλήθος τεκμηριωμένων στοιχείων: Το ότι η συντομότερη μορφή των επιστολών του αγίου Ιγνατίου, είναι γνήσια και έγκυρη, φαίνεται από τις παραθέσεις που κάνουν απ' αυτές τις επιστολές σε δικά τους συγγράμματα, Χριστιανοί του 2ου και 3ου αιώνα!!! Αυτό σημαίνει ότι οι επιστολές του ήταν ήδη υπαρκτές από τότε, και γνωστές στους άλλους Χριστιανούς, και δεν είναι σαν τις πλαστές επιστολές του 4ου αιώνα που κυκλοφόρησε ο Ιουλιανός ο Νεοαρειανός. Ο μόνος τρόπος για να αμφισβητήσει κάποιος τις 7 Συνοπτικές επιστολές του αγίου Ιγνατίου, είναι να αρνηθεί ολόκληρη την πρωτοχριστιανική γραμματεία, γιατί πλήθος Χριστιανών τις είχαν και τις χρησιμοποιούσαν ήδη από τον 2ο αιώνα, λίγα μόλις χρόνια μετά τη συγγραφή τους! Μάλιστα ο Ειρηναίος και οι λοιποί Εκκλησιαστικοί συγγραφείς, αναφέρονται αυτολεξεί σχεδόν, σε εδάφια των επιστολών αυτών, όπως υπάρχουν στη Συνοπτική μορφή των 7 γνησίων επιστολών!!! Σε αυτό συνηγορεί και η διασωθείσα Αρμενική μετάφραση, αλλά και διασωθέντα αποσπάσματα Συριακής και Κοπτικής μεταφράσεως, που συμφωνούν απόλυτα με τις επιστολές αυτές. Έτσι, κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί, ότι οι Συνοπτικές επιστολές του Ιγνατίου, δέχθηκαν οποιαδήποτε άλλη πλαστογράφηση, εκτός από τη γνωστή του Ιουλιανού κατά τον 4ο αιώνα. [Αυτό το κατέδειξε πρώτος ο Usser (Epistolae genuinae Ignatiii, Amsterdam 1646), αν και χωρίς κανένα λόγο ο ίδιος θεώρησε νόθα την επιστολή προς Πολύκαρπον]. Ας δούμε μερικά παραδείγματα, παράθεσης εδαφίων των 7 Συνοπτικών επιστολών του Ιγνατίου, από τους Χριστιανούς συγγραφείς του 2ου αιώνα, προς καταισχύνη των αρνητών της αλήθειας Προτεσταντών, που ακόμα εξακολουθούν να κλείνουν τα μάτια στην αλήθεια της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας: 1. Πολύκαρπος Επίσκοπος Σμύρνης (σύγχρονος του Ιγνατίου): Ήδη ο Πολύκαρπος Σμύρνης, (προς τον οποίο έγραψε όπως είπαμε ο Ιγνάτιος), στην επιστολή του προς Φιλιππησίους, η οποία γράφτηκε λίγο μόνο χρόνο μετά το μαρτύριο του Ιγνατίου, μιλάει περί επιστολών του Ιγνατίου. (Κεφ. ιγ: "τας επιστολάς Ιγνατίου... επέμψαμεν υμίν... εξ ων μεγάλα ωφεληθήναι δυνήσεσθε. Περιέχουσι γαρ πίστιν και υπομονήν και πάσαν οικοδομήν, την εις τον Κύριον ημών ανήκουσαν". 2. Ειρηναίος Επίσκοπος Λυών (130 - 202 μ.Χ.). (Έλεγχος 28, 4 και μέσω Ευσεβίου Εκκλ. Ιστ. 3, 36. Παράβαλλε με Ιγνατίου προς Ρωμαίους 4, 1). 3. Ωριγένης (182 - 254 μ.Χ.): [Περί Προσευχής 20 (Παράβαλλε με Ιγνατίου προς Ρωμ. 3, 3). Ερμηνεία εις άσμα προλεγόμενα. (Παράβαλλε με Ιγνατίου προς Ρωμαίους 7, 2). Ομιλία εις Λουκάν (Παράβαλλε Ιγνατίου προς Εφεσίους 19, 1), και άλλα... 4. Και άλλοι, όπως ο Θεοδώρητος Κύρου (393 - 457) (Harnack Gesch. d. altchr. Lit. 1. Leipzig 1893, σελ. 79 - 86).
Με τις εργασίες των Zahn, Funk, Lightfoot και Harnack κατά τα τέλη του παρελθόντος αιώνος, οι οποίοι ακολούθησαν την γραμμή την οποία είχε δείξει δύο αιώνες πριν ο Πήρσον, κατοχυρώθηκε η γνησιότητα των επτά συντόμων επιστολών της μικτής παραλλαγής, δηλαδή, των Εφεσίους, Τραλλιανούς, Μαγνησιείς, Ρωμαίους, Φιλαδελφείς, Σμυρναίους και Πολύκαρπον. Απομονωμένοι ερευνητές διατύπωσαν από τότε ορισμένες παράδοξες και αστήρικτες απόψεις. Ο Ρενάν δέχεται ως γνήσια μόνο την Προς Ρωμαίους, απορρίπτοντας τις άλλες λόγω της διαφοράς ύφους, διαθέσεως και θέματος, σαν να είναι υποχρεωμένος κάθε συγγραφέας να γράφει μόνο για ένα θέμα και μόνο με μία διάθεση. (Les Evangiles et la seconde generation chretienne, Paris 1877, σελ. Χ και εξής). Ο Βόλτερ εξ άλλου, ακολουθώντας τον Μαλάλα, σχετικά με την εκτέλεση του μαρτυρίου του Ιγνατίου στην Αντιόχεια, ισχυρίζεται πως ο Ιγνάτιος δεν πήγε ποτέ στη Ρώμη, και αρνείται πως έγραψε οποιεσδήποτε επιστολές, προβάλλοντας την εντελώς απίθανη γνώμη ότι τις επιστολές αυτές τις έγραψε ο φανταστικός Περεγρίνος του Λουκιανού. (Die ignatianischen Briefe auf ihren Ursprung untersucht, Tuebingen 1892). Μάλιστα, ο Weijenborg αρνείται επίσης την υπό του Ιγνατίου σύνταξη των επιστολών, και τοποθετεί τις επιστολές που είναι στο όνομά του – και της εκτενούς και της μικτής παραλλαγής – στην περίοδο μετά το 360, προτείνοντας τον Ευάγριο Αντιοχείας ως τον πιθανό συγγραφέα. Παρακάμπτει ευφυώς το ότι ο Ευσέβιος Καισαρείας είχε παραθέσει ολόκληρο κεφάλαιο της Προς Ρωμαίους επιστολής του Ιγνατίου στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, (Εκκλ. Ιστορία 3, 36, όπου παρατίθεται το κεφ.5 της Προς Ρωμαίους επιστολής του Ιγνατίου), αποδίδοντας και το έργο του Ευσεβίου σε νοθευτή που εργάσθηκε μετά το 360. Όμως δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε περισσότερο με αυτή την υπόθεση, «γιατί ανήκει μάλλον στο χώρο της ταχυδακτυλουργικής, παρά της κριτικής», όπως γράφει επ’ αυτού η «Ελληνική Πατρολογία» του Παναγιώτη Χρήστου, Τόμος Β’, σελ. 415-416, και έχει δίκαιο, καθώς, όπως δείξαμε, δεν παραθέτει από τις επιστολές του Αγίου Ιγνατίου μόνο ο Ευσέβιος, αλλά και πολλοί άλλοι, και θα έπρεπε να αποδώσουμε και τα δικά τους συγγράμματα επίσης σε νοθευτή, αρνούμενοι έτσι ουσιαστικά όλη την πρωτο-Χριστιανική γραμματεία. Το πρόβλημα για το ποια παραλλαγή των επιστολών είναι γνήσια λύθηκε, συγκρίνοντάς τα με τα αποσπάσματα που έχουν διατηρηθεί από σειρά συγγραφέων – από τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα μέχρι τον Θεοδώρητο Κύρου.
|
||
Σύντομη μορφή μικτής παραλλαγής | Ερανιστής Θεοδώρητου | Εκτενής παραλλαγή |
«Κωφώθητε ουν, όταν υμίν χωρίς Ιησού λαλή τις, του εκ γένους Δαβίδ, του εκ Μαρίας, ος αληθώς εγεννήθη έφαγέ τε και έπιεν αληθώς, εδιώχθη έπί Ποντίου Πιλάτου, αληθώς εσταυρώθη και απέθανε βλεπόντων των επουρανίων και επιγείων και υποχθονίων». | «Κωφώθητε ουν, όταν υμίν χωρίς Ιησού λαλή τις, του εκ γένους Δαβίδ, του εκ Μαρίας, ος αληθώς εγεννήθη έφαγέ τε και έπιεν αληθώς, εδιώχθη έπί Ποντίου Πιλάτου, αληθώς εσταυρώθη και απέθανε βλεπόντων των επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων». | «Κωφώθητε ουν, όταν υμίν χωρίς Ίησού λαλή τις, του Υιού του Θεού, του γενομένου εκ Δαβίδ, του εκ Μαρίας, ος αληθώς εγεννήθη, και εκ Θεού και εκ Παρθένου, αλλ’ ουχ ωσαύτως ουδέ γαρ ταυτά Θεός και άνθρωπος. Αληθώς ανέλαβε σώμα, ο Λόγος σαρξ εγένετο και επολιτεύσατο άνευ αμαρτίας. Τις γαρ, φησίν, εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας; Έφαγε και έπιεν αληθώς, εσταυρώθη και απέθανεν επί Ποντίου Πιλάτου. Αληθώς δε και ου δοκήσει εσταυρώθη και απέθανε, βλεπόντων ουρανίων και επιγείων και καταχθονίων». |
Προφανώς οι επτά σύντομες επιστολές της μικτής παραλλαγής είχαν αποτελέσει την αρχική συλλογή της Σμύρνης, που έγινε λίγο μετά την αναχώρηση του Ιγνατίου από εκεί. Και οι αρνητές της αξιοπιστίας των Επιστολών του Ιγνατίου, δεν έχουν την παραμικρή δικαιολογία να τις αμφισβητούν, αλλά εκτίθενται ως προκατειλημμένοι και ισχυρογνώμονες, προσκολλημένοι στην Προτεσταντική αίρεση.
4. Ο νοθευτής τών Μακροσκελών και των Προσθέτων επιστολών Το γεγονός είναι, ότι παρά τις προαπάθειες διαφόρων Προτεσταντών, να υποβαθμίσουν την ιστορική σημασία των επιστολών του Ιγνατίου, σήμερα γνωρίζουμε πλέον τον αίτιο των παραποιήσεων αυτών! Στην εποχή του 355-380 περίπου ήκμασε κι έδρασε ο νέο-αρειανός Ιουλιανός. Έζησε μάλλον στην Αντιόχεια, αναμίχτηκε με δικό του σιωπηρό τρόπο στις θεολογικές συζητήσεις της εποχής κι έγινε υπομνηματιστής, συμπιλητής και φαλκιδευτής εκκλησιαστικών κειμένων. Γνώριζε την ερμηνευτική παράδοση της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας, την κανονιστική γραμματεία της Εκκλησίας και τον τρόπο να κυκλοφορεί τις απόψεις του μέσω κειμένων του που δεν αναφέρουν το όνομά του. Θεολογικά ήταν τοποθετημένος με τους νέο-αρειανούς (Αέτιο, Ευνόμιο) ή το λιγότερο κινήθηκε μεταξύ αυτών και των όμοιων. Για την ζωή του δεν γνωρίζουμε τίποτα, ούτε μπορούμε να τον ταυτίσουμε με άλλον σύγχρονό του Ιουλιανό. Το όνομα του Ιουλιανού βρίσκεται στις ερμηνευτικές Σειρές στον Ιώβ. Ταυτίζοντας μ' ευκολία το πλήθος ερμηνευτικών αποσπασμάτων, που φέρουν το όνομα τούτο, με το ανώνυμα παραδιδόμενο στα χειρόγραφα (Paris gr. 454 και 169) υπόμνημα στον Ιώβ, έχουμε τον συντάκτη του τελευταίου, που από παρανόηση είχε θεωρηθεί έργο του Ιουλιανού Αλικ(αρνασσέα) ή του Ωριγένη. Ο D. Hagedorn, βάσει των παραπάνω χειρογράφων και των Σειρών, εξέδωσε κριτικά (1973) το υπόμνημα τούτο και με συγκριτική μελέτη στερέωσε την παλαιότερη υπόθεση ότι ο συντάκτης του Ιουλιανός ταυτίζεται με τον ανώνυμο συμπιλητή της κανονιστικής συλλογής Διαταγαί των Αποστόλων, όπως και με τον ανώνυμο συντάκτη των λεγόμενων εκτενών ψευδο-Ιγνατιανών Επιστολών. Πράγματι τα παράλληλα χωρία στα κείμενα αυτά είναι πολλές φορές εντυπωσιακά. Το ίδιο παρατηρείται και για θεολογικά σημεία τους. Επομένως η πρόταση του Hagedorn είναι δικαιολογημένη και μας υποχρεώνει να περιλάβουμε τα τρία κείμενα στο παρόν κεφάλαιο. Το ασθενές σημείο της προτάσεως είναι η έλλειψη κοινής για τα τρία έργα ορολογίας, κάτι που ίσως εξηγεί ο συμπιληματικός χαρακτήρας της επεμβάσεως του Ιουλιανού σε υλικό παλαιότερο. Διατυπώθηκε ακόμα η μη ευλογοφανής υπόθεση ότι τα τρία κείμενα συμπιλήθηκαν σε οργανωμένο εργαστήριο κατασκευής ψευδεπίγραφων, όπου εργαζόταν ολόκληρη ομάδα ειδικών με κάποιον επικεφαλής (Μ. Metzger).
5. Η αδικαιολόγητη Προτεσταντική αμφισβήτηση Στην εισαγωγή του βιβλίου "Αποστολικοί Πατέρες" του διδάκτορα Θεολογίας Νίκου Νικολαϊδη, Εκδόσεων Πουρνάρα, με υπότιτλο "Γραμματολογική και Θεολογική Προσέγγιση" στη σελίδα 15, έχει την υποσημείωση 9 που λέει: "Είναι γνωστός ο πόλεμος, ιδιαίτερα αρκετών Προτεσταντών, κατά των Επιστολών του Ιγνατίου. Και τούτο, γιατί αυτές διασώζουν και κατοχυρώνουν την πράξη της αρχαίας Εκκλησίας, όσο αφορά στο μυστήριο της Ιερωσύνης και μάλιστα στο θεσμό του επισκόπου". Στην Ελλάδα, υπάρχουν ακόμα Προτεστάντες που για τους ανωτέρω λόγους αρνούνται την αξιοπιστία των 7 έγκυρων επιστολών του αγίου Ιγνατίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο πρώην Ορθόδοξος Ιερέας κ. Χαραλαμπάκης, που για να δικαιολογήσει την άρνηση της ιεροσύνης, επιχειρεί διάφορες αλχημείες στα συγγράμματά του, προκειμένου να αμφισβητήσει τις επιστολές αυτές, ώστε να μην εκτίθεται για το ότι αρνήθηκε και εγκατέλειψε το Χριστιανικό αυτό θεσμό. Στο σύγγραμμά του: "Γιατί άφησα το Ράσο", δικαιολογείται έναντι των επιστολών του αγίου Ιγνατίου, προσπαθώντας πονηρά να τις υποβαθμίσει, με τα εξής λόγια: "Επίσης και τα αρχαιότερα συγγράμματα, καθώς λ.χ. "Διδαχή των Αποστόλων", "Επιστολή του Κλήμεντος", και "Επιστολή του Πολυκάρπου" αναφέρουν μόνο δύο τάξεις εκκλησιαστικών προεστώτων, του Επισκόπου ή Πρεσβυτέρου, και του διακόνου. Μόνο οι επιστολές του Ιγνατίου Αντιοχείας, β' αιώνος, αναφέρουν ιερείς και αρχιερείς, αλλά καθώς γράφει ο καθηγητής της Θεολογίας Μπαλάνος στην Πατρολογία του (σελ. 48, 51, και 52), οι επιστολές αυτές νοθεύτηκαν τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ. Αλλ' εφόσον ο Λόγος του Θεού είναι καθαρός, όλα αυτά δεν έχουν σπουδαία σημασία." Ομοίως ενεργεί και σε άλλο σύγγραμμά του, όπως μας πληροφορεί σε κάποιο φόρουμ, ένας φίλος του, προσκείμενος στις απόψεις του: "Ο κ. Χαραλαμπάκης στο έργο του "Η Αλήθεια και το καλλιεργημένο Ψεύδος" (Αθήνα 1994) απαντά ... και μας δείχνει ότι οι επιστολές του Ιγνατίου έχουν υποστεί σοβαρή αλλοίωση ... Δες σελίδες 64-93. Το κείμενο έχει πηγές από Πατρολόγους και Εγκυκλοπαίδειες. Έχεις αποδείξεις ύπαρξης ΕΙΔΙΚΩΝ ιερέων εκτός νόθων κειμένων, υπόψιν οι λέξεις επίσκοπος, ποιμένας, διάκονος δεν σημαίνουν αναγκαστικά "ιερέας" με την σημερινή έννοια. Άρα ζητάμε κείμενα που τα δέχονται ως γνήσια ΟΛΟΙ οι ιστορικοί και Πατρολόγοι και που να μιλάνε για ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΙΕΡΕΙΣ". Ο κ. Χαραλαμπάκης, πράγματι, στο εν λόγω έργο του, ενώ γράφει ΓΕΝΙΚΟΛΟΓΑ για το ότι κάποιες επιστολές του αγίου Ιγνατίου νοθεύτηκαν, ΑΠΟΚΡΥΠΤΕΙ ΟΤΙ ΣΗΜΕΡΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΙΣ 7 ΓΝΗΣΙΕΣ, και την αρχική τους μορφή, και απλώς αφήνει να αιωρείται η αμφιβολία για τη γνησιότητά τους, αποφεύγοντας να μπει στο θέμα, και να παρουσιάσει τα επιχειρήματά του, για την άρνησή του αυτή. Έτσι, όχι μόνο δεν δίνει ξεκάθαρες απαντήσεις, αλλά στην πραγματικότητα, με πονηριά ΣΥΣΚΟΤΙΖΕΙ και ΘΟΛΩΝΕΙ τα στοιχεία, για να δικαιολογήσει το σφάλμα του να ενταχθεί στον Προτεσταντισμό. Γράφει ένα σωρό σελίδες στο εν λόγω έργο του, όπου όμως, αντί να επιχειρηματολογήσει για τους λόγους που αρνείται τα πορίσματα των επιστημόνων αυτών, απλώς αναπτύσσει τις δικές του ανιστόρητες και αστήρικτες γνώμες, περί της διάρθρωσης της πρώτης Εκκλησίας. Πολύ ενδιαφέρον στα παραπάνω, είναι ότι στο κείμενο του κου Χαραλαμπάκη, όπως έχουμε τονίσει με κόκκινο, αναφέρεται και στο ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟ πρωτοχριστιανικό σύγγραμμα "Διδαχή των Αποστόλων", το οποίο εκεί παραδέχεται ως τέτοιο. Αποφεύγει όμως να πει, ότι εκεί αναφέρονται για πρώτη φορά στη Χριστιανική γραμματεία οι ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ, και ψεύδεται στη συνέχεια, λέγοντας ότι κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται πουθενά εκεί! Την ίδια μέθοδο ακολουθεί και η αίρεση της Σκοπιάς. Αφού θολώνει τα νερά αναφέροντας απλώς ότι υπάρχουν νοθευμένες επιστολές του Ιγνατίου, χωρίς να κάνει πλήρη ανάλυση του θέματος, ώστε να μη φανεί ότι γνωρίζουμε πλέον τις σωστές και ακριβείς επιστολές. Αλλά πονηρότερη του κου Χαραλαμπάκη, η Σκοπιά καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι όπως νοθεύτηκαν εκείνες, είναι πιθανό να έχουν νοθευτεί και αυτές! Και μετά από αυτό το εντελώς αστείο επιχείρημα, ρίχνει και τη χαριστική βολή στον άγιο Ιγνάτιο, αναφέροντας ότι "η αποστασία" ξεκίνησε ήδη από το τέλος του 1ου αιώνα μ.Χ.! Μετέτρεψε λοιπόν έτσι έναν άγιο, διάδοχο των Αποστόλων, που μαρτύρησε για τον Κύριο, σε "αποστάτη", και τα πρωτοχριστιανικά αυτά συγγράμματα με την ιστορική αυτή αξία, σε "αποστατικά συγγράμματα"! Είναι προφανές ότι παρόμοιες προσπάθειες Προτεσταντών, να θολώσουν τα νερά, μπερδεύοντας τους αφελείς, μόνο πρόσκαιρη αξία έχουν γι' αυτούς, γιατί κάποτε και οι ημιμαθείς οπαδοί τους μαθαίνουν την πλήρη αλήθεια, και τους εγκαταλείπουν με απέχθεια προς την απάτη που επιχειρούν. Οφείλουμε να πούμε βέβαια, ότι δεν είναι όλοι οι Προτεστάντες τόσο ανεύθυνοι απέναντι στην αποδοχή των τεκμηριωμένων επιστημονικά, συγγραμμάτων αυτών, αλλά υπάρχουν κάποιοι απ' αυτούς, που παραδέχονται την αλήθεια. Για παράδειγμα ο κ Γεώργιος Α. Χατζηαντωνίου, Προτεστάντης Ευαγγελικής "εκκλησίας" του εξωτερικού, κάτοχος πλήθους διπλωμάτων, και ειδικευμένος στην Εκκλησιαστική ιστορία, (όπως αναγράφεται στο εκδοτικό του σημείωμα), στο βιβλίο του: "Η Εκκλησία του Χριστού τα πρώτα 600 χρόνια", εκδόσεις "Ο Λόγος", Α΄ Έκδοση 1993, στη σελίδα 111, παραδέχεται σαφώς όλα όσα έχουμε γράψει πιο πάνω, όπως και την αξιοπιστία των 7 Γνησίων Επιστολών του αγίου Ιγνατίου. Παραθέτουμε τα λόγια του, μήπως κάνουν ορισμένους Προτεστάντες να ξανασκεφθούν το ανεδαφικό των αμφισβητήσεών τους: "Ο Ιγνάτιος ήταν επίσκοπος της εκκλησίας της Αντιόχειας στη Συρία. Στα γράμματά του αυτοαποκαλείται "Ιγνάτιος ο και Θεοφόρος". Ίσως αυτό το προσωνύμιο ήταν που χρησίμευσε σαν πηγή μιας ανεπιβεβαίωτης παράδοσης, που κυκλοφορούσε πλατιά στις εκκλησίες της αποστολικής περιόδου, ότι αυτός ήταν το "μικρό παιδί", που πήρε ο Ιησούς στην αγκαλιά του, για να διδάξει στους μαθητές του το μάθημα της ταπεινοφροσύνης. Ήταν γύρω στο έτος 115 κατά πάσα πιθανότητα, που τερμάτισε ο Ιγνάτιος τη ζωή του με μαρτυρικό θάνατο στο διωγμό, που χτύπησε την Εκκλησία, όταν στο θρόνο της αυτοκρατορίας ήταν ο Τραϊανός. Ο Ιγνάτιος είναι ο πρώτος από τους μάρτυρες της Εκκλησίας της μεταποστολικής περιόδου, που μας είναι γνωστός με το όνομά του. Όπως έχει ειπωθεί και σε προηγούμενο κεφάλαιο, καθώς προχωρούσε με στρατιωτική συνοδεία ο Ιγνάτιος προς το μαρτύριο του στη Ρώμη, σε μια σύντομη στάθμευσή του στη Σμύρνη έγραψε τέσσερα γράμματα στις εκκλησίες στην 'Εφεσο, Μαγνησία, Τράλλεις και Ρώμη. Σε μια δεύτερη στάθμευση του, στην Τρωάδα, έγραψε άλλα τρία γράμματα στις εκκλησίες στη Σμύρνη και στη Φιλαδέλφεια και στον επίσκοπο της εκκλησίας Σμύρνης, τον Πολύκαρπο.
Αυτά τα γράμματα είναι κατά κύριο
λόγο η πηγή, από την οποία αντλούμε τις πληροφορίες μας για τη ζωή και
το έργο του Ιγνάτιου. Για μια μεγάλη όμως χρονική περίοδο επικρατούσε
μια αβεβαιότητα για τον ακριβή αριθμό τους. Κάπου στον τέταρτο αιώνα
στις συλλογές από γράμματα του Ιγνάτιου, που κυκλοφορούσαν,
προσαρτήθηκαν στα εφτά γράμματα, που αναφέρθηκαν παραπάνω, άλλα έξι, και
στον Μεσαίωνα άλλα τέσσερα, και έγιναν έτσι τα γράμματα δέκα εφτά. Όταν
εφευρέθηκε η τυπογραφία, αυτή η αυξημένη συλλογή γραμμάτων τυπώθηκε το
1498 σε μια λατινική μετάφραση και το 1557 στο ελληνικό της κείμενο.
Προς το τέλος όμως του 17ου αιώνα ο ερευνητής G. Vossius δημοσίευσε μια
νέα έκδοση της λατινικής μετάφρασης των αρχικών εφτά γραμμάτων και σαν
αποτέλεσμα αυτής της εργασίας και άλλων μεταγενέστερων ερευνών έχει
επικρατήσει πια η γνώμη ότι αυτά τα εφτά είναι τα μόνα γνήσια γράμματα
του Ιγνάτιου". Πρέπει κάποιος να είναι ή πονηρός, ή ημιμαθής για να αμφισβητήσει τις 7 Επιτολές του Ιγνατίου. Και σε αυτό συμφωνούν όλοι οι σύγχρονοι Πατρολόγοι. Η Πατρολογία του Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, Τόμος Α’, Αθήνα 1982, Β΄ Έκδοση, σελ. 179, γράφει: "Επί δύο αιώνες συζητήθηκε η γνησιότητα των επιστολών, με αποτέλεσμα να γίνεται σήμερα από όλους δεκτή η προέλευσή τους από τον Ιγνάτιο." Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα Προτεστάντες, προσκολλημένοι στο ψεύδος και τις δικαιολογίες, για τους οποίους όσοι αιώνες και αν περάσουν, ακόμα θα αμφισβητούν τα βέβαια και τα τεκμηριωμένα ντοκουμέντα της πλάνης τους.
6. Το Μαρτύριο του Ιγνατίου Για το Μαρτύριο του Ιγνατίου, έχουμε πέντε "Μαρτύρια", από τα οποία αρχαιότερο θεωρείται αυτό που εκδόθηκε το 1689, από τον Th. Ruinart, από χειρόγραφο του 10οου αιώνα, της Κολβερτινής βιβλιοθήκης των Παρισίων, γι' αυτό και λέγεται συνήθως "Κολβερτινόν Μαρτύριον". Αυτό είναι αναντίρρητα έργο του 4ου ή του 5ου αιώνα, αν και προβάλλει την αξίωση ότι γράφθηκε από αυτόπτες μάρτυρες. Φυσικά δεν ανήκει στα έγκυρα συγγράμματα του αγίου Ιγνατίου.
Εκδόσεις επιστολών: Από τις επιστολές του Ιγνατίου, γνήσιες και νόθες, εκδόθηκαν αρχικά 3 νόθες, οι εξής: "Προς τον Απόστολο Ιωάννη", "Προς την Παρθένο Μαρία", και η "απάντησή της" (Παρίσι 1495). Η Εκτενής Παραλλαγή, εκτυπώθηκε Λατινικά το 1489 και Ελληνικά το 1555, και προκάλεσε διχασμό των κριτικών, οφειλόμενο αρχικά και στις αντιθέσεις μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών ως προς την αρχαιότητα του θεσμού του Επισκόπου. Το 1498 εκδόθηκε στο Παρίσι αρχικά, η νοθευμένη συλλογή των 7 γνησίων επιστολών, και οι νόθες, σε Λατινική μετάφραση. Το Ελληνικό τους κείμενο, εκδόθηκε το 1557 από τον V. Hariung, στο Dillingen. Στον Migne E. Π. 5, 643 - 960, βρίσκονται οι 7 γνήσιες επιστολές στον νοθευμένο εκτενέστερο τύπο, και οι 6 νόθες. Η συντομότερη και προφανώς αρχική μορφή των 7 γνησίων επιστολών μαζί με τις 5 νόθες, εκδόθηκαν αρχικά στα Λατινικά στην Οξφόρδη, το 1644. Στα Ελληνικά εκδόθηκαν από τον J. Voss, στο Άμστερνταμ, το 1646, από μοναδικό φλωρεντινό χειρόγραφο του 11ου αιώνα, από το οποίο λείπει το τέλος. Η έκδοση του σύντομου τύπου των 3ών Συριακών επιστολών, έγινε αρχικά από τον W. Cureton το 1845 στο Λονδίνο.
Μονογραφίες: Για τις επιστολές του Ιγνατίου γράφτηκαν πολλές μονογραφίες, εκ των οποίων μερικές είναι οι εξής: Th. Zahn, Ign. v. ant., Gotha 1873. A. Harnack, Die Zeit des J. v. A. 1883. E. Bruston, Ign. d' An., Paris 1897. Delafosse, Nouvel examen des Lettres d' Ign. d' ant., στο Revue d' hist. et de Litt. religieuses, Paris 1922, 303 - 337 και 477 - 533.
Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων: Κλήμης τόμ. Β΄, σελ. 261 - 263. Πατρολογία Δημητρίου Σ. Μπαλάνου, Αθήνα 1930 σελ. 43. και εξής. Πατρολογία Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, Τόμος Α’ – Αθήνα 1982 Β΄ Έκδοση, σελ. 173 - 179. Πατρολογία Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, Τόμος Β’ – Αθήνα 1990 – σελ. 436-437. «Ελληνική Πατρολογία» Παναγιώτη Χρήστου, Τόμος Β’, σελ. 415-416 "Αποστολικοί Πατέρες" του διδάκτορα Θεολογίας Νίκου Νικολαϊδη, Εκδόσεων Πουρνάρα, με υπότιτλο "Γραμματολογική και Θεολογική Προσέγγιση".
Έρευνα - Διαμόρφωση: Κ. Ν. και Ν. Μ. |
Δημιουργία αρχείου: 8-8-2007.
Τελευταία ενημέρωση: 26-7-2022.