Ο Υιός ως ο Μέγας Βασιλεύς || Η "εξαγορά" από την κατάρα τού νόμου || Η "Οδός" και η Σωτηρία || Σωτηρία αλλοδόξων και αλλοθρήσκων || Ο στόχος τής κλήσης τού Χριστιανού || Σκιά, εικόνα, δούλοι και τέκνα
Βασιλεία του Θεού Μέρος 3ο Χαρακτηριστικά της Θεϊκής Βασιλικής εξουσίας
Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής
Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄
Βιβλικού και των συνεργατών του.
|
Ομιλία Νο 91. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 10-6-1994).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ και σε ηχητικό αρχείο MP3
Έχουμε ασχοληθεί ήδη με το ζήτημα ή καλύτερα με την κακοδοξία στην οποία πιστεύουν ορισμένοι, ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού, δεν είναι Θεός κατά φύση. Με άλλα λόγια πολλοί, πιστεύουν εσφαλμένα, ότι ο Κύριος μας, ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ένα κτίσμα. Διαφέρει δηλαδή, στη φύση Του, στην ουσία Του, από τον Θεό Πατέρα και πλησιάζει με εμάς τα υπόλοιπα δημιουργήματα.
1. Σύνδεση με τα προηγούμενα Όπως και στο παρελθόν έχουμε αναφέρει, αυτή είναι μια κακοδοξία η οποία εμφανίστηκε και πήρε έκταση, κυρίως με τον Άρειο γύρω στον 3ο με 4ο αιώνα και επανειλημμένα ελέγχθηκε από τους Αγίους της Εκκλησίας και με τη ζωή τους και με την εμπειρία τους και φυσικά, με τα κείμενα της Αγίας Γραφής. Εμείς, προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το θέμα από όλες αυτές τις πλευρές, αλλά κυρίως στρέφουμε την προσοχή μας στα κείμενα της Αγίας Γραφής τα οποία διαστρέφονται από όσους επιμένουν σ’ αυτή την κακοδοξία. Η μελέτη μας θα εξετάσει την ιδιότητα του Θεού ως του απολύτου Βασιλέως. Του Μεγάλου και απολύτου Βασιλέως. Η Βασιλεία του οποίου δεν έχει αρχή όπως θα δείξουμε αναλυτικότερα και σε επόμενα άρθρα, αλλά δεν έχει και τέλος. Ο αποδεικτικός δρόμος που ακολουθούμε, είναι να εξετάζουμε χωρία της Αγίας Γραφής που αναφέρονται σ’ αυτήν την ιδιότητα, την απόλυτη και αποκλειστική ιδιότητα του Θεού, έτσι όπως αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη και στη συνέχεια να εξετάζουμε αν εφαρμόζονται οι ιδιότητες αυτές, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και στην Καινή Διαθήκη, στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού. Είδαμε λοιπόν, ότι ο Κύριος ο Θεός ο Γιαχβέ, όπως αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη στο εβραϊκό κείμενο, είναι Βασιλεύς αιώνιος. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τον στίχο από τον 9ο ψαλμό χωρίο 37 κατά τη μετάφραση των Ο’, ή τον 10ο ψαλμό στίχο 16 – είναι το ίδιο πράγμα – που λέγει τα εξής: «βασιλεύσει Κύριος εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος». Με αυτό το χωρίο συνοπτικά, αλλά και με απόλυτο τρόπο ο ψαλμωδός αναφέρει τον Κύριο, τον Θεό ως τον αιώνιο Βασιλέα, ότι η Βασιλεία Του δηλαδή, είναι Βασιλεία που στην ουσία δεν έχει αρχή και τέλος. Παράλληλα όμως, η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει τον Κύριο ως τον Μέγαλο Βασιλέα, δηλαδή τον Βασιλέα που είναι υπεράνω όλων των υπολοίπων βασιλέων και που δεν υφίσταται καν σύγκριση μεταξύ αυτών και του Θεού – Βασιλέως. Έτσι, στον προφήτη Μαλαχία 1,14 στο δεύτερο μέρος του στίχου αυτού ο Κύριος λέγει: «εγώ είμαι βασιλεύς μέγας, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων, και το όνομά μου είναι τρομερόν εν τοις έθνεσι». Παρατηρούμε λοιπόν, ότι ο ίδιος ο Κύριος ο Θεός αυτοχαρακτηρίζεται ως Βασιλεύς Μέγας. Με ίδιο ακριβώς τρόπο αναφέρθηκε στην απόλυτη Βασιλεία, στην απόλυτη άσκηση της βασιλικής εξουσίας από τον Θεό και ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός κατά την πρώτη του παρουσία, όταν μίλησε σχετικά με τον όρκο. Τα διαβάζουμε από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο 5ο κεφάλαιο και στίχους 34 και 35. Ήταν συνήθεια ανάμεσα στους εβραίους της εποχής εκείνης να ομνύουν, να ορκίζονται σε διάφορα πράγματα μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το θυσιαστήριο του Ναού του Σολομώντος, αλλά και η πόλις Ιερουσαλήμ, η αγία πόλις. Τους λέγει λοιπόν ο Ιησούς στο στίχο 34: «εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως (αλλά εγώ σας λέγω να μην ορκίζεσθε ολοτελώς, καθόλου) μήτε εν τω ουρανώ ότι θρόνος εστίν του θεού μήτε εν τη γη ότι υποπόδιον εστίν των ποδών αυτού μήτε εις Ιεροσόλυμα ότι πόλις εστίν του μεγάλου βασιλέως». Τα Ιεροσόλυμα λοιπόν, χαρακτηρίζονται από τον Ιησού Χριστό ως η πόλη του Μεγάλου Βασιλέως. Ταυτίζεται λοιπόν ο Μέγας Βασιλεύς με τον Κύριο, τον Κύριο το Θεό του Ισραήλ. Μέχρι τώρα, έχουμε διαπιστώσει ότι πράγματι και στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι ο Θεός είναι ο Βασιλεύς με την απόλυτη έννοια του όρου. Όμως, διαπιστώσαμε παράλληλα, ότι και ο Κύριος Ιησούς Χριστός αναφέρεται ως Βασιλεύς και μάλιστα αναφέρεται ως Βασιλεύς αιώνιος και η Βασιλεία Του αναφέρεται ως αιώνιος βασιλεία και ταυτίζεται σε πολλά σημεία με την Βασιλεία του Θεού. Έτσι λοιπόν, ταυτίζεται ως προς την βασιλική ιδιότητα ο Υιός και Λόγος του Θεού με τον Θεό Πατέρα και αυτό είναι φυσικό και εύλογο. Αλλά στο σημείο αυτό, φέρουν αντιρρήσεις και προωθούν διδασκαλίες πλάνης οι αιρετικοί. Αποφεύγουν σε πολλά σημεία να χαρακτηρίζουν τον Ιησού Χριστό ως Βασιλέα με απόλυτη έννοια και αντί αυτού τον αναφέρουν ως «βασιλικό εκπρόσωπο» ή «αντιπρόσωπο». Για παράδειγμα, οι λεγόμενοι «μάρτυρες του Ιεχωβά» στα βιβλία τους στην αγγλική, αναφέρουν τον Κύριο Ιησού Χριστό ως «royal agent» ή «royal representative». Δηλαδή, «βασιλικό αντιπρόσωπο»! Αρνούνται να τον χαρακτηρίσουν με την ιδιότητα που του αποδίδει ρητά η Αγία Γραφή, ακριβώς επειδή αυτό αντίκειται και αντιβαίνει με την δογματική τους ερμηνευτική. Προτιμούν λοιπόν, να προσδίδουν στον Κύριο Ιησού Χριστό δική τους ονοματολογία, απορρίπτοντας τις ιδιότητες που του αποδίδει η Αγία Γραφή, επειδή κάτι τέτοιο δημιουργεί προβλήματα στη δογματική τους.
2. Κυριαρχική Βασιλική εξουσία ως Δημιουργός Ας εξετάσουμε όμως λίγο βαθύτερα το γιατί στην Αγία Γραφή αποδίδεται στον Θεό η έννοια του Βασιλέως. Ο Θεός χαρακτηρίζεται ως Βασιλεύς και μάλιστα ως απόλυτος βασιλεύς, διότι ασκεί βασιλική εξουσία. Η άσκηση της βασιλικής εξουσίας είναι εκείνη που στην ουσία προσδιορίζει και την ιδιότητα κάποιου ως βασιλέως. Αναλυτικότερα όμως, ένας βασιλεύς έχει αυτόν τον τίτλο επειδή έχει κάποια κυριαρχικά δικαιώματα σε ένα σύνολο ανθρώπων. Παράλληλα έχει και νομοθετική εξουσία στο σύνολο των ανθρώπων που κυβερνά. Έχει και δικαστική εξουσία. Προσκυνείται, του αποδίδεται δηλαδή τιμή από όλους. Είναι εκείνος ο οποίος συγκεντρώνει την ισχύ, τη δύναμη, το κράτος με τα οποία ασκεί και τη διακυβέρνηση. Είναι φανερό λοιπόν, ότι ο Θεός ως δημιουργός του σύμπαντος, ως δημιουργός της λογικής και άλογης κτίσης και ως συντηρητής τους, συγκεντρώνει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Θα προσπαθήσουμε να διακρίνουμε πώς αποδίδονται από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, ένα προς ένα, στο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Κατ’ αρχήν διαπιστώσαμε ότι ένας βασιλεύς είναι κυρίαρχος, δηλαδή κύριος πάνω στον χώρο στον οποίο βασιλεύει. Έχει κυριαρχική εξουσία πάνω σ’ αυτό τον χώρο. Ο Θεός είναι ο απόλυτος κυρίαρχος, ο απόλυτος Κύριος. Αυτή άλλωστε είναι και η έννοια που του αποδίδεται και στην Παλαιά Διαθήκη κατά την μετάφραση των Ο’, αλλά και στην Καινή Διαθήκη. Παράλληλα όμως γνωρίζουμε ότι η λέξη Κύριος με την απόλυτη έννοια του όρου αποδίδεται από την Καινή Διαθήκη και στον Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο τον προσφωνούσαν οι μαθητές, αυτός ήταν ο τρόπος, αυτή ήταν η λέξη με την οποία τον γνώρισε η Οικουμένη. Βαθύτερα όμως εξετάζοντας το θέμα της κυριαρχίας, της κυριότητας, θα λέγαμε, ο Θεός είναι Κύριος και κυρίαρχος της κτίσης ως δημιουργός της. Είναι ο Δημιουργός της κτίσης. Χωρίς εκείνον δεν θα υπήρχε οτιδήποτε υπάρχει. Έτσι, εφόσον οτιδήποτε υπάρχει οφείλει σ’ Αυτόν την ύπαρξή του και είναι η αιτία για την οποία ευρίσκεται και υπάρχει, αυτός είναι και ο λόγος που του δίνει το αναφαίρετο δικαίωμα να είναι Κύριος των πάντων. Η κυριαρχική του δηλαδή ιδιότητα και εξουσία οφείλεται στο ότι Αυτός είναι ο δημιουργός των πάντων. Η δημιουργία όμως από την Αγία Γραφή αποδίδεται και στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού. Διαβάζουμε στο Ιωάν. 1,3: «πάντα δι’ αυτού εγένετο και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν». Όλα λοιπόν έγιναν δια του Υιού και χωρίς αυτού δεν έγινε τίποτε. Αυτό κάνει και τον Υιό να είναι συν-κυρίαρχος με τον Πατέρα. Παράλληλα και επειδή είδαμε προηγουμένως ότι δια του Υιού έγινε ολόκληρη η δημιουργία των ορατών και των αοράτων κτισμάτων, της υλικής και αΰλου κτίσεως, ας διαβάσουμε και από την προς Κολοσσαείς επιστολή στο 1ο κεφάλαιο και στίχο 16 όπου ο Απόστολος Παύλος λέγει τα εξής: «ότι εν αυτώ (δηλαδή εν τω Υιώ) εκτίσθη τα πάντα εν τοις ουρανοίς και επί της γης τα ορατά και τα αόρατα είτε θρόνοι είτε κυριότητες είτε αρχαί είτε εξουσίαι τα πάντα δι’ αυτού και εις αυτόν έκτισται». Και στο χωρίο αυτό φαίνεται ξεκάθαρα, ότι τα πάντα έγιναν δια του Υιού. Αλλά για να μη λένε πολλοί ότι μόνο η πρόθεση «δια» ταιριάζει στο πρόσωπο του Υιού, ο απόστολος χρησιμοποιεί και την πρόθεση «εν»: «εν αυτώ εκτίσθη τα πάντα» και «εις» αυτόν, είναι δηλαδή Αυτός και το τέλος, ο στόχος της δημιουργίας. Η Αγία Γραφή δηλαδή χαρακτηρίζει τον Ιησού Χριστό ως τον δημιουργό. Ακριβώς όπως χαρακτηρίζεται ο Θεός. Ας δούμε και ένα τρίτο χωρίο αυτή τη φορά από την προς εβραίους επιστολή και συγκεκριμένα το 2ο χωρίο από το 1ο κεφάλαιο της επιστολής αυτής. Εκεί λέγει ότι: «επ’ εσχάτου των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν υιώ (δια μέσου του υιού) ον έθηκεν (τον οποίον τοποθέτησε) κληρονόμον πάντων δι’ ου και τους αιώνας εποίησεν» (δια του οποίου εποίησε [δημιούργησε] τους αιώνας. Όλη δηλαδή η δημιουργία, ακόμα και αυτός ο χρόνος, είναι κτίσμα το οποίο δημιουργήθηκε δια του Υιού. Είναι φανερό ότι ο Υιός είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος! Μ’ αυτή την έννοια ο Υιός είναι ο απόλυτος κυρίαρχος και εύλογα μπορεί ως προς αυτό το χαρακτηριστικό να του αποδοθεί η ιδιότητα του απολύτου Βασιλέως. Υπενθυμίζουμε, ότι η βασιλική ιδιότητα είναι μια ιδιότητα η οποία αφορά την θεία φύση. Ο Υιός και Λόγος του Θεού, έχει την θεία φύση διότι γεννήθηκε από το Θεό Πατέρα. Όπως οι υιοί των ανθρώπων έχουν την ανθρώπινη φύση, επειδή γεννήθηκαν από ανθρώπους, ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τον Υιό και Λόγο του Θεού. Είναι Θεός αληθινός διότι έχει ακριβώς την ίδια φύση με τον αληθινό Θεό Πατέρα Του. Επειδή λοιπόν, η θεία φύση είναι κοινή ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό αλλά και το Άγιο Πνεύμα, όπως θα δούμε αναλυτικότερα, γι’ αυτό το λόγο, είναι φυσικό, να αποδίδονται οι ιδιότητες που έχουμε αναφέρει, οι απόλυτες ιδιότητες του Θεού και στα τρία πρόσωπα. Η βασιλική ενέργεια, η βασιλική εξουσία την οποία μελετούμε εδώ, είναι μια ιδιότητα της θείας φύσεως και επειδή η θεία φύση είναι κοινή και για τα τρία πρόσωπα αναφέρεται η βασιλική εξουσία με τον ίδιο απόλυτο τρόπο και βαθμό και στα τρία πρόσωπα. Δεν υπάρχει λοιπόν, κανένα απολύτως πρόβλημα και καμία απολύτως αντίφαση στο να χρησιμοποιεί η Αγία Γραφή γλώσσα τέτοια που να απευθύνεται με ακριβώς τον ίδιο τρόπο για τον Υιό και για τον Πατέρα. Αντίθετα, υπάρχει πρόβλημα σε όσους κακόδοξα πιστεύουν ότι ο Υιός είναι κτίσμα διότι θα πρέπει να ερμηνεύσουν πώς με απόλυτο τρόπο χαρακτηρίζεται ο Υιός ως βασιλεύς και ταυτόχρονα ο Θεός Πατήρ ως βασιλεύς. Διαπιστώσαμε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός αναφέρεται με απόλυτο τρόπο ως βασιλεύς, όσον αφορά τουλάχιστον, το κυριαρχικό δικαίωμα που έχει λόγω του ότι είναι Δημιουργός της κτίσεως. Αυτό το κυριαρχικό δικαίωμα ο Θεός το ασκεί απέναντι και στη λογική και στην άλογη κτίση. Απέναντι και σε όσους τον αποδέχονται και τον παραδέχονται και σε όσους τον απορρίπτουν, όπως είναι ο Σατανάς και οι ακόλουθοι του. Από την άλλη όμως μεριά, υπάρχει και ένας άλλος χώρος, ο χώρος όλων εκείνων οι οποίοι μέσα από την ελευθερία της βουλήσεως που τους έχει χαρίσει ο Θεός, αποδέχονται τον Θεό ως κυρίαρχο και Τον αποκαλούν Κύριο. Ο Θεός, δεν ασκεί την βασιλική του εξουσία με τον τρόπο της δυναστείας που τον ασκούν οι ανθρώπινοι βασιλείς. Έτσι, όταν αποστάτησε το λογικό όν που λέγεται άνθρωπος, σεβόμενος ο Θεός την ελευθερία της βουλήσεως του, το άφησε να ολοκληρώσει αυτή του την απόφαση. Εντούτοις όμως ο Ίδιος, από αγάπη κινούμενος, έστειλε το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος να γίνει άνθρωπος όμοιος με μας, για να μας προσελκύσει πάλι κοντά Του. Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν, ο οποίος ταυτόχρονα εκτός από την θεία φύση που έχει ως Υιός και Λόγος του Θεού, ανέλαβε και την ανθρώπινη φύση, την ένωσε με το Θεό, την αγίασε και κατ’ αυτό τον τρόπο την έσωσε. Διαμέσου αυτού σώζεται ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Όσοι ακολουθούν τον Χριστό, ανήκουν σε μία άλλη κατηγορία. Αυτοί είναι τα λογικά εκείνα δημιουργήματα που αποδέχονται και ποθούν την κυριαρχία, την άσκηση της βασιλικής εξουσίας του Θεού σε αντίθεση με όσους έχουν αντιταχθεί στην άσκηση της βασιλικής Του εξουσίας. Έτσι λοιπόν, μπορούμε να μιλήσουμε για δύο διαφορετικού είδους κυριαρχίες: Η μία είναι η κυριαρχία που έχει ο Θεός πάνω σε όλα τα πλάσματα ανεξάρτητα της βουλήσεως τους και αυτή η κυριαρχία οφείλεται στο ότι είναι δημιουργήματα του Θεού. Ο δεύτερος χώρος κυριαρχίας είναι ο χώρος των δημιουργημάτων που Τον αποδέχονται με την ελεύθερη τους βούληση ως τον βασιλέα τους. Είναι λοιπόν η κυριαρχία η «κατ’ οικείωσιν» όπως την ονομάζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Γι’ αυτούς τους δύο χώρους κυριαρχίας, για αυτούς τους δύο χώρους βασιλείας, θα μιλήσουμε αναλυτικότερα σε επόμενο άρθρο, δηλαδή για την βασιλεία «κατά δημιουργία» και την βασιλεία κατά την «οικείωσιν». Οι θεολόγοι της Δύσης (παπικοί και προτεστάντες) έχουν αποτύχει να κάνουν τη διάκριση αυτή. Για το λόγο αυτό πέφτουν σε άτοπα διαφόρων ειδών στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν το ευαγγελικό περιεχόμενο.
3. Νομοθετική Εξουσία του Θεού Το δεύτερο χαρακτηριστικό της άσκησης της βασιλικής εξουσίας είναι όπως είπαμε πιο πάνω η νομοθετική εξουσία που έχει ο Βασιλεύς. Ας δούμε λοιπόν στη συνέχεια πώς ο Θεός χαρακτηρίζεται από την νομοθετική εξουσία αλλά και ιδιαίτερα πώς χαρακτηρίζεται ως νομοθέτης ο Ιησούς Χριστός. Ότι ο Θεός είναι νομοθέτης, εύκολα μπορεί να το διακρίνει κανείς από την Παλαιά Διαθήκη, διότι εκείνος είναι που νομοθέτησε στην Εδέμ και καθόρισε τα πλαίσια μέσα στα οποία έπρεπε να κινηθεί ο άνθρωπος, για να μη χάσει την αξία του, όπως όμως, δυστυχώς, έγινε με την πτώση και την παρακοή. Εκείνος είναι που καθόρισε στη συνέχεια στο λαό Ισραήλ, το πώς πρέπει να πολιτεύεται δίνοντάς τους τον Μωσαϊκό Νόμο. Όμως, στις ημέρες της Καινής Διαθήκης ο Νομοθέτης σαφώς είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο 14,21 λέγει προς τους μαθητές του: «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς εκείνος εστίν ο αγαπών με ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου καγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν». Ας σταθούμε σ’ αυτό το ωραιότατο χωρίο μόνο στο σημείο όπου αναφέρεται ο Κύριος στις εντολές του. «Ο έχων τας εντολάς μου», δηλώνει με σαφήνεια ότι ο άνθρωπος πρέπει να μένει, να τηρεί τις εντολές του Χριστού. Δεν λέει τις εντολές του Θεού! Εντούτοις για την Ορθόδοξη Εκκλησία αυτό, όπως επανειλημμένα έχουμε πει, δεν αποτελεί καμία αντίφαση, διότι ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός, είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, του Τριαδικού Θεού των Χριστιανών. Για όσους όμως, πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι απλώς ένα κτίσμα, τότε και σ’ αυτό το σημείο υπάρχει αντίφαση και πρόβλημα δεδομένου ότι εμφανίζεται να είναι νομοθέτης κτίσμα, ενώ ο απόλυτος νομοθέτης είναι ο ίδιος ο Θεός.
4. Δικαστική Εξουσία του Θεού Εκτός όμως από τη νομοθετική εξουσία, ο Θεός έχει και τη δικαστική εξουσία. Εξουσία που όπως είπαμε και προηγουμένως χαρακτηρίζει ένα Βασιλέα. Ένας βασιλέας δεν αρκεί να ορίζει νόμους. Πρέπει να μπορεί να εξετάζει και να επίσταται της σωστής εφαρμογής τους και να αποδίδει στον καθένα από τους υπηκόους του, σύμφωνα με τα έργα τους και σύμφωνα με τους νόμους αυτούς. Αυτό είναι φανερό και ισχύει και στην περίπτωση που εξετάζουμε τώρα. Ο Θεός δεν είναι μόνο ο απόλυτος Νομοθέτης - και λέμε απόλυτος νομοθέτης, διότι εκείνος είναι που γνωρίζει καλύτερα από όλους, ποια είναι τα πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να κινείται η φύση των κτισμάτων, διότι Αυτός την δημιούργησε, την κατασκεύασε από το μηδέν και τη γνωρίζει με απόλυτο τρόπο, - αλλά είναι και κριτής των κτισμάτων. Αποδίδει δηλαδή, στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του. Κριτής όμως, εμφανίζεται ότι είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Αυτό, για την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αποτελεί καμία απολύτως αντίφαση διότι όπως είπαμε στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, υπάρχει εκτός από την ανθρώπινη φύση και η Θεία φύση. Είναι δηλαδή, Θεός αληθινός. Έτσι, ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο απόλυτος κριτής. Σταχυολογώντας, θα αναφέρουμε παραδειγματικά, το χωρίο από την Β’ Κορινθ. 5,10. Εκεί ο απόστολος Παύλος λέγει: «τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού (εννοεί το δικαστικό βήμα το οποίο έχει υπόψη του ο απόστολος Παύλος, όπως ήταν την εποχή εκείνη) ινα κομίσηται έκαστος τα δια του σώματος προς α έπραξεν είτε αγαθόν είτε φαύλον». Όλοι μας λοιπόν, θα φανερωθούμε μπροστά στον Χριστό, στο δικαστικό βήμα του Ιησού Χριστού, για να κριθούμε σύμφωνα με τα έργα μας. Και απόλυτος κριτής λοιπόν, ο Κύριος Ιησούς Χριστός όπως αρμόζει στον αληθινό Θεό. Όπως αρμόζει στον απόλυτο και Μέγα Βασιλέα της κτίσεως. Παράλληλα, διαβάζοντας το Β’ Τιμόθ. 4,1 παρατηρούμε ότι αναφέρεται σαφέστερα η έννοια της βασιλείας και της κρίσεως στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, όπου λέγει: «διαμαρτύρομαι ουν εγώ ενώπιον του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού του μέλλοντος κρίνειν ζώντας και νεκρούς κατά την επιφάνειαν αυτού και την βασιλείαν αυτού». Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν, θα κρίνει ζώντας και νεκρούς. Τον περιμένουμε να φανεί εν δόξη [είναι η επιφάνεια που αναφέρει ο απόστολος] και τότε θα λάμψει η Βασιλεία Του.
5. Βασιλική Εξουσία: δύναμη, ισχύς, κράτος Άλλα χαρακτηριστικά της βασιλικής εξουσίας είναι η δύναμη, η ισχύς, το κράτος. Χωρίς αυτά είναι αδύνατη η άσκηση της βασιλικής εξουσίας. Στην περίπτωση όμως του Θεού ως Βασιλέα του σύμπαντος, απαιτούνται και για ένα ακόμη επιπρόσθετο λόγο αυτή η δύναμη, το κράτος και η ισχύς: Διότι χωρίς αυτά δεν είναι δυνατό να συντηρηθεί η κτίση. Αυτά όλα τα συγκεντρώνει ο Κύριος Ιησούς Χριστός όπως διαβάζουμε στο Εβρ. 1,3. Αφού προηγουμένως ο συγγραφέας μας μίλησε για τον Ιησού Χριστό, ότι είναι εκείνος δια του οποίου «εποίησεν τους αιώνας», εκτίσθησαν δηλαδή οι αιώνες, συνεχίζει λέγοντας: «ος ων απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού φέρων τε τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού…». Είναι Εκείνος, που με τη δύναμη του λόγου Του, συντηρεί, φέρει τα πάντα. Και στο σημείο λοιπόν αυτό παρατηρούμε ότι υπάρχει απόλυτη ταυτότητα του Ιησού Χριστού με την θεία φύση. Ο Ιησούς Χριστός, είναι Θεός αληθινός. Δεν είναι κάποιος ενδιάμεσος, κάποιος στον οποίο έχει παραχωρηθεί το να ασκήσει για συγκεκριμένη περίοδο χρόνου βασιλική εξουσία.
6. Άλλα χαρακτηριστικά του Βασιλέως Σε άλλο άρθρο θα ασχοληθούμε με τα άλλα χαρακτηριστικά του απολύτου Βασιλέως που είναι η τιμή και η δόξα που του αποδίδεται. Συμπερασματικά όμως εδώ, ας αναφέρουμε, ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ως γνήσιος Υιός και Λόγος του Πατρός, είναι Θεός κατά φύση και συνεπώς είναι και Βασιλεύς αιώνιος και Μέγας. Το σημείο στο οποίο αστοχούν και το οποίο δεν μπορούν να κατανοήσουν όσοι βρίσκονται εκτός Εκκλησίας, είναι ότι η Θεία φύση είναι Μία και ενιαία. Και είναι απρόσιτη για τα κτίσματα. Γνωρίζεται όμως, μέσω των θείων ενεργειών. Σε μας τα κτίσματα φθάνουν τα αποτελέσματα των ενεργειών του Θεού. Αυτός είναι και ο τρόπος με τον οποίο τον προσεγγίζουμε. Οι ενέργειες λοιπόν αυτές, που απορρέουν από τη θεία φύση, είναι κοινές για τα τρία διαφορετικά πρόσωπα, τις τρεις υποστάσεις του αληθινού Θεού, δηλαδή της Αγίας Τριάδος. Έτσι, όπως χαρακτηρίζεται ο Πατήρ ως ο Μέγας και αιώνιος Βασιλεύς, το ίδιο και ο Υιός, το ίδιο και το Άγιο Πνεύμα. Ο χαρακτηρισμός Βασιλεύς Μέγας, και Βασιλεύς αιώνιος, όπως και το Κύριος και το «Ο Ών» και το αντίστοιχό του εβραϊκό «Γιαχβέ», προσδιορίζουν τη θεία φύση, που είναι μία και κοινή στα τρία πρόσωπα. Παράλληλα όμως, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός, έγινε άνθρωπος, έλαβε δηλαδή και την ανθρώπινη φύση και ανέλαβε το να επιστρέψει την αποστατημένη ανθρώπινη φύση στο Θεό. Αυτός ο χώρος είναι ο χώρος εκείνος, που ονομάζεται η «κατ΄οικείωσιν» βασιλεία, η οποία έχει συγκεκριμένη αρχή και τέλος και στο τέλος αυτό παραδίδεται στον ένα Θεό. Απομαγνητοφώνηση Ν. Τ. |
Δημιουργία αρχείου: 11-6-2008.
Τελευταία μορφοποίηση: 28-2-2017.