Προσδοκώ Ανάστασιν Νεκρών * Η "εξαγορά" από την κατάρα τού νόμου * Καλός και κακός Θεός * "Πλάστηκε τέλειος ο Αδάμ;" * Είναι ο Θεός δίκαιος; * Ο Δυτικός δικανισμός, ακυρώνει τη θυσία του Χριστού * Η ιστορία διαστρέβλωσης τού Χριστιανικού δόγματος περί Αντιλύτρου * Η σημασία του Αντιλύτρου
Αντίλυτρο Μέρος 1ο Η Σταυρική Θυσία του Χριστού και οι Περί Λύτρου Θεωρίες της Δύσεως Ομιλία Νο 30 Μιχάλης Μαυροφοράκης
Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του. |
Ομιλία Νο 30. (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ // ΕΠΟΜΕΝΗ).
(Εκφωνήθηκε για πρώτη φορά: 3-4-1992).
Ακούστε την από την ΟΟΔΕ σε ηχητικό αρχείο ΜΡ3
1. Ανασκόπηση προηγουμένων περί κλίσεως και ανάστασης Αγαπητοί ακροατές, χαίρετε. Η σημερινή εκπομπή έχει τίτλο: «Η Σταυρική Θυσία του Χριστού και οι περί λύτρου θεωρίες της Δύσεως». Σε προηγούμενες εκπομπές ασχοληθήκαμε εκτενώς και με λεπτομέρεια με το ζήτημα της Αναστάσεως των νεκρών. Κατά τη διάρκεια αυτής της αναλυτικής μελέτης, αναφέραμε και μια εσφαλμένη και αιρετική διδασκαλία περί Αναστάσεως, η οποία συγκεκριμένα υποστηρίζεται και κηρύττεται από τους λεγόμενους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Κατά την ψευδή αυτή διδασκαλία, μια μικρή μερίδα ανθρώπων — και για την ακρίβεια 144.000 άνθρωποι — δεν πρόκειται να αναστηθούν ως άνθρωποι, αλλά ως πνευματικά πλάσματα με αγγελικό σώμα. Στηρίζουν αυτήν την κακοδοξία, λέγοντας ότι οι 144.000 άνθρωποι θα αναστηθούν ως αγγελικά πλάσματα, επειδή δήθεν ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε όχι με ανθρώπινο, αλλά με αγγελικό σώμα. Στη σειρά αυτή των εκπομπών περί Αναστάσεως των νεκρών, αποδείξαμε πλήρως και με σωρεία μαρτυριών από την Αγία Γραφή, αλλά και από την υπόλοιπη Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, ότι το γνήσιο και ορθό χριστιανικό δόγμα περί Αναστάσεως των νεκρών είναι ότι όλοι οι νεκροί του ανθρωπίνου γένους θα αναστηθούν κατά τη Δευτέρα Παρουσία· και μάλιστα με σώματα άφθαρτα και αθάνατα, όμως ανθρώπινα και όχι αγγελικά — ακριβώς όμοια, ως προς τις ιδιότητες, με το σώμα του Αναστημένου Ιησού, που είναι ανθρώπινο σώμα. Η διαφορά αυτών των σωμάτων μεταξύ τους θα έγκειται μόνο ως προς τη δόξα και τη μετοχή στη Χάρη του Θεού που θα απολαμβάνουν. Και βέβαια, είναι πολύ λογικό και αναμενόμενο να αναρωτηθήκατε: γιατί, ενώ η Αγία Γραφή αλλά και η ζωντανή διδασκαλία της Εκκλησίας σε όλους τους αιώνες είναι τόσο ξεκάθαρη και σαφής στο ζήτημα αυτό — δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε και ανελήφθη στους ουρανούς ως άνθρωπος, με το ανθρώπινο σώμα Του — εν τούτοις, οι αυτοαποκαλούμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά ισχυρίζονται και κηρύττουν ότι ο Χριστός αναστήθηκε ως πνευματικό πλάσμα με αγγελικό σώμα; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό έχει άμεση σχέση με το ζήτημα που θα εξετάσουμε, με τη βοήθεια του Θεού, στη σημερινή εκπομπή· δηλαδή, τη σταυρική θυσία του Χριστού ως λύτρου ή αντιλύτρου για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.
2. Τι ισχυρίζονται οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά περί λύτρου Κατά αυτούς, λοιπόν, το ανθρώπινο σώμα του Ιησού Χριστού δόθηκε ως λύτρο και ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωση ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. Και, κατά συνέπεια, ως τέτοιο — δηλαδή ως λύτρο που πληρώθηκε — δεν είναι δυνατόν να ληφθεί πάλι πίσω, αλλά κατετέθη άπαξ και δια παντός. Ας παραθέσουμε, όμως, κατά λέξη, πώς οι ίδιοι το διατυπώνουν. Διαβάζουμε από βιβλίο τους: «Χωρίς να αγνοηθούν οι απαιτήσεις της δικαιοσύνης, πώς θα μπορούσε να ληφθεί πρόνοια για την απολύτρωση εκείνων από τους απογόνους του Αδάμ που θα έδειχναν στοργική υπακοή στον Ιεχωβά; Αν γινόταν να πεθάνει θυσιαστικά ένας τέλειος άνθρωπος, τότε η δικαιοσύνη θα μπορούσε να επιτρέψει σε αυτήν την τέλεια ζωή να προμηθεύσει ένα κάλυμμα για τις αμαρτίες εκείνων που με πίστη θα δέχονταν την προμήθεια. Αφού η αμαρτία ενός ανθρώπου, του Αδάμ, ήταν υπεύθυνη που όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας έγιναν αμαρτωλοί, το χυμένο αίμα ενός άλλου τέλειου ανθρώπου, δηλαδή ενός δευτέρου Αδάμ, επειδή θα είχε ισοδύναμη αξία, θα μπορούσε να ισορροπήσει την πλάστιγγα της δικαιοσύνης. Επειδή ο Αδάμ ήταν εκούσιος αμαρτωλός, δεν θα μπορούσε ο ίδιος να ωφεληθεί. Αλλά, επειδή η ποινή που όλο το ανθρώπινο γένος όφειλε να πληρώσει για την αμαρτία θα ξεπληρωνόταν με αυτόν τον τρόπο από κάποιον άλλο, οι απόγονοι του Αδάμ θα μπορούσαν να λυτρωθούν. Αλλά δεν υπήρχε τέτοιος τέλειος άνθρωπος. Το ανθρώπινο γένος δεν θα μπορούσε ποτέ να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του απολύτου δικαίου. Έτσι, σαν έκφραση της θαυμαστής αγάπης Του και με μεγάλη προσωπική δαπάνη, ο Ιεχωβά ο ίδιος έκανε την προμήθεια. Ο μονογενής Υιός του Θεού ήταν πρόθυμος να συμβάλει σε αυτό. Αφήνοντας ταπεινά πίσω του την ουράνια δόξα του και γινόμενος τέλειος άνθρωπος, ο Ιησούς πέθανε για το ανθρώπινο γένος. Παράδειγμα: Ένας οικογενειάρχης μπορεί να γίνει εγκληματίας και να καταδικαστεί σε θάνατο. Τα παιδιά του μπορεί να μείνουν άπορα και με μεγάλα χρέη. Ας πούμε τώρα ότι ο καλός τους παππούς παρεμβαίνει και διευθετεί, μέσω ενός γιου του που ζει μαζί του, να πληρωθούν τα χρέη και να έλθει σε ύπαρξη η δυνατότητα μιας νέας ζωής για αυτούς. Φυσικά, για να ωφεληθούν, τα παιδιά πρέπει να δεχθούν τη διευθέτηση, και ο παππούς μπορεί λογικά να απαιτήσει ορισμένα πράγματα σαν εγγύηση ότι τα παιδιά δεν θα μιμηθούν την πορεία του πατέρα τους». Τέλος παραθέσεως, από τις σελίδες 264 και 265 του βιβλιαρίου Πώς να συζητάτε λογικά από τις Γραφές, έκδοσης Μαρτύρων του Ιεχωβά.
3. Χαρακτηριστικές εκφράσεις Εκ πρώτης όψεως, παρατηρούμε ότι αυτή η προσέγγιση φαίνεται αρκετά λογική και βάσιμη, και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά καυχώνται γι' αυτήν. Εν τούτοις, με μια προσεκτικότερη μελέτη, την οποία θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια, αυτή η άποψη όχι μόνο λογική και βάσιμη δεν είναι, αλλά είναι ταυτόχρονα αντιχριστιανική και βλάσφημη. Μάλιστα, δεν είναι κατά 100% γνήσιο εφεύρημα και δοξασία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αλλά προέρχεται από την αντιχριστιανική αντίληψη και θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης, που αναπτύχθηκε στον χώρο του παπισμού. Η θεωρία αυτή, στη συνέχεια, διαδόθηκε με τη μία ή την άλλη μορφή και με μικρές παραλλαγές σε όλους τους προερχόμενους από τον παπισμό χώρους, δηλαδή στον προτεσταντισμό και όλα τα παρακλάδια του. Μεταξύ των τελευταίων, είναι και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά που αναφέραμε προηγουμένως. Πριν προχωρήσουμε στην αναλυτική εξέταση του ζητήματος, ας σταθούμε σε μερικές χαρακτηριστικές εκφράσεις της προηγούμενης παραθέσεως, όπως: «Απαιτήσεις της δικαιοσύνης», «Απαιτήσεις του απολύτου δικαίου», «Μεγάλη προσωπική δαπάνη του Ιεχωβά», «Παρέμβαση του παππού», δηλαδή του Θεού, για να πληρωθούν τα χρέη, και «Λογική απαίτηση εγγυήσεων από τα παιδιά». Και ας αρχίσουμε παραθέτοντας πρώτα τα χωρία που χρησιμοποιούν οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας περί δήθεν πληρωμής λύτρων και περί δικανικών, νομικών σχημάτων και σεναρίων για τη σωτηρία του ανθρώπου. Το πρώτο χωρίο το συναντάμε στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφάλαιο 20 και στίχο 28: «Ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθεν διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι, και δούναι (δηλαδή να δώσει) την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.» Ακριβώς το ίδιο εδάφιο, με την ίδια διατύπωση, ευρίσκεται και στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, κεφάλαιο 10, στίχος 45: «Και γαρ ο Υιός τού ανθρώπου ουκ ήλθεν διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι, και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.» Το επόμενο χωρίο το διαβάζουμε από την Α΄ προς Τιμόθεον Επιστολή, κεφάλαιο 2, στίχοι 5-6: «Είς γαρ Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, ο δους εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» Άλλα σχετικά χωρία με τα προηγούμενα, ως προς την έννοια του λύτρου και της λύτρωσης, είναι και τα ακόλουθα: Από την προς Τίτον Επιστολή, κεφάλαιο 2, στίχοι 13-14: «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν τού μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας, και καθαρίση εαυτώ (που θα ανήκει στον εαυτό Του), λαόν περιούσιον, ζηλωτήν καλών έργων.» Από την Α΄ Πέτρου, κεφάλαιο 1, στίχοι 18-19: «Ειδότες ότι ου φθαρτοίς, αργυρίω ή χρυσίω, ελυτρώθητε (ότι δεν λυτρωθήκατε με φθαρτά, αργύριο η χρυσό), εκ τής ματαίας υμών αναστροφής πατροπαραδότου, αλλά τιμίω αίματι, ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού.» Το κοινό σε όλα αυτά τα χωρία που προαναφέραμε — και που χρησιμοποιούν όλοι όσοι προέρχονται από την Παπική Εκκλησία για να προωθήσουν τα δικανικά τους σχήματα περί σωτηρίας — είναι οι έννοιες του «λύτρου» και ότι δι’ αυτού λυτρώθηκε ολόκληρη η εκ τού Αδάμ προερχόμενη ανθρωπότης. Μέχρι τώρα, είδαμε ότι υπάρχουν ορισμένα χωρία της Αγίας Γραφής που χρησιμοποιούν τις λέξεις «λύτρο», «αντίλυτρο», «λύτρωση» για να εκφράσουν τη δια του Σταυρού θυσία του Χριστού και τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Σε αυτές τις έννοιες στηρίχθηκαν κατά καιρούς πολλοί, και ιδιαίτερα ο παπισμός και το σύνολο των εξ αυτού προερχομένων ομολογιών, για να εντάξουν το έργο της σωτηρίας σε μια παράξενη και βλάσφημη θεωρία με δικανικό περιεχόμενο. Αυτό το τόσο δημοφιλές και κοινά αποδεκτό στη Δύση νομικό πλαίσιο γύρω από το μυστήριο της θείας οικονομίας, το προεξέτειναν μερικά παρακλάδια του προτεσταντικού χώρου με ακραίες αντιλήψεις, όπως για παράδειγμα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, που ούτε λίγο ούτε πολύ λένε ότι το «λύτρο» που πλήρωσε ο Χριστός ήταν το ανθρώπινο σώμα Του. Και βιαστικά συνάγουν το συμπέρασμα ότι, εφόσον το «λύτρο» που κατατέθηκε για τη σωτηρία των ανθρώπων ήταν το ανθρώπινο σώμα του Ιησού, είναι λογικό, για αυτούς πάντοτε, να μην το έλαβε πάλι πίσω κατά την Ανάσταση. Έτσι οδηγούνται στη θεωρία ότι ο Χριστός αναστήθηκε με άλλο, αγγελικό πλέον και όχι ανθρώπινο σώμα. Αυτή όμως η διδασκαλία είναι απολύτως αιρετική και βλάσφημη, διότι, εκτός από όλα όσα με μεγάλη λεπτομέρεια αναφέραμε σε προηγούμενες εκπομπές υπέρ της υγιούς και ορθής διδασκαλίας περί της Αναστάσεως και εναντίον αυτής της κακοδοξίας, έχουμε να προσθέσουμε εν συντομία και τα εξής.
4. Έδωσε την ζωή Του και όχι το σώμα Του Στην προσπάθειά τους να καινοτομήσουν, οι αιρετικοί δεν προσέχουν ότι στα χωρία που προηγουμένως αναφέραμε, και που χρησιμοποιούν για να υποστηρίξουν τις εσφαλμένες τους θεωρίες, ως λύτρο πουθενά δεν αναφέρεται ότι είναι το ανθρώπινο σώμα του Ιησού, αλλά αντίθετα, παντού λέγεται ότι είναι η ίδια Του η ζωή. «Δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Ματθ. 20,28). «Ο δους εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων» (Α’ Τιμ. 2,6 και Τίτον 2: 14). Όσο λοιπόν κι αν εσφαλμένα θεωρήσουμε τις λέξεις "λύτρο" και "αντίλυτρο" τών εδαφίων αυτών, με τη στενή νομική τους έννοια, και θεωρήσουμε επίσης, ότι αυτό κατετέθη από τον Χριστό και δεν κατεστράφη ποτέ, εν τούτοις σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε, ότι αυτό ήταν το τέλειο ανθρώπινο σώμα Του. Αντίθετα, η Αγία Γραφή λέγει ξεκάθαρα ότι ήταν η ίδια Του η ζωή. Άλλωστε αυτό το είχε πει και ο ίδιος επανειλημμένως: «Εγώ ειμι ο ποιμήν ο καλός, και την ψυχήν μου, (δηλαδή την ζωή μου, και όχι το ανθρώπινο σώμα μου), τίθημι υπέρ των προβάτων» (Ιωάν. 10,14-15. 17,18). Εάν, λοιπόν, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θέλουν να είναι συνεπείς ως προς την θεωρία τους, θα πρέπει αναπόφευκτα να καταλήξουν στο βλάσφημο συμπέρασμα ότι ο Χριστός κατέθεσε ως λύτρο την ζωή Του, και επομένως αυτήν – δηλαδή τη ζωή Του – δεν την έλαβε ποτέ πίσω. Με άλλα λόγια, αναπόφευκτα, μια τέτοια ερμηνεία περί λύτρου τους οδηγεί στο τελείως αντιχριστιανικό συμπέρασμα ότι ο Χριστός δεν αναστήθηκε ποτέ. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν ερμηνεύουν σωστά την Αγία Γραφή, αλλά και είναι ασυνεπείς ως προς τις ίδιες τους τις αρχές και θεωρίες. Ένα άλλο χωρίο που οι ίδιοι επικαλούνται πολλές φορές για να υποστηρίξουν τη θέση τους, ότι ο Χριστός δεν έλαβε ποτέ πίσω το ανθρώπινο σώμα Του – που κατά την εσφαλμένη τους αντίληψη το κατέθεσε μονίμως ως λύτρο για τη σωτηρία μας – είναι από την προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο Θ’, στίχοι 15 έως 17: «Και δια τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν, όπως θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν τών επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων, την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι τής αιωνίου κληρονομίας. Όπου γαρ διαθήκη, θάνατον ανάγκη φέρεσθαι τού διαθεμένου· (διότι όπου υπάρχει διαθήκη, για να λάβει ισχύ, είναι ανάγκη να πιστοποιηθεί ο θάνατος του διαθέτη). Διαθήκη γαρ επί νεκροίς βεβαία, επεί μήποτε ισχύει ότε ζη ο διαθέμενος.» (Εβρ. 9,15-17) (Διότι μια διαθήκη, ισχύει μόνο μετά τον θάνατο. Δεν έχει ποτέ ισχύ, όσο ζει ο διαθέτης). Χρησιμοποιούν, λοιπόν, αυτό το χωρίο και λέγουν ότι ο Χριστός κατέθεσε μονίμως το σώμα Του, πέθανε ως άνθρωπος για την απολύτρωση των παραβάσεων και, επομένως, δεν αναστήθηκε ποτέ ως άνθρωπος, αλλά με αγγελικό πλέον σώμα. Όπως και εσείς παρατηρήσατε, το χωρίο αυτό δεν λέγει καθόλου κάτι τέτοιο. Πουθενά δεν μιλεί για κατάθεση του ανθρωπίνου σώματος του Χριστού, αλλά για θάνατο. Λέγει ρητά: «θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν» και πιο κάτω: «όπου γαρ διαθήκη, θάνατον ανάγκη φέρεσθαι του διαθεμένου. Διαθήκη γαρ επί νεκροίς βεβαία, επί μη ποτέ ισχύει, ότε ζει ο διαθέμενος.» Έτσι, λοιπόν, εάν το σωστό ήταν να ερμηνεύσουμε το «λύτρο» στα στενά νομικά πλαίσια των Δυτικών, και να θεωρήσουμε επιπλέον ότι ποτέ δεν επεστράφη – όπως ρητά και κατηγορηματικά ισχυρίζονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά – τότε άμεσα και μονοσήμαντα οδηγούμαστε στο βλάσφημο συμπέρασμα ότι ο Χριστός, ως διαθέτης της Διαθήκης, είναι νεκρός. Δηλαδή ποτέ δεν ανεστήθη. Και αυτό, διότι ολόκληρη η ζωή του Χριστού, όχι μοναχά το ανθρώπινο σώμα Του, παραδόθηκε από τον ίδιο εκουσίως στο θάνατο, για να μας λυτρώσει. Το δήθεν, λοιπόν, σοβαρό και λογικοφανές σχήμα περί λύτρου και κατάθεσης του ανθρωπίνου σώματος του Χριστού, καταπίπτει πλήρως και σωριάζεται σαν χάρτινος πύργος, ήδη από τον πρώτο κιόλας έλεγχο. Γι’ αυτό και χρειάζεται να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να μην είμαστε ευκολόπιστοι στις θεωρίες των αιρετικών, όσο λογικές κι αν φαίνονται με μια πρώτη ματιά, διότι συνήθως μοιάζουν με φαρμακερό χάπι που περιέχει στο εσωτερικό του δηλητήριο, ενώ το εξωτερικό είναι καλυμμένο με ζάχαρη.
5. Οι βλάσφημες συνέπειες τής Δυτικής θεώρησης Μέχρις εδώ διερευνήσαμε πλήρως και σε βάθος τα λογικά ατοπήματα των Μαρτύρων του Ιεχωβά, που τους οδήγησαν στην υιοθέτηση του κακοδόξου και αιρετικού δόγματος περί Αναστάσεως του Χριστού και μιας μικρής μερίδας 144.000 ανθρώπων με σώματα όχι ανθρώπινα αλλά αγγελικά. Και διαπιστώσαμε πως αυτή η κακοδοξία προέρχεται κυρίως, αφενός από την εσφαλμένη αντίληψη περί λύτρου που επικρατεί στη Δύση εξαιτίας του παπισμού, και αφετέρου από την εσφαλμένη υπόθεση ότι το λύτρο αυτό είναι το ανθρώπινο σώμα του Ιησού και ότι δεν ελήφθη πίσω ποτέ. Θα ήταν όμως μεγάλη παράλειψη εάν σταματούσαμε εδώ και δεν εξετάζαμε ακριβώς όλες τις συνέπειες και τις προεκτάσεις της δυτικής προσέγγισης στην απολυτρωτική θυσία του Κυρίου. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να δούμε στον λίγο χρόνο που μας απομένει με ποιον τρόπο προσέγγισε η δυτική θεολογική σκέψη το ζήτημα της απολυτρωτικής θυσίας του Χριστού. Απομακρυσμένοι από την γνήσια ορθόδοξη πατερική παράδοση της Εκκλησίας, και πολλές φορές επηρεασμένοι από την ειδωλολατρική φιλοσοφική ορολογία και σκέψη, οι θεολόγοι της Δύσης προσκολλήθηκαν με απόλυτο τρόπο στην έννοια του «λύτρου» ως του αντιτίμου που δίδεται για την απελευθέρωση δούλων στους μέχρι τότε κυρίους τους. Όμοια ερμήνευσαν τη λέξη «ιλασμός» και «ιλαστήριον» με τη στενή έννοια που είχε στους ειδωλολατρικούς λαούς, ως το μέσο του κατευνασμού της θείας οργής, προσδίδοντας ταυτόχρονα στον Θεό ανθρωπόμορφη ψυχοσύνθεση, όπως ακριβώς οι ειδωλολάτρες. Έτσι, κατασκεύασαν ένα νομικό πλαίσιο, ένα δικανικό σχήμα περί σωτηρίας και περί σημασίας της σταυρικής θυσίας του Χριστού, που στην πραγματικότητα απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό, κατεβάζει τον Θεό στο επίπεδο του αμαρτωλού και εμπαθούς ανθρώπου και μειώνει την αξία της θυσίας του Ιησού. Για τους λόγους αυτούς, αυτή η ερμηνεία καταδικάστηκε από την Εκκλησία ως αιρετική και βλάσφημη και βεβαίως ως άκρως επικίνδυνη. Όσο για την αιτία για την οποία η θεωρία αυτή προέκυψε, δεν είναι άλλη από την υπερηφάνεια και την κενοδοξία, που συμβαδίζει με την απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό και την γνήσια Εκκλησία Του, και την προσπάθειά του να ερμηνεύσει τα θεία κείμενα με ανθρώπινες υποθέσεις και συλλογισμούς, προσκολλημένος στο γράμμα και όχι στο πνεύμα των λόγων. «Το γαρ γράμμα αποκτένει, το δε πνεύμα ζωοποιεί» (Β’ Κορ. 3:6). Αν λοιπόν ακολουθήσουμε τον συλλογισμό των δυτικών, ότι η ζωή του Χριστού, που εκούσια θυσίασε επάνω στον Σταυρό, είναι το λύτρο, με την έννοια του αντιτίμου, του ποσού που πληρώθηκε για την απελευθέρωση του ανθρωπίνου γένους, τότε αναπόφευκτα δημιουργούνται τα ακόλουθα αμείλικτα ερωτήματα: Από ποιον ο Χριστός μας εξαγόρασε; δηλαδή σε ποιον δόθηκε το λύτρο; Εάν μεν δόθηκε στον διάβολο, ποιο δικαίωμα είχε ο διάβολος επάνω του; Εάν είχε δικαίωμα να το λάβει, το κράτησε; και αν ναι, τι ωφελήθηκε από αυτό; Αν ελευθερωθήκαμε από την αιχμαλωσία του διαβόλου, ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στη δύναμη του Θεού και το κράτος του διαβόλου; Εάν πάλι το λύτρο δόθηκε στον Θεό, με ποιον τρόπο είμαστε αιχμάλωτοι του Θεού και πώς ο Χριστός μας εξαγόρασε από τον Θεό; Θα αντιλαμβάνεστε ήδη, αγαπητοί ακροατές, τα φοβερά αδιέξοδα και τις παγίδες της βλασφημίας που αντιμετωπίζει κανείς εάν υιοθετήσει την κατά γράμμα και κατά απόλυτο έννοια ερμηνεία της λέξεως λύτρο και των συναφών. Εν τούτοις, οι δυτικοί θεολόγοι δεν δίστασαν να το αποτολμήσουν και να φτιάξουν διάφορες θεωρίες που βεβαίως πόρρω απέχουν από την ορθόδοξη πατερική σκέψη και αντίληψη περί Θεού και που εν τινι μέτρω απεικονίζουν και την ηθικοκοινωνική προέλευση των εμπνευστών τους. Ας ξεκινήσουμε όμως μεθοδικά να εξετάζουμε ένα-ένα τα προηγούμενα ερωτήματα και τις λύσεις που προτείνονται από την δυτική θεολογία, δηλαδή την θεολογία του παπισμού και των εξ αυτού προερχομένων προτεσταντικών δογμάτων. Όπως είπαμε και προηγουμένως, εάν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε κατά γράμμα και όχι σύμφωνα με το πνεύμα, το λύτρο δια του οποίου λυτρώθηκαμε και που στην ουσία είναι η ίδια η ζωή του Χριστού που θυσιάστηκε επί του Σταυρού εκουσίως, τότε το πρώτο ερώτημα που αυθόρμητα ανακύπτει είναι «σε ποιον δόθηκε αυτό το λύτρο». Με άλλα λόγια, ποιος μας είχε στην κυριότητά του ή σε ποιον ήμαστε αιχμάλωτοι και σε ποιον έδωσε ο Χριστός την ίδια του τη ζωή ως λύτρο. Δύο είναι οι κύριες εκδοχές: Η πρώτη είναι ότι πληρώθηκε στον Σατανά, ο οποίος μετά την πτώση είχε αποβεί κύριος του ανθρώπου. Η δεύτερη είναι ότι δόθηκε στον Θεό, του οποίου η δικαιοσύνη απαιτούσε αυτή την πληρωμή για να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ενοχή της αμαρτίας. Εάν αποδεχθούμε την πρώτη άποψη, τότε φανερά αποδεχόμαστε δύο πράγματα: Πρώτον, ότι ο Σατανάς είναι ο κύριος του ανθρώπου μετά την πτώση. Και δεύτερον, ότι ο Χριστός νικήθηκε από τον αγώνα του με τον Σατανά και υποχρεώθηκε να έρθει σε διαπραγματεύσεις μαζί του και να εκχωρήσει σε αυτόν τη ζωή του προς χάριν της απολυτρώσεως του ανθρώπου. Και οι δύο όμως υποθέσεις είναι αντιχριστιανικές και βλάσφημες. Διότι καταρχήν, στον Παντοκράτορα Θεό ανήκει η απόλυτος κυριότης και της λογικής και της αλόγου δημιουργίας. Και όλα τα δημιουργήματα υπάγονται ανεξαιρέτως στην απόλυτη εξουσία του. Ακόμα και αυτός ο διάβολος τηρείται υπό την εξουσία του και ελέγχεται. Έτσι, κανένα δημιούργημα δεν μπορεί να διεκδικήσει δικαίωμα κυριότητος επί άλλου δημιουργήματος. Η όποια εξουσία του διαβόλου είναι προσωρινή και το κυριότερο, του δίδεται κατά παραχώρηση από τον Θεό και κατά περίσταση, ώστε άλλοτε να πειράζει τον άνθρωπο και άλλοτε να τον τιμωρεί, για να τον καταστήσει τελικά δοκιμότερο και σταθερότερο στην αρετή και το αγαθόν. Παραδείγματα επ' αυτού υπάρχουν πλείστα όσα στην Αγία Γραφή, όπως αυτό του Ιώβ, όπου δεν μπορούσε ο διάβολος να κάμει τίποτε χωρίς την άδεια του Θεού. Εκτός όμως από παραδείγματα, έχουμε και χωρία που ρητά δηλώνουν την παντοδυναμία και απόλυτο κυριαρχία του Θεού επί όλων των δημιουργημάτων αφενός, αλλά και το πεπερασμένο και κατά παραχώρηση της εξουσίας του σατανά. Έτσι, οποιαδήποτε έννοια περί πληρωμής του κυριάρχου διαβόλου με το αίμα του Κυρίου, είναι χωρίς άλλο βλάσφημη και ασεβής. Ως προς το δεύτερο σκέλος, ότι δηλαδή ο Χριστός νικήθηκε και χρειάστηκε να έλθει σε διαπραγματεύσεις με τον διάβολο και να του δώσει σαν λύτρο την ίδια του τη ζωή, από μόνο του καταπίπτει. Διότι αν αποδεχθούμε ότι η λέξη λύτρο έχει νομική έννοια, ότι δηλαδή είναι "δώμα τι, τοις πολεμίοις διδόμενον υπό τών ηττηθέντων, επί σωτηρία ή αφέσει των αιχμαλωτισθέντων", τότε θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Χριστός δεν νίκησε τον σατανά, αλλά νικήθηκε από αυτόν, ήλθε σε διαπραγματεύσεις μαζί του και μάλιστα του κατέβαλε πολυτιμότατο τίμημα την ίδια του τη ζωή. Αυτό όμως είναι πέρα για πέρα αντίθετο με την Αγία Γραφή, που ρητά διακηρύσσει ότι δια του θανάτου του Κυρίου, ο σατανάς και οι υπ' αυτών αρχές και εξουσίες κατετροπώθησαν ανεπανόρθωτα και η ισχύς τους καταργήθηκε. (Κολοσσαείς Β' 15, Εβραίους Β' 14). Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο Κύριος, περιγράφοντας την νίκη του επί του σατανά, έλεγε ότι δεν διαπραγματεύτηκε με τον ισχυρό, αλλά τον έδεσε και έτσι διήρπασε τα υπάρχοντά του. (Ματθαίος 12: 29). Αλλά κι αν παρόλα αυτά εξακολουθήσουμε να αποδεχόμαστε αυτή την εκδοχή, τότε πρέπει να απαντήσουμε στα ερωτήματα: "Για πόσο κράτησε ο σατανάς το λύτρο, δηλαδή τη ζωή του Χριστού, και τι ωφελήθηκε από αυτή;" Πιστεύουμε, όμως, ότι δεν χρειάζεται να επιμείνουμε περισσότερο στην εκδοχή αυτή, διότι ήδη έχει ξεγυμνωθεί πλήρως από λογικά και θεολογικά επιχειρήματα και έχει γίνει φανερό το πόσο βλάσφημη και αντιχριστιανική είναι στο βάθος, έστω κι αν επιφανειακά φαίνεται λογική και βάσιμη. Ας προχωρήσουμε, όμως, στη δεύτερη εκδοχή, ότι δηλαδή ο Θεός είναι ο αποδέκτης του λίτρου, η οποία επίσης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για δύο βασικούς λόγους: Καταρχήν, εάν δεχθούμε το λύτρο ως το τίμημα που καταβάλλεται για την απελευθέρωση δούλων ή αιχμαλώτων, ερμηνεία που προϋποθέτει αυτή η άποψη, η εκδοχή αυτή είναι τελείως ανυπόστατη, διότι ο άνθρωπος ποτέ δεν ήταν δούλος ή αιχμάλωτος του Θεού, αλλά του θανάτου και της αμαρτίας (Εβραίους Β' 14-15, Ρωμαίους ΣΤ' 17-18). Ταυτόχρονα, όμως, δεν μπορεί να τέρπεται ο Πατήρ, παίρνοντας το αίμα από τον μονογενή του, τη στιγμή μάλιστα που δεν δέχτηκε ούτε τη θυσία του Ισαάκ από τον πατέρα του Αβραάμ. Ύστερα, λοιπόν, από όλα αυτά, βλέπουμε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά να απορρίψουμε τις εκδοχές αυτές ως αντιχριστιανικές και βλάσφημες, αλλά και την ρίζα που τις γέννησε, δηλαδή την υπόθεση των δυτικών θεολόγων, ότι την απολυτρωτική θυσία του Χριστού πρέπει να την δούμε σε μια στενή δικανική βάση. Άλλωστε, αυτό δεν υπήρξε ποτέ το πλαίσιο της ορθοδόξου θεολογίας και ερμηνευτικής.
6. Ιστορική αναδρομή τής κακοδοξίας Πριν προχωρήσουμε, όμως, την παράθεση της ορθοδόξου διδασκαλίας πάνω στο κρίσιμο αυτό ζήτημα της απολυτρώσεως δια της σταυρικής θυσίας του Χριστού, ας επιχειρήσουμε μια μικρή ιστορική αναδρομή στο χώρο της δυτικής θεολογίας, έτσι ώστε να αποκτήσουμε μια ολοκληρωμένη αντίληψη των κακοδοξιών που επικρατούν γύρω από αυτό το θέμα, αλλά και των αιτίων και των προϋποθέσεων που τις δημιούργησαν. Στη δύση, λοιπόν, ξεκινώντας από τον Αυγουστίνο, ο οποίος είχε ελλειπή γνώση και κατανόηση της ορθόδοξης πατερικής θεολογίας, ενώ παράλληλα διατηρούσε ορισμένες εσφαλμένες φιλοσοφικές αντιλήψεις της εποχής του, άρχισε να αναπτύσσεται η κακοδοξία ότι είναι αδύνατον να υπάρχουν βουλήσεις αντίθετες προς τη Θεία Βούληση. Έτσι, με την πάροδο του χρόνου, ήταν επόμενο να θεωρηθεί ο σατανάς ως όργανο του Θεού που τιμωρεί. Άρα, εφόσον ο σατανάς είναι υπηρέτης του Θεού, έπεται ότι και ο θάνατος, σαν έκφραση της τιμωρού θείας δικαιοσύνης, προέρχεται από τον Θεό. Έτσι, όπως είναι φυσικό, δημιουργήθηκε σοβαρό πρόβλημα σχετικά με τον σκοπό της θείας ενανθρώπησης, διότι ο αναστάς εκ νεκρών Υιός του Θεού καταργεί τον αρχηγό του θανάτου, ο οποίος προέρχεται από τον Θεό. Η σύγχυση που προκλήθηκε από αυτή την αντίφαση απασχολεί την δυτική θεολογία μέχρι σήμερα. Έτσι, λοιπόν, κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορες λύσεις, από τις οποίες οι κυριότερες είναι: 1. του Αυγουστίνου, που αναφέρεται στην κατάχρηση της εξουσίας που δήθεν δόθηκε στον διάβολο από τον Θεό. 2. η ηθικιστική και συναισθηματική διδασκαλία του Αβελάρδου. 3. η ορθολογίζουσα δικανική θεωρία του Ανσέλμου, η οποία, αφού επεξεργάστηκε από τον Θωμά Ακινάτη, έγινε η επίσημη διδασκαλία της Παπικής Εκκλησίας, και πολλά από τα στοιχεία της βρίσκονται σχεδόν σε όλες τις προτεσταντικές ομολογίες και σε όσες προέρχονται από αυτές. Η διαφορετική απλώς όψη αυτής της δικανικής αντιλήψεως περί σωτηρίας είναι η θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης, η οποία επικρατεί στη Δύση και κατά την οποία θεωρείται τόσο η απαίτηση της τιμωρίας όσο και η απαίτηση της σωτηρίας του ανθρώπου ως μια ανάγκη της θείας φύσεως. Έτσι, για τους δυτικούς, ο Θεός είναι αγάπη και δικαιοσύνη κατά την ουσία, κατά την φύση. Παρατηρείται, λοιπόν, καταρχήν η σύγχυση των δυτικών ανάμεσα στην ουσία και τις ενέργειες του Θεού, γεγονός που αποτελεί και τεράστιο πρόβλημα στην ορθή προσέγγιση και λατρεία του Θεού. Στηριγμένοι, λοιπόν, οι θεολόγοι της Δύσεως, όχι στην εμπειρία της θεολογικής γνώσης δια της θείας αποκαλύψεως, αλλά στη φιλοσοφική γνώση που βασίζεται στην ανθρώπινη εμπειρία, προσήψαν στον ανενδεή Θεό, ανθρωπομορφικά ιδιώματα και μάλιστα του πεπτωκότος ανθρώπου και φαντάστηκαν τον Θεό σαν έναν άνθρωπο που έπρεπε να ικανοποιήσει την προσβληθείσα τιμή του από την αποστασία του ανθρώπου. Τι περισσότερο αιρετικό και βλάσφημο θα μπορούσε να λεχθεί για τον Θεό; Αυτή η αντίληψη όμως ταιριάζει απόλυτα με το υποτακτικό πνεύμα του Μεσαίωνα που επικρατούσε στη Δύση. Και φυσικά αυτές όλες οι θεωρίες ήσαν τελείως ξένες και πλήρως αντίθετες με την ορθόδοξη πατερική παράδοση. Όμως πάνω σε αυτές τις θεωρίες στήριξαν οι δυτικοί ολόκληρα φιλοσοφικο-θρησκευτικά συστήματα, για τα οποία μάλιστα και καυχώνται, όπως οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά για τη δική τους παραλλαγή στην βασική αυτή αντίληψη περί λύτρου, και την οποία εξετάσαμε στην αρχή της εκπομπής. Πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν ακόμα για το μέγεθος της πλάνης που προέρχεται από τέτοιου είδους αντιλήψεις περί Θεού και περί σωτηρίας, όπως επίσης και περί καταλλαγής. Το σημαντικό όμως είναι ότι αυτές οι κακοδοξίες παρουσιάζουν στους χριστιανούς έναν Θεό παραμορφωμένο, καταστρέφουν κάθε έννοια αγάπης και θυσίας και τις αντικαθιστούν με έννοιες όπως ικανοποίηση, απολύτου δικαίου και ιδιοτέλεια. Και φυσικά έχουν ως αποτέλεσμα να απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Θεό. Αυτές ίσως να είναι και οι σημαντικότερες διαφορές ανάμεσα στην ορθόδοξη πατερική θεολογία και στην θεολογία της Δύσης, όπως εκφράζεται μέσα από τον παπισμό και τις διάφορες προτεσταντικές αποχρώσεις. Πολλές άλλες διαφορές είναι απλώς συνέπειες ή αποτελέσματα αυτών των θεμελιωδών κακοδοξιών. Για το λόγο αυτό, εάν ο Κύριος επιτρέψει, ίσως επανέλθουμε στο θέμα αυτό και πάλι.
7. Η Ορθόδοξη θέση περιληπτικά Στον ελάχιστο χρόνο που μας απομένει, θα προσπαθήσουμε έστω και επιγραμματικά να παρουσιάσουμε την ορθόδοξη θέση. Οι πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και η ίδια η Αγία Γραφή, δεν αποδίδει στη λέξη «λύτρο» και «απολύτρωση» την απόλυτη νομική έννοια της "δια λύτρων και καταβληταίου τιμήματος απελευθερώσεως", αλλά απλώς την έννοια της «απαλλαγής από δεινά», (Λουκάς 21: 28, Ψαλμοί 106: 23), της συγχωρήσεως παραβάσεων ή απαλλαγής από ενοχής ή ποινής, (Έξοδος 30: 15), ή της σωτηρίας και ελευθερίας, (Λουκάς 1: 68). Επίσης, το ρήμα «λυτρώ», του οποίου παράγωγο είναι η λέξη «λύτρον», σημαίνει «ελευθερώνω κατόπιν αγώνος», (Λουκάς 24: 21), ή «απαλλάσσω ή καθαρίζω από ανομίες», (Τίτος 2: 14). Άλλα σχετικά χωρία είναι τα (Ρωμαίους 6: 18 και 22 και Γαλάτας 5: 1). Έτσι, η απολύτρωση του ανθρώπου δεν είναι αποτέλεσμα συναλλαγής και πληρωμής τιμήματος, αλλά είναι αποτέλεσμα νικηφόρου πάλης του ανθρώπου Χριστού κατά του Σατανά, για τον οποίο ο Χριστός είπε: «Έρχεται ο του κόσμου τούτου άρχων, και εν εμοί ουκ έχει ουδέν» (Ιωάννης 14: 30). Θα κλείσουμε την εκπομπή αυτή, διαβάζοντας ένα μικρό απόσπασμα από τον 45ο Λόγο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Έστι τοίνυν εξετάσαι πράγμα και δόγμα, τοις μεν πολλοίς παρορώμενον, ημίν δε και λίαν εξεταζόμενον. Τίνι γαρ το υπέρ ημών αίμα, και περί τίνος εχέθη το μέγα και περιβόητον τού Θεού και αρχιερέως και θύματος;...» «Κατηχόμεθα γαρ υπό τού πονηρού τετραμμένοι υπό την αμαρτίαν και αντιλαβόντες τής κακίας την ηδονήν.» «Ει δε το λύτρον, ουκ άλλου τινός, ή τού κατέχοντος γίνεται, ζητώ, τίνι τούτω ησυνέχθη; Και δι ην τινα την αιτίαν; Ή μεν το πονηρόν, φεύ τής ύβρεως. Ει μη παρά τού Θεού μόνον, αλλά και τον Θεόν αυτόν λύτρον ο ληστής λαμβάνει και μισθόν ούτως υπερφυή τής εαυτού τής τυραννίδος, δι ον και ημίν φείδεσθαι δίκαιον είν.» «Ει δε τω Πατρί, πρώτον μεν πώς; Ουχ υπ εκείνου γαρ εκρατούμεθα. Δεύτερον δε, τις ο λόγος μονογενούς αίμα τέρπειν πατέρα, όσου δε τον Ισαάκ ουκ εδέξατο παρά τού πατρός προσφερόμενον, αλλ αντιλάξατο τής θυσίας κριόν αντιδούς τού λογικού θύματος;» Δηλαδή σε μετάφραση: "«Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε ένα ζήτημα και ένα δόγμα, το οποίο για τους πολλούς περνά απαρατήρητο, ενώ για εμάς εξετάζεται πάρα πολύ. Γιατί, άραγε, το αίμα που χύθηκε για εμάς, και για ποιον χύθηκε το μέγα και περίφημο αίμα του Θεού και αρχιερέα και θύματος;...» «Γιατί είμαστε κατηχημένοι από τον πονηρό, στραμμένοι προς την αμαρτία και έχοντας πιάσει την ηδονή της κακίας.» «Αν όμως το λύτρο δεν γίνεται σε κάποιον άλλον, παρά σε αυτόν που μας κατέχει, ρωτώ, σε ποιον δόθηκε; Και για ποιον λόγο; Ή μήπως στον πονηρό; Αλίμονο στην ύβρη! Αν όχι μόνο από τον Θεό, αλλά και τον ίδιο τον Θεό ο ληστής τον παίρνει ως λύτρο και μισθό τόσο υπερβολικό για την ίδια του την τυραννία, για την οποία είναι δίκαιο και για εμάς να λυπηθεί.» «Αν όμως δόθηκε στον Πατέρα, πρώτον μεν πώς; Γιατί δεν κρατούμασταν από εκείνον. Δεύτερον δε, ποιος ο λόγος το αίμα του μονογενούς να ευχαριστεί τον πατέρα, ενώ τον Ισαάκ δεν τον δέχτηκε από τον πατέρα του όταν προσφερόταν, αλλά αντάλλαξε τη θυσία, δίνοντας ένα κριάρι αντί για το λογικό θύμα;»". Φτάσαμε όμως στο τέλος της σημερινής εκπομπής. Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε. Ευχαριστούμε πολύ και τον Σιμεών Σμπανά, που είχε την επιμέλεια του ήχου. Χαίρετε και ο Θεός μαζί μας. Απομαγνητοφώνηση: N.M. με χρήση Τ.Ν. |
Δημιουργία αρχείου: 11-4-2025.
Τελευταία μορφοποίηση: 11-4-2025.