Η αρχή τού χρόνου και τα "προ" τού χρόνου αιώνια κτίσματα * Η διαφορά Χρόνου και Αιώνος κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή * Η κτίση εκ του μηδενός, η αρχή και το τέλος της * Χρόνος και αιώνες στη φιλοσοφία, και μέτρο σχέσης στη Θεολογία * Αιωνιότητα και Χρόνος στην Ορθόδοξη παράδοση * Άναρχα έργα τού Θεού
Προηγούμενο: Ζ΄ και Η΄ Μέρος * Επόμενο: Ι΄ Μέρος
1η Ομιλία εις την Εξαήμερον Θ΄ Μέρος Η δημιουργία ως αποθησαύρισμα μυστηρίων χωρίς τέλος, και χωρίς κανένα νόημα ερήμην τού Θεού Αγίου Βασιλείου Καισαρείας
Πηγή κειμένου σε πολυτονικό πριν τη μετατροπή του: http://users.uoa.gr Πηγή στην οποία στηρίχθηκε η μετάφραση στη Δημοτική: Βασιλείου Καισσαρείας έργα. "Α΄ Ομιλία εις την Εξαήμερον". ΕΠΕ Τόμος 4. Σελ. 49-55. |
Ας μας επιτραπεί να σχολιάσουμε λίγο το ακόλουθο 9ο απόσπασμα τής 1ης ομιλίας τού αγίου Βασιλείου στην Εξαήμερο, λόγω τής κακοήθειας τών εχθρών τής πίστεως, που ψάχνουν να διαστρεβλώσουν ό,τι μπορούν, για να κατηγορήσουν τη Χριστιανική πίστη, και δεν χάνουν ευκαιρία από τα λόγια τού αγίου Βασιλείου που θα δούμε στη συνέχεια. Οι κατήγοροι τού αγίου Βασιλείου λοιπόν, ισχυρίζονται ότι με αυτά που λέει ο άγιος, για το πώς είναι στηριγμένη η γη, ή για το πώς η γη είναι επίπεδη κλπ, είναι δήθεν ερμηνείες τής Θεόπνευστης Γενέσεως. Και το λένε αυτό, για να "αποδείξουν" ότι αφού η Γένεση κάνει λάθος στα ζητήματα αυτά, τότε δεν είναι Θεόπνευστη. Όμως όπως θα παρατηρήσουμε, ο άγιος Βασίλειος, εδώ δεν κάνει τίποτα περισσότερο, από το να αναφέρει τις ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ, καθώς πριν από μιάμιση χιλιετία που έζησε, ΔΕΝ υπήρχαν τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα, και η επιστήμη ήταν κλάδος τής Φιλοσοφίας. Γι' αυτό και αντλεί φιλοσοφικές αναιρέσεις τών θεωριών αυτών, από τον Αριστοτέλη! Ξεκαθαρίζει ότι η Αγία Γραφή αρκείται στα "ωφέλιμα" για την Εκκλησία θέματα, που είναι το ΠΟΙΟΣ έπλασε τον κόσμο, και όχι το "πώς" τον έφτιαξε. Γι' αυτό και μη έχοντας κάποιο ξεκάθαρο δεδομένο σε όλες αυτές τις θεωρίες, καταλήγει ότι δεν έχει νόημα να ψάχνει κάποιος (με τα μέσα τής ΤΟΤΕ εποχής), τις λεπτομέρειες τής δημιουργίας, που οδηγούν σε αδιέξοδους συλλογισμούς, ελλείψει παρατηρησιακών δεδομένων, σαν αυτά που έχουμε σήμερα. Μάλιστα είναι ενδιαφέρον, ότι δίνει ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ και σε εδάφια τής Αγίας Γραφής, τα οποία μιλούν για "στύλους" τής γης, ή για τη γη "πάνω στο νερό". Είναι προφανές ότι ο άγιος Βασίλειος, όχι μόνο ΔΕΝ εξάγει επιστημονικά συμπεράσματα από την Αγία Γραφή, αλλά ξεκαθαρίζει ότι ο σκοπός τής συγγραφής της, ΔΕΝ είναι επιστημονικός, αλλά εποικοδομητικός για τους πιστούς. Και ότι αυτοί που χρησιμοποιούν την Αγία Γραφή ως "επιστημονικό εγχειρίδιο", θα πρέπει να βάλουν ένα "όριο στη σκέψη τους", επειδή ενεργούν απερίσκεπτα, αποδίδοντας στην Αγία Γραφή ιδιότητες που ΔΕΝ έχει. Στο σημείο αυτό, οι εχθροί τής Εκκλησίας λένε ένα ακόμα επιχείρημα, ότι δήθεν ο άγιος Βασίλειος, ζητώντας από τους πιστούς να μην ασχολούνται με όλα αυτά, γίνεται τροχοπέδη για την επιστημονική αναζήτηση γνώσης. Όμως με μια προσεκτική μελέτη τών λόγων του, ο καλοπροαίρετος αναγνώστης διαπιστώνει ότι ΟΥΤΕ ΑΥΤΟ κάνει ο άγιος Βασίλειος. Αυτό που λέει, είναι (όπως ήδη αναφέραμε), ότι είναι λάθος να προσπαθεί κάποιος να εξάγει ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ συμπεράσματα από τη Γένεση, (την οποία ερμηνεύει σε αυτή του την ομιλία), επειδή ο σκοπός τής Αγίας Γραφής είναι διαφορετικός, και απλώς ΔΕΝ δίνει τέτοιες πληροφορίες για το "πώς" τής Δημιουργίας, αλλά μόνο για το "Ποιος" έφτιαξε τη Δημιουργία. Τέλος, το ότι σήμερα γνωρίζουμε τις απαντήσεις για όλα αυτά με τα οποία αναρωτιέται ο άγιος, και φθάνει σε αδιέξοδο, σε τίποτα δεν μειώνει το επιχείρημά του, για τα ατελείωτα μυστήρια τής Δημιουργίας τού Θεού. Επειδή αν και σήμερα έχουμε απαντήσεις σε όλα εκείνα τα αρχαία μυστήρια, για τα οποία αναρωτιόταν ο άγιος Βασίλειος, τα ερωτήματά μας δεν έπαψαν να είναι αμέτρητα, αν όχι περισσότερα από τότε, εφ' όσον κάθε κατάκτηση γνώσεως, οδηγεί αναπόφευκτα σε ανάγκη περισσότερης εμβάθυνσης τών στοιχείων! |
|
Κείμενο | Μετάφραση |
Θ. "Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην". Η περί τής ουσίας έρευνα εκάστου τών όντων, ή τών κατά θεωρίαν υποπιπτόντων ημίν, ή τών προκειμένων ημών τη αισθήσει, μακρόν και απηρτημένον λόγον επεισάγει τη εξηγήσει, ως πλείονας εν τη περί τού προβλήματος τούτου σκέψει καταναλίσκεσθαι λόγους τών λοιπών, όσα ενδέχεται ρηθήναι περί εκάστου τών ζητουμένων· προς το, μηδέ προύργου τι είναι εις την τής Εκκλησίας οικοδομήν το περί ταύτα κατασχολείσθαι. Αλλά περί μεν τής ουσίας τού ουρανού αρκούμεθα τοις παρά τού Ησαΐου ειρημένοις· ος εν ιδιωτικοίς ρήμασιν ικανήν ημίν τής φύσεως αυτού την διάνοιαν ενεποίησεν, ειπών· Ο στερεώσας τον ουρανόν ωσεί καπνόν· τουτέστι, λεπτήν φύσιν και ου στερεάν ουδέ παχείαν εις την τού ουρανού σύστασιν ουσιώσας. Και περί τού σχήματος δε ικανά ημίν τα παρ αυτού, ειπόντος εν δοξολογία Θεού· Ο στήσας τον ουρανόν ωσεί καμάραν. Τα αυτά δε ταύτα και περί τής γης συμβουλεύωμεν εαυτοίς, μη πολυπραγμονείν αυτής την ουσίαν ήτις ποτέ εστι, μηδέ κατατρίβεσθαι τοις λογισμοίς αυτό το υποκείμενον εκζητούντας, μηδέ ζητείν τινα φύσιν έρημον ποιοτήτων, άποιον υπάρχουσαν τω εαυτής λόγω, αλλ ευ ειδέναι, ότι πάντα τα περί αυτήν θεωρούμενα εις τον τού είναι κατατέτακται λόγον, συμπληρωτικά τής ουσίας υπάρχοντα. Εις ουδέν γαρ καταλήξεις, εκάστην τών ενυπαρχουσών αυτή ποιοτήτων υπεξαιρείσθαι τω λόγω πειρώμενος. Εάν γαρ αποστήσης το μέλαν, το ψυχρόν, το βαρύ, το πυκνόν, τας κατά γεύσιν ενυπαρχούσας αυτή ποιότητας, ή ει τινες άλλαι περί αυτήν θεωρούνται, ουδέν έσται το υποκείμενον. Ταύτά τε ουν καταλιπόντα σε, μηδέ εκείνο ζητείν παραινώ, επί τίνος έστηκεν. Ιλιγγιάσει γαρ και ούτως η διάνοια, προς ουδέν ομολογούμενον πέρας διεξιόντος τού λογισμού. Εάν τε γαρ αέρα φής υπεστρώσθαι πλάτει τής γης, απορήσεις, πώς η μαλθακή και πολύκενος φύσις αντέχει υπό τοσούτου βάρους συνθλιβομένη, αλλ ουχί διολισθαίνει πάντοθεν την συνίζησιν υποφεύγουσα, και αεί προς το άνω υπερχεομένη τού συμπιέζοντος. Πάλιν, εάν υποθής εαυτώ ύδωρ είναι το υποβεβλημένον τη γη, και ούτως επιζητήσεις, πώς το βαρύ και πυκνόν ου διαδύνει τού ύδατος, αλλ υπό τής ασθενεστέρας φύσεως το τοσούτον υπερφέρον τω βάρει κρατείται· προς το και αυτού τού ύδατος την έδραν επιζητείν, και πάλιν διαπορείν τίνι στεγανώ και αντερείδοντι ο τελευταίος αυτού πυθμήν επιβαίνει. Εάν δε έτερον σώμα τής γης εμβριθέστερον υποθή κωλύειν την γην προς το κάτω χωρείν, ενθυμηθήση κακείνο ομοίου τινός δείσθαι τού στέγοντος και μη εώντος αυτό καταπίπτειν. Καν τι δυνηθώμεν εκείνω συμπλάσαντες υποθείναι, το εκείνου πάλιν αντέρεισμα ο νους ημών επιζητήσει, και ούτως εις άπειρον εκπεσούμεθα, τοις αεί ευρισκομένοις βάθροις έτερα πάλιν επινοούντες. Και όσω επί πλείον τω λόγω προΐεμεν, τοσούτω μείζονα την συνερειστικήν αναγκαζόμεθα δύναμιν υπεισάγειν, ή προς όλον ομού δυνήσεται το υπερκείμενον αντιβαίνειν. Δια τούτο όρους επίθες τη διανοία, μήποτέ σου τής πολυπραγμοσύνης ο τού Ιώβ λόγος καθάψηται περισκοπούντος τα ακατάληπτα, και ερωτηθής παρ αυτού και συ, Επί τίνος οι κρίκοι αυτής πεπήγασιν. Αλλά καν ποτε εν ψαλμοίς ακούσης· Εγώ εστερέωσα τους στύλους αυτής· την συνεκτικήν αυτής δύναμιν στύλους ειρήσθαι νόμισον. Το γαρ, Επί θαλασσών εθεμελίωσεν αυτήν, τι δηλοί, ή το πάντοθεν περικεχύσθαι τη γη την τού ύδατος φύσιν; Πώς ουν ρυτόν υπάρχον το ύδωρ και επί το πρανές πεφυκός καταπίπτειν, μένει απαιωρούμενον και ουδαμού απορρέον; Συ δε ου λογίζη ότι την αυτήν ή και έτι πλείονα απορίαν τω λόγω παρέχει η γη καθ εαυτήν κρεμαμένη, βαρυτέρα την φύσιν ούσα. Αλλά ανάγκη, καν γην καθ εαυτήν είναι δώμεν, καν επί τού ύδατος αυτήν αποσαλεύειν είπωμεν, μηδαμού αναχωρείν τής ευσεβούς διανοίας, αλλά πάντα ομού συγκρατείσθαι ομολογείν τη δυνάμει τού κτίσαντος. Ταύτα ουν χρή εαυτοίς τε λέγειν, και τοις διερωτώσιν ημάς, επί τίνος το άπλετον τούτο και αφόρητον τής γης ερήρεισται βάρος, ότι Εν τη χειρί τού Θεού τα πέρατα τής γης. Τούτο ασφαλέστατον ημίν προς νόησιν, και ωφέλιμον τοις ακούουσιν. |
Θ. "Στην αρχή έπλασε ο Θεός τον ουρανό και τη γη". Για να ερευνήσω την ουσία του καθενός από τα όντα, είτε αυτών που συλλαμβάνονται με την πνευματική όραση, είτε αυτών που υποπίπτουν στις αισθήσεις, θα έπρεπε να μακρύνω και να επεκτείνω πολύ το λόγο μου, ώστε μόνο για το θέμα αυτό να πω περισσότερα από όσα θα έλεγα για όλα τα άλλα ζητήματα. Αν όμως γινόταν αυτό, τίποτα το ωφέλιμο για την οικοδομή της Εκκλησίας δεν θα προσέφερε το να ασχολούμαστε με όλα αυτά. Αλλά όσον αφορά στην ουσία του ουρανού, αρκούμαι σε όσα είπε ο Ησαΐας, οποίος με απλοϊκά λόγια μας έδωσε να καταλάβουμε επαρκώς τη φύση του, λέγοντας: "Ο στερεώσας τον ουρανόν ωσεί καπνόν". (Ησαΐας 51: 6). Δηλαδή αυτός που για να κατασκευάσει τον ουρανό, έπλασε τη φύση του λεπτή και όχι στερεά ή παχιά. Όσο για το σχήμα του, μας φτάνουν αυτά που είπε ο ίδιος δοξολογώντας τον Θεό: "Ο στήσας τον ουρανόν ωσεί καμάραν" (Ησαΐας 40: 22). Και ας συμβουλέψουμε τους εαυτούς μας τα ίδια και για τη γη, να μην περιεργαζόμαστε σχολαστικά ποια είναι η ουσία της, ούτε να καταπιανόμαστε με υπολογισμούς, αναζητώντας το κύριο και αρχικό στοιχείο της, ούτε να αναζητούμε μία φύση χωρίς ποιότητες, που να είναι καθεαυτήν απλή, αλλά να γνωρίζουμε καλά ότι όλα όσα βλέπουμε ως συστατικά αυτής της γης κατατάσσονται στο "είναι", και είναι συμπληρωματικά της ουσίας της. Επειδή αν επιχειρήσεις με τη λογική να απομονώσεις μία-μία τις ποιότητες που υπάρχουν σε αυτήν, δεν θα καταλήξει σε τίποτα. Εάν απομονώσεις το μαύρο, το ψυχρό, το βαρύ, το πυκνό, τις γευστικές ποιότητές της,1 και όσες άλλες ποιότητες έχει η Γη, δεν θα μείνει τίποτε ως κυρίαρχο στοιχείο. Και αν τα αφήσεις κατά μέρος αυτά, σε συμβουλεύω πάλι να μη ζητάς να μάθεις ούτε το πού στηρίζεται η γη. Επειδή και τότε πάλι θα πιάσει ίλιγγος τη διάνοιά σου και η σκέψη σου δεν θα μπορεί να βρει άκρη με τη λογική. Εάν κάτω από την πλατειά γη είναι στρωμένος αέρας,2 δεν θα μπορείς να εξηγήσεις πώς η μαλακή αυτή ουσία, που είναι σχεδόν ένα κενό, αντέχει κάτω από ένα τόσο μεγάλο βάρος που τον καταπιέζει, και πώς αυτός πιεζόμενος δεν διαφεύγει γλιστρώντας και διαφεύγοντας από όλες τις πλευρές, και πώς δεν διαχέεται συνεχώς πάνω από αυτό το σώμα τής γης που τον συμπιέζει. Αν πάλι, κάτω από τη γη υπάρχει στρώμα νερού,3 ακόμα και τότε θα σου χρειαστεί να εξηγήσεις, πώς το βαρύ και πυκνό σώμα της γης δεν βυθίζεται στο νερό, αλλά αν και είναι βαρύτερο από το νερό, επιπλέει σε μία ουσία μικρότερου βάρους και πυκνότητας. Εξάλλου στη συνέχεια θα ζητάς να μάθεις και πού πατάει εκείνο το νερό, έπειτα σε ποιο στερεό στήριγμα στηρίζεται ο τελευταίος πυθμένας εκείνου του νερού, κ.ο.κ.4 Και αν πεις ότι ένα άλλο σώμα σκληρότερο της γης τη στηρίζει και δεν την αφήνει να πέσει προς τα κάτω, τότε θα σκεφτείς ότι και εκείνο το σώμα έχει ανάγκη από ένα ανάλογο σώμα, που να το στηρίζει και να μην το αφήνει να πέσει κάτω. Και αν κατορθώσουμε να του βάλουμε κι εκείνου ένα στήριγμα, η σκέψη μας θα αναζητήσει πάλι το αντίστοιχο του στηρίγματος εκείνου, κι έτσι θα βυθιστούμε στο άπειρο και κάθε φορά που θα βρίσκουμε μία βάση, θα αναζητούμε τη βάση της βάσεως. Και όσο περισσότερο προχωρεί η σκέψη μας, τόσο μεγαλύτερη δύναμη θα μάς χρειάζεται, η οποία να μπορεί να σηκώνει όλο μαζί το βάρος που βρίσκεται από πάνω της.5 Γι' αυτό βάλε ένα όριο στη σκέψη σου, μήπως, καθώς περιεργάζεσαι τα ακατάληπτα, η πολυπραγμοσύνη σου έρθει αντιμέτωπη με την ειρωνεία του Ιώβ και σε ρωτήσει κι εσένα: "Επί τίνος οι κρίκοι αυτής πεπήγασιν;" (Ιώβ 38: 6). Αλλά και στους Ψαλμούς: "Εγώ εστερέωσα τους στύλους αυτής" (Ψαλμός 74: 4), πρέπει να καταλάβεις ότι "στύλους" εννοεί τη δύναμη που τη συγκρατεί. Άλλωστε και το: "Επί θαλασσών εθεμελίωσεν αυτήν" (Ψαλμός 23: 2), τι δηλώνει, παρά το ότι γύρω από τη γη, διαχέεται παντού το νερό; Και πώς το νερό, ενώ είναι ρευστό και εκ φύσεως πέφτει προς την κατηφόρα, μένει μετέωρο και δεν καταρρέει από καμία πλευρά; Αλλά παρέλειψες να σκεφτείς και αυτό ακόμα: ότι την ίδια και ακόμα μεγαλύτερη απορία δημιουργεί στον λογικό η γη, αν υποθέσουμε ότι μένει μετέωρη χωρίς στήριγμα, ενώ είναι σώμα βαρύ. Αλλά είτε πούμε ότι η γη κρέμεται μόνη μετέωρη, είτε ότι λικνίζεται πάνω στο νερό, οπωσδήποτε δεν πρέπει να φύγουμε έξω από τα όρια της ευσεβούς σκέψης, αλλά να ομολογήσουμε, ότι τα πάντα συγκρατούνται από τη δύναμη του Δημιουργού. Αυτά λοιπόν πρέπει να λέμε και στους εαυτούς μας και σε όσους μας ρωτάνε, "Πού στηρίζεται το αμέτρητο αυτό και ασήκωτο βάρος της γης"· να λέμε ότι: "Εν τη χειρί τού Θεού τα πέρατα τής γης" (Ψαλμός 94: 4). Αυτό είναι πολύ ασφαλές για εμάς για κατανόηση, και ωφέλιμο σε όσους το ακούνε. |
Σημειώσεις: 1. Γλυκό, πικρό, αλμυρό, κλπ. 2. "Αναξιμένης δε και Αναξαγόρας και Δημόκριτος το πλάτος αίτιον είναί φασι τού μένειν αυτήν (=την γην). Ου γαρ τέμνειν αλλ' απιπωματίζειν τον αέρα τών κάτωθεν..." (Αριστοτέλης, "Περί Ουρανού", 2, 13 [294β]). 3. "Οι δε εφ' ύδατος κείσθαι (την γην λέγουσι). Τούτον γαρ αρχαιότατον παρειλήφαμεν τον λόγον (=την θεωρία), ον φασιν ειπείν Θαλήν τον Μιλήσιον" (Αριστοτέλης, Περί ουρ. 2, 13 [294α]). 4. Αυτήν περίπου την αναίρεση την κάνει και ο Αριστοτέλης, εκ τού οποίου την έχει πάρει ο άγιος Βασίλειος. (Δες όπου και πιο πάνω, 294α - 295β). 5. Το ότι επί απείρου στερεού σώματος στηρίζεται η γη, είναι η θεωρία τού Ξενοφάνους. "Οι μεν γαρ δια ταύτα άπειρον το κάτω τής γης είναί φασιν, επ' άπειρον αυτής ερριζώσθαι λέγοντες, ώσπερ Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος..." (Αριστοτέλης, "Περί ουρ." 2,13 [294α]). |
Δημιουργία αρχείου: 11-7-2017.
Τελευταία μορφοποίηση: 24-7-2017.