Εμπειρική και Ακαδημαϊκή Θεολογία // Ο ρόλος της ακαδημαϊκής θεολογίας στην έκθεση της πίστης, της χαρισματικής θεολογίας // Οι «πειρασμοί» της ακαδημαϊκής θεολογίας // Τα όρια της ακαδημαϊκής θεολογίας // Χαρισματική θεολογία // Η οριοθέτηση της φιλοσοφίας και η σωστή χρήση της διάνοιας // Προσεγγίζοντας διανοητικά την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος
Φιλοσοφική και Πρακτική Θεολογία Τα δύο είδη προσέγγισης τής πίστης Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)
Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993. |
Υπάρχουν δύο είδη θεολογίας: το έν –ευρέως γνωστόν κατά τους παρελθόντας αιώνας– είναι η επαγγελματική καθέδρα του πολυμαθούς· το άλλο η συσταύρωσις μετά του Χριστού, η γνώσις Αυτού εν τοις ενδομύχοις της καρδίας.
Το πρώτον είδος είναι προσιτόν εις το πλήθος των διανοητικώς πεπροικισμένων ανθρώπων, των προτιμώντων την φιλοσοφικήν προσέγγισιν της θεολογίας. Η πραγματική δε πίστις εις την Θεότητα του Χριστού, ήτις εκφράζεται δια ζωής συμφώνου προς το πνεύμα των εντολών Αυτού, δεν είναι απαραίτητος δι’ αυτούς. Το δεύτερον είδος είναι θεολογία ομολογίας, ήτις γεννάται δια του βαθέως φόβου του Θεού εν τω πυρί της φλογεράς μετανοίας, ήτις εισάγει εις την οντολογικήν πραγματικότητα δια της εμφανίσεως του Ακτίστου Φωτός. Η ακαδημαϊκή θεολογία εν συνδυασμώ μετά της ζώσης πίστεως δίδει αγαθά αποτελέσματα. Ευκόλως όμως «εκφυλίζεται», αποβαίνει αφηρημένη θεωρία, παύει να είναι εκείνο, όπερ παρατηρείται εν τη ζωή των Αποστόλων, των Προφητών και των Πατέρων ημών, τουτέστιν άμεσος ενέργεια του Θεού εν ημίν: «Ουδείς δύναται ελθείν προς Με, εάν μη ο Πατήρ ο πέμψας Με ελκύση αυτόν … έστι γεγραμμένον εν τοις προφήταις· και έσονται πάντες διδακτοί Θεού. Πας ο ακούων (εν τη καρδία) παρά του Πατρός και μαθών έρχεται προς Με» (Ιωάν. 6,44-45). Η Αγία Τριάς είναι Θεός Αγάπης. Η αγάπη, περί της οποίας γίνεται λόγος εν τω Ευαγγελίω, είναι άκτιστος ζώσα ενέργεια της ανάρχου Θεότητος. Ίδιον αυτής είναι να ενοί ημάς εν αυτώ τούτω τω είναι. Ο διαμένων εν τοιαύτη ενώσει μετά του Θεού προοδεύει βαθμηδόν εις την νοεράν κατανόησιν του εν αυτώ τελουμένου. «Ημίν δε ο Θεός απεκάλυψε (περί Αυτού) δια του Πνεύματος Αυτού· το γαρ Πνεύμα πάντα ερευνά και τα βάθη του Θεού … ημείς δε ου το πνεύμα του κόσμου ελάβομεν, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, ίνα ειδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν· ά και λαλούμεν ουκ εν διδακτοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος Αγίου» (Α’ Κορ. 2,10-13). «Συ εί ο Χριστός ο Υιός του Θεού του Ζώντος». Και καθώς ο Χριστός είπε: «Σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε τούτο (τω Πέτρω), αλλ’ ο Πατήρ … ο εν τοις ουρανοίς» (πρβλ. Ματθ. 16,16-17). «Μέγα το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη» (Α’ Τιμ. 3,16). Και τούτο είναι η φυσική αύξησις εν τω Πνεύματι μέσω της διαμονής εν τω Θείω χώρω δια της τηρήσεως των εντολών του Χριστού. Ο νους αίφνης αποκτά γνώσιν και εκφράζει αυτήν δι’ ανθρωπίνων όρων. Τούτο έρχεται ως λάμψις αστραπής, όταν η καρδία πυρούται δια της αγάπης. Τούτο είναι το «θαυμαστόν φως» της αιωνιότητος, εις το οποίον πάντες ημείς εκλήθημεν (βλ. Α’ Πέτρ. 2,9). Η συσσώρευσις τοιούτων στιγμών ελλάμψεως της συνειδήσεως ημών εν τη πείρα της Εκκλησίας ωδήγησεν οργανικώς εις την σύνθεσιν αυτών εις έν όλον. Ούτως εμφανίζεται η πρώτη απόπειρα συστηματοποιήσεως της ζώσης θεολογίας, ήτις εγένετο υπό του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ανδρός ωσαύτως πλουσίου και κατά την προσωπικήν αυτού πείραν. Η ματαίωσις της θαυμαστής αυτής αναβάσεως προς τον Θεόν – εν τω ανεξιχνιάστω πλούτω της υψίστης γνώσεως – προέκυψεν εις εποχάς παρακμής της ζώσης πείρας δια της τάσεως υποβολής των δεδομένων της Αποκαλύψεως εις την κριτικήν του λογικού ημών· δια της στροφής προς την «φιλοσοφίαν της θρησκείας». Eπακόλουθον τούτου είναι τα σχολαστικά συστήματα θεολογίας, εν τοις οποίοις επικρατεί η φιλοσοφία και ουχί το πνεύμα της ζωής. |
Δημιουργία αρχείου: 7-10-2016.
Τελευταία μορφοποίηση: 7-10-2016.